Σύμφωνα με τον Λουί Αλτουσέρ, οι θέσεις που
διαμορφώνονται από τον φιλοσοφικό στοχασμό δεν μπορούν να έχουν καμία αξίωση
επιστημονικής θεμελίωσης. Κατά τον Ετιέν Μπαλιμπάρ πάλι, η κοινωνία γίνεται
κατανοητή ως μια ολότητα επικαθορισμένων σχέσεων, ενώ ο ρόλος της ταξικής πάλης
υποβαθμίζεται. Ο τρόπος σκέψης των δύο στοχαστών δεν είναι μαρξικός, παρότι οι ίδιοι
υποστηρίζουν το αντίθετο.
του Βασίλη Γρόλλιου**
Από τους πιο γνωστούς φιλοσόφους που τοποθετούνται
στην παράδοση του μαρξισμού είναι ο Λουί Αλτουσέρ (1918-1990). Η πιο βασική
έννοια που συναντάμε στα κείμενα του Αλτουσέρ και αυτών που τον ακολουθούν
είναι αυτή του επικαθορισμού. Τι σημαίνει αυτή η έννοια; Ότι καθετί μέσα στην
κοινωνία, κάθε διάσταση, το κράτος το πολιτικό για παράδειγμα, ταυτόχρονα
επηρεάζεται από τις υπόλοιπες διαστάσεις και τις επηρεάζει με τη σειρά του. Δεν
υπάρχει μία κοινωνική σχέση που να είναι η πλέον βασική, όπως η εργασία. Η
πραγματικότητα δεν χωρίζεται σε φαινόμενο και ουσία, όπως συμβαίνει στην
κριτική θεωρία. Κάθε αντίφαση είναι επικαθορισμένη. Γίνεται σαφές ότι με την
έννοια οικονομικό, ο Αλτουσέρ δεν εννοεί μια στιγμή έκφρασης της πιο ουσιώδους
σχέσης μέσα στην κοινωνία, δηλαδή του πώς ερχόμαστε σε επαφή αναμεταξύ μας και
με τη φύση για να ικανοποιήσουμε τις πλέον στοιχειώδεις ανάγκες μας. Δεν θεωρεί
ότι το οικονομικό διαμεσολαβείται από το πολιτικό, ότι και οι δύο αυτές
διαστάσεις είναι τρόποι έκφρασης της ίδιας ουσίας.
Αντίθετα, το βλέπει ως μια εντελώς ξεχωριστή
διάσταση από το πολιτικό, με το οποίο βρίσκεται σε μια σχέση σχετικής
αυτονομίας. Η έννοια της διαμεσολάβησης είναι παντελώς απούσα από τη φιλοσοφία
του Αλτουσέρ. Η υπερδομή έχει μια ανεξαρτησία από τη δομή, την οικονομία. Τα
διάφορα επίπεδα διατηρούν την αυτονομία τους, ενώ ταυτόχρονα βρίσκονται σε μια
σχέση σχετικής αυτονομίας, επικαθορισμού αναμεταξύ τους. Προσοχή! Τα επίπεδα
δεν προκύπτουν από την ίδια σχέση, από την ίδια ουσία. Μπορεί το ένα να
επηρεάζει το άλλο, αλλά είναι διαφορετικές οντότητες και δεν γίνονται αντιληπτά
ως διαφορετικοί τρόποι έκφρασης της ίδιας ουσίας, όπως συμβαίνει σε μια θεωρία
διαμεσολάβησης.
Για τον Αλτουσέρ, όπως και για το διανοητικό του
τέκνο, τον Πουλαντζά, ο Μαρξ αντιλαμβάνεται το κράτος σαν έναν μηχανισμό πέρα
και πάνω από την ταξική πάλη, αλλά ικανό να χρησιμοποιηθεί από την κυρίαρχη
τάξη, από αυτή δηλαδή που θα κυριαρχήσει στην ταξική πάλη. Παραδέχεται ότι ο
Μαρξ προσπάθησε να συνδέσει το κράτος με την παραγωγική διαδικασία αλλά κατά
τον Aλτουσέρ αυτό το έκανε με μη ικανοποιητικό τρόπο.
Η τελευταία κατηγορία που ο Αλτουσέρ απευθύνει στον
Μαρξ στο κείμενό του «Ο Μαρξ στα όριά του» είναι ότι δεν διαθέτει μια θεωρία
για την πολιτική, ότι δεν απαντά στο ερώτημα με τι ακριβώς σχετίζεται η
πολιτική. Πού μπορεί να βρεθεί και με ποιες μορφές; Τι την διαφοροποιεί από τις
μη πολιτικές μορφές και ποιες είναι αυτές;
Από τη στιγμή που για τον Αλτουσέρ υλισμός δεν
σημαίνει την ad hominem κριτική, δηλαδή την προσπάθεια να θεμελιώσουμε, να
ανάγουμε τις μορφές στο κοινωνικό τους περιεχόμενο, στην ουσία (στον τρόπο
ικανοποίησης των αναγκών), από τη στιγμή που διατηρεί στη σκέψη του την ύπαρξη
διαφόρων επιπέδων που βρίσκονται σε μια σχετική αυτονομία μεταξύ τους, έχει
τεράστιο πρόβλημα να καταλάβει ότι η εργασία βρίσκεται στη βάση της κοινωνίας
και άρα δομεί το περιεχόμενο της έννοιας της πολιτικής. Ο Αλτουσέρ θα ήθελε η
πολιτική να είναι μια ξεχωριστή διάσταση, η οποία θα σχετιζόταν με κάποιο τρόπο
με τις μη πολιτικές μορφές. Αυτές οι διαστάσεις δεν θα ήταν και στο βαθμό που
υπάρχουν στη σκέψη του, δεν είναι διάφορες μορφές έκφρασης, στιγμές της ίδιας
ουσίας, του ίδιου περιεχομένου. Αν όμως ο Μαρξ διαχώριζε τη σφαίρα της
πολιτικής και την αντιλαμβανόταν σαν μια ξεχωριστή οντότητα, τότε θα υπονοούσε
ότι υπάρχουν περισσότερες από μια πραγματικότητες και όχι ότι η πραγματικότητα
είναι μια και πολυδιάστατη, όπως η κριτική θεωρία (Μαρκούζε - Χορκχάιμερ -
Αντόρνο) πιστεύει ότι συμβαίνει στον πολιτικό του στοχασμό.
Ο Αλτουσέρ μιλάει για έναν υλισμό της συνάντησης (a
materialism of the encounter) ή για έναν υλισμό του αστάθμητου (aleatory
materialism), τον οποίο εντοπίζει στον Μαρξ. Υπό αυτό το πρίσμα, η φιλοσοφία
είναι η θεωρία της συγκυρίας, του αστάθμητου και όχι η προσπάθεια φανέρωσης της
αλήθειας, των θεμελίων, του βαθύτερου περιχομένου των μορφών, όπως το κράτος.
Για τον Αλτουσέρ, δεν πρέπει να αναζητούμε την αιτία των πραγμάτων, την αρχή
τους. Η συνάντηση μπορεί να λάβει και να μην λάβει χώρα, αφού είναι σαν ένα
παιχνίδι ζαριών, όπως λέει. Τη φιλοσοφία που θα ακολουθούσε αυτό το μονοπάτι
την ονομάζει φιλοσοφία του κενού (Philosophy of the encounter, Verso, σελ.
174). Αυτή η φιλοσοφία, διευκρινίζει, δεν έχει αντικείμενο, στόχο, ξεκινάει από
το τίποτα. Το αντικείμενό της είναι το τίποτα, το κενό! Αν όμως τα ιστορικά
γεγονότα, θα μπορούσε να του αντιτείνει κάποιος, είναι προϊόντα αυτής της συνάντησης,
τότε δεν μπορούμε να διατυπώσουμε μια θεωρία για το τι θα πρέπει να γίνει ώστε
να μην προσβάλλεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Γίνεται σαφές ότι ο αλτουσεριανός
στοχασμός ακολουθεί ξεκάθαρα τη μεταμοντέρνα λογική. Δεν έχει χαρακτηριστεί
τυχαία o υλισμός του ως μεταμοντέρνος. Ουσιαστικά, πρόκειται για μια καταστροφή
του λογικού. Οι θέσεις που διαμορφώνονται από τον φιλοσοφικό στοχασμό, λέει ο
Αλτουσέρ, δεν μπορούν να έχουν καμία αξίωση επιστημονικής θεμελίωσης ή
απόδειξης ή λογικής δικαιολόγησης (ό.π., σελ. 288)! Όπως ο ίδιος παραδέχεται,
στη βάση της σκέψης του βρίσκεται ο Νίτσε και ο Χάιντεγκερ, και όχι ο Μαρξ.
Αγαπημένη λέξη των δήθεν μαρξιστών (αφού δεν θεωρώ
ότι έχουν τις καταβολές τους στον Μαρξ) που ακολουθούν τον Αλτουσέρ δεν είναι η
διαλεκτική, αλλά η αντίθεση. Από τους πιο γνωστούς είναι ένας μαθητής του, ο
Ετιέν Μπαλιμπάρ (γεν. 1942). Το βασικό ζήτημα για τον Μπαλιμπάρ είναι η σχέση
της ιδεολογίας με την παραγωγική διαδικασία, την οικονομία. Ο Μαρξ ανέλυσε τη
λειτουργία της οικονομίας. Αυτό που χρειαζόταν να γίνει μετά τον Μαρξ, μας λέει
ο Μπαλιμπάρ, ήταν να αναλυθεί η υπερδομή. Aυτά γίνονται αντιληπτά από τον
Μπαλιμπάρ ως διαφορετικά σύνολα, διαφορετικές οντότητες, ασχέτως της όποιας
συσχέτισης που μπορεί να υπάρξει αναμεταξύ τους. Η υλιστική διαλεκτική, λέει ο
Μπαλιμπάρ, θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως η πρακτική ανάπτυξη των
αντιθέσεων, ως η θεωρία των αντιθέσεων. Το πώς αυτό το παιχνίδι των αντιθέσεων
που επικαθορίζουν η μια την άλλη θα συντελέσει στο να καταλήξουμε σε
συμπεράσματα για το τι σημαίνει ελευθερία, ισότητα, δημοκρατία, μένει
αδιευκρίνιστο στους αλτουσεριανούς και στον Μπαλιμπάρ! Η κοινωνία γίνεται
κατανοητή ως μια ολότητα επικαθορισμένων σχέσεων. Αν όμως καθετί επικαθορίζει
όλα τα άλλα, τότε δεν εξηγείται ουσιαστικά τίποτα! Αν δεν υπάρχει ένα κέντρο
εξουσίας, τότε προς τα πού τα μέλη της εργατικής τάξης, τα θύματα της
εκμετάλλευσης θα στρέψουν την προσοχή τους, τα βέλη της κριτικής τους και της
ταξικής τους πάλης; Ο ρόλος της ταξικής πάλης προφανώς υποβαθμίζεται. Αν όμως
ταξική πάλη δεν είναι η κινητήριος δύναμη της ιστορίας, τότε ποιά είναι;
Η έννοια της ουσίας είναι το κόκκινο πανί για τους
αλτουσεριανούς. Θέλουν να την εξαφανίσουν από τη σκέψη τους πάση θυσία. Επειδή
στη σκέψη τους υπάρχει χάσμα ανάμεσα στην πολιτική και στην οικονομία, θεωρούν
ότι η οικονομία κινείται με κάποιους δικούς της νόμους, οπότε αν βασίζουμε τη
σκέψη μας σε αυτήν, στην ουσία, αναπόφευκτα θα οδηγηθούμε στη διατύπωση
προβλέψεων στο πολιτικό επίπεδο. Αυτή είναι η κατηγορία που απευθύνουν στον
κλασικό μαρξισμό. Θεωρούν πιο συγκεκριμένα ότι ο τελευταίος είχε μια
μονοδιάστατη κατανόηση της πραγματικότητας, γιατί εστίαζε μόνο στην οικονομία
(για τον Πουλαντζά, ο οποίος είναι επίσης ακόλουθος του Αλτουσέρ, βλ. το άρθρο
μου στο Πριν στις 26/3/2011, http://aristerovima.gr/details.php?id=2063
).
Ο Αλτουσέρ διατηρεί την αστική κατανόηση της έννοιας
της παραγωγής, ως μια τεχνική διαδικασία. Η παραγωγή όμως δεν είναι παραγωγή
υλικών προϊόντων και κοινωνικών σχέσεων ταυτόχρονα, όπως συμβαίνει στον Μαρξ
κατά τον οποίο οι ταξικές σχέσεις δεν είναι αμιγώς οικονομικές αλλά
πολυδιάστατες. Στον Μαρξ το κεφάλαιο δεν είναι μια αμιγώς οικονομική σχέση,
αλλά ταυτόχρονα πολιτική και ιδεολογική.
Η αλτουσεριανή σκέψη δεν μπορεί να εξηγήσει την
ιστορική αλλαγή, την ταξική πάλη. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να είναι οι φορείς
της ιστορίας, δεν μπορούν να την καθορίζουν από τη στιγμή που η ιστορία, όπως
χαρακτηριστικά λέει ο Αλτουσέρ, «είναι μία διαδικασία χωρίς υποκείμενο». Εδώ
συναντάμε τον ορθόδοξο μαρξισμό της σταλινικής θεωρίας. Η δομή στον Αλτουσέρ,
όπως χαρακτηριστικά λέει ο Ε. Π. Τόμσον, παίζει το ρόλο του θεού ή της μοίρας,
αφού βρίσκεται έξω από τις ανθρώπινες σχέσεις. Γι’ αυτό και ο τρόπος της παραγωγής
στον Αλτουσέρ χαρακτηρίζεται από τον Ε. Π. Τόμσον ως μεταφυσικός! Τα κριτήρια
της ορθής ή μη γνώσης, της σωστής ή της διαστρεβλωμένης ερμηνείας του κόσμου
μένουν εντελώς αδιευκρίνιστα.
Ολοκληρώνοντας, θα ήθελα να τονίσω ότι δεν γράφω τα
παραπάνω για να επιπλήξω τους Αλτουσέρ και Μπαλιμπάρ επειδή δεν είναι πιστοί
ακόλουθοι του Μαρξ, αλλά για να τονίσω ότι ο τρόπος σκέψης τους, ο οποίος δεν
είναι μαρξικός, παρά τα δικά τους λεγόμενα και παρά το ότι από πολλούς
θεωρείται ως τέτοιος, δεν μπορεί να μας βοηθήσει να φιλοσοφήσουμε στον 21ο
αιώνα.
* Άμεση συνάφεια με το παρόν άρθρο έχει το άρθρο μου
«Democracy and Commodity Fetishism in Marx. A Response to Antonio Callari and
David Ruccio», το οποίο θα δημοσιευτεί σε ένα από τα επόμενα τεύχη του
περιοδικού Rethinking Marxism. Όποιος φίλος θα ήθελε να το διαβάσει, ας στείλει
email στο vgrollios@gmail.com.
* *Διδάκτωρ πολιτικής φιλοσοφίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου