Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

Κινηματογράφος: Οι πραγματικές Σιδηρές Κυρίες

Η Μάργκαρετ Χίλντα Θάτσερ, κόρη παντοπώλη, Λαίδη του Τάγματος της Περικνημίδας, Μέλος του Τάγματος της Αξίας, Μέλος του Συμβουλίου Επικρατείας του Ηνωμένου Βασιλείου, Μέλος της Βασιλικής Εταιρείας, σήμερα Βαρόνη Θάτσερ και μέλος της Βουλής των Λόρδων, με καλές σπουδές χημείας και νομικής, η οποία πέρασε από όλες τις πολιτικές βαθμίδες μέχρι να εξασφαλίσει την ηγεσία του κόμματος των Συντηρητικών και από εκεί την πρωθυπουργία της Βρετανίας από το 1979 έως το 1990, είναι το πρόσωπο με το οποίο ασχολείται η νέα ταινία της σκηνοθέτιδας του «Mamma Mia» (2008), Φιλίντα Λόιντ.



Είκοσι και πλέον χρόνια από την στιγμή που παραιτήθηκε από πρωθυπουργός, έρχεται μια καθ’ όλα φιλόδοξη και μεγάλη παραγωγή, (μιας και δεν είναι η πρώτη ταινία που γυρίζεται για το συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο), με μια πολύ σημαντική ηθοποιό ως πρωταγωνίστρια (Μέριλ Στρίπ), να θυμίσει στους παλαιότερους και να γνωρίσει στους νεότερους, τον άνθρωπο που έδωσε το όνομά της στην νεοφιλελεύθερη λαίλαπα της δεκαετίας του 1980, με αρχές-συνθήματα όπως το: «δεν υπάρχει κοινωνία, μονάχα το άτομο».
Η ταινία, όντας γνωστό εδώ και αρκετό καιρό ότι επρόκειτο να γυριστεί και με την συγκεκριμένη ηθοποιό στον πρωταγωνιστικό ρόλο, συγκέντρωνε το ενδιαφέρον των απανταχού σινεφίλ και όχι μόνο. Πράγμα λογικό και αναμενόμενο, μιας και ως συνδυασμός έμοιαζε πολύ δυνατός. Έμοιαζε, γιατί η ταινία βγαίνοντας την προηγούμενη εβδομάδα και στις ελληνικές αίθουσες, δεν επιβεβαίωσε την προσδοκία αυτή. Μοιάζει περίεργο αν μη τι άλλο, να συμβαίνει κάτι τέτοιο, αφού και τα δύο βασικά συστατικά της ταινίας, το ιστορικό πρόσωπο και η ηθοποιός που την ενσαρκώνει, είναι πολύ δυνατά. Και είναι αλήθεια επίσης, πως σε ότι αφορά την Μέριλ Στριπ τα πράγματα «αγγίζουν την τελειότητα».
Έχοντας ήδη την Χρυσή Σφαίρα στο τσεπάκι της, οδεύει ολοταχώς προς το τρίτο της Όσκαρ. Ζωντανεύει τον ρόλο που υποδύεται, προσφέροντας απλόχερα το ταλέντο της, με σιδερένια υποκριτική πυγμή και με μια ερμηνεία που κρύβεται στις λεπτομέρειες. Φτάνεις να αναρωτιέσαι αν η ίδια η Θάτσερ θα μπορούσε να παίξει τόσο καλά τον εαυτό της! Κάθε βλέμμα, κίνηση, η ατάκα της ηθοποιού, μας αποκαλύπτουν πολλά περισσότερα για το πρόσωπο που υποδύεται, από την ίδια την ιστορία. Κι εδώ ακριβώς φτάνουμε στο πρόβλημα της συγκεκριμένης ταινίας: την ιστορία.
Είναι εμφανέστατο ότι η συγκεκριμένη ταινία δεν γυρίστηκε τυχαία. Όσο κι αν υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση περί περιορισμένων καλών και πρωτότυπων σεναρίων τα τελευταία χρόνια στην κινηματογραφική βιομηχανία, αυτός δεν είναι ο λόγος που η κινηματογραφική παραγωγή στρέφεται στην συγκεκριμένη θεματολογία.

Τάξεις

Ο λόγος είναι η ίδια η εποχή που ζούμε. Εποχή στην οποία βιώνουμε μια παγκόσμια οικονομική ύφεση κι έναν αγώνα ανάμεσα σε δύο τάξεις για το ποιός από τους δύο θα πληρώσει τα σπασμένα αυτής της κρίσης. Στον αγώνα αυτό επιστρατεύονται όλα τα όπλα. Όπλα που θα προσπαθήσουν να δημιουργήσουν πρότυπα. Πρότυπα που θα προσπαθήσουν να διαμορφώσουν συμπεριφορές και αντιλήψεις.
Εν μέρει η επιτυχία των ταινιών «Ο λόγος του Βασιλιά» του 2010 και «Βασίλισσα» του 2006, ήταν ένας λόγος για να έχουμε την τωρινή ταινία για την Θάτσερ. Εν μέρει. Γιατί ο διακαής πόθος του συστήματος, είναι η παρουσίαση ως προτύπων προς μίμηση προσωπικοτήτων, που ιδεολογικά ανήκουν στον χώρο της ανόθευτης παραδοσιακής δεξιάς και που δεν είναι μόνο κοινά λαμόγια, αλλά διαθέτουν και τα ηγετικά εκείνα χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν με αυτά να συγκινήσουν ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Τί πιο φυσικό λοιπόν, στην Βρετανία του Κάμερον να γίνει μια προσπάθεια να προβληθεί η Θάτσερ και οι πολιτικές της; (Η ταινία για τον Ρόναλντ Ρέιγκαν αναμένεται να αποτελέσει το σίκουελ).
Από το σημείο αυτό όμως αρχίζουν τα προβλήματα. Γιατί, αφενός ο κόσμος παλεύει και αφετέρου θυμάται. Παλεύει την εφαρμογή των ίδιων πολιτικών στο σήμερα και θυμάται ποιους είχε απέναντί του την δεκαετία του ’80. Κι αυτή η πίεση είναι εμφανέστατη στην προσπάθεια των συντελεστών της ταινίας να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα. Με αποτέλεσμα η ταινία να είναι ιστορικά, αλλά και κινηματογραφικά ανεπαρκής.
Γιατί αν αφαιρέσεις την κορυφαία σύγκρουση της μεγάλης απεργίας των ανθρακωρύχων του 1984 – 1985 και μια σειρά περικοπών που είχε ξεκινήσει ήδη ως υπουργός παιδείας και συνέχισε και στην διάρκεια των τριών θητειών της ως πρωθυπουργός, για να καταλήξει στον κεφαλικό φόρο που την έριξε τελικά, τί άλλο μένει; Η γυναικεία χειραφέτηση; Η συμπαθής μεγάλη κυρία που πάσχει από αλτσχάιμερ και ζει με το φάντασμα του άντρα της; Η κόρη της που την φροντίζει, ή ο γιός της - που παρεμπιπτόντως, ήταν κατηγορούμενος για λαθρεμπόριο όπλων – και ζει στην Αφρική; Έχουμε λοιπόν, διαρκή φλας μπακ, τα οποία μας αφηγούνται μια ιστορία αποσπασματικά όσο και επιλεκτικά, και που ακόμη και σε αφηγηματικό επίπεδο δεν αφήνουν την ιστορία να κυλίσει.
Τέλος, ενδεικτικό του ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο, είναι το ότι πρόσφατα στην Αγγλία, έξω από κινηματογράφο όπου παιζόταν η ταινία, γυναίκες ανθρακωρύχων της μεγάλης απεργίας συγκεντρώθηκαν για να διαδηλώσουν, ανοίγοντας ένα μεγάλο πανό που έγραφε πως: «Οι πραγματικές Σιδηρές Κυρίες είμαστε εμείς». Έτσι απλά…

Info: Δείτε επίσης σε DVD την ταινία: «Billy Eliot - Γεννημένος χορευτής» του 2000. Μια συγκινητική θεώρηση της ίδιας εποχής από άλλη σκοπιά.

http://ergatiki.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=3738%3Ai1002&Itemid=62

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου