Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Μικρό σχόλιο περί Διαβόλου

 

 

Μικρό σχόλιο περί Διαβόλου*



   Ποιός είναι ο Διάβολος; Για την Εκκλησία είναι ένας επικίνδυνος, ανώμαλος τύπος, που σπάει πιάτα και πίνει βαθύ, κόκκινο κρασί της Νεμέας, πειράζει κορίτσια και γριές, ουρεί δημόσια, βρίζει τον Θεό και καλλιεργεί την Αμαρτία εντός του σοφά κατασκευασμένου κόσμου που δημιούργησε η Χάρη του - ενός κόσμου με Πείνα, Θάνατο, Πόλεμο, λιμούς, σεισμούς και καταποντισμούς, καλόγερους, παπάδες, καπιταλιστές, τον Άδωνη... Αλλά από μαρξιστική σκοπιά (λέμε τώρα) ο Διάβολος, μεγάλο τ' όνομα Του, ήταν ένας προλετάριος ηγέτης, άντε μικρομεσαίος, που σήκωσε επανάσταση μαζί με τους κόκκινους και μαύρους συντρόφους του - όπως απεικονίζεται συνήθως σε αγιογραφίες και κόμιξ, ενάντια στην εξουσία του Θεού. Ηττήθηκαν και στάλθηκαν εξορία στη Γυάρο και την Μακρόνησο. Ε, την Κόλαση, ήθελα να πω... Τα βασανιστήρια εκεί δεν είναι για τους ηθικούς αμαρτωλούς με αρχιφύλακα τον Βελζεβούλη αλλά για όσους εξεγέρθηκαν και πάνε κόντρα στα θεσπισμένα ακόμα και σήμερα. "Ι, ο, ααα, έκανες αυτό κι εκείνο", φωνάζουν ακόμα και σήμερα κάποιες θρησκόληπτες γριές, "θα πας στην κόλαση!" Τα καζάνια βέβαια και για να είμαστε όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαροι είναι κρατητήρια χειρότερα των ΕΑΤ-ΕΣΑ με δεσμοφύλακα ή ανθρωποφύλακα (α, ρε Κοροβέση και πάλι επίκαιρος είσαι) τον... Αρχάγγελο Μιχαήλ και την παρέα του. Αλλά κανείς δεν αναδεικνύει την πραγματική, εκδικητική ταυτότητα των Αγγέλων, ιδιόμορφα σατανική θα λέγαμε - εκτός από τον Σαμ και τον Ντιν στην τηλεοπτική σειρά Supernatural...
   Ο Σατανάς λοιπόν, επίτηδες τα πολλά ονόματα για να μοιάζει με μαφιόζο, δεν θα μπορούσε να είναι δεσμοφύλακας. Ακόμα κι αυτό αποτελεί διαστρέβλωση της πραγματικής φύσης Του. Και γιατί η αστική τάξη ανέχτηκε κάποιες σταθερές της θρησκευτικής/φεουδαρχικής τάξης αξιοποιώντας όλα τα ιδεολογικά εργαλεία που της χρειάστηκαν για να έχει καθηλωμένους τους εργαζόμενους της πόλης, του χωριού και του εργοστασίου και καθώς έπαψε να είναι μια επαναστατική/ανατρεπτική τάξη αλλά μια τάξη διαχείρισης του πλούτου που πήγαινε και πάει, από τους πολλούς στους λίγους. Άρα, με βάση τη σύγχρονη δημοσιογραφική, φιλελεύθερη και ακροδεξιά προπαγάνδα ο Διάβολος (αυτός που διαφθείρει ή που διαβάλλει, αν δεν κάνω λάθος) θα ήταν ένας αναρχοάπλυτος, θολοκουλτουριάρης, αιώνιος φοιτητής, παρατρομοκράτηςκαι τρομοκράτης σκέτο, αναρχοσταλινικός κατά τον Τάκη Μίχα, που θα κατέστρεφε την προσπάθεια για έξοδο της χώρας στις αγορές, θα εμπόδιζε την τουριστική ανάπτυξη. Ακόμα θα διεκδικούσε λιγότερη δουλειά και καλύτερο μισθό, δομές υγείας και πρόνοιας για όλους ενώ θα πρωταγωνιστούσε στα κοινωνικά κινήματα κ.ο.κ. Θα ήταν αντιρατσιστής και βεβαίως, αντισεξιστής - η Εκκλησία στοχοποίησε ως ανωμαλία τη διεκδίκηση του ελεύθερου έρωτα, τις προγαμιαίες σχέσεις κτλ κτλ, όχι ένας τραγοπόδαρος και κατσικόμορφος τύπος. Και να από που έρχεται η πρώτη απεικόνιση του Διαβόλου, από την αρχαία ελληνική μυθολογία (Πάνας)! Βέβαια, ο Πάνας ήταν ένας άσχημος τύπος αλλά και γλεντζές από τους λίγους - δεν ήταν τυχαία ακόλουθος του θεού Διόνυσου. Στο δίπολο Πάνας-Διάβολος παρατηρούμε πάλι, πως η χριστιανική θρησκεία εξόρισε αφού οικειοποιήθηκε με τον χειρότερο τρόπο, ήθη και έθιμα των προηγούμενων θρησκειών και δοξασιών της Μεσογείου για να τα αναβαπτίσει με βάση το συμφέρον του εξουσιαστικού οργανισμού που την διατηρούσε. Σε αυτή την περίπτωση ο χριστιανισμός αναδεικνύεται σε μια από τις κορυφαίες συγκρητιστικές θρησκείες που γνώρισαν ιδιαίτερη ακμή στα ύστερα ελληνιστικά χρόνια αλλά και κατά την περίοδο της Ρωμαικής Δημοκρατίας και των αυτοκρατορικών χρόνων που αφού αφομοίωσε τις παραδόσεις των προηγούμενων θρησκειών οδήγησε ύστερα στην εξαλειψή τους - αυτό έγινε βέβαια επειδή αρκετοί Ρωμαίοι αξιωματούχοι ασπάστηκαν τον χριστιανισμό και τον αξιοποίησαν ως πολιτικό όπλο και όχι επειδή ο χριστιανισμός έχει κάποια ιδεολογική ή και θεόπνευστη (εδώ γελάμε ή κλαίμε, ανάλογα) ανωτερότητα. Για παράδειγμα η θρησκεία του Θεού Σέραπις, μια προσπάθεια των Πτολεμαίων να ενοποιήσουν την αιγυπτιακή θρησκεία με την ελληνική θρησκεία των τοπικών κυβερνητών στην Αίγυπτο και η οποία αποσκοπούσε στο να βρεθεί μία θεότητα που θα ενέπνεε το σεβασμό και στις δύο εθνότητες, παρά τους αφορισμούς των Αιγυπτίων ιερέων εναντίον των θεών προηγούμενων κατακτητών, απέτυχε γιατί η ίδια η βασιλεία των Πτολεμαίων είχε φτάσει στο τέλος της. Αλλά εδώ ανοίγει μια άλλη, μεγάλη συζήτηση που της αξίζει μια αυτόνομη, διαφορετική παρέμβαση, Μέσα σε όλα τα φλύαρα που προηγήθηκαν, σκέφτομαι και την τύχη των καλικάντζαρων. Γιατί βρωμίζουν τα χριστουγεννιάτικα εδέσματα; Ίσως επειδή σατυρίζουν την χριστιανική, εορταστική και οικογενειακή κανονικότητα... Όμως αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
   Πάντως, ακόμα και η ιστορία της υποδοχής του Χριστού ως Ελευθερωτή από τα χαμηλά στρώματα της Ιουδαίας (ταξικού κι όχι θρησκευτικού) και η μετέπειτα Σταύρωση του, δηλαδή η δολοφονία του από τις κρατικές αρχές (Πιλάτος) και τους τοποτηρητές της Ρωμαϊκής εξουσίας (Άννας, Καϊάφας, Ηρώδης) είναι κάποιου είδους μεθόδευση για να δείξει στον απλό κόσμο της εποχής ότι "σόρρυ, παίδες αλλά αυτός ο κόσμος δεν θ' αλλάξει ποτέ". Σημείωση πριν τα επόμενα: δεν στηρίζω το παραμύθι του Χριστού, αλίμονο, απλά αποδομώ τους μύθους γύρω από την υποτιθέμενη θυσία του επανερμηνεύοντας έναν άλλο (περί Διαβόλου). Να μην ξεχνάμε τον ρόλο του Σαύλου, πρώην διώκτη των Χριστιανών, που ως Παύλος πια, εκ των θεμελιωτών της σύγχρονης χριστιανικής θρησκείας - μαζί με τον Πέτρο, και τις αλλαγές που επέβαλλε. Ίσως εδώ μπορούμε να εντοπίσουμε τις απαρχές της μετάλλαξης της χριστιανικής αδελφότητας, μιας σχεδόν κομμουνιστικής και διεθνιστικής κοινότητας με δράσεις από τα κάτω (τα τραπέζια της αγάπης) σ' ένα σκληροπυρηνικό οργανισμό που έστειλε στον θάνατο την Υπατία και κυβερνούσε μαζί με τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες. Σ' έναν οργανισμό που με σχεδόν επιστημονικό τρόπο ανέδειξε τις κάθε είδους προκαταλήψεις σε τρόπο και κανόνες ζωής.
   Αλλά σταματάω εδώ, τέτοια σενάρια ή μήπως όχι, χρειάζονται τον Τσιφόρο τους και 'γω βέβαια δεν είμαι. Αλλά ας αναρωτηθούμε, ιδιαίτερα τώρα που βρισκόμαστε σε εορταστική περίοδο, ποιός είναι αυτός που διαβάλλει στην πραγματικότητα... (Σ' επόμενο σημείωμα, γιατί τώρα κλείνουν τα μάτια μου κι αν έχω όρεξη λέω ν' ασχοληθώ με τον επαναστάτη και κοκκινογένη Ιούδα, όπως τον περιγράφει ο Καζαντζάκης τουλάχιστον. Και προσοχή στην σημειολογία του κόκκινου χρώματος, σε χλαμύδες, σταυρους, βασανισμένους, αγιογραφίες... Καληνύχτα.)

*ένα διαφορετικό σχόλιο για την Μεγάλη Εβδομάδα

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Νέα έκδοση: Η εργατική εναλλακτική - το αντικαπιταλιστικό σχέδιο για την έξοδο από την κρίση

ΝΕΑ ΕΚΔΟΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ

Η εργατική εναλλακτική
Tο αντικαπιταλιστικό σχέδιο για την έξοδο από την κρίση

Λένα Βερδέ, Λέανδρος Μπόλαρης



 

     Πώς μπορούμε να σταματήσουμε στις απολύσεις και την ανεργία; Πώς θα εμποδίσουμε τη λεηλασία των μισθών και των συντάξεών μας, της υγείας και της παιδείας, τη διάλυση κάθε κοινωνικής υπηρεσίας και κράτους πρόνοιας; Πώς θα βάλουμε τέρμα στη φτώχεια και την ανθρωπιστική κρίση που καταστρέφουν τις ζωές μας;
Ερωτήματα κρίσιμα. Ερωτήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπη όλη η κοινωνία και πάνω απ' όλα οι εργάτες κι οι εργάτριες που με απεργίες, καταλήψεις, διαδηλώσεις, αντιστέκονται στις βάρβαρες επιθέσεις των κυβερνήσεων, του ΔΝΤ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό το μικρό βιβλίο δίνει τις εργατικές απαντήσεις για μια αντικαπιταλιστική έξοδο από την κρίση. Για να ξαναβρεθεί η εργατική τάξη κι η Αριστερά στο κέντρο της σύγκρουσης με τα Μνημόνια, στο κέντρο της προσπάθειας να ξηλώσουμε ένα ολόκληρο σύστημα που διαιωνίζει την κρίση, την ανεργία, τη φτώχεια.

Σελίδες: 72
Τιμή: 4 ευρώ
ISBN: 978-960-7967-86-2






Η Εργατική Εναλλακτική


    Ένα δυνατό όπλο στη μάχη ενάντια στην κυβέρνηση, την Τρόικα και τα μνημόνια είναι το μικρό βιβλίο "Η εργατική εναλλακτική" που κυκλοφόρησε την περασμένη βδομάδα. Οι συγγραφείς του, η Λένα Βερδέ και ο Λέανδρος Μπόλαρης -αρθρογραφούν και οι δυο συστηματικά στην Εργατική Αλληλεγγύη- παρουσιάζουν μέσα σε λιγοστές σελίδες με απλό και κατανοητό τρόπο τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζει, σε πείσμα του success story, ο ελληνικός καπιταλισμός. Και εξηγούν γιατί η έξοδος από την κρίση μπορεί να έρθει μόνο μέσα από ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα, ένα πρόγραμμα που έρχεται σε σύγκρουση και με την άρχουσα τάξη εδώ στην Ελλάδα αλλά και με τους "υψηλούς" της συμμάχους στις άλλες πρωτεύουσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σήμερα πια -και ιδιαίτερα εν' όψει των διπλών εκλογών του Μαΐου- όλοι πλέον ευαγγελίζονται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο το τέλος των μνημονίων. Δεν είναι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, που υπόσχεται να τα καταργήσει, μέσα από μια σκληρή επαναδιαπραγμάτευση με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση: είναι και η ίδια η κυβέρνηση. Υπάρχει καλύτερη απόδειξη, λέει, για το ότι "γυρίσαμε σελίδα" από την πετυχημένη έξοδο στις αγορές;
Ο κόσμος, όμως, που εδώ και τέσσερα χρόνια βρίσκεται σχεδόν καθημερινά στο δρόμο, δεν πάλεψε (και παλεύει) απλά και μόνο για να σταματήσει να βλέπει τα μούτρα των Τόμσεν, Μαζούχ και Μορς στα δελτία ειδήσεων.
"Τι σημαίνει στην πράξη κατάργηση των μνημονίων; Οι άνεργοι έχουν φτάσει το 1,5 εκατομμύριο. Θα πάρουν πίσω τις δουλειές τους; Το εισόδημα των εργαζομένων έχει μειωθεί 30% τουλάχιστον. Θα πάρουν πίσω τα κομμένα από μισθούς και επιδόματα που έχουν επιβάλλει κυβέρνηση και εργοδότες; Το ίδιο ερώτημα μπαίνει σε σχέση με τις συντάξεις, τα νοσοκομεία, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τις κοινωνικές υπηρεσίες... Κι αν ναι πότε;"
Στην πραγματικότητα η "έξοδος" που μας υπόσχονται ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος δεν πρόκειται να μας απαλλάξει ούτε καν από τα μούτρα της Τρόικας -για να μην μιλήσουμε για τους κλεμμένους μισθούς και τις ρημαγμένες θέσεις εργασίας. Το αντίθετο θα γίνει. Ο Στουρνάρας κομπάζει, κραδαίνοντας τα "πρωτoγενή πλεονάσματα" και την "'έξοδο στις αγορές" ότι "μας έβγαλε από την κρίση". Την αισιοδοξία του, όμως, ελάχιστοι μόνο την συμμερίζονται.
"Ο Άνχελ Γκουρία, ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, ήρθε στην Αθήνα στα τέλη του περασμένου Νοέμβρη, συναντήθηκε με τον Σαμαρά και του παρέδωσε τη μελέτη του Οργανισμού για την Ελλάδα. Οι εφημερίδες και τα κανάλια στάθηκαν περισσότερο στους επαίνους του... και πολύ λιγότερο στις προβλέψεις του Οργανισμού για την ανάπτυξη και την πορεία του δημόσιου χρέους. Δεν είναι παράξενο..."

«Ούτε με σφαίρες»

Ο Γκουρία έδωσε συνέντευξη στην Καθημερινή -και ήταν καταπέλτης: "Εμείς προβλέπουμε ότι το χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι το 2015 και θα πέσει κάτω από το 160% του ΑΕΠ το 2020. Για να επιτευχθεί ο στόχος του 124% του ΑΕΠ θα πρέπει ο ρυθμός ανάπτυξης σε ετήσια βάση να κινείται άνω του 4.8%... Αυτό δεν είναι πολύ πιθανό...". Στην πραγματικότητα αυτό που εννοεί με αυτόν τον διπλωματικό όρο "δεν είναι πολύ πιθανό" είναι "ούτε με σφαίρες", όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου.
Το χρέος, όπως παραδέχονται ακόμα και οι "επίσημοι" οργανισμοί σαν τον ΟΟΣΑ δεν είναι βιώσιμο. Μόνο μια λύση υπάρχει για να απαλλαγούμε από αυτό -η μονομερής, πλήρης και οριστική του διαγραφή. Έτσι και αλλιώς το χρέος το έχει "εξοφλήσει" η εργατική τάξη -στο πολλαπλάσιο:
"Ανάμεσα στο 1992 και το 2012 το δημόσιο πλήρωσε περίπου 697 δισεκατομμύρια για χρεολύσια και τόκους. Ένας αμύθητος θησαυρός δηλαδή, που σε τελευταία ανάλυση προήλθε από τον ιδρώτα και τις στέπες των εργαζομένων και κατευθύνθηκε στα θησαυροφυλάκια των τραπεζιτών".
Οι απολογητές των μνημονίων (και όχι μόνο αυτοί) υποστηρίζουν συχνά ότι μια τέτοια λύση θα έχει σαν άμεση συνέπεια την κατάρρευση των τραπεζών -που θα πάρουν έτσι μαζί τους στον άλλο κόσμο και τις λιγοστές αποταμιεύσεις των φτωχών.
"Το κίνημα (όμως) που θα επιβάλλει τη διαγραφή δεν έχει κανένα λόγο να μείνει στα μισά του δρόμου. Η διαγραφή του χρέους πρέπει να πάει χέρι-χέρι με την κρατικοποίηση όλου του τραπεζικού συστήματος και τη λειτουργία του κάτω από τον έλεγχο των εργατών".
Η λέξη "κρατικοποίηση" και μόνο κάνει τους οπαδούς της "ελεύθερης αγοράς" να βγάζουν αφρούς αγανάκτησης. "Σκάνδαλο. Αίσχος". Το πραγματικό σκάνδαλο, όμως, είναι ότι οι τράπεζες συνεχίζουν να βρίσκονται σε ιδιωτικά χέρια. Το 80% των μετοχών του ελληνικού τραπεζικού συστήματος βρίσκεται σήμερα, ύστερα από τα δισεκατομμύρια που έχουν εισπράξει οι τράπεζες σαν βοήθεια από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, στα χέρια του δημοσίου. Αντί να τις απαλλοτριώσει, όμως, η κυβέρνηση μεθοδεύει τώρα να τους "πουλήσει" πίσω τις μετοχές, σε εξευτελιστικές τιμές -να τους τις χαρίσει με άλλα λόγια.
Κρατικοποίηση δεν σημαίνει ότι "θέλουμε να επιστρέψουμε στην εποχή όπου ο Σάλλας ήταν πρόεδρος της κρατικής ΕΤΒΑ" -μια θέση την οποία αξιοποίησε στη συνέχεια για να γίνει τραπεζίτης. Ο στόχος της κρατικοποίησης δεν είναι να τις παραδώσει σε "τεχνοκράτες" σαν τον Προβόπουλο, τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας. Αυτό που χρειάζεται είναι να τεθεί το τραπεζικό σύστημα κάτω από τον άμεσο έλεγχο των εργαζομένων -έτσι ώστε να εξασφαλίσουμε ότι κανένας φτωχός δεν θα χάσει τις οικονομίες του και κανένας εργάτης δεν θα χάσει το σπίτι του.
Η διαγραφή του χρέους και η κρατικοποίηση των τραπεζών θα μας φέρει, υποχρεωτικά, σε σύγκρουση και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική τράπεζα και την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή τη σύγκρουση δεν την φοβόμαστε. Το αντίθετο μάλιστα, την επιδιώκουμε! Είναι γελοίο να πιστεύει κανείς ότι μπορεί η εργατική τάξη να πάρει τον έλεγχο της οικονομίας και της ζωής της στα χέρια της, αφήνοντας τον έλεγχο του νομίσματος στα χέρια των γραφειοκρατών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Όσο για την Ευρωπαϊκή Ένωση -οι Λαμπεντούζες και τα Φαρμακονήσια έχουν δείξει ανάγλυφα πόσο αδίστακτη είναι στον πόλεμό της ενάντια στους φτωχούς. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κηρύξει ήδη τον πόλεμο "της ανταγωνιστικότητας" ενάντια στους εργάτες της: το μόνο νου μπορεί να εξασφαλίσει η "μετριοπάθεια" σε αυτόν τον πόλεμο είναι την ήττα.
Υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να υλοποιηθεί ένα τέτοιο πρόγραμμα, ή μήπως αποτελεί μια ακόμα άσκηση "επί χάρτου"; "Ο εργατικός έλεγχος", γράφει το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, "δεν είναι όραμα του μέλλοντος. Υπάρχει μέσα στις μάχες που δίνει ο κόσμος σήμερα, στη σύγκρουση με τις επιλογές της άρχουσας τάξης". Τα παραδείγματα που ακολουθούν είναι αμέτρητα: ΔΕΗ, Δήμοι, ΕΟΠΠΥ και φυσικά η ΕΡΤ.


Η "Εργατική Εναλλακτική" είναι μια κοινή έκδοση του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου και της Εργατικής Αλληλεγγύης. Διαβάστε την.

Ποίημα: Αχμεντ Φουάντ Νεγκμ, Χτίστε τα παλάτια σας

Ο Άχμαντ Φουάντ Νεγκμ, που γεννήθηκε το 1929 στην αιγυπτιακή επαρχία της Αλ Σαρκίγια, στο Δέλτα του Νείλου, πέρασε 18 χρόνια της ζωής του στη φυλακή, όπου άρχισε να γράφει τα ποιήματά του, γνωστά σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, ασκώντας ανοιχτά και με σαρκαστικό τρόπο κριτική στους Άραβες κυβερνώντες, ενώ δεν σταμάτησε ποτέ να καταγγέλλει, κυρίως κατά τη διάρκεια του ισραηλινοαραβικού πολέμου το 1967, τους διάφορους προέδρους της Αιγύπτου, από τον  Νάσερ έως τον ισλαμιστή πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι.
Το 2007, είχε λάβει τον τιμητικό τίτλο του «Πρέσβη των Φτωχών» από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, ενώ  το 2013 είχε λάβει το Μεγάλο Βραβείο του Πρίγκιπα Κλαύδιου το οποίο απονέμει το Ταμείο του Πρίγκιπα Κλαύδιου για τον Πολιτισμό και την Ανάπτυξη στην Ολλανδία.

πηγή: εδώ


Χτίστε τα παλάτια σας

Μπορείτε να χτίζετε τα παλάτια σας στα χωράφια μας
με το δικό μας μόχθο και τα δικά μας χέρια
Μπορείτε να φτιάχνετε νάιτ-κλαμπ δίπλα στις φάμπρικες
και φυλακές αντί για περιβόλια
Μπορείτε να ξαμολάτε τα σκυλιά σας στους δρόμους
και να στήνετε μπουντρούμια ολόγυρά μας
Μπορείτε να μας κλέβετε τον ύπνο
έτσι κι αλλιώς παρακοιμηθήκαμε
Μπορείτε να μας τσακίζετε στον πόνο
Αλλά φτάνουν στο τέλος τα βάσανά μας
Γιατί τώρα ξέρουμε ποιος μας προκαλεί τα τραύματα
Εχουμε συνείδηση κι ενότητα
Εργάτες, αγρότες και φοιτητές
Η δικιά μας ώρα σήμανε και βαδίζουμε
Χωρίς γυρισμό
Η νίκη βρίσκεται μέσα στην παλάμη μας
Η νίκη είναι στον ορίζοντα


Αχμεντ Φουάντ Νεγκμ (Αίγυπτος κάπου στη δεκαετία '70)
ελεύθερη απόδοση (από τα αγγλικά) Νίκος Λούντος


Τι εστί λουδίτης, Thomas Pynchon

 
 
πρώτη δημοσίευση: New York Times Book Review (28.10.84)
η ελληνική μετάφραση δημοσιεύτηκε στο φανζίν τυφλόμυγα, τεύχος Ιουλίου '02
πηγή από όπου αναδημοσιεύουμε το άρθρο του Τόμας Πύντσον εδώ
 
   Σαν να μην έφτανε ο ερχομός του 1984, είχαμε φέτος τη συμπλήρωση 25 χρόνων από την περίφημη διάλεξη του Σνόου (C.P. Snow) οι δύο πολιτισμοί και η επιστημονική επανάσταση, που έγινε γνωστή για την προειδοποίησή της πως η πνευματική ζωή της δύσης διχάζεται διαρκώς μεταξύ δυο πόλων, του "λογοτεχνικού" και του "επιστημονικού", ο καθένας καταδικασμένος να μην κατανοεί ή να εκτιμά τον άλλο. Ο πρωταρχικός στόχος της διάλεξης ήταν να θέσει ορισμένα θέματα όπως το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στην εποχή του sputnik και ο ρόλος της τεχνολογίας στην ανάπτυξη αυτού που λίγο πιο μετά θα γινόταν γνωστός ως "τρίτος κόσμος". Αυτό όμως που τράβηξε την προσοχή του κόσμου ήταν η διατύπωση "δύο πολιτισμοί". Έτσι, την εποχή εκείνη, στήθηκε ένας απίθανος καυγάς. Σε κάποια ήδη απλουστευμένα σημεία έγιναν περαιτέρω απλοποιήσεις που προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις, κάποιους χαρακτηρισμούς, ακόμα και ορισμένες αντενστάσεις οι οποίες, παρ' όλη την ομίχλη του χρόνου, έδωσαν στο όλο θέμα μια αναμφισβήτητα έκτροπη διάσταση.
Στις μέρες μας είναι πολύ δύσκολο να επιτύχει κανείς τέτοιο διαχωρισμό. Από το 1959 μέχρι σήμερα (1984) ο κόσμος έχει φτάσει σε μια πρωτόγνωρη ροή δεδομένων. Η απομυστικοποίηση βρίσκεται σε ημερήσια διάταξη, τα πάντα έρχονται στην επιφάνεια και μάλιστα αναμοχλεύονται διαρκώς. Και όσοι επιμένουν ακόμα να κρύβονται πίσω από μια εξειδικευμένη αργκό ή να διεκδικούν κάποια βάση δεδομένων, δια παντός απρόσιτη από τον οποιοδήποτε αναρμόδιο, κρίνονται αυτόματα ύποπτοι για ανασφάλεια του εγώ. Οποιοσδήποτε διαθέτει το χρόνο, το μορφωτικό επίπεδο και το χρηματικό αντίτιμο, μπορεί να έρθει σε επαφή με το πιο εξειδικευμένο κομμάτι γνώσης που θα χρειαστεί. Από το σημείο αυτό δεν υφίσταται πλέον η διαμάχη των δύο πολιτισμών. Μια επίσκεψη σε οποιαδήποτε τοπική βιβλιοθήκη ή ράφι με περιοδικά εύκολα επιβεβαιώνει πως υπάρχουν πολλοί περισσότεροι των δύο πολιτισμοί, ώστε το πρόβλημα πλέον μετατοπίζεται στο πώς θα βρεθεί ο χρόνος για να διαβάσουμε κάτι έξω από την εξειδίκευσή μας.
Όμως μετά από μια μακρά εικοσιπενταετία, αυτό που παραμένει είναι το στοιχείο του ανθρώπινου χαρακτήρα. Ο Σνόου εν τέλει, με τα ανακλαστικά του συγγραφέα, πάλεψε να ταυτοποιήσει όχι μόνο τα δυο είδη της εκπαίδευσης, αλλά και τα δυο είδη της ανθρώπινης προσωπικότητας. Αποσπασματικοί απόηχοι από παλαιότερες λογομαχίες, αλησμόνητες μομφές κατά τη διάρκεια φλύαρων συνεδριάσεων, ενδεχομένως βοήθησαν τον snow να σχηματίσει το σκελετό των υπέρμετρων, αλλά και ενδόξων, ισχυρισμών του: "Αν εξαιρέσουμε την επιστημονική κουλτούρα, οι υπόλοιποι των διανοουμένων δεν επιχείρησαν, ούτε επιθύμησαν, ούτε ήταν ικανοί να κατανοήσουν την βιομηχανική επανάσταση". Αυτοί οι "διανοούμενοι", σχεδόν στο σύνολό τους άνθρωποι των γραμμάτων, θεωρήθηκαν από τον λόρδο snow ως φυσικοί απόγονοι των λουδίτων.
Εκτός ίσως από τον Ξεφτέρη το στρουμφ, είναι δύσκολο να φανταστούμε, στο χώρο των γραμμάτων, κάποιον που να θέλει να ονομάζεται διανοούμενος παρ' όλο που αν το ερμηνεύσουμε ως "άνθρωποι που διαβάζουν και σκέφτονται" δεν ηχεί τόσο άσχημα. Το να σε αποκαλούν όμως λουδίτη, είναι ένα άλλο θέμα. Θέτει κάποια ερωτήματα όπως, μπορεί το διάβασμα και η σκέψη να προκαλέσει ή να προδιαθέσει κάποιον να γίνει λουδίτης; Τι σημαίνει να είσαι λουδίτης; Σκεφτείτε το λίγο, τελικά, τι εστί λουδίτης;
Ιστορικά, οι λουδίτες άνθησαν στη Βρετανία από το 1811 ως το 1816. Ήταν ανώνυμοι, μασκοφόροι που δρούσαν σε οργανωμένες ομάδες με σκοπό την καταστροφή των μηχανών κυρίως στη βιομηχανία της υφαντουργίας. Είχαν δώσει όρκο υπακοής, όχι στον βασιλιά της Βρετανίας, μα στον δικό τους βασιλιά Λουδ. Δεν είναι ξεκάθαρο αν αυτοαποκαλούνταν λουδίτες καθώς τον όρο χρησιμοποιούσαν τόσο εχθροί όσο και φίλοι. Η χρήση της λέξης από τον Σνόου ήταν καθαρά πολεμική, επιθυμώντας να δηλώσει τον παράλογο φόβο και το μίσος για την επιστήμη και την τεχνολογία. Με το σκεπτικό αυτό οι λουδίτες θεωρήθηκαν ως οι αντεπαναστάτες της βιομηχανικής επανάστασης της οποίας τα μοντέρνα οράματα "ουδέποτε επιχείρησαν ή επιθύμησαν ή ήταν ικανοί να κατανοήσουν".
Όμως η βιομηχανική επανάσταση, σε αντίθεση με την αμερικανική και τη γαλλική της ίδιας σχεδόν περιόδου, δεν είχε αυτό το βίαιο χαρακτήρα με αρχή, μέση και τέλος. Ήταν πιο ήπια, λιγότερο αποτελεσματική και περισσότερο έμοιαζε με μια ταχεία φάση στην αδιάκοπη πορεία της εξέλιξης. Ο συγκεκριμένος όρος πρωτοεμφανίστηκε κάπου εκατό χρόνια νωρίτερα από τον ιστορικό Άρνολντ Τόινμπη (Arnold Toynbee) και πρόσφατα επανήλθε αναθεωρημένος στο Scientific American το 1984. Ο Τέρυ Ρέινολντς (Terry S. Reynolds) στο έργο του οι μεσαιωνικές ρίζες της βιομηχανικής επανάστασης προτείνει πως ο αρχικός ρόλος της ατμομηχανής (1765) ήταν υπέρ του δέοντος δραματοποιημένος. Απέχοντας πολύ από το να θεωρηθούν επαναστατικές, πολλές μηχανές που λειτουργούσαν με ατμό, είχαν αντικαταστήσει από το Μεσαίωνα κάποιες άλλες που λειτουργούσαν με τη δύναμη του νερού. Παρ' όλ' αυτά η ιδέα μιας τεχνολογικο-κοινωνικής επανάστασης στην οποία πάντα οι ίδιοι θα βγαίνουν από πάνω, όπως σε Αμερική και Γαλλία, με το πέρασμα του χρόνου αποδείχτηκε ιδιαίτερα χρήσιμη σε πολλούς, όπως και σε κάποιους σαν τον snow, που σκέφτηκαν πως με τους λουδίτες ανακάλυψαν τον τρόπο να αποκαλούν όλους εκείνους με τους οποίους διαφωνούσαν πολιτικά, αντιδραστικούς και αντι-καπιταλιστές συγχρόνως.
Όμως το oxford english dictionary έχει μια εξ' ίσου ενδιαφέρουσα ιστορία να πει. Στα 1779 σε ένα χωριό κάπου στο Leichestershire, κάποιος Νεντ Λουντ (Ned Ludd) εισέβαλε σε ένα σπίτι και "σε μια κρίση αλλοφροσύνης" κατέστρεψε δύο μηχανές πλεξίματος. Τα νέα διαδόθηκαν. Στο εξής, όποτε έβρισκαν ένα σπασμένο εργαλείο - σύμφωνα με την encyclopedia Britannica αυτό συνέβαινε από το 1710 - ο κόσμος απαντούσε με την ατάκα "ο λουδ πέρασε από δω". Με τον καιρό το όνομά του υιοθετήθηκε από τους βάνδαλους του 1812 και ο Νεντ Λουντ απέκτησε το λίγο πολύ σαρκαστικό παρατσούκλι "βασιλιάς (ή καπετάν) λουδ", γεμάτο μυστήριο, απήχηση και σκωπτικό αστεϊσμό* μια υπερανθρώπινη παρουσία, μέσα στη νύχτα, να περιδιαβαίνει τις περιοχές των πλεκτηρίων της Αγγλίας κι όποτε εντόπιζε έναν αργαλειό ορμούσε και τον έσπαζε.
Όμως πρέπει να έχουμε κατά νου πως ο στόχος της αρχικής επίθεσης του 1779 δεν ήταν μόνο ένα νέο κομμάτι της τεχνολογίας όπως οι μηχανές της Βιομηχανικής Επανάστασης. Ο αργαλειός είχε πρωτοεμφανιστεί το 1589 και σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση τον είχε εφεύρει, από καθαρή απόγνωση, ο αιδ. Γουίλιαμ Λη (William Lee). Φαίνεται πως ο Λη ήταν ερωτευμένος με μια νεαρή κοπέλα η οποία έδειχνε περισσότερο ενδιαφέρον στα πλεχτά της από ότι στον ίδιο. Κι όποτε εμφανιζόταν στο σπίτι της "Συγγνώμη αιδεσιμότατε, αλλά έχω πλέξιμο", "Τι, πάλι πλέξιμο!" Ελάτε, ας σκεφτούμε λίγο ψύχραιμα και λογικά, ανίκανος να αντιμετωπίσει αυτού του είδους την απόρριψη, ο Λη, σε πλήρη αντίθεση με τον Νεντ Λουντ, σε οποιαδήποτε κρίση αλλοφροσύνης, ορκίστηκε να ανακαλύψει μια μηχανή που θα έκανε το πλέξιμο στο χέρι να μοιάζει ξεπερασμένο. Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια, ο αργαλειός του αποδιωγμένου κληρικού ήταν τόσο τέλειος στην κατασκευή του που για εκατοντάδες χρόνια εξακολουθούσε να είναι το μόνο μηχανικό μέσο πλέξης.
Αν εξετάσουμε τα πράγματα λίγο χρονολογικά, δεν είναι τόσο απλό να χαρακτηρίσουμε τον Νεντ Λουντ ως τεχνοφοβικά παλαβό. Χωρίς αμφιβολία, αυτό που ο κόσμος θαύμαζε και μυθοποίησε ήταν το σθένος και η μανία των επιθέσεών του. Όμως οι λέξεις "κρίση αλλοφροσύνης" έχουν περάσει από τρίτο χέρι και σε ένα διάστημα τουλάχιστον 68 ετών μετά το γεγονός. Και ο θυμός του Νεντ Λουντ δεν κατευθυνόταν αποκλειστικά στις μηχανές. Τον θεωρώ περισσότερο σαν τον ελεγχόμενο τύπο θυμού των πολεμικών τεχνών κάποιου αφοσιωμένου Badass.
Υπάρχει και η σχετική λαϊκή παράδοση για τη φιγούρα του Badass. Είναι συνήθως ο άντρας ο οποίος κερδίζει περιστασιακά την αινιγματική ανοχή των γυναικών ενώ κλέβει καθολικά τον θαυμασμό των αντρών για δυο βασικές αρετές: είναι Κακός και Μεγάλος. Όχι απαραίτητα ηθικά κακός, περισσότερο ικανός για πρόκληση ζημιών σε μεγάλη κλίμακα. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η ενίσχυση της κλίμακας και ο πολλαπλασιασμός του αποτελέσματος.
Οι πλεκτικές μηχανές οι οποίες προκάλεσαν τις πρώτες Λουδικές αντιδράσεις, είχαν οδηγήσει στην ανεργία πολλούς ανθρώπους για πάνω από δυο αιώνες. Αυτό το είδανε όλοι - είχε γίνει τμήμα της καθημερινής ζωής. Είδαν επίσης τις μηχανές να επεκτείνονται, να αποτελούν την περιουσία των ατόμων που δεν δουλεύουν παρά μόνο τις ενοικίαζαν. Και δεν χρειάστηκε κανένας Γερμανός φιλόσοφος να υποδείξει ποιος θα ήταν ο αντίκτυπος στους μισθούς και στην εργασία. ΤΟ δημόσιο αίσθημα, όσον αφορά τις μηχανές, δεν θα μπορούσε να είναι ένας απλός αδικαιολόγητος τρόμος, αλλά κάτι πολύ πιο περίπλοκο - η αγάπη / μίσος που αναπτύσσεται μεταξύ ανθρώπου και μηχανής - ειδικά όταν η επαφή τους διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα - για να μην αναφέρουμε τη δυσφορία λόγω δύο τουλάχιστον αποτελεσμάτων που φάνταζαν άδικα και απειλητικά. Το ένα ήταν η συγκέντρωση του κεφαλαίου που αντιπροσώπευε η κάθε μηχανή και το άλλο η ικανότητα της κάθε μηχανής να αντικαθιστά ένα σημαντικό αριθμό ατόμων - να "αξίζει" τόσες ανθρώπινες ψυχές. Το ξεχωριστό Κακό χάρισμα που σήμανε την προαγωγή του Βασιλιά Λουδ από τοπικό ήρωα σε εθνικό δημόσιο κίνδυνο, ήταν το γεγονός ότι ύψωσε το ανάστημά του ενάντια στον ενισχυμένο, πολλαπλό και υπεράνθρωπο αντίπαλό του και υπερίσχυσε. Σε κάθε δύσκολη στιγμή, όταν βρισκόμαστε στο έλεος δυνάμεων πολύ πιο ισχυρών και αναζητάμε κάτι που θα αντισταθμίσει την κατάσταση, στρεφόμαστε, έστω μόνο φαντασιακά, στην ευχή για τον Badass - το τζίνι, το γκόλεμ, τον χουλκ, τον υπερήρωα - ο οποίος θα προβάλει αντίσταση σε ό,τι απειλεί να μας εξοντώσει. Φυσικά οι πραγματικές ή λαϊκές δολιοφθορές προκαλούνταν από καθημερινούς ανθρώπους ή ομάδες που προηγούνταν της εποχής τους, δρούσαν τη νύχτα, στηριζόμενοι στην πειθαρχία και την αλληλεγγύη τους προ κειμένου να επιφέρουν τα δικά τους πολλαπλά αποτελέσματα.
Ήταν ένας ανοιχτός ταξικός πόλεμος. Το κίνημα είχε και βουλευτικούς υποστηρικτές, μεταξύ άλλων και ο Λόρδος Βύρων ο οποίος στον παρθενικό του λόγο στην Βουλή των Λόρδων εξέφρασε αντιρρήσεις σχετικά με ένα νομοσχέδιο που πρότεινε διάφορα καταπιεστικά μέτρα όπως τη θανατική καταδίκη στους καταστροφείς των μηχανών. "Δεν είστε στο πλευρό των Λουδίτων" έγραφε σε επιστολή του από την Βενετία προς τον Thomas Moore. "Για το θεό! Εάν υπάρξει διαμάχη θα είμαι με το μέρος σας. Πώς θα συνεχίσουν οι υφαντουργοί - οι καταστροφείς των μηχανών - οι Λουθηρανοί της Πολιτικής - οι μεταρρυθμιστές!" Περιείχε επίσης μια "αξιαγάπητη καντσονέτα" η οποία αποδείχτηκε ο εμπρηστικός ύμνος των Λουδίτων και εκδόθηκε μόνο μετά το θάνατο του ποιητή. Η επιστολή είχε ημερομηνία Δεκέμβριος 1816, ο Βύρων είχε περάσει το προηγούμενο καλοκαίρι στην Ελβετία απομονωμένος στην Βίλα Diodati μαζί με τους Σέλλεϋ (Shelleys), είτε παρακολουθώντας τη βροχή είτε διηγούμενοι μεταξύ τους ιστορίες τρόμου. Μέχρι εκείνο το Δεκέμβρη η Μαίρη Σέλεϋ (Mary Shelley) δούλευε το Τέταρτο Κεφάλαιο της νουβέλας της Φρανκενστάιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας.
Εάν υπήρξε ποτέ μια Λουδική λογοτεχνική γενιά που θα προειδοποιούσε για τους κινδύνους όταν η τεχνολογία ή αυτοί που την εξασκούν γίνονται ανεξέλεγκτοι τότε η νουβέλα της Σέλεϋ θα ήταν η πρώτη και σίγουρα μέσα στις καλύτερες. Το πλάσμα του Βίκτωρα Φράνκενσταϊν πάντως πλήρη όλες τις προϋποθέσεις για τον ισχυρότερο λογοτεχνικό Badass. Σχετικά με το μέγεθος, ο ίδιος ο Βίκτωρα εξηγεί "αποφάσισα να δώσω στο πλάσμα γιγαντιαίες διαστάσεις, δηλαδή τρία μέτρα ύψος και τις αρμόζουσες αναλογίες". Η αναφορά στο πόσο Κακός ήταν, αποτελεί τα ενδόμυχα της νουβέλας καθώς το πλάσμα εξομολογείται, σε πρώτο πρόσωπο στον Βίκτωρα, κατόπιν ενσωματώνεται στη διήγηση του Φρανκενστάιν και τέλος μνημονεύεται στα γραπτά του αρκτικού εξερευνητή Ρόμπερτ Γουόλτον (Robert Walton). Αν και αναμφισβήτητα, η διαχρονικότητα του Φρανκενστάιν οφείλεται στον δαιμόνιο Τζέιμς Γουέηλ (James Whale) ο οποίος έκανε τη μεταφορά του έργου σε ταινία, παρ' όλ' αυτά αποτελεί πάντα ένα πολύ καλό ανάγνωσμα για κάθε λόγο για τον οποίο διαβάζουμε μια νουβέλα κι επιπλέον για την περιορισμένη Λουδική της αξία, για την απόπειρα με λογοτεχνικά μέσα, νυκτερινά και μεταμφιεσμένα, να αρνηθεί τις μηχανές.
Κοιτάξτε, για παράδειγμα, στα λεγόμενα του Βίκτωρα πώς συναρμολογεί και πώς εμψυχώνει το δημιούργημά του. Υπάρχει βέβαια μια ασάφεια στις λεπτομέρειες, αυτό που βγαίνει όμως είναι μια διαδικασία που φαίνεται να περιλαμβάνει χειρουργική, ηλεκτρισμό (χωρίς να παραλείψουμε τις αξεπέραστες γαλβανικές φαντασμαγορίες του Γουέηλ), χημεία, ακόμα και κάποιες σκοτεινές αναφορές στον Παράκελσο και τον Albertus Magnus και τη μέχρι πρόσφατα αμφισβητούμενη μορφή μαγείας γνωστή ως αλχημεία. Αυτό που είναι ξεκάθαρο όμως, αν εξαιρέσουμε τη Βίδα στο Λαιμό, είναι πως ούτε η μέθοδος ούτε το δημιούργημά της λειτουργούν μηχανικά.
Αυτό αποτελεί μια από τις αρκετές και ενδιαφέρουσες ομοιότητες ανάμεσα στον Φρανκενστάιν και σε μια πιο πρώιμη ιστορία για τον Μεγάλο και τον Κακό. Τo Castle of Otranto του Χόρας Γουάλπολ (Horace Walpole) που θεωρείται ως η πρώτη γοτθική νουβέλα. Και κάτι ακόμα, και οι δυο συγγραφείς όταν παρουσίαζαν τα βιβλία τους στο κοινό χρησιμοποίησαν ξένες από τις δικές τους φωνές. Ο πρόλογος της Μαίρη Σέλλεϋ ήταν γραμμένος από τον άντρα της, τον Πέρσι (Percy), ο οποίος είχε υπογράψει με το όνομά της. Και μόνο 15 χρόνια αργότερα έγραψε η ίδια μια δική της εισαγωγή του Φρανκενστάιν. Ο Γουάλπολ απ' την άλλη, είχε διαδώσει μια νέα εκδοτική ιστορία, ισχυριζόμενος πως το βιβλίο αποτελεί μετάφραση ενός μεσαιωνικού Ιταλικού κειμένου. Μέχρι την δεύτερη έκδοση όπου στην εισαγωγή παραδέχεται τη συγγραφική πατρότητα.
Επίσης οι δυο νουβέλες έχουν εντυπωσιακά παρόμοια νυκτερινή προέλευση, καθώς προήλθαν από επεισόδια έντονων ονείρων. Η Μαίρη Σέλλεϋ, εκείνο το καλοκαίρι με τις ιστορίες φαντασμάτων στη Γενεύη, προσπαθώντας ένα βράδυ να κοιμηθεί, "είδε" ξαφνικά το πλάσμα να ενσαρκώνεται μπροστά της, τα οράματα ξυπνούσαν στο μυαλό της "με μια ζωντάνια πολύ διαφορετική από τη συνηθισμένη ονειροπόληση". Ο Γουάλπολ είχε ξυπνήσει από ένα όνειρο "από το οποίο, το μόνο που θυμόμουν ήταν πως βρισκόμουν σε ένα αρχαίο κάστρο… και πως στο ψηλότερο σημείο της κουπαστής μιας σκάλας είδα ένα γιγάντιο χέρι σε μια πανοπλία".
Στη νουβέλα του Γουάλπολ το χέρι αυτό εμφανίζεται ως το χέρι του Αλφόνσο του Καλού, πρώην Πρίγκιπα του Οτράντο και παρ' όλο το επίθετό του ήταν ο Badass ένοικος του κάστρου. Όπως το πλάσμα του Φρανκενστάιν, έτσι και ο Αλφόνσο είναι κατασκευασμένος από κομμάτια - μαύρη πλουμιστή περικεφαλαία, πόδια, μηροί, ξίφος, χέρια, όλα αρκετά υπερμεγέθη - και πέφτει σαν τη φροϋδική αργή επαναφορά των καταπιεσμένων (slow return of the repressed). Η διαδικασία ενεργοποίησης, όπως στον Φρανκενστάιν, δεν είναι μηχανική. Η τελική προσαρμογή "με τη μορφή του Αλφόνσο να διαστέλλεται εντυπωσιακά" επιτυγχάνεται με υπερφυσικά μέσα - με μια οικογενειακή κατάρα και με τη μεσολάβηση του πολιούχου αγίου του Οτράντο.
Μετά το Castle of Otranto η τρέλα για τη Γοτθική λογοτεχνία περιορίστηκε, υποθέτω, σε ευσεβείς και θρησκευτικούς πόθους για την προγενέστερη μυθική εποχή που έμεινε γνωστή ως η Εποχή των Θαυμάτων. Λίγο έως πολύ κυριολεκτικά, οι άνθρωποι του 18ου αιώνα πίστευαν πως μια φορά κι έναν καιρό όλα τα πράγματα ήταν δυνατά. Γίγαντες, δράκοι, ξόρκια. Τότε οι νόμοι της φύσης δεν ήταν τόσο αυστηροί. Η τέλεση της μαγείας που κάποτε ήταν πραγματικότητα, στην Εποχή της Λογικής είχε εκφυλιστεί από τη μηχανοποίηση. Οι Σατανικοί μύλοι του Μπλέηκ (Blake) αντιπροσώπευαν μια μαγεία που όπως ο Σατανάς, είχε πλέον εκπέσει. Καθώς η θρησκεία αποκτούσε ένα πιο εγκόσμιο χαρακτήρα με το Μονοθεϊσμό και τον Αθεϊσμό, η ανθρώπινη πείνα για την απόδειξη της ύπαρξης του Θεού, για τη μεταθανάτια ζωή και τη σωτηρία - και την ανάσταση αν είναι δυνατή - παρέμεινε ακόρεστη. Το κίνημα των Μεθοδιστών και η Μεγάλη Αφύπνιση της Αμερικής δεν ήταν παρά δυο μόνο τμήματα στο ευρύ μέτωπο της αντίστασης στην Εποχή της Λογικής, ένα μέτωπο που περιλάμβανε τον Ριζοσπαστισμό και την Ελεύθερη Μασονία αλλά και το Λουδισμό και τη Γοτθική λογοτεχνία. Το καθένα με τον τρόπο του εξέφραζε μια εμβριθή απροθυμία να παραδώσει τα στοιχεία της πίστης, οπωσδήποτε παράλογης, στη νεοεμφανιζόμενη τεχνοπολιτική τάξη που γνώριζε ή ενδεχομένως ότι το τι ακριβώς έπραττε. Το Γοτθικό έγινε ένας κωδικός για το Μεσαίωνα, ο οποίος έχει παραμείνει ένας κωδικός για το "θαυμαστό", είτε μέσω των προ-Ραφαηλίτων, είτε με τις τράπουλες Ταρώ στην αλλαγή του αιώνα, τη διαστημική όπερα και τα περιοδικά κόμιξ ακόμα και με τον Πόλεμο των Άστρων και τις σύγχρονες ιστορίες του ξίφους και της μαγείας.
Το να επιμείνουμε στο "θαυμαστό" σημαίνει ότι αρνούμαστε κάποια από τα δικαιώματα της μηχανής επάνω μας, ότι εκφράζουμε την ευχή όλα τα όντα, γήινα και λοιπά, να μπορούν ανά περίσταση να γίνουν αρκετά Μεγάλα και Κακά ώστε να συμμετέχουν σε υπερβατικά σχήματα. Για παράδειγμα, ο Κινγκ Κονγκ (? - 1933), με βάση αυτή τη θεωρία, παίρνει τη μορφή κλασικού Αγίου των Λουδιτών. Αν θυμάστε, ο τελευταίος διάλογος της ταινίας έχει - "Λοιπόν, τα αεροπλάνα τον έριξαν" - "Όχι… ήταν η Ωραία που σκότωσε το Τέρας". Και βέβαια συναντάμε ξανά αυτή τη διάζευξη του Σνόου κάπως διαφορετική, ανάμεσα στον άνθρωπο και την τεχνολογία.
Όμως αν πράγματι επιμείνουμε στη φανταστική παραβίαση των νόμων της φύσης - του χώρου, του χρόνου, της θερμοδυναμικής και το σπουδαιότερο, της ίδιας της θνητότητας - τότε κινδυνεύουμε να κατηγορηθούμε από το λογοτεχνικό ρεύμα για Ανεπάρκεια Σοβαρότητας. Γιατί η Σοβαρότητα πάνω σε τέτοια θέματα είναι ο τρόπος με τον οποίο καθορίζονται παραδοσιακά οι ενήλικοι κόντρα στην αδιαφιλονίκητη αθανασία των παιδιών που πρέπει να αντιμετωπίσουν. Επιστρέφοντας ξανά στον Φρανκενστάιν που το έγραψε όταν ήταν 19 ετών, η Μαίρη Σέλλεϋ λέει "το βλέπω στοργικά γιατί ήταν ο καρπός ευτυχισμένων ημερών, όταν η θλίψη και ο θάνατος δεν ήταν παρά λέξεις που δεν είχαν αληθινή απήχηση στην καρδιά μου". Εν γένει, η Γοτθική στάση χρησιμοποιώντας εικόνες θανάτου και αναβίωσης φαντασμάτων με την ανευθυνότητα των φτηνών θρύλων και των σπέσιαλ εφέ, κατηγορήθηκε ως ανεπαρκώς σοβαρή και περιορισμένη σε ένα μικρό κομμάτι της Πόλης. Επειδή όμως η τεράστια Πόλη της Λογοτεχνίας έχει πάμπολλες συνοικίες ας τη χαρακτηρίσουμε απλά, αυστηρά καθορισμένη. Στα γουέστερν (western) οι καλοί πάντα κερδίζουν. Στα ρομαντικά μυθιστορήματα η αγάπη νικάει πάντα. Στα αστυνομικά, ο φόνος είναι το πρόσχημα για ένα γρίφο λογικής και δεν θεωρείται παράλογη πράξη. Στην επιστημονική φαντασία όπου έχουμε αναπαραγωγή ολόκληρων κόσμων από απλά αξιώματα, η υπέρβαση των ορίων του καθημερινού μας κόσμου αποτελεί μια στερεότυπη ρουτίνα. Σε κάθε περίπτωση εμείς γνωρίζουμε καλύτερα. Και λέμε: "Δεν είναι έτσι ο κόσμος". Οι γενιές αυτές, με την επιμονή τους σε ότι αντιτίθεται στην πραγματικότητα, υποβαθμίζονται με την ετικέτα "μέσο απόδρασης".
Αυτό είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο στην περίπτωση της επιστημονικής φαντασίας η οποία τη δεκαετία μετά τη Χιροσίμα γνώρισε μεγάλη άνθηση και ανάδειξε ιδιοφυΐες στο χώρο της λογοτεχνίας. Ήταν παραπλήσια σημαντική με το κίνημα των Μπητ (Beat), της ίδιας περίπου εποχής και σημαντικότερη από την φανταστική λογοτεχνία που με ελάχιστες εξαιρέσεις είχε σχεδόν παραλύσει από τις πολιτικές συνθήκες του ψυχρού πολέμου και της εποχής του Μακάρθυ (McCarthy). Πέρα από το γεγονός ότι αποτελούσε μια ιδεώδη σύνθεση των Δύο Πολιτισμών, ήταν συγχρόνως και ένα από τα κύρια καταφύγια των υπέρμαχων του Λουδισμού.
Εν έτη 1945, το εργοστασιακό σύστημα - που περισσότερο από κάθε άλλο τομέα γνώρισε την μεγαλύτερη ανάπτυξη κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση - περιελάμβανε μεταξύ άλλων το Σχέδιο Μανχάταν, τα γερμανικά πυραυλικά συστήματα μεγάλου βεληνεκούς και τα στρατόπεδα του θανάτου όπως το Άουσβιτς. Δεν χρειαζόταν να είσαι προφήτης για να δεις πως αυτές οι τρεις καμπύλες ανάπτυξης θα μπορούσαν εύλογα να συγκλίνουν και σχετικά σύντομα μάλιστα. Μετά τη Χιροσίμα παρακολουθήσαμε τις πυρηνικές κεφαλές να πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα, τα συστήματα τηλεκατεύθυνσης να αποκτούν απεριόριστη εμβέλεια και απόλυτη ακρίβεια σε παγκόσμια κλίμακα. Ειδικά μετά το 1980, το ενδεχόμενο ενός ολοκαυτώματος με οκταψήφιο αριθμό θυμάτων οδήγησε τις στρατιωτικές υπερδυνάμεις σε μια συνετή, συμβατική σοφία.
Βέβαια όλα αυτά δεν προκάλεσαν την έκπληξη των ατόμων που έγραφαν επιστημονική φαντασία στην δεκαετία του '50, ωστόσο οι σύγχρονες Λουδικές συνειδήσεις, ακόμα και μέσω της πιο ανεύθυνης φανταστικής ιστορίας, πρέπει να επινοήσουν ένα αντίθετο πόλο αρκετά Κακό και Μεγάλο για να ισοσταθμίσουν αυτό που θα συνέβαινε με ένα πυρηνικό πόλεμο. Έτσι, στην επιστημονική φαντασία της Ατομικής Εποχής και του ψυχρού πολέμου βλέπουμε τη Λουδική παρόρμηση να αρνείται στη μηχανή μια νέα διαφορετική τροχιά. Η βαριά βιομηχανία εξομαλύνθηκε για χάρη πιο ανθρωπιστικών μελημάτων - εξωτικά πολιτισμικά γεγονότα και κοινωνικά σενάρια, παράδοξα και παιχνίδια με το χωροχρόνο, άγρια φιλοσοφικά ερωτήματα - τα περισσότερα από τα οποία, όπως έχει εκτεταμένα συζητήσει η κριτική λογοτεχνία, μοιράζονται ένα ορισμό του "ανθρώπου" ριζικά διαφοροποιημένου από τη "μηχανή". Έτσι, οι Λουδίτες του 20ου αιώνα σε πλήρη αντιστοιχία με τους προγόνους τους κοιτάζουν τώρα με πόθο μια άλλη εποχή - κατά παράδοξο τρόπο την ίδια Εποχή της Λογικής που είχε ωθήσει τους πρώτους Λουδίτες να νοσταλγούν την Εποχή των Θαυμάτων.
Σήμερα όμως, όπως εικάζεται, ζούμε στην Εποχή των Υπολογιστών. Ποιες είναι οι προοπτικές της Λουδικής αντίληψης; Θα αντιμετωπίσουν άραγε οι οθόνες των υπολογιστών την ίδια εχθρότητα όπως οι αργαλειοί κάποτε; Πολύ αμφιβάλλω. Οι κάθε λογής συγγραφείς σπεύδουν άτακτα να αγοράσουν επεξεργαστές κειμένων. Οι μηχανές έχουν γίνει πλέον τόσο φιλικές προς τον χρήστη που και ο πιο ανένδοτος των Λουδιτών υποχωρεί στον πειρασμό να παρατήσει το σφυρί και να χτυπήσει μερικά πλήκτρα. Πέρα από αυτά, φαίνεται να αναπτύσσεται η συναίνεση ότι η γνώση πραγματικά αποτελεί τη δύναμη και ότι υπάρχει μια ευθέως ανάλογη σχέση μεταξύ του χρήματος και της πληροφορίας και πως κατά κάποιο τρόπο, αν τα λογιστικά το επιτρέπουν μπορούν ακόμα να γίνουν και θαύματα. Αν είναι όντως έτσι, τελικά οι Λουδίτες κατάφεραν να συμβαδίσουν με τους αντιπάλους τους, τις πρόσχαρες ορδές των τεχνοκρατών που υποτίθεται πως έχουν το μέλλον στο "τσεπάκι". Ίσως να πρόκειται για μια νέα μορφή της αέναης Λουδικής συνύπαρξης με τη μηχανή ή ίσως η Λουδική επιθυμία για το θαύμα να εκπληρώθηκε επί τέλους με την ικανότητα του υπολογιστή να μεταδώσει τα σωστά δεδομένα σε αυτούς που τα δεδομένα θα ωφελήσουν περισσότερο. Με την κατάλληλη διαχείριση του προϋπολογισμού και του λογισμικού, μπορούμε να θεραπεύσουμε τον καρκίνο, να σωθούμε από τον πυρηνικό όλεθρο, να παράγουμε τροφή για όλους, να εξυγιάνουμε την ξέφρενη βιομηχανική απληστία - να πραγματοποιήσουμε όλα τα ανεκπλήρωτα οράματα των ημερών μας.
Η λέξη Λουδίτης εξακολουθεί να δηλώνει την περιφρόνηση για οποιονδήποτε βλέπει με μισό μάτι την τεχνολογία, και ειδικά την πυρηνική. Σήμερα οι Λουδίτες δεν έρχονται αντιμέτωποι με τους εργοστασιάρχες ή τις ευάλωτες μηχανές. Όπως ο γνωστός Πρόεδρος και εκ παραδρομής Λουδίτης Άιζενχάουερ (D.D. Eisenhower) προέβλεψε την ώρα που έφευγε από το γραφείο του, υπάρχει μια μόνιμη εγκάθετη εξουσία από στρατηγούς και ναυάρχους και επιτροπές, που κυριολεκτικά θα υποσκελίσουν όλους εμάς τους μέσους φτωχούς μπάσταρδους, αν και ο Άικ δεν το έθεσε ακριβώς έτσι. Υποτίθεται πως πρέπει να διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας και να το επιτρέψουμε, όμως, λόγω της επανάστασης των δεδομένων, γίνεται καθημερινά όλο και πιο απίθανο να εξαπατήσουμε τον οποιονδήποτε άνθρωπο, οποιαδήποτε χρονική στιγμή.
Εάν ο κόσμος μας επιβιώσει, η επόμενη μεγάλη δοκιμασία που μας περιμένει - και να θυμάστε ότι το διαβάσατε εδώ πρώτα - θα έλθει όταν θα συγκλίνουν οι καμπύλες της έρευνας και της εξέλιξης στους τομείς της τεχνητής νοημοσύνης, της μοριακής βιολογίας και της ρομποτικής. Θεούλη μου. Θα είναι εκπληκτικό και απερίγραπτο και ας ελπίσουμε ότι ακόμα και οι τολμηρότεροι θα πιαστούν απροετοίμαστοι. Στα σίγουρα κάτι που όλοι οι καλοί Λουδίτες πρέπει να αναμένουμε, αν μας αξιώσει βέβαια ο Θεός και ζήσουμε μέχρι τότε. Εν τω μεταξύ, οι Αμερικάνοι ας παρηγορηθούν, όσο ψυχρό και μινιμαλιστικό αν ακούγεται, από το αυτοσχέδιο, σκωπτικό τραγούδι του Λόρδου Μπάιρον με το οποίο ο ίδιος όπως και άλλοι παρατηρητές της Εποχής είδε καθαρά την ταύτιση των πρώτων Λουδιτών με τις ατομικές, επαναστατικές μας καταβολές.

Πηγή: New York Timew Book Review (28.10.84)


Lord Byron, Song of the Luddites (1816)

As the Liberty lads over the sea
Brought their freedom, and cheaply with blood,
So we, boys, we
Will die fighting, or live free,
And down with all kings by Kind Ludd!

When the web that we weave is complete,
And the shuttle exchanged for the sword,
We will fling the winding sheet
Over the despot at our feet,
And dye it deep in the gore he has poured.

Though black as his heart its hue,
Since his veins are corrupted to mud,
Yet this is the dew
Which the tree shall renew
Of Liberty, planted by Ludd.



1

Ένα χαστούκι στο πρόσωπο του δημοσίου γούστου, Βλάντιμιρ Μαγιακόφσκι

 
"You are allowed to download and use these images as you desire." http://commons.wikimedia.org/wiki/File:Plakat_mayakowski_gross.jpg

   Το 1912 η φουτουριστική έκδοση, Ένα χαστούκι στο πρόσωπο του δημοσίου γούστου (Пощёчина общественному вкусу) περιελάμβανε τα πρώτα δημοσιευμένα ποιήματα του Μαγιακόφσκι: Νύχτα (Ночь), και Πρωί (Утро). Λόγω όμως των πολιτικών τους δραστηριοτήτων, ο Μπουρλιούκ και ο Μαγιακόφσκι αποβλήθηκαν από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας το 1914.

   Η εργασία του συνεχίστηκε, υπό την μανιέρα του Φουτουρισμού, έως το 1914. Η καλλιτεχνική του ανάπτυξη τότε άλλαξε δραματικά προς την κατεύθυνση της αφήγησης και ήταν αυτή του η δουλειά, που δημοσιεύτηκε αμέσως την περίοδο που προηγήθηκε της Ρωσικής Επανάστασης, η οποία επρόκειτο να καθιερώσει τη φήμη του ως ποιητή στη Ρωσία και στο εξωτερικό.

διαβάστε στα αγγλικά ολόκληρη την εργασία

Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Η Πολυδούρη στο σήμερα



Η Πολυδούρη στο σήμερα
γράφει η ΣΑΝΤΡΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ

εφημερίδα: Καθημερινή 


Μαρία Πολυδούρη
«Τα Ποιήματα».
Φιλολογική επιμέλεια-επίμετρο Χριστίνα Ντουνιά.
εκδ. Εστία.



Οταν ένα βιβλίο σε κατακλύζει με την ατμόσφαιρα μιας περασμένης εποχής, όχι απαραίτητα με εμφανείς εικόνες αλλά με λεπτεπίλεπτες ποιητικές πινελιές, όταν επιπλέον σε καθοδηγεί με βεβαιότητα στην ανάγκη να την αναβιώσεις εσύ ο ίδιος με όποιο δυνατό τρόπο, τότε σε έχει κερδίσει απόλυτα.

Ενα τέτοιο βιβλίο είναι ο τόμος «Τα Ποιήματα» της Μαρίας Πολυδούρη, με τη φιλολογική επιμέλεια και το επίμετρο της Χριστίνας Ντουνιά, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Εστία.

Αν και σε ποιο βαθμό η ποίηση της Πολυδούρη μπορεί να διαβαστεί σαν μια σύγχρονη ζωντανή τέχνη είναι ένα από τα ζητήματα στα οποία εστιάζει η εργασία της Χριστίνας Ντουνιά.

Η Μαρία Πολυδούρη έχει από καιρό περάσει στην περιοχή του λογοτεχνικού μύθου: είναι το σύμβολο της πρόωρα χαμένης ομορφιάς και του μοιραίου έρωτα, της σπαταλημένης νεότητας και της αυθεντικής ποιητικής κατάθεσης. Στη νέα έκδοση συγκεντρώνονται για πρώτη φορά όλα τα ευρισκόμενα ποιήματά της, δημοσιευμένα ή χειρόγραφα και πλαισιώνονται με φιλολογικά σχόλια. Η μελέτη «Μαρία Πολυδούρη ή “τα ρόδα του αίματος”» που περιλαμβάνεται στο επίμετρο του τόμου, αναδεικνύει τους βασικούς άξονες του έργου της, τη σχέση με την ευρωπαϊκή και την ελληνική λογοτεχνική παράδοση καθώς και τις περιπέτειες της πρόσληψής του. Ο τόμος ολοκληρώνεται με τα «Στοιχεία βιογραφίας» όπου ανακοινώνονται νέα ευρήματα για τη ζωή και την καλλιτεχνική διαδρομή της ποιήτριας.

Διαβάζοντας ξανά τα ποιήματά της με τις σημειώσεις που υπάρχουν για τα περισσότερα από αυτά αρχίζεις να φαντάζεσαι την Αθήνα του ’20 και του ’30. Βλέπεις το Ζάππειο με άλλα μάτια, γνωρίζοντας πως εκεί συναντήθηκαν αρκετές φορές η Μαρία Πολυδούρη με τον Κώστα Καρυωτάκη, αναζητάς τη Μεθώνης 7 όπου έμεινε για ένα διάστημα η ποιήτρια, το νούμερο 32 της Πανεπιστημίου όπου βρισκόταν το «τυπογραφείον Γ. Η. Καλέργη» εκεί που εκδόθηκε η συλλογή «Ηχώ στο Χάος» (1929), την τοποθεσία του ζαχαροπλαστείου «Παλλάδιο» επίσης στην Πανεπιστημίου, που την ενέπνευσε σε συνάντησή της με τον Καρυωτάκη να γράψει ένα από τα πιο δημοφιλή της ποιήματα, το «Γιατί μ’ αγάπησες». «Το Παλλάδιο ήταν το κέντρο συνάντησης της Μαρίας. Ηταν βραδάκι και το κέντρο ασφυχτικά γεμάτο» γράφει στη Βιογραφία της Πολυδούρη (ανέκδοτο χειρόγραφο) η αδερφή της Βιργινία. «Η Μαρία κάθισε σε μια γωνιά, εντελώς αθέατη, στη στιγμή βλέπει τον Καρυωτάκη να μπαίνει και χωρίς άλλη αναζήτηση μέσα στο πλήθος να προχωρεί κατευθείαν προς το μέρος της. “Μα πώς με ξετρύπωσες τόσο εύκολα κι ήρθες με το κατευθείαν;” ρώτησε με απορία. “Τα μάτια σου σα δυο αστέρια, φώτιζαν απ’ την πόρτα και μου ’δειξαν το δρόμο” της είχε απαντήσει εκείνος».

Το βιβλίο της Χριστίνας Ντουνιά είναι ένα πόνημα βαθιάς έρευνας και αγάπης που μαθαίνουμε ότι θα συνεχιστεί με έκδοση των Πεζών της Πολυδούρη αλλά και της βιογραφίας της. Ομορφη σκέψη να δικαιώνεται η μνήμη μιας ποιήτριας που ενώ λατρεύτηκε από την εποχή της έως σήμερα, έφυγε από τη ζωή σε οικονομική ένδεια χωρίς την υποστήριξη της Πολιτείας, η οποία δεν μερίμνησε καν για τον τάφο της, ανύπαρκτο από τότε που έγινε η εκταφή της το 1933...

Ποιήματα που τώρα γράφονται: σύλβια, Ευτυχία Παναγιώτου (γενν. 1980)

 
 
σύλβια

αθετώ τις υποσχέσεις μας, µαµά.  
όµως σήµερα σου γράφω, η μέρα είναι αλλιώς.

το πρωί, τα πήγα καλά με τα ταξί.  
ο οδηγός έδειξε να προτιµάει τις γυναίκες.
πήρα και μια μικρή αύξηση, για τις ιδέες μου, είπανε,  
προτού τονίσουνε το πόσο νέα είµαι.  
το μεσηµέρι στο λεωφορείο, «έχεις μπροστά σου  
µεγάλο δρόµο», μια ηλικιωµένη μού ψιθύρισε με νοσταλγία. 
στα νιάτα της υπήρξε συγγραφέας, τώρα κυκλοφορεί
µε μια σακούλα σκουπιδιών για το αεροδρόµιο,  
µε τα παλιά, επίσηµά της ρούχα.  
µου φαίνεται, ανταλλάξαµε χρόνια, µαµά· έχω ωριµάσει.
οι φίλοι με γνωρίζουν καλά στο μεγάλωµά μου, εσύ  
θα με θυµάσαι στις παλιές μου δόξες.  

γιατί δεν κράτησα την υπόσχεση να σ’ τα λέω όλα  
σου κρύβω τα μισά –  θέλω κάποιος να µ’ αγαπάει ακόµα.

προχθές κάποιος αλήτης με είπε αθώο κοριτσάκι
και πήγα σπίτι ψάχνοντας για κάποιο χάπι,  
από την τόση ειρωνεία, µαµά, για να κοιµάµαι.  
τρώω λίγο· στον ύπνο μου κυκλοφορούν φαντάσµατα.  
όµως, αγόρασα αδιάβροχο για τις καινούργιες μπόρες.

έχω γίνει μια γούβα από λάθη, µαµά.
καρδιά αδειανή, στην τσέπη νόµισµα
και το μυαλό μου στροβιλίζεται, εκκρεµότητα μεγάλη.
ο Α. µού εί πε πως τα όνειρά μου είναι μεγάλα,  
ο Β. µού είπε πως δεν έχω όνειρα μεγάλων,  
λόγια πικρά, µετράω θύµησες· η ιστορία.
παραµονεύω με το κλεφτοφάναρο, µαµά,
κοιτώ έναν κόσµο που δεν κοιτά.  

έχω ετοιµάσει δυο ζωγραφιές να με θυµάσαι.  
αθετώ τις υποσχέσεις μου, µαµά.  
θα’ θελα να’ ξερες απλώς ότι φοβάµαι.
 
 
* από την ποιητική συλλογή «μέγας κηπουρός»
 
** διαβάστε επίσης για την Ευτυχία Παναγιώτου στο Λογοτεχνικό Μπιστρό και στο αφιέρωμα του Γιώργου Νικολόπουλου σχετικά με τους σύγχρονους Έλληνες ποιητές 

Το Ποίημα της Εβδομάδας: Δύο σονέτα για την Τζένη, Καρλ Μαρξ (1818-1883)



Σονέτα για την Τζένη


Πάρε όλα , πάρε όλα τα τραγούδια μου
Που απλώνει ταπεινά ο έρωτας στα πόδια σου ,
΄Οταν η πλούσια μελωδία της Λύρας μου ,
Αφήνει την ψυχήελεύθερα να λάμπει .
Ω! ας έβρισκε η ηχώ του τραγουδιού τη δύναμη
Να ξεγεκλαει την αγωνία με τρυφερές ωδές ,
Με πάθος να γεμίζει τον χτύπο του σφιγμού
΄Ετσι που τέλεια η καρδιά σου να χτυπάει ,
Τότε θα γίνω μάρτυρας από μακριά
Του πως η Νίκη σε φωτίζει πάλι ,
Τότε θα πολεμήσω με άλλη δύναμη ,
Κι η μουσική μου στο ψηλότερο σημείο θ' αγγίξει
Ελεύθερος και μεταμορφωμένος
Θα παίξω τις χορδές του τραγουδιού μου ,
Και με γλυκό παράπονο θ' αφήσω
Τη Λύρα μου να κλάψει .


ΙΙ


Για μένα ας μην υπάρξει γήινη φήμη
Που να διασχίζει τα έθνη και τις χώρες
Και να τα υποδουλώνει στη συγκίνησή της
Και στον απόμακρο αντίλαλό της
Για μένα μόνο η λάμψη των ματιών σου ,
Και η καρδιά σου που ευτυχία τη ζεσταίνει
΄Η δύο δάκρυα που πέφτουνε στραγγίζοντας
Τα μάτια σου όταν ακούς τραγούδια .
Αν τα 'χω αυτά , χαρούμενα η ψυχή μου θ' αναπνεύσει
Μελωδικά σαν το παράπονο της Λύρας μου ,
Κι ο δεξιοτέχνης μουσικός θα ξεψυχήσει ,
΄Ωσπου  να φτάσω στο σκοπό που έχω εξυμνήσει ,
Εκεί θα κέρδιζα το πιο ακριβό βραβείο -
Κάνοντας ομορφότερα να μοιάζουν στην καρδιά σου
Τόσο ο πόνος σου όσο και η χαρά σου .




 Τελευταίο σονέτο για την Τζένη
 
Απόμεινε ακόμη ένα πράγμα να σου πω
Για να σ’ αποχαιρετήσω μικρό μου παιδί
Τώρα που το τραγούδι μου τελειώνει
Είναι τα τελευταία κύματα των ασημένιων παλμών
Και της φουσκοθαλασσιάς όπου χαρίζει τη
Μουσική της , η ανάσα της Τζένης μου .
Σαν χελιδόνι πάνω από γκρεμό
Πέφτει το σούρουπο στους καταρράκτες
Και στ’ απέραντα δάση ,
Οι ευκίνητες στιγμές της ζωής συνεχίζουν
Βιαστικά να κυλούν ώσπου πάλι να βρούνε
Σε σένα τα όρια της απόλυτης τελειότητας .
Θαρραλέα ντυμένες με χιτώνες φωτιάς
Που κυματίζουνε , περήφανες καρδιές εξυφωμένες
Και μεταμορφωμένες απ’ το διάφανο φως ,
Ελεύθερες τώρα δεσπόζουν για πάντα ,
Κι έτσι εγώ σταθερά θα μπορώ να πατήσω
Μέσα στο απέραντο διάστημα ,
Νικώντας κάθε πόνο στη λάμψη του προσώπου σου
Τη στιγμή που τα όνειρα πάλι προβάλλουν
Σαν αστραπές γύρω απ’ το Δέντρο της Ζωής .


Μετάφραση : Ευγένιος Αρανίτσης
 
 
 
 
 
 
 
 
λίγα λόγια για τα ποιήματα του Μαρξ
 
Παρ' όλο που παραμένει για τους περισσότερους άγνωστο, ο Καρλ Μαρξ έγραφε και ποίηση. Το αντικείμενο των ερωτικών ποιημάτων του ονομάζεται Τζένη Φον Βεστφάλεν, μια δεσποινίδα τέσσερα χρόνια μεγαλύτερή του, "σπάνια διασταύρωση σκωτσέζικης και πρώσικης αριστοκρατίας".



Οι δύο νέοι αρραβωνιάστηκαν στα κρυφά το 1836 (ο Μαρξ ήταν σε ηλικία μόλις 18 χρονών) κι ο αρραβώνας του διήρκεσε 7 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο υπομονετικός Καρλ απηύθυνε 4 τόμους (!) με ποιήματα ερωτικών και ρομαντικών εμπνεύσεων προς τη μέλλουσα σύζυγό του. Η Τζένη, ωστόσο κι ο πατέρας του, Χάινριχ Μαρξ, αποθάρρυναν την ενασχόλησή του με τα ερωτικά ποιήματα. Ο πατέρας του, μάλιστα τον παρότρυνε να αφήσει τα ερωτόλογα και να ασχοληθεί σοβαρά με τη σύνθεση μιας ωδής για τη νίκη της Πρωσίας στο Βατερλώ. Η μέλλουσα μνηστή του από την άλλη, προσπαθούσε συχνά να επαναφέρει τον Καρλ στην πραγματική ζωή προτρέποντάς τον να παρατήσει τη λύρα των στοργικών στοχασμών και να ασχοληθεί με την επιστημονική έρευνα, καθώς (όπως αναφέρει κι ο Ευγένιος Αρανίτσης στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης των ερωτικών ποιημάτων του Μαρξ) "αντιλαμβανόταν τη φιλοσοφική ιδιοφυΐα του πολύ πιο καλά απ' ότι την αντιλαμβάνονταν αργότερα ο Χρουτσώφ ή η χήρα του Μάο".


Η ποίηση του Μαρξ δεν είναι σπουδαία λογοτεχνικά. Θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε στομφώδη και μέτρια από τεχνική άποψη. Είναι, όμως, πέρα για πέρα ειλικρινής και μπορεί να μην είναι σημαντική για την ανθρωπότητα όσο το πολιτικό του έργο, αποτελεί όμως αναπόσπαστο τμήμα του, γιατί ο Μαρξ-ποιητής είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Μαρξ-φιλόσοφο.

Ο παλιομοδίτικος γερμανικός ρομαντισμός μας ταξιδεύει σε βραδινούς περιπάτους, κλεφτά φιλιά κι υποσχέσεις αιώνιας αγάπης. Ο Καρλ πιστεύει ότι η αγαπημένη του είναι "φτιαγμένη από σεληνόφως" και παραδίδεται πλήρως στο πρωτόγνωρο συναίσθημά του. Αυτή είναι ίσως η πιο έντονη έκφραση της ανθρώπινης πλευράς του ανθρώπου που έθεσε τις βάσεις του κομμουνισμού και κάλεσε τους προλετάριους όλου του κόσμου να αγωνιστούν εναντίον της εκμετάλλευσης.

Εμείς θεωρούμε ενδιαφέρον να διαβάσουμε αυτά τα ποίηματά και σας καλούμε να μην τα περιφρονήσετε...Σας παραθέτουμε ένα από τα μεταφρασμένα ποιήματά του, γιατί οι άνθρωποι που ονειρεύονται την ελευθερία είναι αυτοί που αγαπούν με το πιο πολύ πάθος!