Η Κάρμεν, ο Αντώνης ο βαρκάρης και τα τραγούδια τους
επιμέλεια: Ειρηναίος Μαράκης
Tο 1938 προβάλλεται στην Ελλάδα η ταινία του Φλόριαν Ρέι, «Carmen (la de Triana)» με πρωταγωνίστρια την Ιμπέριο Αργεντίνα (πραγματικό όνομα Magdalena Nile del Río). Η ταινία γίνεται αφορμή
για να γραφτεί μια τριλογία ρεμπέτικων τραγουδιών εμπνευσμένων από το
τραγούδι της «Αntonio Vargas Heredia».
Η ταινία, σύμφωνα με το ιστολόγιο afmarx.wordpress.com, «προβλήθηκε με επιτυχία στην Αθήνα το 1939 και η ιστορία της
Κάρμεν από την Τριάνα (παλιά λαϊκή συνοικία της Σεβίλλης με φλαμέγκο,
τσιγγάνους κλπ) συγκίνησε βαθύτατα το ελληνικό κοινό. Σχεδόν αμέσως τα
τραγούδια της ταινίας ντύθηκαν με ελληνικούς στίχους από τον στιχουργό
Μιχάλη Γαϊτάνο και με βασικό κορμό αυτά ανέβηκε στο θέατρο Μικάδο της
Θεσσαλονίκης η επιθεώρηση «Κάρμεν», κατ΄εντολήν του εκδότη Γιάννη
Βελίδη για να προωθηθεί η «προστατευομένη» του ηθοποιός Μιμόζα.»
Οι Σπύρος Περιστέρης και Μίνωας
Μάτσας το 1939σκαρφίζονται τον έρωτα του «Αντώνη του βαρκάρη του σερέτη» για
την Κάρμεν και το οποίο ερμηνεύει ο Μάρκος Βαμβακάρης. Ενώ οι Μάτσας και
Σπύρος Περιστέρης συνεχίζουν την ιστορία με το απρόσμενο στη θεματολογία
του «Η Κάρμεν στην Αθήνα», όπου φέρνουν την Ιμπέριο Αργεντίνα στο
Πασαλιμάνι. Στην ουσία είναι μια έμμεση αναφορά στη δικαστική διαμάχη που προηγήθηκε. Από την άλλη ο Πάνος Τούντας συμπληρώνει αυτή την άτυπη αλλά
τόσο μοναδική μουσική τριλογία με το «Τηλεγράφημα στην Κάρμεν», σε στίχους του Β. Μαυροφρύδη.
Όλα τα
τραγούδια αγαπήθηκαν από τον ελληνικό λαό αλλά ο Αντώνη ο βαρκάρης έγινε
ιδιαίτερη επιτυχία, μπορούμε να πούμε και με διεθνή απήχηση. Όταν
μάλιστα ο συνθέτης του «Antonio Vargas Heredia», Juan Μοstozo
πληροφορήθηκε την επιτυχία της ρεμπέτικης εκδοχής του τραγουδιού του,
ήλθε στην Αθήνα για να διεκδικήσει τα
πνευματικά δικαιώματα «του Αντώνη του Βαρκάρη» δικαστικώς.
Όπως θα
περίμενες κανείς ο συνθέτης
δεν δικαιώθηκε! Αν και σύμφωνα με πληροφορίες, το δικαστήριο δεν δικαίωσε τον Ισπανό συνθέτη καθώς η μουσική ήταν αρκετά παραλλαγμένη ενώ οι ελληνικοί στίχοι δεν ταυτίζονταν με τους αντίστοιχους ισπανικούς. Κι είναι αλήθεια, ότι ο Μάτσας στους στίχους του «Αντώνη» απέδιδε περιληπτικά το στόρι της ταινίας και όχι το νόημα των στίχων του αυθεντικού τραγουδιού.
Λέγεται, βέβαια, ότι σαν μάρτυρα υπεράσπισης οι εναγόμενοι
εμφάνισαν στο δικαστήριο κάποιον Αντώνη, βαρκάρη στο επάγγελμα, ο οποίος
δήλωσε ότι το τραγούδι γράφτηκε ειδικά γι΄αυτόν! Παρόλα αυτά, το «Αntonio Vargas Heredia» και οι τρεις ρεμπέτικες εκδοχές/διασκευές ή
συνέχειες του, αν θέλετε, αποτελούν ένα ιδιαίτερο και πολύ σημαντικό
παράδειγμα για την πολιτιστική επικοινωνία μεταξύ τόσο διαφορετικών λαών
αλλά και καλλιτεχνικών νοοτροπιών, ιδιαίτερα επίκαιρο αυτή την περίοδο
με την άνοδο του εθνικισμού αλλά και με το παγκόσμιο αίτημα για να
προστατεύσουμε τη λαϊκή ταυτότητα και τους πολιτισμούς.
Σε αυτό το μικρό αφιέρωμα που ακολουθεί περιλαμβάνουμε το πρωτότυπο τραγούδι, τις ρεμπέτικες συνέχειες αλλά και την πιο στρωτή μεταφορά του στα καθ' ημάς με την φωνή της αείμνηστης Δανάης Στρατηγοπούλου, που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με την ταινία.
Αλλά η ιστορία των διασκευών δεν τελειώνει εδώ. Ο ρυθμός του «Αντώνη του βαρκάρη του σερέτη» επιστρατεύθηκε από τους δημιουργούς του για να φτιάξουν ένα αντιπολεμικό-αντιφασιστικό τραγούδι, «το Όνειρο του Μπενίτο». Ήταν η αρχή της ιταλικής εισβολής στην Ελλάδα και το τραγούδι ηχογραφήθηκε το 1941 από τους ίδιους δημιουργούς.
Στη συνέχεια, σε ξεχωριστούς συνδέσμους, ακολουθούν τα τραγούδια του αφιερώματος.
Ο
Σύνδεσμος Φιλολόγων Νομού Χανίων διοργανώνει και φέτος τον 32ο Παγκρήτιο
Λογοτεχνικό Διαγωνισμό αφιερωμένο στην εξέγερση των φοιτητών στο
Πολυτεχνείο το Νοέμβριο του 1973.
Στο
διαγωνισμό μπορούν να λάβουν μέρος οι κάτοικοι της Κρήτης ή καταγόμενοι
από αυτήν. Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει τρεις (3) κατηγορίες
διαγωνιζόμενων:
μαθητές Γυμνασίου
μαθητές Λυκείου
ενήλικοι
Το θέμα των κειμένων του Διαγωνισμού, πεζών ή ποιητικών είναι
ελεύθερο. Μπορούν όμως να είναι εμπνευσμένα από την εξέγερση των
φοιτητών στο Πολυτεχνείο. Οι μαθητές Γυμνασίων και Λυκείων μπορούν να
λάβουν μέρος στο Διαγωνισμό με ένα τουλάχιστον ποίημα ή διήγημα.
Οι διαγωνιζόμενοί στην κατηγορία «ενήλικοι» πρέπει να στείλουν τρία (3)
τουλάχιστον ποιήματα ή δυο (2) διηγήματα. Μπορούν βέβαια να λάβουν
μέρος και με ποιήματα και με πεζά. Τα κείμενα για το Διαγωνισμό,
πεζά ή ποιητικά, θα πρέπει να είναι πρωτότυπα και αδημοσίευτα, και να
σταλούν δακτυλογραφημένα σε τέσσερα (4) αντίτυπα με ψευδώνυμο. Στο
φάκελο όμως πρέπει να υπάρχουν τα πλήρη στοιχεία του δημιουργού και
οπωσδήποτε ο αριθμός του τηλεφώνου του.
Τα κείμενα των μαθητών θα παραδοθούν στον διευθυντή του σχολείου τους και τα κείμενα των ενηλίκων θα σταλούν στη διεύθυνση :
Σύνδεσμος Φιλολόγων Νομού Χανίων, Αποκορώνου 125, Χανιά, Τ.Κ. 73134, μέχρι την Παρασκευή 6/11/2015.
Σκόρπια φύλλα του φθινόπωρου
οι αγρότες για τη σπορά περιμέναν βροχή
ο άνεμος κλωθογύριζε ανοίγοντας τα επουράνια
"ποια οδό ακολουθούν τα κίτρινα φύλλα που πέφτουν;"
αντίθετο δρόμο παίρνοντας ο απόστολος των εθνών
από Nεαπόλεως της νυν Kαβάλας
Προς Θεσσαλονικείς A΄ Eπιστολής το ανάγνωσμα ου θέλω υμάς αγνοείν περί των κεκοιμημένων
ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί
ψηλό σαν τηλόπτης φάρος το καμπαναριό
καμπύλ' ανοίγματα προς όλα τα σημεία του ορίζοντα
ότι είναι και δεν είναι σειρά συμπτώσεων
στο περιβόλι τάφοι με σταυρούς
κατάντικρυ η φωτιά κατάτρωγε το καράβι
πέθανε η πολυαγαπημένη μάννα του
έξ' απ' την ξύλινη θύρα καθόταν και περίμενε το κορίτσι
όπως κάθονται απάνω στ' άνθη οι πεταλούδες
μια ωραία πεταλούδα κι' έν' άδειο γραμματοκιβώτιο
ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές
νύχτα ερχόταν και τον έβρισκε
στον μυχό του κόλπου όπου εκβάλλει η ενδοχώρα
στο αναπεπταμένο πέλαγος που κατάπιε τον πατέρα
όταν δε μπόρεσε να καταλάβει τις κινήσεις του γιου του
ότι το πένθος σημαίνει νίκη και τρανή χαρά
έρχεται να φορτώσει σιτάρι στην αποβάθρα
και σχολιάζουν το θέαμα οι γνωστικοί
ερμηνευτές του ζωντανού ονείρου δακτυλοδεικτούν
πίσω ταφόπετρες με μάτια το χωριό
με αναστήματα υψηλά πλούσια βλάστηση το σκιάζει
ανάμεσα στις υπερκείμενες στέγες των φυλλωμάτων
και στους υπόρροφους θάμνους ανέρπει μνήμη
αφωσίωσις και πίστη θερμή ο κισσός
όπως ακριβώς ήσουν και ήταν
κάτω από την επιφάνεια κάνοντας βουτιά
όπου τα πλοία του Mαρδονίου εναυάγησαν
αλλά ξέρουμε ασφαλώς πως ο θησαυρός διεσώθη
στις θαλασσοσπηλιές όπου οι φώκες μοιρολογούν
στου αγιώνυμου Όρους τους βράχους τους κρυσταλλώδεις
αρωγή σε όποιον τεκταίνεται μεγάλα και πολλά
τον ήλιο που βυθά στη λεκάνη της μάννας του
και θρηνούν όσοι τον πίστεψαν γιατί σβύνει
άλλη δυνατότητα προσφέροντας εκ των υγρών εγκάτων να μας πας στην ξενητειά
να μας πας στα πέρα μέρη
φύσα θάλασσα πλατειά
φύσ' αγέρι, φύσ' αγέρι.
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης (1908 - 1993). Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, τέταρτο παιδί του Γαβριήλ Πεντζίκη και της
Μαρίας το γένος Ιωαννίδου. Είχε τρεις αδερφές, από τις οποίες η Χρυσούλα
ήταν η ποιήτρια Ζωή Καρέλλη. Ο πατέρας του ήταν φαρμακοποιός και η
μητέρα του δασκάλα. Στο δημοτικό σχολείο πήγε για πρώτη φορά το 1919
στην έκτη τάξη· τα προηγούμενα χρόνια είχε κάνει μαθήματα στο σπίτι. Το
1921 ταξίδεψε με την οικογένειά του στη Βουδαπέστη, το Βελιγράδι και τη
Βιέννη. Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών συνέταξε μια Παγκόσμια Γεωγραφία που
εγκρίθηκε αρχικά από το Υπουργείο Παιδείας, η έγκριση ωστόσο ανακλήθηκε
όταν έγινε γνωστή η ηλικία του. Τότε άρχισε να γράφει τα πρώτα του
ποιήματα. Το 1926 έφυγε για σπουδές oπτικής και φαρμακευτικής στο
Παρίσι, όπου γνωρίστηκε με τον Γιάννη Ψυχάρη, και μετά από δυο χρόνια
πήρε πτυχίο φυσιολογίας οπτικής. Το 1927 πέθανε ο πατέρας του και η
οικογένεια αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες. Από 1928 ως το 1929
σπούδασε Φαρμακευτική και Βοτανική στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου ·
αποφοίτησε το 1929. Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και από το 1930 ως το 1955
ανέλαβε το φαρμακείο του πατέρα του, που έγινε ένα από τα γνωστότερα
λογοτεχνικά στέκια της πόλης. Από το 1953 και ως το 1969 εργάστηκε ως
ιατρικός επισκέπτης. Το 1933 επισκέφτηκε για πρώτη φορά το Άγιο Όρος (ώς
το θάνατό του ξαναπήγε ενενηντατρείς φορές), όπου ξεκίνησε την
ενασχόλησή του με τη ζωγραφική. Το 1940 επιστρατεύτηκε και εκπαιδεύτηκε
στο Ληγουριό, δεν πρόλαβε ωστόσο να πολεμήσει, καθώς προηγήθηκε η
συνθηκολόγηση με τους γερμανούς. Το 1943 γράφτηκε στο Κ.Κ.Ε. Ένα χρόνο
αργότερα συμμετείχε για πρώτη φορά σε έκθεση ζωγραφικής στο ανθοπωλείο
Ευρυβιάδη Κωνσταντινίδη. Το 1946 αναγκάστηκε για οικονομικούς λόγους να
συνεταιριστεί στο πατρικό φαρμακείο. Το 1948 παντρεύτηκε τη Νίκη
Λαζαρίδου, με την οποία απέκτησε ένα γιο τον Γαβριήλ. Γύρω στο 1967
ξεκίνησε η σταδιακή ψυχική απομάκρυνσή του από τα εγκόσμια και η
καθημερινή του ενασχόληση με τον "Συναξαριστή" του Αγίου Νικοδήμου του
Αγιορείτη, που κράτησε ως το τέλος της ζωής του και σημάδεψε την
μετέπειτα καλλιτεχνική του παραγωγή. Ταξίδεψε στην Ολλανδία, τη Γαλλία,
τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Αγγλία και το Στρασβούργο, (1986 και 1989).
Ως ζωγράφος πήρε μέρος σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής σε
πολλές πόλεις της Ελλάδας και του εξωτερικού (Εμπορικό και Βιομηχανικό
Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (1951), Γαλλικό Ινστιτούτο Θεσσαλονίκης
(1952), γκαλερί "Ζυγός" της Αθήνας (1958), αίθουσα "Τέχνη" (1960 και
1966), όγδοη Πανελλήνια Έκθεση Θεσσαλονίκης (1965), Ινστιτούτο Goethe
της Αθήνας (1969), Κύπρος (1970), Λονδίνο (1971), γκαλερί "Κρεωνίδη"
(1976), γκαλερί "Κοχλίας" (1982), Ιταλία (1984), Εθνική Πινακοθήκη
(1985), Βελλίδειο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης (1985), Κιλκίς (1986),
Βαφοπούλειο Πολιτιστικό Κέντρο (1986) και αλλού). Πέθανε από καρδιακή
ανακοπή το 1993. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1934 με το
μυθιστόρημα "Ανδρέας Δημακούδης (ένας νέος μονάχος)", υπογράφοντας ως
Κοσμάς Σταυράκιος. Από το 1935 άρχισε η μακρόχρονη συνεργασία του με
πολλά περιοδικά και εφημερίδες της Θεσσαλονίκης ("Το 3ο μάτι",
"Μακεδονικές Ημέρες", "Φιλολογικά Χρονικά", "Κοχλίας" -του οποίου υπήρξε
ιδρυτικό μέλος από το 1945-, "Το Φύλλο του Λαού", "Η Δευτέρα", "Ο
Αιώνας μας", "Μορφές", "Σημερινά Γράμματα", "Διαγώνιος", "Ενδοχώρα",
"Ευθύνη", κ.α.), όπου δημοσίευσε πεζογραφήματα, ποιήματα, μεταφράσεις
και άρθρα . Έργα του μεταφράστηκαν στα γαλλικά, ιταλικά, ολλανδικά και
γερμανικά. Τιμήθηκε με τη γαλλική διάκριση Palmes d’ Officier d’
Academie (1952), τον Αργυρό σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα (1971), το
οφφίκιο του Μεγάλου Άρχοντος Μυρεψού της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας
(1971), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1982 για το έργο του
"Πόλεως και νομού Δράμας παραμυθία"), το βραβείο Gottfried - Herder στη
Βιέννη (1989). Το 1988 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Πήρε μέρος σε τηλεοπτικές εκπομπές λόγου και
σε λογοτεχνικές εκδηλώσεις και έδωσε πολλές διαλέξεις στην Ελλάδα και
το εξωτερικό. Το λογοτεχνικό έργο του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη εντάσσεται
τυπικά στη γενιά του ’30 και μάλιστα ανάμεσα στους πρωτοπόρους
συγγραφείς που εισηγήθηκαν τη συνειρμική γραφή υπό την επίδραση του
μοντερνισμού στη νεοελληνική πεζογραφία. Διαχωρίζεται ωστόσο από τους
συγχρόνους του, κυρίως λόγω της έντασης με την οποία οικειοποιήθηκε και
αξιοποίησε τόσο τα σύγχρονά του λογοτεχνικά ρεύματα, όσο και την
παράδοση της νεοελληνικής πεζογραφίας στο πλαίσιο της ορθοδοξίας (όπως
αυτή καλλιεργήθηκε κυρίως από τον Παπαδιαμάντη). Κάποια από τα
χαρακτηριστικά στοιχεία του πολύμορφου έργου του είναι η ευρεία θεματική
του (που πηγάζει από ιστορικά, γεωγραφικά, λογοτεχνικά, θρησκευτικά και
άλλα συμφραζόμενα), η συχνή χρήση του εσωτερικού μονολόγου και της
μεταφοράς με παραπομπές στη βυζαντινή εικαστική τέχνη, η θρησκευτική
προσήλωση και η μεγάλη αγάπη του για τη γενέτειρά του. Για περισσότερα
βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη βλ. Γιώργος Αράγης,
"Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης", στο "Η μεσοπολεμική πεζογραφία· από τον πρώτο
ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939)", τ. Ζ΄, σ. 46-77, Αθήνα:
Σοκόλης, 1993, Γαβριήλ Ν. Πεντζίκης, "Χρονολόγιο Ν. Γ. Πεντζίκη", στο
ένθετο "Επτά Ημέρες" της Καθημερινής, 2/3/1997, σ. 3-7, και ανανεωμένο
στην επετειακή ιστοσελίδα του ΕΚΕΒΙ: http://pentzikis.ekebi.gr, 2008,
Αλέξης Ζήρας, Χρύσανθος Χρήστου, "Πεντζίκης, Νίκος Γαβριήλ", στο
"Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 8, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, 1988, και
Μιχάλης Μερακλής, Ειρήνη Παπακυριακού "Πεντζίκης, Νίκος Γαβριήλ", στο
"Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα: Πατάκης, 2007, σ. 1771-1772.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.). Σε ένα "τυπικό" κείμενο που μας παραδόθηκε, ο συγγραφέας αυτοβιογραφείται ως εξής:
"Γεννήθηκα
στα 1908. Πήγα σχολείο μονάχα στην Στ' Δημοτικού, διδαχθείς κατ' οίκον.
Oι οικοδιδάσκαλοί μου, μού εμφύτευσαν την αγάπη στη γεωγραφία και το
δημοτικό τραγούδι. Δεκατεσσάρων χρονών έγραψα μια Παγκόσμια Γεωγραφία.
Eν συνεχεία άρχισα να γράφω εκφραζόμενος προσωπικά πάνω στο σχήμα "H
Λαφίνα" και του "Kίτσου η μάνα". Θαύμαζα τον Kαρκαβίτσα για το ότι
μνημόνευε και εκμεταλλευόταν πάρα πολλές παραδόσεις μας. Φοιτητής στο
Παρίσι, η Νορβηγική και γενικότερα η Σκανδιναβική Συμβολιστική
λογοτεχνία μ' επηρέασε και άρχισα να κινούμαι σε άλλο επίπεδο. Tότε ήταν
που διάβασα και το θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο "Έξι πρόσωπα
ζητούν συγγραφέα". Στο Στρασβούργο, συνεχίζοντας τις σπουδές μου, μου
επεβλήθη ο Γάλλος Kλωντέλ. Aπό το 1936 και μετά, πέρασα σε άλλον κόσμο
με τους Bυζαντινούς χρονικογράφους. Aπό τους αρχαίους Έλληνες, επειδή
ποτέ δεν υπήρξα ευφυής και έξυπνος, εκτός από τον Πίνδαρο και προπαντός
τον Όμηρο, σε κανέναν άλλον απάνω δεν στηρίχτηκα. Mιας εξ αρχής η τάση
μου ήταν μυθικής και παραμυθικής ερμηνείας των εγκοσμίων. Tα βιβλία που
εξέδωσα, ορίζουν σειρά συναισθηματικών απογοητεύσεων. Aυτό άλλωστε μ'
έκανε ολοένα και φανατικότερο υπηρέτη και μιμητή των Βυζαντινών
συγγραφέων. Aπό το 1967 καθημερινά εργάζομαι πάνω στο συναξαριστή του
Aγίου Nικοδήμου του Aγιορείτου. Έκανα μια μικρή, μεσαία και μεγάλη
περίληψη του Συναξαριστή. Aπό τότε μέχρι σήμερα, ό,τι κι αν επιχειρώ να
γράψω, βασίζεται στην αριθμητική και ψηφαριθμητική επεξεργασία του
συναξαρίου της ημέρας. Tα βιβλία μου που κυκλοφόρησαν (και πρέπει να
σημειωθεί ότι εκδότης σπάνια δεχόταν να μου εκδώσει βιβλίο και πολύ
περισσότερο διευθυντής περιοδικού να δημοσιεύσει κείμενό μου) είναι: Ο
"Aνδρέας Δημακούδης", το πρώτο μου μυθιστόρημα. Στον "Aνδρέα Δημακούδη"
δίνεται μια εικόνα της ερωτικής απαλλοτριώσεως του εγώ. Στον "Πεθαμένο
και ανάσταση", το απαλλοτριωμένο και νεκρό εγώ ανασταίνεται χάρις σε
στοιχεία επαφής με τον τόπο. Aρχινώ ταυτόχρονα τότε να καταγίνομαι με τη
ζωγραφική. Mε τον Στρατή Δούκα, τον Παπαλουκά και τον
Xατζηκυριάκο-Γκίκα, διδασκόμενος. Στην ποιητική συλλογή "Eικόνες" το
νόημα αποδίδεται με τη φράση: "H αγάπη πρέπει να μας μάθει και τα
κόπρανα ν' αγαπάμε του άλλου". H "Πραγματογνωσία", περιγράφει τα
γεγονότα ενός γάμου, μιας πεντάμορφης νεαράς κόρης, μ' έναν
σαραβαλιασμένο, με το 'να πόδι ξύλινο, ναυτικό. H "Aρχιτεκτονική της
σκόρπιας ζωής" είναι μια προσπάθεια μνημικής ταύτισης ζώντων και νεκρών.
Tο "Mυθιστόρημα της Kυρίας Έρσης" γράφτηκε όταν είχα πια παντρευτεί.
Aπό το 1969 και μετά, χάρις στην προβολή που μου έκανε στο Γερμανικό
Iνστιτούτο Γκαίτε ο κ. Σαββίδης, άρχισαν να βγαίνουν συχνά τα βιβλία
μου. Συλλογή διηγημάτων αποτελεί η "Συνοδεία"· η "Mητέρα Θεσσαλονίκη",
είναι κείμενα σε πεζό, με κέντρο την αγάπη μου για την πόλη που
γεννήθηκα και ζω. Tο "Προς εκκλησιασμό" είναι μια σειρά ομιλιών,
χαρακτηριστική της προσπάθειάς μου για ένταξη στην εκκλησία. Σε ανάλογο
επίπεδο, όχι όμως θεωρητικό, κινούνται οι "Σημειώσεις εκατό ημερών" και
τα "Oμιλήματα". Στο "Aρχείον" που είναι ένα βιβλίο εμμέσου έρωτος, η
έννοια του χρόνου καταλύεται και οριστικά θεμελιώνεται η εσωτερική μου
μυθολογία. Mια εικόνα μυθολογικής αντιλήψεως είναι τέλος το βιβλίο μου,
"Πόλεως και Nομού Δράμας παραμυθία"."
Η «ποίηση στην
εποχή της εκποίησης» είναι ομάδα ποιητών που πιστεύουν ότι η ποίηση δεν
είναι μόνο προσωπική υπόθεση. Δημιουργήθηκε τον Μάιο του 2010 και από
τότε έχει διοργανώσει πλήθος ποιητικών εκδηλώσεων.
Έχει συμμετάσχει σε εκθέσεις, φεστιβάλ, παρεμβάσεις στο δημόσιο χώρο.
Είχε παρέμβαση στο κίνημα του Συντάγματος το 2011. Επιμελείται την
ομώνυμη εκπομπή ποίησης κάθε Κυριακή στις 8.00μμ στον 94FM και έχει
εκδώσει ανθολογία ποιημάτων των μελών της (2013). Είναι από τους
βασικούς εμπνευστές και διοργανωτές της «Γιορτής της Ποίησης» (Δονούσα,
Αύγουστος 2015). Στη δράση της ομάδας η προσωπική δημιουργία πλέκεται με
τη συλλογική και το ζητούμενο δεν είναι μια ποίηση για την εποχή, αλλά η
ποίηση στην εποχή της, λόγος και πράξη μαζί.
Ο Μιχάλης Κατσαρός είναι μία εντελώς ιδιόρυθμη περίπτωση στο χώρο της
ποίησης.
Γεννήθηκε το 1920 στην Κυπαρισσία Μεσηνίας και 16 χρονών μπήκε
πρότακτος στην αεροπορία, όπου τον βρήκε ο πόλεμος. Στην Κατοχή
προσχώρησε στην αντίσταση, και μάλιστα σε διαδήλωση στην Αθήνα θεάθηκε
με ταινία στο στήθος που έγραφε "αεροπορία του ΕΛΑΣ".
Συμμετείχε στα Δεκεμβριανά και είναι γνωστό το επεισόδιο γνωριμίας
του με έναν άλλο -τότε- Ελασίτη:
Ο Κατσαρός ήταν στά χαρακώματα όρθιος κι αγνάντευε, φορώντας μια
μπέρτα ιταλική, λάφυρο του Αλβανικού. Ενας άλλος που έκανε έρπειν για
να δή που πάνε τα Εγγλέζικα τάνκς τον βλέπει και του φωνάζει:
-Τί κάνεις εκεί,συναγωνιστή, θα μας σκοτώσουν.Ο Κατσαρός τον κυτάει
υπεροπτικά:
-Μπά! Και ποιός είσαι εσύ συναγωνιστή;
-Μίκης Θεοδωράκης, διοικητής ΕΛΑΣ νέας Σμύρνης. Κι εσύ;
-Μιχάλης Κατσαρός, ποιητής.
Ήταν ιδιόρυθμος τύπος.Μετά τηνεπελευθέρωση δούλεψε -πριν τον
πετάξουν έξω (με βία, με σπρωξίματα και κλωτσιές)από το γραφείο του ως
αριστερό-στο Ραδιοφωνικό σταθμό ενόπλων δυνάμεων. Μνημειώδη ήταν τα
σαρδαμ-φάρσες που έκανε όταν εκφωνούσε ειδήσεις.
Σε μια περιοδεία της Φρειδερίκης σε έκθεση είχε πεί:
-Η βασσίλισσα Φρειδερίκη συνεχίζει την περίοδόν
της στις αίθουσες της εκθέσεως.
Στην αρχή τα ποιήματά του κέρδισαν τον έπαινο των αριστερών.
Μέχρι που εξέδοσε το " Κατά Σαδδουκαίων".
Ήταν από τους πρώτους που κατάλαβαν τις σταλινικές διαστρεβλώσεις της
αριστεράς και με ποιητικό τρόπο κατέθεσε τις προσωπικές του απόψεις του
μέσα στη τις συλλογή αυτή.
Αυτό ήτανε. Η κομματική ιεραρχία τον έθαψε 20 χρόνια. Και βρέθηκε
κυνηγημένος και από το κράτος και απομονωμένος από την αριστερά.
Ο κόσμος των ανένταχτων αριστερών και των αυτόνομων τον ξανα-ανακάλυψε
στο τέλος της Δικτατορίας και τον αγάπησε καν έναν προφήτη- επαναστάτη-
ποιητή που έδινε στους απογοητευμένους από το χάλι του Σταλινισμού,
ελπίδα.
Πέθανε το 1998.
ΚΑΙ ΛΙΓΗ ΑΥΤΟΜΟΡΦΩΣΗ
1.ΣΤΟ ΝΕΚΡΟ ΔΑΣΟΣ
Στο ποίημα αυτό που διαβάζει ο ίδιος είναι αποτυπωμένα τα στναισθήματα
κάποιου που πίστεψε στην επανάσταση, είδε την κατάληξή της στη Ρωσία,
αλλά δεν υποτάχτηκε στη νέα εξουσία, ούτε έχασε την ελπίδα του. Σκέφτεται
μόνο "Πως θα ξαναβαφτίσουμε τις πυρκαιές ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΟΒΙΕΤ ΕΞΟΥΣΙΑ
Οι Βησιγότθοι είναι αρχικά για τη σταλινική ηγεσία της αριστεράς ,για
τις γελοιότητες του σταχανοβισμού( "η εργάτρια Ντούμπιοβα παρήγαγε 15000
ποτήρια) αλλά και για οποιονδήποτε γλύφτη της εξουσίας -και γιαυτό
θεωρείται ποίηση και όχι μπροσούρα. Εδω υπάρχει το ''Υπάρχουν
προυποθέσεις για μιά καινούρια άνοιξη"
που παλιότερα το γράφανε σα συνθημα στους τοιχους.
Αυτό το επόμενο είναι το Αντισταθείτε που όταν δημοσιεύτηκε οι
"κριτικοί" της επίσημης αριστεράς το λογόκριναν -,χωρίς να τον ρωτήσουν
. Και ο Κατσαρός απάντησε με το Υστερογραφο, που τελειώνει με το : "ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΝΑΠΗΡΗ ΠΑΛΙ ΣΟΥ ΤΑΖΟΥΝ"
Αντισταθείτε σ’
αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε
σ’ αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι και λέει: Δόξα σοι ο Θεός .
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πoλυκατοικιών στον
κοντό άνθρωπο του γραφείου στην εταιρεία εισαγωγαί- εξαγωγαί στην
κρατική εκπαίδευση στο φόρο σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
σ’ αυτόν που χαιρετάει απ’ την εξέδρα ώρες ατέλειωτες τις
παρελάσεις σ’ αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει έντυπα αγίων
λίβανον και σμύρναν σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
πάλι σ’ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι στον πρόεδρο του Εφετείου
αντισταθείτε στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες σ’ όλα
τ’ ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε πίνουν καφέδες σύνεδροι
συμβουλατόροι σ’ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή δίπλα
στη χειμωνιάτικη θερμάστρα στις κολακείες τις ευχές τις τόσες
υποκλίσεις από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.
Αντισταθείτε
στις υπηρεσίες των αλλοδαπών και διαβατηρίων στις φοβερές σημαίες
των κρατών και τη διπλωματία στα εργοστάσια πολεμικών υλών σ’
αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια στα θούρια στα γλυκερά
τραγούδια με τους θρήνους στους θεατές στον άνεμο σ’ όλους
τους αδιάφορους και τους σοφούς στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ αντισταθείτε.
Τότε
μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την Ελευθερία.
Μετά τη λογοκρισία (η αυτολογοκρισία που λένε οι ίδιοι , ο Μ.Κ
ανάγκάστηκε να στείλει την απάντησή του με ποιημα πάλι:
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ
Η διαθήκη μου πρίν διαβαστεί-καθώς
διαβάστηκε- ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο. Πριν
διαβαστεί οχι οι κληρονόμοι που περίμεναν αλλά
σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια. Η
διαθήκη μου για σένα και για σε χρόνια
καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπα από
γραφιάδες, πονηρούς συμβολαιογράφους. Αλλάξανε
φράσεις σημαντικές ώρες σκυμμένοι πάνω της
με τρόμο. Εξαφανίσανε τα μέρη με τους
ποταμούς τη νέα βουή στα δάση τον
άνεμο τον σκότωσαν –Τώρα καταλαβαίνω πιά
τι έχασα. Ποιός είναι αυτός που πνίγει. Και
συ λοιπόνστέκεσαι έτσι βουβός με τόσες
παραιτήσεις από φωνή από
τροφή από άλογο από
σπίτι. Στέκεις απαίσια βουβός σαν
πεθαμένος:
Η αφορμή είναι σχεδόν προσχηματική: αυτό τον μήνα (8 του Φλεβάρη, το
1828) είχε γεννηθεί ο Γάλλος συγγραφέας Ιούλιος Βερν (θάνατος: 1905).
Τίποτα στρογγυλό, συμφωνώ, μα εμένα ένας σκέτος Φλεβάρης μού φτάνει.
Κλακέτα, πάμε.
Δεκαετία του ’60, Αθήνα, είμαι 10 ή 11 χρονώ. Η «υπόγα» του Νασιώτη
(«Κήπος του βιβλίου», Ηφαίστου, Μοναστηράκι – έκλεισε πριν από ελάχιστα
χρόνια) στις δόξες της: ο Νασιώτης, η γυναίκα του, τα παιδιά τους μικρά,
η μαύρη γατούλα τους, η σόμπα με τα μπουριά, ο αχανής χώρος. Κατεβαίνω
με τον πατέρα μου και φεύγουμε με τρεις Βερν: «Τύχαι τριών Αγγλων και
τριών Ρώσων εις την Νότιον Αφρικήν», «20.000 λεύγαι υπό την θάλασσαν»
και τη μεγαλειώδη «Μυστηριώδη Νήσο», όλα σε μεσοπολεμικές εκδόσεις.
Γνωρίζω ήδη τον συγγραφέα από τις εκδόσεις «Αστήρ – Παπαδημητρίου»,
αυτές με το κόκκινο σκληρό εξώφυλλο, που είχαν τεράστια διάδοση τις
δεκαετίες ’50-’80. Από την Α΄ Δημοτικού ήδη, έχω διαβάσει την «Πλωτή
Πολιτεία». Αλλά μ’ αυτές του Σιδέρη «it was love at first sight», για να
θυμηθούμε πώς αρχίζει το «Catch-22». Γιατί αυτά τα βιβλία -και άλλα της
ίδιας σειράς που απόχτησα αργότερα- ήταν μεγαλόσχημα, είχαν
επικολλημένες θαυμάσιες πολύχρωμες εικόνες πάνω στο σκληρό τους εξώφυλλο
(τονίζω: επικολλημένες με το χέρι εκ των υστέρων, όχι τυπωμένες) και
κυκλοφορούσαν «κατά μετάφρασιν Αλεξάνδρου Σκαλίδου».
Αυτά με μυήσανε στην καθαρεύουσα. Κι έμαθα μια για πάντα τον εντυπωσιακό
διάλογο, με τον οποίο αρχίζει η «Μυστηριώδης Νήσος» (τον οποίο έχωσα
στο καινούργιο μυθιστόρημά μου που κυκλοφόρησε προχτές):
Είναι ή δεν είναι μοντέρνα αρχή για βιβλίο υψηλού επιπέδου; Νομίζω ότι η
απάντηση είναι φανερή. Και μ’ αρέσει να θεωρώ ότι αυτόν, τον μηχανικό
και εφευρέτη Κύρο Σμιθ του Βερν που πέφτει με τους συντρόφους του
ναυαγός με το αερόστατό τους σ’ ένα ερημονήσι, αυτόν τον Κύρο, λέω, είχε
στο μυαλό του όποιος μετέφρασε τον εφευρέτη Gyro Gearloose του Ντίσνεϊ
(δηλαδή του Καρλ Μπαρκς) σε «Κύρο Γρανάζη». Ο Αρης Τερζόπουλος ίσως –
δεν ξέρω. Se non é vero, «λαμπρά ταιριάζουν όλα» – κι ας ελπίσουμε πως
κάποτε θα ξαναβγεί το «Μίκι Μάους».
Προχωρώ. Πέρα από τα σημαντικά ζητήματα τα σχετικά με την προσωπικότητα
και το έργο του μεγάλου Γάλλου (επιβίωση των θεατρικών του έργων, σχέση
με τον εκδότη, συνδυασμός δημοκρατικών θέσεων στο έργο με συντηρητικές
σ’ ένα μεγάλο μέρος της ζωής, ποσοστό επέμβασης του Μισέλ Βερν στα
βιβλία του πατέρα του κ.λπ.), υπάρχουν τρεις τουλάχιστον σοβαρές
παρεξηγήσεις σχετικές με τον Βερν: ότι έγραψε αποκλειστικά για παιδιά,
αποκλειστικά επιστημονική φαντασία και ότι είναι άτεχνος (σχηματικός,
σοβαροφανής και παρεκβατικός).
Το πρώτο μπορεί να στέκεται για το «Καίσαρ Κασκαμπέλ» ή το «Μιχαήλ
Στρογκόφ»· όποιος όμως διαβάσει τα τρία που πρωτοανέφερα (στη δημοτική
πια!), τον «Ροβύρο τον Κατακτητή», το «Από τη Γη στη Σελήνη» και ιδίως
τη «Σφίγγα των πάγων» (που συνεχίζει επάξια το μυθιστόρημα «Διήγηση του
Αρθουρ Γκόρντον Πιμ από τη Ναντακέτ», του Ε. Α. Πόε), τους «Ναυαγούς του
Ιωνάθαν» ή τα εντελώς μελλοντολογικά του («Μια μέρα ενός Αμερικανού
δημοσιογράφου» κ.λπ.) θα δει ότι αυτό δεν ισχύει. Οπως δεν ισχύει,
άλλωστε, για δύο άλλους μεγάλους του ίδιου καιρού: τον Λιούις Κάρολ και
τον Μαρκ Τουέιν.
Το δεύτερο: είναι σωστό, αλλά είναι επίσης μισή αλήθεια. Ναι, ο Βερν
είναι ίσως ο λαμπρότερος από τους συγγραφείς που εκφράσανε τη Β΄
Βιομηχανική Επανάσταση με προεκτάσεις επιστημονικής φαντασίας. Ωστόσο
πολλά έργα του δεν έχουν καμιά σχέση με την επιστήμη (π.χ. «Ο πιλότος
του Δούναβη») ή απλά αξιοποιούν κάποιο μη φανταστικό επιστημονικό
στοιχείο (π.χ. «Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες).
Το τρίτο, σχηματικός δεν είναι: οι χαρακτήρες του είναι ολοζώντανοι και
οι δραματικές του κορυφώσεις συνήθως πετυχημένες. Σοβαροφάνεια πάλι,
γιατί, τη στιγμή που το χιούμορ αποτελεί σταθερά σχεδόν όλων των βιβλίων
του; Οσο για τις παρεκβάσεις του, ενίοτε με διδακτισμό, πείτε μου ένα
μεγάλο λογοτεχνικό έργο που να μην τις έχει.
Στο δρόμο, που το πλήθος τρέχει αδιάφορο
για κάθε ωραίο, αγάλι επερπατούσες,
έμοιαζες σα να σε ύψωνε πνοή
και τίποτα σα να μην εμισούσες.
Το βήμα σου απαλό σαν Απολύτρωση
κι η όψη σου ολόασπρη σαν κρίνο
κι έπεφτε η λάμψη της ματιάς κι εφάνταζε
το γαληνό χαμόγελό σου εκείνο!
Ένας ιερεύς κάποιας θρησκείας απόκοσμης
ή από του Βελασκέζ το θείο χρωστήρα
ζωγραφισμένος Ανδαλούσιος άρχοντας,
πρόβαινες μέσ’ την ανθρωποπλημμύρα.
Στον πολυθόρυβο το δρόμο ένα πρωί σ’ αντίκρυσα
όραμα πράο, άυλο, της αγιωσύνης
και στην ψυχή μου απόμεινες σαν είδωλο
μιας αιθερίας, ονειρευτής γαλήνης.
(από τα Άπαντα, Εκδόσεις Γκοβόστη 1939)
Εργοβιογραφικά στοιχεία
Ο ποιητής Ρώμος Φιλύρας, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ιωάννη Οικονομόπουλου,
γεννήθηκε το 1888 στο Κιάτο της Κορινθίας, αλλά μεγάλωσε στον Πειραιά.
Πήρε μέρος στους Bαλκανικούς πολέμους και στη συνέχεια ασχολήθηκε με τη
δημοσιογραφία. Στο μεταξύ, άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα
ανίατης αρρώστιας, που επηρέασαν τα λογικά του. Εισήχθη το 1927 στο
Δρομοκαΐτειο, όπως και οι ποιητές Γ. Βιζυηνός και Μ. Μητσάκης, όπου και
πέθανε το 1942. Πριν εγκλειστεί στο ψυχιατρείο, είχε δημοσιεύσει τις
συλλογές Ρόδα στον αφρό (1911), Γυρισμοί (1919), Οι ερχόμενες (1920),
Κλεψύδρα (1921), Ο πιερρότος (1922), Θυσία (1923) και το πεζό Ο
θεατρίνος της ζωής (1916). Τα Άπαντά του δημοσιεύτηκαν το 1939 με
κριτική εισαγωγή και επιμέλεια του Αιμίλιου Χουρμούζιου6 . Κάποια από τα
ποιήματα που ο Φιλύρας έγραφε στα φωτεινά διαλείμματα του
Δρομοκαϊτείου, τα ποιήματα της Διασποράς όπως ονομάστηκαν, έχουν
συγκεντρωθεί από τον Τ. Κόρφη στο βιβλίο του Ρώμος Φιλύρας (1974) μαζί
με το πεζό έργο του «Η ζωή μου στο Δρομοκαΐτειο». Όμως, πολλά χειρόγραφά
του ποιητή ίσως έχουν χαθεί για πάντα.
Η ποίηση του Φιλύρα διακρίνεται για τον σπάνιο και πηγαίο λυρισμό της.
Βρίσκεται σ’ έναν διαρκή μετεωρισμό μεταξύ πραγματικότητας και
φαντασίας, με τάση προς την εξιδανίκευση και τον αυτοσχεδιασμό. Ο
Βάρναλης τον χαρακτήριζε ως τον Ρεμπό της Ελλάδας (Παπακώστας, 2006:
65). Τα ποιήματά του αφήνουν «τη γεύση του κλαυσίγελου, σα να παίζει
μεταξύ σοβαρού και αστείου» (Στεργιόπουλος, 1980: 255). Ο Φιλύρας δε θα
μπορούσε να χαρακτηριστεί συμβολιστής με την αυστηρή έννοια (Αράγης,
2006: 305), γιατί το έργο του θεωρείται πρωτοποριακό για την εποχή του·
είναι από τους πρώτους, μαζί με τον Καρυωτάκη, που άνοιξαν τον δρόμο
προς τον Μοντερνισμό.
Η κριτική για το έργο του
Η νεωτερικότητα του Φιλύρα
«Σε κάθε ποίημα του Φιλύρα […] υπάρχει το βασικό θέμα που, πολλές φορές,
δεν είναι καν θέμα αλλά ένα όνομα (γυναίκας ή ακόμα και τόπου) και μια
χειμαρρώδης ανάπτυξη, οδηγημένη από τη διάθεση του ποιητή σε
απρόβλεπτους δρόμους και κατευθύνσεις. Εικόνες που διαδέχονται άλλες
εικόνες, αταίριαστες επιφανειακά κι όμως μυστικά ενωμένες, φορτισμένες
λέξεις κοντά σε κοινές, ασήμαντες, σπάνιες, καταπληκτικές ρίμες κοντά σε
συνηθισμένες, διασκελισμοί στίχων και στιχουργικά σφάλματα για την
καθιερωμένη τότε στιχουργική. Το ποίημα πάλλεται, κυματίζει από μια
εσωτερική θύελλα που μπορεί, βέβαια, να σιγάσει απρόοπτα ή να κορυφωθεί
σ’ έναν χαλασμό. Έτσι, συγκρινόμενοι οι στίχοι του με τους στίχους άλλων
ποιητών της εποχής του υστερούν σε τεχνική ή —καλύτερα— διαφέρουν […].
Στίχοι γραμμένοι θα ’λεγες σαν ακανόνιστα κύματα με ξαφνικά ξεσπάσματα ή
ασταθή βηματισμό, που πηδηχτά προχωρούν με μια παράδοξη σύνταξη,
γεμάτοι εκρηκτικότητα, έτοιμοι να σπάσουν τα καθιερωμένα. Ο ποιητής
φαίνεται ν’ ασφυκτιά στα παλιά σχήματα και θέλει να τα θρυμματίσει·
ακολουθώντας δικούς του δρόμους μέσα στην παράδοση, που δεν μπορούσε,
όμως, να την παραμερίσει, πλησιάζει, περισσότερο ίσως απ’ όλους τους
ποιητές της εποχής του, το μοντέρνο».
(Τάσος Κόρφης, 1974, Ρώμος Φιλύρας. Συμβολή στη μελέτη της ζωής και του έργου του, Αθήνα: Πρόσπερος, σελ. 15-16)
Νέος ιστότοπος της Εταιρείας Συγγραφέων (www.authors.gr)
Καλαίσθητος,
σύγχρονος και με πλούσιο υλικό για τη ζωή, το έργο και τη δράση των
μελών της, ο νέος ιστότοπος της Εταιρείας Συγγραφέων (www.authors.gr)
σηματοδοτεί μια αναβαθμισμένη μετάβαση των Ελλήνων συγγραφέων στο
ψηφιακό σύμπαν του διαδικτύου μέσω της Εταιρείας Συγγραφέων, με
προσωπικές σελίδες για τον καθένα χωριστά, αλλά και με πλούσιο
οπτικοακουστικό υλικό για εκδηλώσεις και δράσεις στις οποίες
συμμετέχουν.
Στοwww.authors.gr,
ο επισκέπτης μπορεί να αναζητήσει τον συγγραφέα που τον ενδιαφέρει είτε
με το όνομά του, είτε με το/α λογοτεχνικό/ά είδος/η που διακονεί. Η
σελίδα κάθε συγγραφέα είναι αυτόνομη, και παρουσιάζει στοιχεία που ο
ίδιος επιλέγει να δημοσιοποιήσει. Οι περισσότεροι συγγραφείς παρέχουν
εργοβιογραφία, φωτογραφία τους και επιλεγμένες σελίδες από το έργο τους.
Στις κεντρικές σελίδες του ιστότοπου παρέχονται χρήσιμες πληροφορίες, συνδέσεις (links)
και βίντεο για το βιβλίο και τους συγγραφείς στην Ελλάδα και στο
εξωτερικό, τα ηλεκτρονικά περιοδικά που εκδίδονται από μέλη της
Εταιρείας, καθώς και για οτιδήποτε έχει σχέση με δραστηριότητές της
(εκδόσεις, εκδηλώσεις, ανακοινώσεις κλπ.).
Στην
κατηγορία «ΤΑ ΜΕΛΗ ΜΑΣ» εμφανίζονται όλα τα εν ζωή μέλη της εταιρείας,
ενώ υπάρχει δυνατότητα επιλογής από τις υποκατηγορίες: ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΛΗ,
ΜΕΛΗ, ΕΠΙΤΙΜΑ ΜΕΛΗ, ΑΝΤΕΠΙΣΤΕΛΛΟΝΤΑ ΜΕΛΗ και, προσεχώς, η υποκατηγορία
ΕΚΛΙΠΟΝΤΑ ΜΕΛΗ, καθώς ο ιστότοπος διαρκώς εμπλουτίζεται. Επίσης, ο
επισκέπτης μπορεί να επιλέξει από τις κατηγορίες: ΠΟΙΗΣΗ, ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ, ΘΕΑΤΡΟ, ΔΟΚΙΜΙΟ-ΚΡΙΤΙΚΗ, ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ και ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ.
Παράλληλα, ετοιμάζεται η εκδοχή του ιστότοπου στα αγγλικά, η οποία θα αναρτηθεί σε λίγο καιρό.
Ταυτότητα: Η Εταιρεία Συγγραφέων (HellenicAuthors' Society)
είναι μη κερδοσκοπικό σωματείο που συστήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1981.
Γενικός σκοπός είναι να ενεργεί ως σύνδεσμος μεταξύ των μελών της και να
υπερασπίζεται την ελευθερία της έκφρασης.
Οδός Κοδριγκτώνος 8
Τα Γραφεία τηςΕταιρείας Συγγραφέων είναι εγκατεστημένα σε έναν ιστορικό χώρο. Το διαμέρισμα της οδού Κοδριγκτώνος 8,
απέναντι από το πεδίο του Άρεως, από το οποίο έχουν περάσει ιστορικές
φυσιογνωμίες της ελληνικής λογοτεχνίας και της πολιτικής, υπήρξε
ιδιοκτησία της συγγραφέως Διδώς Σωτηρίου και του ανιψιού της Νίκου Μπελογιάννη, γιου του Νίκου Μπελογιάννη και της Έλλης Παππά. Η Διδώ Σωτηρίου και ο Nίκος Μπελογιάννης, δώρισαν το διαμέρισμα στο Υπουργείο Πολιτισμού, με όρο να διατεθεί ως μόνιμη στέγη της Εταιρείας Συγγραφέων.
Πατώντας στο πλήκτρο «ΚΟΔΡΙΓΚΤΩΝΟΣ 8», θα εμφανίζεται, για λίγο ακόμη, ο παλαιότερος ιστότοπος (www.dedalus.gr)
που, σταδιακά, καταργείται ενώ, σύντομα, θα εμφανίζονται, υπό μορφήν
αρχείου, μόνο οι πληροφορίες που φιλοξενήθηκαν από τη δημιουργία του
ιστότοπου έως σήμερα, χωρίς τις επιμέρους υποκατηγορίες (μέλη κλπ.).
Χορηγοί της Εταιρείας Συγγραφέων είναι ο ΟΣΔΕΛ και τα Ιδρύματα Κώστα & Ελένης Ουράνη και Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών.
Η ποίηση δε μας αλλάζει τη ζωή
το ίδιο σφίξιμο, ο κόμπος της βροχής
η καταχνιά της πόλης σα βραδιάζει
Δε σταματά τη σήψη που προχώρησε
δε θεραπεύει τα παλιά μας λάθη
Η ποίηση καθυστερεί τη μεταμόρφωση
κάνει πιο δύσκολη την καθημερινή μας πράξη
Γήπεδο στο Κιέρι
Όσοι στεγάστηκαν στη μεθυσμένη μου
ψυχή καθώς γυρεύαν
σπίτι μοναχικό, οικόπεδο απερίφραχτο ή δρόμο
χορταριασμένο σ’ εργατούπολη, απόψε θα με βρούνε
σα να ξεχάστηκα μες στο μεγάλο γήπεδο. Τώρα
που βρέχει με το απόβραδο κι η πόλη χαλαρώνει
τους αργαλειούς, το γήπεδο αθόρυβα απλώνει
μια θάλασσα ψαλιδισμένη, την πρασιά του. Χώμα και ήχοι
απάτητοι χωνεύουν τη βροχή. Όλα γυρίζουν
εκεί που δεν αρχίνησαν ποτέ, μες στην αγάπη
Κάποτε το φαντάζομαι το γήπεδο στο Κιέρι
να γίνεται μια πρώιμα θαμμένη αρετή κι η αποθέωση
της καλαθόσφαιρας απ’ τις κερκίδες ώς τους παίκτες
να στίβεται στο σούρουπο καθώς όλα γυρίζουν
εκεί που δεν αρχίνησαν ποτέ, μες στην αγάπη
Είναι ένα γήπεδο που βρέχεται και με στεγάζει
Ερείπια της Παλμύρας
Όσο περνά ο καιρός και κάνω ένα
προχώρημα
βαθύτερο μες στην παραδοχή, τόσο καταλαβαίνω
γιατί βαραίνεις κι αποχτάς τη σημασία
που δίνουν στα ερείπια οι άνθρωποι. Εδώ που όλα
σκουπίζονται, τα μάρμαρα κι οι πέτρες κι η ιστορία
μένεις εσύ με την πυρακτωμένη σου πνοή για να θυμίζεις
το πέρασμα ανάμεσα στην ομορφιά, τη μνήμη
εκείνου που εσίγησε ανεπαίσθητα εντός μου
σφαδάζοντας στην ίδια του κατάρρευση κι ακόμα
τους άλλους που ανύποπτοι μες σε βαθύν ύπνο διαρρέουν
Όσο περνά ο καιρός και προχωρώ βαθύτερα
στο ακίνητο φθινόπωρο που μαλακώνει πλένοντας
με φως τα πεζοδρόμια, τόσο βλέπω
στη χρυσωμένη δωρεά του ήλιου μια εγκατάλειψη
για όσα περιμένω και δεν πήρα, για όσα
μου ζήτησαν κι αρνήθηκα μη έχοντας, για όσα
μοιράστηκα απερίσκεπτα και μένω
ξένος και κουρελιάρης τώρα
Μα όταν
μες στη θρυμματισμένη θύμηση αναδεύω
ερείπια, βρίσκω απόκριση βαθιά, γιατί τα μάρμαρα
κι οι πέτρες κι η ιστορία μένουν για να θυμίζουν
το πέρασμά σου ανάμεσα στην ομορφιά – απόκριση
για όσα περιμένω και δεν πήρα
Ο χωρισμός
Και τώρα έρχεται η ατέλειωτη νύχτα
Το καλοκαίρι ξέφτισε τα πούπουλά του στις γωνιές του δρόμου
και στις ακρογιαλιές γυρίζεις ακόμα μισόγυμνος εσύ
πάνω στ’ αχνάρια των πουλιών που έφυγαν
σφίγγω τα χείλη μου, φιλώ ευλαβικά τα χέρια σου
αντίλαλος μες στα μαλλιά από σάπιο μήλο
το καλοκαίρι κύλησε κι εμείς χωρίζουμε
Πρίγκηπα, δε μιλάς και λέω η ώρα
αργεί ακόμα. Βάζω το χέρι στον ώμο σου
και λέω στ’ αποκαΐδια των ζεστών σπιτιών που υπήρξαμε
είσαι ακόμα ένας χτύπος αγάπης
στη μαλακή φωνή σου τρέμει η ελπίδα μου
για σένα ζω τη σκοτεινιά μιας άνοιξης που παραπαίει
λέω αυτό το σώμα είναι η καρδιά μου σωστή
Μ’ αφήνεις, Άρχοντα. Το καλοκαίρι έφυγε. Η βουή
της φθινοπωρινής θάλασσας αργά σταλάζει
το τέλος που είναι πάντα πνεύμα και δάκρυ
φωτεινός στρόβιλος, ήχος καθάριου νερού, εγκαρτέρηση
πως έτσι θα πάνε όλα ώς το τέλος. Ιδωμένα
σ’ ένα καινούριο όραμα που μας μεθάει
εκβιάζει άσκοπα λόγια και μικρές κραυγές
μας κάνει αδέρφια
Η ποίηση δεν μας αλλάζει, Γήπεδο στο Κιέρι, Ερείπια της Παλμύρας -
Ο
Νίκος Ασλάνογλου (το ψευδώνυμο Αλέξης διάλεξε στα εφηβικά του χρόνια
από τον ομώνυμο ήρωα του Ντοστογιέφσκι στο έργο του Ταπεινοί και
καταφρονεμένοι) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς του ήταν πρόσφυγες
από τη Μικρά Ασία. Τέλειωσε το πειραματικό σχολείο του Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης (1949), όπου στη συνέχεια σπούδασε γαλλική φιλολογία. Γύρω
στο 1950 (μετά το θάνατο του πατέρα του) ανέλαβε συνδιευθυντής (μαζί με
το γαμπρό του Βασίλη Φράγκο) στην εριουργία Μάκερ, που χρεοκόπησε λίγο
αργότερα. Στη συνέχεια έφυγε στη Γαλλία και την Αίγυπτο και συνέχισε τις
σπουδές του στα Πανεπιστήμια Καΐρου και Αιξ - αν Προβάνς. Εργάστηκε ως
βιβλιοθηκάριος στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ως καθηγητής σε
φροντιστήριο ξένων γλωσσών, ως επιστημονικός συνεργάτης στην
Αρχιτεκτονική Σχολή Θεσσαλονίκης και μετά το 1980, οπότε εγκαταστάθηκε
στην Αθήνα, ως επιμελητής και λογοτεχνικός σύμβουλος στον εκδοτικό οίκο
Ευσταθιάδη. Το 1951 ίδρυσε από κοινού με τον Κ.Κατσανό το περιοδικό
Σκέψη, που κυκλοφόρησε ένα μόνο τεύχος, στο οποίο ο Ασλάνογλου
δημοσίευσε το πρώτο του δοκίμιο, με τίτλο Θάνατος και γέννηση στην
ποίηση του Γιώργου Θέμελη. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με
την πολυγραφημένη έκδοση του έμμετρου θεατρικού μονοπράκτου έργου
Θάλασσα και συγχρονισμός, απόσπασμα του οποίου δημοσίευσε το 1953 στις
σελίδες του φοιτητικού περιοδικού Πυρσός. Στο ίδιο περιοδικό υπήρξε
επίσης μέλος της συντακτικής επιτροπής (1953-1955) και δημοσίευσε οχτώ
ακόμη ποιήματα. Βασικό στέλεχος του περιοδικού του Ντίνου
Χριστιανόπουλου Διαγώνιος (1958-1962), συνεργάστηκε επίσης με τα
περιοδικά Διάλογος, Καινούρια Εποχή, Ευθύνη, Ausblicke και τις
εφημερίδες Δράσις και Ναυτεμπορική. Πέθανε στην Αθήνα. Η ποίηση του
Ασλάνογλου δέχτηκε επιδράσεις από τα καλλιτεχνικά ρεύματα του
νεοσυμβολισμού και του υπαρξισμού, ενώ καθοριστικό ρόλο στη γραφή του
έχουν η ανάμνηση εμπειριών και βιωμάτων, η θεματική της μετεμφυλιακής
ελληνικής πραγματικότητας και επιρροές από την ποίηση του Σεφέρη, του
Καρυωτάκη, του Άγρα. Από τη μεταφραστική λογοτεχνική του δραστηριότητα
σημειώνουμε τις Εκλάμψεις του Ρεμπώ.
1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νίκου – Αλέξη Ασλάνογλου
βλ. Ζήρας Αλεξ., «Ασλάνογλου Νίκος – Αλέξης», Παγκόσμιο Βιογραφικό
Λεξικό2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984 Φαρμάκης Φραγκ., «Ασλάνογλου Νίκος
– Αλέξης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας2. Αθήνα,
Χάρη Πάτση, [1968] και χ.σ., «Σύντομη βιογραφία», Διαβάζω367, 10/1996,
σ.22.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
• Αρανίτσης Ευγένιος, Κριτική για τις Ωδές στον πρίγκηπα, Ελευθεροτυπία, 31/1/1982. • Βαρβέρης Γιάννης, «Πρίγκηψ και πτωχός», Διαβάζω367, 10/1996, σ.23-24. • Βρεττάκος Νικηφόρος, «Νίκου Αλέξη Ασλάνογλου: Ο θάνατος του Μύρωνα», Επιθεώρηση ΤέχνηςΙΑ΄, ετ.ΣΤ΄, 2/1960, αρ.62, σ.165. • Ζήρας Αλεξ., «Ασλάνογλου Νίκος – Αλέξης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984. • Γαλάζη Πίτσα, «Νίκος - Αλέξης Ασλάνογλου», Ακτή28, ετ.Ζ΄, Φθινόπωρο 1996, σ.496. • Δαλακούρα Βερενίκη, Κριτική για τα Τρία ποιήματα, Το Βήμα, 1η/3/1987. • Καρατζόγλου Γιάννης, «Η αρχή μιας μεταβατικής πορείας», Διαβάζω55, 8/1982, σ.57-60. • Καρβέλης Τάκης, «Το αργό πετρέλαιο ενός δύσκολου θανάτου» (κριτική για τον Δύσκολο θάνατο), Διαβάζω24, 10/1979, σ.73-75. •
Καρβέλης Τάκης, «Αισθητική λειτουργία ενός προποιητικού υλικού»,
Επίκαιρα9, 27/8/1987, σ.96 (τώρα και στον τόμο Δεύτερη ανάγνωση· Κριτικά
κείμενα 1984-1991, σ.119-230. Αθήνα, Σοκόλης, 1991). • Κέντρου – Αγαθοπούλου Μαρία, «Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου», Η λέξη135, 9-10/1996, σ.660-662. • Κοκόλης Ξ.Α., Δώδεκα ποιητές, Θεσσαλονίκη 1930 -1960. Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1979. • Κόρφης Τάσος, Κριτική για τα 44 ποιήματα, Η Καθημερινή, 11/5/1978. • Μερακλής Μ.Γ., «Η ποίηση του Νίκου – Αλέξη Ασλάνογλου», Η λέξη5, 6/1981, σ.344-347. •
Σινόπουλος Τάκης, «Νίκος - Αλέξης Ασλάνογλου: Ο θάνατος του Μύρωνα»,
Κριτική7-8, 1-4/1960, σ. (και αναδημοσίευση στο Διαβάζω367, 10/1996,
σ.30-31). • Σταματίου Κ., Κριτική για τον Δύσκολο θάνατο, Τα Νέα, 2/6/1979. • Σταματίου Κ., Κριτική για τον Δύσκολο θάνατο, Τα Νέα, 8/2/1986. • Φάις Μισέλ, «Ένα πρωτόλειο: Προοπτική και ζυμώσεις», Διαβάζω367, 10/1996, σ.26-27. •
Φάις Μισέλ, «Ασλάνογλου Νίκος-Αλέξης: Περικλείει και ερμηνεύει όλα τα
υπόλοιπα έργα μου», Διαβάζω367, 10/1996, σ.28-29 (πρώτη δημοσίευση στο
περιοδικό Marie - Claire (2/1990). • Φαρμάκης Φραγκ., «Ασλάνογλου Νίκος – Αλέξης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας2. Αθήνα, Χάρη Πάτση, [1968]. • Φωστιέρης Αντώνης, Κριτική για το Δύσκολο θάνατο, Καθημερινή, 11/10/1979. • Χουζούρη Ε., Κριτική για τα Τρία ποιήματα, Η Καθημερινή, 15/10/1987. Συνεντεύξεις • Στο Θανάση Νιάρχο και τον Αντώνη Φωστιέρη, Η λέξη5, 6/1981, σ.396-398. •
Στη Μαρία Τρουπάκη με τίτλο «Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου:…γράφω ποίηση
για να καταγράψω ο, τι αντιστρατεύεται και κατατρίβει τη ζωή μας»,
Διαβάζω118, 8/5/1985, σ.68-72. Αφιερώματα περιοδικών • Εντευκτήριο18, 3/1992. • Αντί42, 13-19/9/1996, αρ.615. • Εντευκτήριο36, 9-11/1996. • Το τραμ1 [36], Φθινόπωρο 1996. • Οδός Πανός90-92, 3-4/1997.
Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)
Ι.Ποίηση • Δύσκολος θάνατος. Θεσσαλονίκη, Κοχλίας, 1954. • Ο θάνατος του Μύρωνα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος,1960. • Ποιήματα για ένα καλοκαίρι. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1963. • 44 ποιήματα. Επιλογή 1946-1964. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1970. • Νοσοκομείο εκστρατείας. Ποιήματα 1964-1972. Θεσσαλονίκη, ιδιωτική έκδοση, 1972. • Αργό πετρέλαιο. Ποιήματα 1971-1974. Αθήνα, Πολύτροπον, 1974. • Ωδές στον πρίγκηπα. Αθήνα, Ύψιλον, 1981. ΙΙ.Θέατρο • Θάλασσα και συγχρονισμός. Θεσσαλονίκη, Πολυγραφημένη έκδοση, 1952 (και πρώτη κανονική έκδοση Αθήνα, Ύψιλον, 1991). ΙΙΙ.Συγκεντρωτικές εκδόσεις • Δύσκολος θάνατος (1946-1974)· Επιμέλεια Γιώργου Χρονά. Θεσσαλονίκη, Εγνατία, 1978. • Τρία ποιήματα. Αθήνα, Νεφέλη,1987. ΙV. Μελέτες - Δοκίμια • Θάνατος και γέννηση στην ποίηση του Γιώργου Θέμελη. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1959. V.Μεταφράσεις • Ρεμπώ Αρθούρος, Εκλάμψεις. Αθήνα, Πανδώρα, 1971. •
Ζολά Εμίλ, Η ταβέρνα. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1985. 1. Για εξαντλητική
καταγραφή των εκδεδομένων και δημοσιευμένων έργων του Νίκου - Αλέξη
Ασλάνογλου από το 1952 ως το 1991 βλ. Καλαμαράς Βασίλης Κ., « Ν.Α.
Ασλάνογλου (1952-1991)», Διαβάζω367, 10/1996, σ.32.