Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Το Ποίημα της Εβδομάδας: Σε βρίσκει η ποίηση (αποσπάσματα), Τίτος Πατρίκιος (1928-)




Σε βρίσκει η ποίηση
Τίτος Πατρίκιος

Κίχλη, 2012
24 σελ.
ISBN 978-618-5004-02-6, [Κυκλοφορεί]
Τιμή € 7,50


 



~ ~

Η ποιητική σύνθεση με τον τίτλο "Σε βρίσκει η ποίηση" εντάσσεται στην κατηγορία των ποιημάτων ποιητικής. Στις εννέα ενότητες που απαρτίζουν το έργο ο ποιητής επικεντρώνεται στα σημεία εκείνα όπου διασταυρώνονται η ζωή και η ποίηση: η ποίηση συναντά τον ποιητή, έστω και φευγαλέα, είτε εν θερμώ, όταν έρχεται αντιμέτωπος με τα μικρά ή τα μεγάλα, τα ιδιωτικά ή τα δημόσια γεγονότα του πολυκύμαντου βίου του, είτε στη φάση του αναστοχασμού που επέρχεται με το πέρασμα του χρόνου. Έτσι, στον απολογισμό ζωής που επιχειρεί, ο Τίτος Πατρίκιος επιστρέφει επίμονα στο παρελθόν και μιλάει για όσα τον σημάδεψαν, αλλού σε τόνο εξομολογητικό, αλλού με ελεγχόμενη συγκίνηση και αλλού με κριτική ματιά για πράξεις και παραλείψεις οδυνηρές.
Στην τελευταία ενότητα η υπόρρητη προσδοκία του ποιητή για την οριστική κατάκτηση της ποίησης διαψεύδεται, καθώς εκείνη παραμένει απατηλή μέσα στις συνεχείς μεταμφιέσεις της, άπιστη στις υποσχέσεις της, παραπλανητική, αινιγματική:


σε πείθει σαν άπιστη ερωμένη πως είναι δική σου μόνο (...)
σου φουσκώνει τις ουτοπίες όσο να σκάσουν σαν μπαλόνι (...)
σου ψιθυρίζει μυστικά που πρέπει εσύ να εξιχνιάσεις (...)


Και όταν στο τέλος η ποίηση αποφασίζει να ανταμείψει τον ποιητή για την αφοσίωσή του, τότε, κατά σχήμα οξύμωρο, "[τ]ου αποκαλύπτει την αλήθεια, [τ]ου λέει καθαρά πως ανήκει σε όλους". Η κατακλείδα της ποιητικής σύνθεσης "Εκεί απάνω η ποίηση βρίσκει τον καθένα μας" φωτίζει αναδρομικά το έργο και μας αποκαλύπτει ότι η ποίηση δεν αποτελεί προνόμιο του ποιητή· η ποίηση συναντά τον καθένα μας, βρίσκεται παντού, αρκεί να μπορείς να την αναγνωρίσεις. Η αιρετική αυτή θέση συνιστά την πρωτοτυπία του "Σε βρίσκει η ποίηση" ως ποιήματος ποιητικής, ή με άλλα λόγια: αυτό ακριβώς είναι το σημείο που ο αυτοβιογραφούμενος ποιοητής συναντά τη βιογραφία του καθενός, το σημείο όπου συναντώνται η ποιητική και η πολιτική ηθική.

Γ.Κ.

~ ~


Ι
 
Εκεί που αναρωτιέσαι για πράγματα που πρώτη φορά
αντικρίζεις
για πράγματα χιλιοειπωμένα που έχουν πια περάσει
για πράγματα που ξαφνιάζουν κι ας γίνονται κάθε μέρα
για πράγματα που έλεγες δεν θα συμβούν ποτέ
και τώρα συμβαίνουν μπρος στα μάτια σου
γι´ άλλα που επαναλαμβάνονται μ´ελάχιστες παραλλαγές
για πράγματα που πουλιούνται μόλις πιάσουν
κατάλληλη τιμή
για πράγματα που σάπισαν με το πέρασμα του καιρού
ή που ήσαν σάπια απ ' την αρχή και δεν το έβλεπες
εκεί που απορείς για πράγματα που μπόρεσες να κάνεις
για πράγματα σοβαρά ή ανόητα που ρίσκαρες τη ζωή σου
για πράγματα σημαντικά που τα κατάλαβες αργότερα
για πράγματα που τα φοβήθηκες κι απέφυγες 
ν´αναλάβεις
για πράγματα που τα προγραμμάτισες και δεν σου βγήκαν
γι´ άλλα που τα σχεδίασαν άλλοι και βγήκαν διαφορετικά
για πράγματα που σου έτυχαν χωρίς να τα περιμένεις
για πράγματα που μόνο τα ονειρεύτηκες
και κάποτε, μία στις χίλιες πραγματώθηκαν...

Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση.
 
 
 
ΙΙ
 
 
Εκεί πάνω που συλλογίζεσαι ποιος είσαι και τι έκανες
πόσο ανοίχτηκες στους άλλους για να σε δεχτούν
πόσο επιδείχτηκες στο κοινό για να τους αρέσεις
πώς κλείστηκες τόσο πολύ για να προστατευτείς
σε τι έφταιξες σ´εκείνους που σ´απέρριψαν
για πόσο καιρό τ´ανέβαλλες κι εσύ να τους απορρίψεις
πότε έδωσες ένα στήριγμα σε κάποιον που το χρειαζόταν
πότε εγκατέλειψες τον άνθρωπο που σε είχε ανάγκη
πόσο αντέδρασες όταν έβλεπες να πλουτίζουν
αυτοί που έλεγαν ότι μάχονται για τους φτωχούς
όταν άκουγες να δημηγορούν υπέρ των αδικημένων
εκείνοι που αδικούσαν έχοντας πάντα δίκιο
πόσο ενίσχυσες αυτούς που τους προσφέρθηκες να σε
δυναστεύουν
πόσο με τη δράση σου βοήθησες ν´ανατραπούν
ως πότε απόλυτα δεχόσουν τις μονολιθικές αλήθειες
πόσο αντιπάλεψες την κάθε φορά ακράδαντή σου πίστη
για πόσο φερόσουν σαν πιστός ενώ πια δεν πίστευες
πόσο αφέθηκες στις παρορμήσεις σου, πόσο τις δάμασες
πόσο προχώρησε η γνώση σου, πόσο δοκιμάστηκε
ως πού κατόρθωσε να φτάσει η πράξη σου, που στόμωσε
πόσο άργησες ή πόσο βιάστηκες για μια κρίσιμη
απόφαση...

Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση.
 

 
ΙΙΙ

Εκεί που σκέφτεσαι αν επειδή το θέλησες και μόνο
μπορεί ν´ανοίξει ο δρόμος προς τον άλλο
ν´απλώσουν τα όρια για συναρπαστικές διασταυρώσεις
ή τουλάχιστον να γίνει πιο ανθρώπινη η μοναξιά
αν φτάνει που έμαθες πολλά που πριν δεν τα λογάριαζες
ώστε να φύγει η δυσπιστία για όποιον δεν σου μοιάζει
να σταματήσει ο χλευασμός για εκείνον που θέλει 
να σου μοιάσει
να σβήσει ο φθόνος γι´αυτόν που σε ξεπερνάει
να χαθεί η περιφρόνηση για εκείνον που έμεινε πιο πίσω
να νικηθεί ο φόβος μπροστά σ´αυτόν που τιμωρεί
να καταργηθεί το δέος γι´εκείνον που εξουσιάζει
να διαλυθεί η μέθη από την εξουσία που για λίγο
απέκτησες
εκεί που παλεύεις ν´αποτινάξεις τα νέα δεσμά
που ήρθαν μετά το ξέσπασμα της ανταρσίας σου
που αγωνίζεσαι για την ελευθερία κι έπειτα βλέπεις
πως η αμοίραστη ελευθερία για κάποιους γίνεται σκλαβιά
εκεί που προσπαθείς να περιστείλεις την ανασφάλειά σου
να μην παραδοθείς στην επιθυμία γι´ αναγνώριση
να συμμαζέψεις κάπως και την κρυφή σου έπαρση...

Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση.
 
 
 
ΙV

Εκεί που αναγνωρίζεις πως δεν αγάπησες
όσο σ´αγαπήσαν
πως ήθελες την απόλαυση μόνο για να την ξαναγευτείς
πως γύρευες περιπέτειες μόνο για τις αφηγείσαι
αργότερα
πως μοιραζόσουν σε κομμάτια που λειτουργούσαν χωριστά
αναζητώντας τον μεγάλο έρωτα στην πολλαπλή εκδοχή του
πως κι αν τον συναντούσες είχες τόσα κενά, τόσες
αντιδρομές
που σε βασάνιζε πιο πολύ απ´ό,τι η απουσία του
εκεί που τα χάνεις άμα ένα πάθος, ακόμη και φευγαλέο
ανατρέπει όσα είχες σιγουρευτεί πως τα ελέγχεις
που ψάχνεις να βρεις τι πράγματι έγινε
και η αγνοημένη ηδονή μεταμορφώθηκε σε μίσος
που δεν επιχειρείς να εξαγοράσεις, δεν αφήνεσαι
ν´εξαγοραστείς
που υποκύπτεις, εκλιπαρείς, τα δίνεις όλα χωρίς επιφυλάξεις
που απαιτείς αποκλειστικότητα, βιαιοπραγείς από ζήλεια
που όλα σου παραδίδονται άνευ όρων, βέβαια στην αρχή
εκεί που φτάνεις να πιστεύεις πως οι έρωτες
μόνο μέσα στην επανάληψη μπορούν να επιζήσουν
κι απρόσμενα ένας έρωτας κορυφώνεται σε αγάπη
ενώ εσύ, το ίδιο απρόσμενα, προσπαθείς να πεις πως
αγαπάς...

Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση.


~ ~

VIII
 
 
Eκεί που στριμώχνεσαι στο λεωφορείο, επιστρέφοντας
στο σπίτι
που γυρνάς από γραφείο σε γραφείο ζητώντας μια δουλειά
που επιχειρεί να σε ταπεινώσει ένας ψηλότερα ιστάμενος
που εκτοπίζεσαι από πειθήνιους νεοφερμένους
που χαίρεσαι για τα καλά λόγια που ειπώθηκαν για σένα
που θά᾽ θελες ν᾽ ακούσεις κι άλλα κι ας μην τ᾽ομολογείς
εκεί που πατάς γκάζι στα 180 με το καινούριο σου 
αυτοκίνητο
που δεν τσιγκουνεύεσαι άλλο στα δώρα που προσφέρεις
που φλυαρείς, ψιλογκομενίζεις, πας να φρεσκάρεις
τη φιγούρα σου
που ξάφνου μέσα στην επιπολαιότητα έχεις μιαν
έκλαμψη ευφυίας
εκεί που αρνιέσαι την υποχρεωτική κατάργηση της μοναξιάς
που δεν αποδέχεσαι την καθεστωτική επιβολή της ευτυχίας
που νιώθεις κυρίαρχος του παιχνιδιού ενώ είσαι
χαμένος από χέρι
που βγαίνεις με σημάδια απ᾽τους λαβυρίνθους
της πολιτικής
εκεί που αγωνιάς για τ᾽αποτελέσματα μιας αξονικής
που στενοχωριέσαι για τις αρρώστιες των μακρινών σου
ανθρώπων
που ελπίζεις πως όλοι θα βγουν γεροί απ᾽το νοσοκομείο
εκεί που σταματάς τα πάντα ενώ τρέχουνε οι προθεσμίες
που περνάς βδομάδες ψάχνοντας τη λέξη που ακριβώς
χρειάζεται
ώσπου ένας άλλος μέσα σου σε απαλλάσσει, αναλαμβάνει
να το κάνει
εκεί που λες όλα αυτά είναι αστεία μπρος στο κυνήγι
του ψωμιού
κι έπειτα βλέπεις ότι χωρίς τις λέξεις τίποτα δεν αποκτά
υπόσταση...

Εκεί πάνω σε βρίσκει ποίηση.   
 
 
 


Η ποίηση έρχεται να σε βρει με ποδήλατο, με μηχανάκι,
με αυτοκίνητο
άλλοτε έρχεται σαν αμαζόνα με το σπαθί υψωμένο
άλλοτε σε ακολουθεί από το σουπερμάρκετ σαν
κουρελού ζητιάνα
σε παρασύρει όπως πορνοστάρ σε φαντασιακές αβύσσους
σε ανακαλεί στην τάξη σαν διευθύντρια αναμορφωτηρίου
σου εμφανίζεται στα έγκατα του ύπνου σαν άσπιλη
παρθένα
σ' εξαπατά στέλνοντας στη θέση της μια θεραπαινίδα της
κι εσύ νομίζεις πως την έριξες επιτέλους στο κρεβάτι σου
σε καλεί με ντουντούκα να φωνάξεις κομματικά
συνθήματα
σε περιπαίζει δίνοντας προτεραιότητα στις σοβαρές σου
ασχολίες
σου γεμίζει το άδειο γραμματοκιβώτιο των φιλοδοξιών
σε δελεάζει με όνειρα δόξας, χρήματος, αθανασίας
σε πείθει σαν άπιστη ερωμένη πως είναι δική σου μόνο
σε προσπερνάει για να ξεσκονίσει νεκροζώντανους
αρχηγούς
σου φουσκώνει τις ουτοπίες όσο να σκάσουν σαν μπαλόνι
σου θυμώνει άμα δεν βλέπεις ότι προσπαθεί να διαλύσει
την ομίχλη
σου ζητάει βοήθεια άμα την κυνηγούν οι εξουσίες
που αψήφησε
σου λέει πώς κι όταν τις υμνούσε, κρυφά τις υπονόμευε
σου επισημαίνει τις κοινοτοπίες, σου ανατρέπει
τ' αυτονόητα
σου ψιθυρίζει μυστικά που πρέπει εσύ να εξιχνιάσεις
σου φωτίζει πράγματα που μέναν σκοτεινά ως τότε
ώσπου κάποια στιγμή σε ανταμείβει για την αφοσίωση σου
σου αποκαλύπτει την αλήθεια, σου λέει καθαρά πως
ανήκει σε όλους.

Εκεί πάνω η ποίηση βρίσκει τον καθένα μας.


~ ~





έγραψαν για την ποιητική συλλογή "Σε βρίσκει η ποίηση"
 
Η παρούσα ολιγοσέλιδη σύνθεση αποτελείται από εννιά ενότητες, όπου κατακλείδα τίθεται απαράλλακτη η φράση “Εκεί απάνω σε βρίσκει η ποίηση”. Το απρόοπτο της σύνταξης, όπου το υποκείμενο δεν είναι ο άνθρωπος αλλά η ποίηση, με άλλα λόγια δεν πάει ο ποιητής σ’ αυτήν, δεν την επιδιώκει, δεν την κυνηγά, δεν κάθεται με σύστημα να την ψαρέψει, εξηγεί πόσο ελεύθερη είναι η ίδια η ποίηση, η έμπνευση, να κινείται αδόκητα και επιπλέον ότι έρχεται στον ευεπίφορο δέκτη όταν δεν την περιμένει και δεν τη ζορίζει. Η ποίηση σαν θεία επιφοίτηση, σαν αυθόρμητος προσκεκλημένος, σαν αυτόβουλος απεσταλμένος εμφανίζεται εκεί που δεν το περιμένεις, αλλά συνάμα κι εκεί που τη χρειάζεσαι, για να καταλάβεις τον εαυτό-σου ή τον κόσμο.
 
 
 
 
Κραυγαλέος ο τίτλος. Μου κόλλησε όμως, κυρίως για τα υπονοούμενά του. Τα πολιτικά και τα οικονομικά, που ζορίζονται να βγουν από το λούκι σε δόσεις, πηδώντας από τον χειμώνα στην άνοιξη. Τα ημερολογιακά, που τρέχουν δαιμονισμένα στην τροχιά των ογδόντα και βάλε χρόνων και τα ποιητικά, που δεν πρέπει να μείνουν ασυμπλήρωτα. Μεσολάβησε εξάλλου και ο πρόσφατος, οδυνηρός χαμός ενός γενναίου ποιητή της γενιάς του '70: του Μίμη Σουλιώτη, εγκάρδιου μαθητή και φίλου.
Πιάνω, λοιπόν, το ποιητικό νήμα από εκεί που το άφησα ξεκρέμαστο την περασμένη Κυριακή, μιλώντας για το φάντασμα μιας ποίησης που απογυμνώνει και απογυμνώνεται, καταπώς έγραφα τις προάλλες. Ο λόγος για την τελευταία συλλογή του Τίτου Πατρίκιου, που υπόσχεται ότι Σε βρίσκει η ποίηση, αν όντως θέλεις να τη βρεις κι εσύ.
Αλλιώς σε περιπαίζει. Φτάνει στα πόδια σου καβάλα σε ποδήλατο ή μηχανάκι, μπορεί και σ' αυτοκίνητο. Το παίζει αναλόγως: αμαζόνα με σπαθί υψωμένο, κουρελού ζητιάνα, πορνοστάρ, διευθύντρια αναμορφωτηρίου, άσπιλη παρθένα που σε παγιδεύει, βάζοντας στο κρεβάτι σου κάποιο θηλυκό με τράβηξη, κι εσύ νομίζεις πως έσμιξες μ' εκείνη. Αλλοτε πάλι σε προσπερνάει, για να ξεσκονίσει νεκροζώντανους αρχηγούς, ή φουσκώνει τις ουτοπίες σου, όσο να σκάσουν σαν μπαλόνι. Και μόνο αν επιμείνεις στην αφοσίωσή σου, σου φανερώνει τότε κι εκείνη την αλήθεια της, λέγοντας απερίφραστα πως ανήκει στον καθένα, όχι μόνον σ' εσένα. Δικό σου θέμα αν θέλεις να μπερδέψεις το «καθένας» με το «κανένας», οπότε το πράγμα δυσκολεύει, γυρεύοντας ίσως πιο υποψιασμένο ψάξιμο.
Αυτός είναι σε παράφραση (σχεδόν στο όριο της αντιγραφής) ο προκλητικός ορισμός και προορισμός της ποίησης, όπως απογράφεται στην ένατη ενότητα της συλλογής που συζητώ. Στο μεταξύ ο ποιητής αποφασίζει να αποκαλύψει ο ίδιος τα πεπραγμένα μιας πολύχρονης θητείας, με τη μέθοδο, όπως έλεγα, της αυτοπάθειας, ζευγαρώνοντας το εγώ με το εσύ και το εσύ με το εγώ. Διαπιστώνοντας πως ένα ολόκληρο σύστημα ζωής και φωνής, επιμελώς συντηρημένο, τώρα σαλεύει, βγάζοντας στη φόρα τις αυταπάτες και τις απάτες του, μοιρασμένες μάλιστα σε οκτώ κεφάλαια.

 
 
 
 
Αυτό που κάνει ο Πατρίκιος στην πρόσφατη συλλογή του είναι ένα τελικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τη συνείδησή του, ένας ποιητικός απολογισμός των «δούναι και λαβείν» του άλλου του εαυτού, μια συγκεφαλαίωση των ηθικών, βιοτικών, ιδεολογικών διλημμάτων -και όχι μόνο αυτών-, που υψώθηκαν εμπρός του σε διάφορες στιγμές της ζωής του.
Ετσι, το βιβλίο κωδικοποιεί τις ανησυχίες και τις πλάνες, τις μικρότητες και τις ανατάσεις, τις χαρές και τους φόβους, τα βάσανα και τις διαψεύσεις, με δυο λόγια τις εμπειρίες του διανοούμενου που έζησε τη λαίλαπα του αδυσώπητου 20ού αιώνα, με όλες τις συμφορές που επεφύλαξε αυτός για τη χώρα μας, και ειδικά για την πολυτυραννισμένη γενιά του Πατρίκιου. Και όλα αυτά τα διαπερνά, σαν χρυσή -ή μήπως κόκκινη;- κλωστή, η ποίηση. Ισως από κάπου ακουστεί ψιθυριστά η ένσταση, ίσως η υποψία, μήπως αυτός ο απολογισμός δεν είναι ειλικρινής. Μήπως δεν κατόρθωσε να ξεφύγει από τη μέγκενη της ματαιοδοξίας και του ναρκισσισμού που χαρακτηρίζει ένα δημιουργό, με σκοπό την υστεροφημία.
Αν κάποιος διαβάσει προσεκτικά το βιβλίο, θα διαπιστώσει πως ο Πατρίκιος αναμετρά τη ζωή του με ειλικρίνεια και εντιμότητα, στέκεται μπροστά της με μια ανελέητη διάθεση αυτοκριτικής - κάτι ξέρει η γενιά του, άλλωστε, από αυτοκριτική. Αλλά και προς τι η ματαιοδοξία;
Οταν ο άνθρωπος βρίσκεται στη δύση του βίου του, παύουν να βαραίνουν τόσο επάνω του ο εγωισμός, η αυταρέσκεια, η αλαζονεία. 




Τέλος παρουσιάζονται οι τρόποι με τους οποίους έρχεται να μας «βρει» η ποίηση και κάποια πράγματα που αυτή μας «λέει». Κάποια πράγματα δηλαδή που μας λέει ο λόγος των ποιητών. Γιατί η ποίηση, ως λόγος, δεν βρίσκει μονάχα τους ποιητές, οι οποίοι θα εκφράσουν, μέσα από το ατομικό τους βλέμμα και βίωμα, τη συλλογική σκέψη και διάθεση και μνήμη και αγωνία και χαρά και ματαιότητα και τόσα άλλα, αλλά, δια των ποιητών, και κάθε αναγνώστη. Κι ακόμη η ποίηση, ως πράξη ζωής, βρίσκει κάθε ποιητικό άνθρωπο. Και ξέρουμε δα πως οι άνθρωποι έχουν το χάρισμα να κάνουν εμπράγματη ποίηση αν έχουν ψυχή καθαρή. Γιατί ποίηση είναι ένα δροσερό ποτήρι νερό που προσφέρουμε στον διψασμένο μας άγνωστο, ποίηση είναι η εγκάρδια καλημέρα στον άγνωστο με τον οποίο διασταυρωνόμαστε, ποίηση είναι οι ανοιχτές καρδιές όταν γλεντάμε με τους φίλους μας και λέμε «εις υγείαν», ποίηση είναι όταν χτυπάμε την καμπανίτσα σ’ ένα ερημικό εξωκκλήσι κι απαντάει ο κότσυφας κελαηδώντας μέσ’ απ’ τα βάτα της πλαγιάς, ποίηση είναι χίλιες δυο ταπεινές πράξεις της ζωής μας. 
Στην τελευταία αυτή ενότητα, ο ποιητής εγκιβωτίζει την προσωπική του εμπειρία ζωής έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από την πολύχρονη «συναναστροφή» του με την τέχνη της ποιήσεως καθώς και την συμμετοχή του στους κοινωνικούς αγώνες και την κριτική στράτευσή του στο λυτρωτικό όραμα της Αριστεράς. 
Ουσιαστικά σε όλο το μεγάλο αυτό ποίημα, ο Τίτος Πατρίκιος, μιλάει στον εαυτό του, παρ’ ότι η εκφορά γίνεται σε δεύτερο πρόσωπο. Που σημαίνει ότι είναι σαν να μιλά ο αναγνώστης στον εαυτό του, κάθε φορά που θα διαβάζει αυτό το ποίημα έχοντας έναν τουλάχιστον ακροατή. Και πάει λέγοντας, η δύναμη και η δυναμική του ποιητικού λόγου από στόμα σε αφτί, από άνθρωπο σε άνθρωπο



~ ~ 

Τίτος Πατρίκιος (1928). Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος των ηθοποιών Σπύρου και Λέλας Πατρικίου. Το 1946 ολοκλήρωσε τα γυμνασιακά του μαθήματα στο Βαρβάκειο και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε για κάποια χρόνια ως δικηγόρος. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, στρατευμένος αρχικά στην ΕΠΟΝ και στη συνέχεια στον ΕΛΑΣ. Το 1944 καταδικάστηκε σε θάνατο από συνεργάτες των γερμανών και η εκτέλεσή του ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας εξορίστηκε στη Μακρόνησο (1951-1952) και κατά τη διετία 1952-1953 στον Άη Στράτη, από όπου επέστρεψε στην Αθήνα με άδεια εξορίστου. Από το 1959 ως το 1964 σπούδασε κοινωνιολογία στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του Παρισιού και πήρε μέρος σε έρευνες του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας. Επέστρεψε στην Ελλάδα, μετά την επιβολή της δικτατορίας του Παπαδόπουλου όμως, κατέφυγε ξανά στο Παρίσι, όπου πήρε μέρος σε εκδηλώσεις ενάντια στο παράνομο καθεστώς, και εργάστηκε στην έδρα της Unesco στο Παρίσι και στη Fao στη Ρώμη. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1975 και εργάστηκε ως δικηγόρος, κοινωνιολόγος και λογοτεχνικός μεταφραστής. Το 1982 επέστρεψε στη θέση που κατείχε στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών πριν το 1967. Στην Αθήνα εργάστηκε επίσης στο Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών. Η πρώτη του εμφάνιση στο χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1943 με τη δημοσίευση ενός ποιήματός του στο περιοδικό "Ξεκίνημα της Νιότης", ενώ το 1954 εκδόθηκε η πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο "Χωματόδρομος". Ιδρυτικό μέλος του περιοδικού "Επιθεώρηση Τέχνης" από το 1954 δημοσίευσε πολλά άρθρα και κριτικές στις στήλες του, ενώ πολλά δοκίμιά του συμπεριλήφθηκαν σε συγκεντρωτικές εκδόσεις. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση (κείμενα των Σταντάλ, Αραγκόν, Μαγιακόφσκι, Νερούντα, Γκόγκολ, Γκαρωντύ, Λούκατς και άλλων) και την πεζογραφία, ενώ τα περισσότερα κοινωνιολογικά έργα του είναι γραμμένα στα γαλλικά. Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, τα φλαμανδικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά. Το 1994 τιμήθηκε με ειδικό κρατικό βραβείο για το σύνολο του έργου του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τίτου Πατρίκιου βλ. Αλέξανδρος Αργυρίου, "Τίτος Πατρίκιος", στο "Η ελληνική ποίηση · η πρώτη μεταπολεμική γενιά", Αθήνα: Σοκόλης, 1982, Αλέξανδρος Αργυρίου, "Πατρίκιος Τίτος", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό", τ. 8, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988 και Δώρα Μέντη, "Πατρίκιος Τίτος", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007.
                (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.· φωτογραφία: Δημήτρης Τσουμπλέκας)


 ~ ~


πηγές:

α) μέρος του ποιήματος το αναδημοσιεύουμε από το ιστολόγιο της Άννας Αγγελοπούλου όπου έχει αναρτηθεί το σύνολο της σχετικής ποιητικής συλλογής, το οποίο μπορείτε να επισκεφθείτε για να διαβάσετε το Σε βρίσκει η ποίηση 
β) σχετικά στοιχεία για το ποιήμα και για τον Τίτο Πατρίκιο (αλλά και οι πρώτες φωτογραφίες που συνοδεύουν την ανάρτηση) από την πολύτιμη βάση δεδομένων του Βιβλιονέτ


επιμέλεια παρούσας ανάρτησης/φωτογραφίες τοπίων:  Ειρηναίος Μαράκης/Λογοτεχνία και Σκέψη

 
 
 

1 σχόλιο: