Έντγκαρ Άλαν Πόε, Άναμπελ Λη
Χρόνια πολλά περάσαν από τότε,
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
που κάποια κόρη ζούσε, τ' όνομά της
'Αναμπελ Λη, θα το 'χετ' ακουστό.
Κι η κόρη αυτή μονάχην είχε σκέψη
να μ' αγαπά και να την αγαπώ.
Ήμαστ' ακόμα δυο μικρά παιδάκια,
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό:
Μα ήταν τρανή η αγάπη που αγαπιόμαστε-
η 'Αναμπελ Λη κι εγώ. Στον ουρανό
τα φτερωμένα Σεραφείμ, που μας ζηλεύανε,
μας κοίταζαν με μάτι φθονερό.
Κι ήταν γι' αυτό -περάσανε πια χρόνια-
που στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
κατέβηκε απ' τα νέφη στην ωραία μου
'Αναμπελ Λη, ψυχρό, θανατερό
τ' αγέρι κι οι μεγάλοι συγγενήδες της
τη πήραν και μ' αφήσαν μοναχό,
σ' ένα μνημούρι μέσα να τη κλείσουνε
στη χώρα τούτη δίπλα στο γιαλό.
Οι άγγελοι που δεν είχαν τη δική μας
την ευτυχία, ζηλέψαν και γι' αυτό-
Ναι! Και γι' αυτό (καθώς το ξέρουν όλοι
μες στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό),
Τ' αγέρι από τα νέφη κάποια νύχτα
κατέβηκε ψυχρό, θανατερό
και μ' άρπαξε τον ώριο θησαυρό.
Κι από των πιο σοφών και πιο μεγάλων
η αγάπη μας τρανότερη πολύ-
κι ούτ' οι αγγέλοι πάνω στα ουράνια
κι ουτ' οι δαιμόνοι κάτω απ' το βαθύ
Ωκεανό μπορούνε τη ψυχή μου
να τη χωρίσουν διόλου απ' τη ψυχή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Γιατί ποτέ δε βγαίνει το φεγγάρι
χωρίς ονείρατα γλυκά να μου κρατεί
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Και πάντα, όταν προβάλλουνε τ' αστέρια,
νιώθω και πάλι τη ματιά τη λαμπερή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Κι όλη τη νύχτα δίπλα μου τη νιώθω,
συντρόφισσα μου, αγάπη μου ακριβή
μέσα στον τάφο δίπλα στην ακτή
που του πελάου το κύμα αντιλαλεί.
Μετάφραση: Κ. Παπαδάκης
πρωτότυπο
Edgar Allan Poe, Annabel Lee
It was many and many a year ago,
In a kingdom by the sea,
That a maiden there lived, whom you may know
By the name of Annabel Lee.
And this maiden lived with no other thought
Than to love and be loved by me.
I was a child and she was a child,
In this kingdom by the sea;
But we loved with a love that was more than love,
I and my Annabel Lee;
With a love that the winged seraphs above
Coveted her and me.
And this was the reason, that long ago.
In the kingdom by the sea,
A wind blew out of a cloud, chilling
My beautiful Annabel Lee;
So that her high-born kinsmen came
And bore her away from me.
To shut her up in a sepulchre,
In this kingdom by the sea.
The angels, not half so happy in heaven,
Went envying her and me --
Yes! that was the reason, as all men know
In this kingdom by the sea,
That the wind came out of the cloud by night,
Chilling and killing my Annabel Lee.
But our love it was stronger by far than the love
Of those who were older than we --
Of many far wiser than we;
And neither the angels in heaven above,
Nor the demons under the sea,
Can ever dissever my soul from the soul
Of the beautiful Annabel Lee.
For the moon never beams without bringing me dreams
Of the beautiful Annabel Lee;
And the stars never rise, but I feel the bright eyes
Of the beautiful Annabel Lee.
And so all the night-tide I lie down by the side
Of my darling, my darling -- my life and my bride,
In the sepulchre there by the sea;
In her tomb by the sounding sea.
|
Ο Έντγκαρ Άλλαν Πόε (19 Ιανουαρίου 1809 - 7 Οκτωβρίου 1849) ήταν Αμερικανός συγγραφέας, ποιητής και κριτικός.
Υπήρξε ένας από τους κύριους εκπροσώπους του αμερικανικού ρομαντισμού.
To λογοτεχνικό του έργο είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια
λογοτεχνία, αποτελώντας θεμέλιο λίθο για την εξέλιξη σύγχρονων
λογοτεχνικών ειδών, όπως η αστυνομική λογοτεχνία ή οι ιστορίες τρόμου
και φαντασίας.
Ο Πόε γεννήθηκε το 1809 στη Βοστώνη και οι γονείς του ήταν ηθοποιοί. Ο
πατέρας του, Ντέηβιντ Πόε, εγκατέλειψε την οικογένεια του τον Ιούλιο του
1811 ενώ πέθανε πέντε μήνες αργότερα, στις 11 Δεκεμβρίου. Η μητέρα του,
Ελίζαμπεθ Άρνολντ Χόπκινς, υπέφερε από φυματίωση και πέθανε στις 8
Δεκεμβρίου του 1811, ενώ ο Πόε ήταν μόλις δύο ετών.
Μετά το θάνατο της μητέρας του, έζησε στο σπίτι του επιτυχημένου εμπόρου
καπνού Τζον Άλλαν και μεγάλωσε στην πόλη Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.
Το 1815, η οικογένεια Άλλαν μετακόμισε στη Σκωτία και την Αγγλία, όπου έζησαν συνολικά για πέντε χρόνια.
Στο διάστημα αυτό, ο Πόε φοίτησε σε δύο αγγλικά σχολεία κοντά στην πόλη
του Λονδίνου. Μετά την επιστροφή του στο Ρίτσμοντ, εγγράφτηκε στο
Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, το 1826, όπου παρέμεινε μόνο για ένα χρόνο.
Ήρθε σε σύγκρουση με τον πατριό του, εξαιτίας οικονομικών χρεών που
ανέπτυξε μέσω της χαρτοπαιξίας, κατά την περίοδο φοίτησης του. Τελικά ο
Πόε εγκατέλειψε το σπίτι των Άλλαν και κατατάχθηκε το 1827 στον
αμερικανικό στρατό, πιθανότατα για λόγους οικονομικής επιβίωσης. Στην
αίτηση κατάταξής του δήλωσε το όνομα Έντγκαρ Α. Πέρι, αναφέροντας επίσης
ως ηλικία τα 22 χρόνια ενώ ήταν δεκαοχτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο
δημοσίευσε το πρώτο του βιβλίο, μία ποιητική συλλογή με τίτλο Ταμερλάνος
και άλλα Ποιήματα.
Το 1829, εκδόθηκε το δεύτερο ποιητικό βιβλίο του Al Aaraaf, ενώ
παράλληλα έκανε αίτηση εγγραφής στην στρατιωτική ακαδημία του Ουέστ
Πόιντ (West Point), με την υποστήριξη του πατριού του. Εκεί θεωρείται
πως ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο άλλων ρομαντικών ποιητών,
ενώ σύντομα ανέπτυξε εκ νέου οικονομικά χρέη. Υπήρξε σκόπιμα αμελής ως
προς τα καθήκοντά του γεγονός που οδήγησε τελικά στην απόλυσή του.
Αμέσως μετά, ο Πόε μετακόμισε στη Βαλτιμόρη όπου έζησε με την θεία του
Μαρία Κλεμ και την πρώτη του ξαδέλφη Βιρτζίνια Ελίζα Κλεμ. Προκειμένου
να συντηρείται οικονομικά, ξεκίνησε να γράφει πεζά κείμενα υποβάλλοντας
συμμετοχή σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς.
Το 1833, βραβεύτηκε για το διήγημά του Μήνυμα στο μπουκάλι, γεγονός που
του εξασφάλισε μία πρώτη αναγνώριση σε ένα περιορισμένο τοπικό
λογοτεχνικό κύκλο.
Το Δεκέμβριο του 1835, άρχισε να εργάζεται ως συντάκτης στην εφημερίδα
Southern Literary Messenger (Λογοτεχνικός Αγγελιοφόρος του Νότου), στο
Ρίτσμοντ. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη δεκατριάχρονη ξαδέρφη του, η
οποία στο πιστοποιητικό του γάμου τους, αναφερόταν ψευδώς πως ήταν
είκοσι ενός ετών.
Το 1838 εκδόθηκε η Αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ (The Narrative of
Arthur Gordon Pym) ενώ το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου, ο Πόε
μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός
συντάκτη στο περιοδικό Burton's Gentleman's Magazine. Δημοσίευσε αρκετά
άρθρα, διηγήματα και κριτικές απολαμβάνοντας ολοένα και μεγαλύτερη φήμη.
Το ίδιο διάστημα, εκδόθηκε η δίτομη συλλογή έργων του Tales of the
Grotesque and Arabesque (Ιστορίες του Γκροτέσκου και του
Αραβουργήματος), η οποία αν και δεν αποτέλεσε σημαντική εμπορική
επιτυχία, επαινέθηκε από την κριτική και θεωρείται σήμερα ορόσημο στην
ιστορία της αμερικανικής λογοτεχνίας. Ο Πόε εγκατέλειψε τη θέση του μετά
από περίπου ένα χρόνο και ανέλαβε χρέη βοηθού συντάκτη στο περιοδικό
Graham's Magazine.
Στις 20 Ιανουαρίου του 1842, η σύζυγός του έδειξε για πρώτη φορά
δείγματα πως έπασχε από φυματίωση και υπό το βάρος της ασθένειάς της, ο
Πόε κατέφυγε στο ποτό. Εγκατέλειψε εκ νέου την θέση του στο Graham's
Magazine και επέστρεψε στη Νέα Υόρκη όπου εργάστηκε για ένα σύντομο
χρονικό διάστημα στην εφημερίδα Evening Mirror και ως συντάκτης στην
έκδοση του Broadway Journal.
Στις 29 Ιανουαρίου του 1845 εκδόθηκε το ποίημα του Το Κοράκι, ένα από τα
πιο γνωστά έργα του και το οποίο του πρόσφερε μεγάλη αναγνώριση,
γεγονός που τον βοήθησε επίσης να αυξήσει το ισχνό του εισόδημα δίνοντας
διαλέξεις. Ανατυπώθηκε σε αρκετές εφημερίδες και περιοδικά, ωστόσο ο
ίδιος ο Πόε δεν αποκόμισε οικονομικά οφέλη από το ίδιο το έργο εξαιτίας
της έλλειψης νόμων περί πνευματικών δικαιωμάτων.
Τον Ιανουάριο του 1847, η σύζυγός του Βιρτζίνια πέθανε και τον επόμενο
χρόνο, ο Πόε αρραβωνιάστηκε την ποιήτρια Σάρα Έλεν Ουίτμαν. Ο
προγραμματισμένος τους γάμος τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, πιθανότατα
εξαιτίας των προβλημάτων του Πόε με το ποτό. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή,
η μητέρα της Ουίτμαν είχε σημαντική συμβολή στη διάλυση της σχέσης
τους. Με βάση την αλληλογραφία του Πόε, εκείνης της περιόδου, γνωρίζουμε
ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει, από υπερβολική δόση λάβδανου. Αργότερα,
ο Πόε επέστρεψε στο Ρίτσμοντ όπου αραβωνιάστηκε την Σάρα Ελμίρα Ρόυστερ
και μαζί όρισαν ως ημερομηνία του γάμου τους την 17η Οκτωβρίου του
1849. Σύμφωνα με επιστολή του προς την Μαρία Κλεμ στις 18 Σεπτεμβρίου
του 1849, ο Πόε θα πραγματοποιούσε ένα ταξίδι στη Φιλαδέλφεια,
προκειμένου να συναντήσει την ποιήτρια Λέον Λάουντ, με αφορμή την
επιμέλεια της έκδοσης ενός τόμου με έργα της.
Ανακαλύφθηκε σε παραληρηματική κατάσταση στους δρόμους της Βαλτιμόρης
από έναν περαστικό, ο οποίος μετά από σχετική υπόδειξη του Πόε, έστειλε
επιστολή στον Δρ. J. E. Snodgrass, ενημερώνοντας τον σχετικά. Ο
Snodgrass έλαβε την επιστολή στις 3 Οκτωβρίου και την ίδια ημέρα
φρόντισε, μαζί με τον θείο του Πόε, Χένρυ Χέρινγκ, για την μεταφορά του
Πόε στο νοσοκομείο, όπου τελικά πέθανε στις 7 Οκτωβρίου. Καθώς δεν
κατάφερε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του να συνέλθει επαρκώς, ο ίδιος
δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει πώς είχε οδηγηθεί στην κατάσταση του. Όταν
βρέθηκε, φορούσε ρούχα που πιστεύεται ότι δεν του ανήκαν ενώ
επανειλημμένα πρόφερε το όνομα Ρέυνολντς κατά την διάρκεια της τέταρτης
νύχτας που έμεινε στο νοσοκομείο. Σύμφωνα με επιστολή του ιατρού Δρ.
John J. Moran που εξέτασε τον Πόε στο νοσοκομείο, προς την θεία του, οι
τελευταίες του λέξεις ήταν "Lord help my poor soul" ("Κύριε βοήθησε την
φτωχή ψυχή μου").
Η πραγματική αιτία θανάτου του Πόε παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα και
δεν υπάρχει μία οριστική θέση, καθώς ουδέποτε υπήρξε ή βρέθηκε ένα
επίσημο πιστοποιητικό θανάτου. Ο Δρ. J. E. Snodgrass, ο οποίος γνώριζε
προσωπικά τον Πόε και βρέθηκε μαζί του στις τελευταίες του ημέρες,
βεβαίωνε πως ο θάνατός του ήταν απόρροια αλκοολισμού. Αντίθετα, ο Δρ.
John Moran, θεωρούσε πως ο θάνατός του δεν σχετιζόταν με χρήση κάποιου
είδους τοξικής ουσίας.
Τόσο τα γραπτά του Snodgrass όσο και του Moran, με θέμα τις τελευταίες
ημέρες ζωής του Πόε, περιέχουν σημαντικές αντιφάσεις με αποτέλεσμα να
αντιμετωπίζονται εν γένει με δυσπιστία από τους μελετητές και βιογράφους
του συγγραφέα. Πληθώρα άλλων θεωριών έχουν προταθεί επίσης, μεταξύ
αυτών πιθανή σύφιλη, επιληψία, δηλητηρίαση, δολοφονία ή λύσσα, θεωρίες
όμως που δεν επιβεβαιώνονται μέχρι σήμερα από επίσημα ιατρικά έγγραφα ή
αναφορές.
Η ταφή του έγινε στις 8 ή 9 Οκτωβρίου και ο τάφος του βρίσκεται στη
Βαλτιμόρη, όπου αποτελεί ένα ιδιαίτερο αξιοθέατο της περιοχής. Από το
1949, κάποιος ανώνυμος επισκέπτης επισκέπτεται τον τάφο του στις 19
Ιανουαρίου, αφήνοντας τρία κόκκινα τριαντάφυλλα και ένα μπουκάλι κονιάκ
στη μνήμη του.
Την ημέρα της ταφής του Πόε, μία νεκρολογία δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα
New York Tribune, υπογεγραμμένη με το ψευδώνυμο Ludwig, το οποίο όπως
αποκαλύφθηκε αργότερα ανήκε στον εκδότη και επιμελητή ανθολογιών,
Ρούφους Ουίλμοτ Γκρίζγουολντ. Η νεκρολογία ανέφερε στην εισαγωγή της: "O
Έντγκαρ Άλλαν Πόε είναι νεκρός. Πέθανε στη Βαλτιμόρη προχθές. Η
ανακοίνωση αυτή θα τρομάξει αρκετούς, αλλά λίγοι θα νιώσουν θλίψη για το
γεγονός." και θεωρείται απόρροια της εχθρότητας που είχε καλλιεργηθεί
μεταξύ του Πόε και του Γκρίσγουολντ.
160 χρόνια μετά το θάνατό του, στις 12 Οκτωβρίου του 2009 έγινε η κηδεία του ομοιώματος του ποιητή, με τιμές, στη Βαλτιμόρη. | |
πηγή: