Ο Γιώργος Ρούσης στο καινούργιο του βιβλίο “Από την κρίση στην
επανάσταση. Πόλεμος θέσεων” επιστρέφει στον Γκράμσι και αναδεικνύει τις
πιο χρήσιμες πτυχές της σκέψης του ιταλού επαναστάτη για να
προσανατολιστούμε όσον αφορά στα καθήκοντα του σήμερα.
Οδηγεί η κρίση αυτόματα στην κατάρρευση του καπιταλισμού ή στην επανάσταση; Γιατί το κράτος καταφεύγει ολοένα και περισσότερο στην καταστολή; Χρειαζόμαστε επαναστατικό κόμμα ή αρκεί το κίνημα; Μπορούν, και αν ναι πώς, οι επαναστατικές ιδέες να ηγεμονεύσουν στην πλειοψηφία της κοινωνίας;
Ακριβώς επειδή ο Ρούσης βάζει στόχο να δώσει απαντήσεις σε αυτά τα πολιτικά ερωτήματα, η ανάγνωση που κάνει στον Γκράμσι είναι ζωντανή και όχι ακαδημαϊκά αποστειρωμένη. Υποστηρίζει ότι η σκέψη του Γκράμσι μπορεί να μας βοηθήσει να δώσουμε απαντήσεις στο πώς μπορούμε να φτάσουμε από το σήμερα στο αύριο. Από το σήμερα όπου αναγνωρίζουμε ότι η επανάσταση είναι ο μοναδικός τρόπος για να μην αφήσουμε τον καπιταλισμό να μας σύρει στη βαρβαρότητα, στο αύριο που θέλουμε να είναι μια επανάσταση που όχι μόνο θα συμβεί αλλά και θα νικήσει, ανοίγοντας το δρόμο για τη συνολική απελευθέρωση της ανθρωπότητας.
Ο Γκράμσι ήταν επαναστάτης, ανάμεσα στους βασικούς ιδρυτές του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, εκδότης της εφημερίδας Όρντινε Νουόβο που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο τεράστιο κίνημα των εργοστασιακών συμβουλίων το 1919-20. Μετά την άνοδο του Μουσολίνι στην εξουσία βρέθηκε στη φυλακή, όπου παρέμεινε για περισσότερο από 10 χρόνια, τα τελευταία της ζωής του. Στη φυλακή, παρότι αποκομμένος από την καθημερινή πολιτική και το κίνημα, συνέχισε να γράφει τα κείμενα που έμειναν γνωστά ως “Τετράδια της Φυλακής”. Αφενός το γεγονός ότι έγραφε αποκομμένος και έτσι αναγκαζόταν να ανατρέχει μόνο σε ιστορικά παραδείγματα, αφετέρου η συγκαλυμμένη γλώσσα που χρησιμοποιούσε για να διασώζει τα γραπτά του από τους δεσμοφύλακες, έδωσε τη δυνατότητα σε μεταγενέστερους διανοούμενους να υποστηρίξουν ότι ο Γκράμσι της φυλακής είχε πάρει διαζύγιο από τον Γκράμσι της επανάστασης.
Ο Ρούσης, αντίθετα, υποστηρίζει ότι η σκέψη του Γκράμσι είναι διαρκώς αφιερωμένη στην επαναστατική στρατηγική. Ο “Πόλεμος θέσεων” είναι μια κομβική έννοια για την επικαιρότητα της οποίας ο Ρούσης επιμένει. Αυτή την έννοια χρησιμοποιούσε ο Γκράμσι για να περιγράψει την μακρόσυρτη πάλη των επαναστατών, όταν η πάλη για την κατάληψη της εξουσίας δεν βρίσκεται στην τελική της φάση. Ο Ρούσης εξηγεί ότι ο “πόλεμος θέσεων” δεν είναι μια ρεφορμιστική στρατηγική, δεν στέκεται απέναντι στην επαναστατική κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Είναι, ίσα ίσα, ο τρόπος με τον οποίο οι επαναστάτες προετοιμάζουν το “στρατό τους”, δηλαδή την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, ώστε να είναι έτοιμος και ισχυρός τη στιγμή της αποφασιστικής σύγκρουσης.
Η αντίληψη ότι “η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας” βρίσκεται στην καρδιά του μαρξισμού. Ωστόσο, ταυτόχρονα ισχύει ότι “οι κυρίαρχες ιδέες είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης”. Πώς συνεπώς μπορεί να φτάσει στην επανάσταση μια τάξη που ιδεολογικά βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία των καπιταλιστών;
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, ο Ρούσης παρουσιάζει μια συνοπτική περιγραφή της θεωρίας του Μαρξ για την κρίση, βάζοντας στο κέντρο της προσοχής του την “πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους”. Εξηγεί έτσι γιατί καμία επιστροφή στον “Κεϊνσιανισμό” ή σε άλλες μορφές διαχείρισης του συστήματος δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση που βρίσκεται στην καρδιά του συστήματος.
Όμως, από μόνη της η κρίση δεν δίνει τη λύση. Τις επαναστάσεις τις κάνουν ζωντανοί άνθρωποι με ιδέες στο μυαλό τους, δεν γίνονται από ένστικτο λόγω της φτώχειας και της πείνας. Ίδιες συνθήκες κρίσης μπορεί να οδηγήσουν σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα. Έτσι, το κρίσιμο ζήτημα για την εργατική τάξη είναι με ποιο τρόπο έχει προετοιμαστεί αλλά και έχει προετοιμάσει και τα άλλα καταπιεσμένα στρώματα γύρω της για να δοθεί επαναστατική απάντηση στην κρίση.
Η προετοιμασία έχει έρθει μέσα από τις πραγματικές μάχες του κινήματος, μέσα από τα συμπεράσματα από τις νίκες και τις ήττες. Και αυτό όμως, δεν μπορεί να γίνει με κάποιο αυτοματισμό ή με μοιρολατρία. Η ενεργητική παρέμβαση των επαναστατών είναι που καταφέρνει να μετασχηματίσει αυτά τα συμπεράσματα σε πολιτική και να τα γενικεύσει ώστε να γίνουν κτήμα της πλειοψηφίας.
Απέναντι στη ρεφορμιστική ανάγνωση του “ενιαίου μετώπου” που θέλει τα μέτωπα να είναι μόνο μετατοπίσεις των επαναστατών προς τα δεξιά, στη χειρότερη περίπτωση για εκλογικά οφέλη, ο Ρούσης φέρνει ένα πιο ενδιαφέρον παράδειγμα από τον Λένιν: “Χαρακτηριστικό δείγμα προς αυτή την κατεύθυνση, αποτελούσε κατά τον Γκράμσι το άνοιγμα των φυλακών και η απελευθέρωση των κρατούμενων μετά την επανάσταση του 1917, και η πετυχημένη προσπάθεια οικειοθελούς ενσωμάτωσής τους στη νέα κοινωνική πραγματικότητα”.
Το βιβλίο καταλήγει με μια επιγραμματική τοποθέτηση για ένα επαναστατικό πρόγραμμα σήμερα, με ιδιαίτερη έμφαση στον αντικαπιταλιστικό του χαρακτήρα, αλλά και στη μάχη ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στον επίλογο τονίζεται ξανά πως η επιστροφή στον Γκράμσι δεν οφείλεται σε θεωρητικό ενδιαφέρον. Υπάρχουν τρεις άλλες διαφορετικές προσεγγίσεις για το πώς από το σήμερα θα φτάσουμε στο επαναστατικό αύριο. Η ρεφορμιστική που δεν ενδιαφέρεται καθόλου για αυτό το αύριο: “η κίνηση είναι το παν και ο σκοπός τίποτα”. Η σεκταριστική που παραπέμπει “στου 'Αγίου σοσιαλισμού' που προφανώς όπως οι άλλες γιορτές θα έλθει και αυτή”. Και η άποψη που περιμένει “τη σωτηρία από το αυθόρμητο κίνημα”.
Ο Ρούσης υπερασπίζεται την επικαιρότητα της σκέψης του Γκράμσι γιατί “είναι η μόνη που τόσο θεωρητικά όσο και πολιτικά μπορεί να οδηγήσει σε μια διέξοδο, συνδυάζοντας διαλεκτικά την τακτική με την στρατηγική, το άμεσο με το μακροπρόθεσμο, την αγωνία του κόσμου για τα άμεσα προβλήματά του και για το αύριο το δικό του και των παιδιών του.”
Οδηγεί η κρίση αυτόματα στην κατάρρευση του καπιταλισμού ή στην επανάσταση; Γιατί το κράτος καταφεύγει ολοένα και περισσότερο στην καταστολή; Χρειαζόμαστε επαναστατικό κόμμα ή αρκεί το κίνημα; Μπορούν, και αν ναι πώς, οι επαναστατικές ιδέες να ηγεμονεύσουν στην πλειοψηφία της κοινωνίας;
Ακριβώς επειδή ο Ρούσης βάζει στόχο να δώσει απαντήσεις σε αυτά τα πολιτικά ερωτήματα, η ανάγνωση που κάνει στον Γκράμσι είναι ζωντανή και όχι ακαδημαϊκά αποστειρωμένη. Υποστηρίζει ότι η σκέψη του Γκράμσι μπορεί να μας βοηθήσει να δώσουμε απαντήσεις στο πώς μπορούμε να φτάσουμε από το σήμερα στο αύριο. Από το σήμερα όπου αναγνωρίζουμε ότι η επανάσταση είναι ο μοναδικός τρόπος για να μην αφήσουμε τον καπιταλισμό να μας σύρει στη βαρβαρότητα, στο αύριο που θέλουμε να είναι μια επανάσταση που όχι μόνο θα συμβεί αλλά και θα νικήσει, ανοίγοντας το δρόμο για τη συνολική απελευθέρωση της ανθρωπότητας.
Ο Γκράμσι ήταν επαναστάτης, ανάμεσα στους βασικούς ιδρυτές του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, εκδότης της εφημερίδας Όρντινε Νουόβο που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο τεράστιο κίνημα των εργοστασιακών συμβουλίων το 1919-20. Μετά την άνοδο του Μουσολίνι στην εξουσία βρέθηκε στη φυλακή, όπου παρέμεινε για περισσότερο από 10 χρόνια, τα τελευταία της ζωής του. Στη φυλακή, παρότι αποκομμένος από την καθημερινή πολιτική και το κίνημα, συνέχισε να γράφει τα κείμενα που έμειναν γνωστά ως “Τετράδια της Φυλακής”. Αφενός το γεγονός ότι έγραφε αποκομμένος και έτσι αναγκαζόταν να ανατρέχει μόνο σε ιστορικά παραδείγματα, αφετέρου η συγκαλυμμένη γλώσσα που χρησιμοποιούσε για να διασώζει τα γραπτά του από τους δεσμοφύλακες, έδωσε τη δυνατότητα σε μεταγενέστερους διανοούμενους να υποστηρίξουν ότι ο Γκράμσι της φυλακής είχε πάρει διαζύγιο από τον Γκράμσι της επανάστασης.
Ο Ρούσης, αντίθετα, υποστηρίζει ότι η σκέψη του Γκράμσι είναι διαρκώς αφιερωμένη στην επαναστατική στρατηγική. Ο “Πόλεμος θέσεων” είναι μια κομβική έννοια για την επικαιρότητα της οποίας ο Ρούσης επιμένει. Αυτή την έννοια χρησιμοποιούσε ο Γκράμσι για να περιγράψει την μακρόσυρτη πάλη των επαναστατών, όταν η πάλη για την κατάληψη της εξουσίας δεν βρίσκεται στην τελική της φάση. Ο Ρούσης εξηγεί ότι ο “πόλεμος θέσεων” δεν είναι μια ρεφορμιστική στρατηγική, δεν στέκεται απέναντι στην επαναστατική κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Είναι, ίσα ίσα, ο τρόπος με τον οποίο οι επαναστάτες προετοιμάζουν το “στρατό τους”, δηλαδή την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, ώστε να είναι έτοιμος και ισχυρός τη στιγμή της αποφασιστικής σύγκρουσης.
Η αντίληψη ότι “η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας” βρίσκεται στην καρδιά του μαρξισμού. Ωστόσο, ταυτόχρονα ισχύει ότι “οι κυρίαρχες ιδέες είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης”. Πώς συνεπώς μπορεί να φτάσει στην επανάσταση μια τάξη που ιδεολογικά βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία των καπιταλιστών;
Υπόβαθρο
Η κρίση είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση αλλά όχι από μόνη της ικανή, λέει ο Ρούσης. Είναι απαραίτητη, διότι μόνο μέσα σε συνθήκες κρίσης, κλονίζεται το υλικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο ο καπιταλισμός μπορεί να τροφοδοτεί την αυταπάτη ότι λειτουργεί προς όφελος της πλειοψηφίας.Στο πρώτο μέρος του βιβλίου, ο Ρούσης παρουσιάζει μια συνοπτική περιγραφή της θεωρίας του Μαρξ για την κρίση, βάζοντας στο κέντρο της προσοχής του την “πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους”. Εξηγεί έτσι γιατί καμία επιστροφή στον “Κεϊνσιανισμό” ή σε άλλες μορφές διαχείρισης του συστήματος δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση που βρίσκεται στην καρδιά του συστήματος.
Όμως, από μόνη της η κρίση δεν δίνει τη λύση. Τις επαναστάσεις τις κάνουν ζωντανοί άνθρωποι με ιδέες στο μυαλό τους, δεν γίνονται από ένστικτο λόγω της φτώχειας και της πείνας. Ίδιες συνθήκες κρίσης μπορεί να οδηγήσουν σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα. Έτσι, το κρίσιμο ζήτημα για την εργατική τάξη είναι με ποιο τρόπο έχει προετοιμαστεί αλλά και έχει προετοιμάσει και τα άλλα καταπιεσμένα στρώματα γύρω της για να δοθεί επαναστατική απάντηση στην κρίση.
Η προετοιμασία έχει έρθει μέσα από τις πραγματικές μάχες του κινήματος, μέσα από τα συμπεράσματα από τις νίκες και τις ήττες. Και αυτό όμως, δεν μπορεί να γίνει με κάποιο αυτοματισμό ή με μοιρολατρία. Η ενεργητική παρέμβαση των επαναστατών είναι που καταφέρνει να μετασχηματίσει αυτά τα συμπεράσματα σε πολιτική και να τα γενικεύσει ώστε να γίνουν κτήμα της πλειοψηφίας.
Απέναντι στη ρεφορμιστική ανάγνωση του “ενιαίου μετώπου” που θέλει τα μέτωπα να είναι μόνο μετατοπίσεις των επαναστατών προς τα δεξιά, στη χειρότερη περίπτωση για εκλογικά οφέλη, ο Ρούσης φέρνει ένα πιο ενδιαφέρον παράδειγμα από τον Λένιν: “Χαρακτηριστικό δείγμα προς αυτή την κατεύθυνση, αποτελούσε κατά τον Γκράμσι το άνοιγμα των φυλακών και η απελευθέρωση των κρατούμενων μετά την επανάσταση του 1917, και η πετυχημένη προσπάθεια οικειοθελούς ενσωμάτωσής τους στη νέα κοινωνική πραγματικότητα”.
Το βιβλίο καταλήγει με μια επιγραμματική τοποθέτηση για ένα επαναστατικό πρόγραμμα σήμερα, με ιδιαίτερη έμφαση στον αντικαπιταλιστικό του χαρακτήρα, αλλά και στη μάχη ενάντια στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στον επίλογο τονίζεται ξανά πως η επιστροφή στον Γκράμσι δεν οφείλεται σε θεωρητικό ενδιαφέρον. Υπάρχουν τρεις άλλες διαφορετικές προσεγγίσεις για το πώς από το σήμερα θα φτάσουμε στο επαναστατικό αύριο. Η ρεφορμιστική που δεν ενδιαφέρεται καθόλου για αυτό το αύριο: “η κίνηση είναι το παν και ο σκοπός τίποτα”. Η σεκταριστική που παραπέμπει “στου 'Αγίου σοσιαλισμού' που προφανώς όπως οι άλλες γιορτές θα έλθει και αυτή”. Και η άποψη που περιμένει “τη σωτηρία από το αυθόρμητο κίνημα”.
Ο Ρούσης υπερασπίζεται την επικαιρότητα της σκέψης του Γκράμσι γιατί “είναι η μόνη που τόσο θεωρητικά όσο και πολιτικά μπορεί να οδηγήσει σε μια διέξοδο, συνδυάζοντας διαλεκτικά την τακτική με την στρατηγική, το άμεσο με το μακροπρόθεσμο, την αγωνία του κόσμου για τα άμεσα προβλήματά του και για το αύριο το δικό του και των παιδιών του.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου