| ||
Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2010
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ
ΓΙΑΝΝΗ ΚΟΡΔΑΤΟΥ: Αρθρογραφίες στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση
Φύλλο: 904
Λέανδρος Μπόλαρης
Οι «Αρθρογραφίες στην κομμουνιστική επιθεώρηση 1921-1924» του Γιάννη Κορδάτου (εκδόσεις Συλλογή, 2009) είναι μια σημαντική συνεισφορά στη μελέτη τόσο της ιστορίας της αριστεράς όσο και του έργου του Γ. Κορδάτου, του μαρξιστή ιστορικού.
Η «Κομμουνιστική Επιθεώρησις» ήταν το περιοδικό του ΣΕΚΕ (Κ) και ξεκίνησε την έκδοσή της το 1921. Ηταν μια κομβική χρονιά για το κόμμα που είχε ιδρυθεί τον Νοέμβρη του 1918 με διακηρυγμένο σκοπό να οδηγήσει την εργατική τάξη στην πάλη «διά την ανατροπήν της διεθνούς κεφαλαιοκρατίας και τον θρίαμβον του διεθνούς σοσιαλισμού». Ηταν η χρονιά που το εργατικό κίνημα έδινε σκληρές απεργιακές μάχες και το αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία της Μικράς Ασίας φούντωνε στα «μετόπισθεν» και στο ίδιο το μέτωπο. Ηταν επίσης η περίοδος που το ΣΕΚΕ -την προηγούμενη χρονιά είχε προσθέσει το «κομμουνιστικό» στον τίτλο του- προσπαθούσε, μέσα από κλυδωνισμούς, να αφομοιώσει τον μαρξισμό γενικά και την πείρα της Κομμουνιστικής Διεθνούς συγκεκριμένα. Η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» ήταν γέννημα αυτής της προσπάθειας.
Ο Γιάννης Κορδάτος είχε ενταχθεί στο ΣΕΚΕ από την ίδρυσή του και εκείνη την εποχή ήταν μέλος της κεντρικής επιτροπής. Αργότερα θα αναλάμβανε διευθυντής του «Ριζοσπάστη» και γραμματέας του κόμματος. Τα άρθρα που δημοσιεύονται σε αυτή την συλλογή καλύπτουν την περίοδο μέχρι τον Νοέμβρη του 1924.
Κρίση
Ο Κορδάτος καταπιάνεται με μια ευρεία γκάμα θεμάτων σε αυτά τα άρθρα. Η πολιτική κρίση που προκαλούσαν οι εξορμήσεις και οι αποτυχίες των πολεμικών εξορμήσεων του «ελληνικού ιμπεριαλισμού», σύμφωνα με την ορολογία του Κορδάτου, είναι ένα κεντρικό θέμα. Οι διαμάχες ανάμεσα στα «δυο κόμματα της αστικής τάξεως» έφτασαν σε βαθμό παροξυσμού -το ίδιο και οι διώξεις απέναντι στο εργατικό κίνημα.
Το «αγροτικό ζήτημα» είναι το δεύτερο μεγάλο θέμα που απασχολεί τον Κορδάτο. Έτσι κι αλλιώς τα πρώτα του πολιτικά άρθρα αφορούσαν τα ζητήματα των αγροτών του θεσσαλικού κάμπου. Τότε, το ζήτημα της απαλλοτρίωσης των «τσιφλικιών» - της αγροτικής μεταρρύθμισης έκαιγε τους αγρότες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Ο Κορδάτος πάλεψε μέσα στο κόμμα για να αλλάξει η αρχική αφηρημένη θέση περί «εθνικοποίησης της γης». Ο Κορδάτος υποστήριζε ότι το κόμμα πρέπει να βρεθεί επικεφαλής των αγώνων των φτωχών αγροτών και των εργατών γης. Το σύνθημα «απαλλοτρίωση ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ» ήταν το σύνθημα που υποστήριζε. Όταν σήμερα η αντικαπιταλιστική αριστερά απαιτεί «κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση» των τραπεζών ή των επιχειρήσεων που απολύουν, πατάει σε μια περήφανη παράδοση.
Τα κομμάτια που ασχολούνται με τις εξελίξεις στο ΣΕΚΕ μοιάζουν ακατανόητα με μια πρώτη ματιά. Δυστυχώς, στην παρούσα έκδοση δεν υπάρχει κάποιο εισαγωγικό σημείωμα που να προσανατολίζει τον αναγνώστη στις αντιπαραθέσεις και συζητήσεις που διαπέρασαν το ΣΕΚΕ εκείνη την περίοδο, αντιπαραθέσεις στις οποίες ο Κορδάτος συμμετείχε ενεργά και παθιασμένα. Το άρθρο του Αγι Στίνα που χρησιμεύει σαν εισαγωγή, δίνει μια συμπαθητική εικόνα του Κορδάτου, αλλά δεν βοηθάει συνολικότερα. Για να τεθούν όλες αυτές οι πληροφορίες στο ιστορικό τους πλαίσιο, πολύ πιο χρήσιμο είναι το βιβλίο «ΣΕΚΕ-Οι επαναστατικές ρίζες της αριστεράς στην Ελλάδα» που κυκλοφορεί από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο.
Όμως, ένα χαρακτηριστικό περνάει σαν κόκκινη κλωστή αυτά τα κείμενα. Ο Γ. Κορδάτος τα έγραψε ως πολεμικές, ως συμβολές στο χτίσιμο ενός επαναστατικού κόμματος μέσα στη φωτιά της μάχης. Αλλωστε, με τον ίδιο σκοπό έγραψε το πιο σημαντικό βιβλίο του, το «Η Κοινωνική Σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821». Το βιβλίο που δημοσιεύτηκε στα τέλη του 1924 προκάλεσε την μήνιν των «βατράχων της πατριδοκαπηλείας» όπως τους ονόμαζε ο Κορδάτος. Στο πρόλογό του ανέφερε:
«Η εποχή μας -για μας τους κομμουνιστές- δεν είναι εποχή της ήρεμης εργασίας και σπουδαστηρίου. Άγνωστο για πόσον καιρό, λόγω της επαναστατικής περιόδου που περνούμε, για μας θα είναι άγνωστη η ησυχία, αφού ζούμε μέσα στο εργατικό κίνημα, που παίρνει στη χώρα μας μιαν επαναστατική και συνειδητή κατεύθυνση».
Αυτά τα βήματα πρέπει να ακολουθήσουμε και σήμερα.
ΓΙΑΝΝΗ ΚΟΡΔΑΤΟΥ: Αρθρογραφίες στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση
Φύλλο: 904
Λέανδρος Μπόλαρης
Μια περήφανη παράδοση
Οι «Αρθρογραφίες στην κομμουνιστική επιθεώρηση 1921-1924» του Γιάννη Κορδάτου (εκδόσεις Συλλογή, 2009) είναι μια σημαντική συνεισφορά στη μελέτη τόσο της ιστορίας της αριστεράς όσο και του έργου του Γ. Κορδάτου, του μαρξιστή ιστορικού.
Η «Κομμουνιστική Επιθεώρησις» ήταν το περιοδικό του ΣΕΚΕ (Κ) και ξεκίνησε την έκδοσή της το 1921. Ηταν μια κομβική χρονιά για το κόμμα που είχε ιδρυθεί τον Νοέμβρη του 1918 με διακηρυγμένο σκοπό να οδηγήσει την εργατική τάξη στην πάλη «διά την ανατροπήν της διεθνούς κεφαλαιοκρατίας και τον θρίαμβον του διεθνούς σοσιαλισμού». Ηταν η χρονιά που το εργατικό κίνημα έδινε σκληρές απεργιακές μάχες και το αντιπολεμικό κίνημα ενάντια στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία της Μικράς Ασίας φούντωνε στα «μετόπισθεν» και στο ίδιο το μέτωπο. Ηταν επίσης η περίοδος που το ΣΕΚΕ -την προηγούμενη χρονιά είχε προσθέσει το «κομμουνιστικό» στον τίτλο του- προσπαθούσε, μέσα από κλυδωνισμούς, να αφομοιώσει τον μαρξισμό γενικά και την πείρα της Κομμουνιστικής Διεθνούς συγκεκριμένα. Η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» ήταν γέννημα αυτής της προσπάθειας.
Ο Γιάννης Κορδάτος είχε ενταχθεί στο ΣΕΚΕ από την ίδρυσή του και εκείνη την εποχή ήταν μέλος της κεντρικής επιτροπής. Αργότερα θα αναλάμβανε διευθυντής του «Ριζοσπάστη» και γραμματέας του κόμματος. Τα άρθρα που δημοσιεύονται σε αυτή την συλλογή καλύπτουν την περίοδο μέχρι τον Νοέμβρη του 1924.
Κρίση
Ο Κορδάτος καταπιάνεται με μια ευρεία γκάμα θεμάτων σε αυτά τα άρθρα. Η πολιτική κρίση που προκαλούσαν οι εξορμήσεις και οι αποτυχίες των πολεμικών εξορμήσεων του «ελληνικού ιμπεριαλισμού», σύμφωνα με την ορολογία του Κορδάτου, είναι ένα κεντρικό θέμα. Οι διαμάχες ανάμεσα στα «δυο κόμματα της αστικής τάξεως» έφτασαν σε βαθμό παροξυσμού -το ίδιο και οι διώξεις απέναντι στο εργατικό κίνημα.
Το «αγροτικό ζήτημα» είναι το δεύτερο μεγάλο θέμα που απασχολεί τον Κορδάτο. Έτσι κι αλλιώς τα πρώτα του πολιτικά άρθρα αφορούσαν τα ζητήματα των αγροτών του θεσσαλικού κάμπου. Τότε, το ζήτημα της απαλλοτρίωσης των «τσιφλικιών» - της αγροτικής μεταρρύθμισης έκαιγε τους αγρότες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Ο Κορδάτος πάλεψε μέσα στο κόμμα για να αλλάξει η αρχική αφηρημένη θέση περί «εθνικοποίησης της γης». Ο Κορδάτος υποστήριζε ότι το κόμμα πρέπει να βρεθεί επικεφαλής των αγώνων των φτωχών αγροτών και των εργατών γης. Το σύνθημα «απαλλοτρίωση ΧΩΡΙΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ» ήταν το σύνθημα που υποστήριζε. Όταν σήμερα η αντικαπιταλιστική αριστερά απαιτεί «κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση» των τραπεζών ή των επιχειρήσεων που απολύουν, πατάει σε μια περήφανη παράδοση.
Τα κομμάτια που ασχολούνται με τις εξελίξεις στο ΣΕΚΕ μοιάζουν ακατανόητα με μια πρώτη ματιά. Δυστυχώς, στην παρούσα έκδοση δεν υπάρχει κάποιο εισαγωγικό σημείωμα που να προσανατολίζει τον αναγνώστη στις αντιπαραθέσεις και συζητήσεις που διαπέρασαν το ΣΕΚΕ εκείνη την περίοδο, αντιπαραθέσεις στις οποίες ο Κορδάτος συμμετείχε ενεργά και παθιασμένα. Το άρθρο του Αγι Στίνα που χρησιμεύει σαν εισαγωγή, δίνει μια συμπαθητική εικόνα του Κορδάτου, αλλά δεν βοηθάει συνολικότερα. Για να τεθούν όλες αυτές οι πληροφορίες στο ιστορικό τους πλαίσιο, πολύ πιο χρήσιμο είναι το βιβλίο «ΣΕΚΕ-Οι επαναστατικές ρίζες της αριστεράς στην Ελλάδα» που κυκλοφορεί από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο.
Όμως, ένα χαρακτηριστικό περνάει σαν κόκκινη κλωστή αυτά τα κείμενα. Ο Γ. Κορδάτος τα έγραψε ως πολεμικές, ως συμβολές στο χτίσιμο ενός επαναστατικού κόμματος μέσα στη φωτιά της μάχης. Αλλωστε, με τον ίδιο σκοπό έγραψε το πιο σημαντικό βιβλίο του, το «Η Κοινωνική Σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821». Το βιβλίο που δημοσιεύτηκε στα τέλη του 1924 προκάλεσε την μήνιν των «βατράχων της πατριδοκαπηλείας» όπως τους ονόμαζε ο Κορδάτος. Στο πρόλογό του ανέφερε:
«Η εποχή μας -για μας τους κομμουνιστές- δεν είναι εποχή της ήρεμης εργασίας και σπουδαστηρίου. Άγνωστο για πόσον καιρό, λόγω της επαναστατικής περιόδου που περνούμε, για μας θα είναι άγνωστη η ησυχία, αφού ζούμε μέσα στο εργατικό κίνημα, που παίρνει στη χώρα μας μιαν επαναστατική και συνειδητή κατεύθυνση».
Αυτά τα βήματα πρέπει να ακολουθήσουμε και σήμερα.
ΕΥΤΥΧΗ ΜΠΙΤΣΑΚΗ
Από την Πυρά στον Άμβωνα
Φύλλο: 904
Πάνος Γκαργκάνας
Το νέο βιβλίο του Ευτύχη Μπιτσάκη με τίτλο «Από την Πυρά στον Άμβωνα» έρχεται να βοηθήσει την Αριστερά να αντιμετωπίσει ένα διπλό πρόβλημα: όχι μόνο την επιστροφή της επιρροής των θρησκειών στις σύγχρονες κοινωνίες, αλλά και τις απόπειρες να αξιοποιηθούν επιστημονικές θεωρίες προς την κατεύθυνση της «δικαίωσης» της ύπαρξης Θεού - Δημιουργού. Πώς εξηγείται το γεγονός ότι ενώ έχουν περάσει πάνω από δυο αιώνες από τη Γαλλική Επανάσταση και το Διαφωτισμό, το φως της επιστήμης δεν έχει διαλύσει τα σκοτάδια των θρησκευτικών προκαταλήψεων; Όχι μόνο δεν τα έχει διαλύσει αλλά και έχουμε φαινόμενα όπου η εκκλησία επικαλείται θεωρίες όπως το big bang για να ενισχύσει το κύρος της;
Μπροστά σε αυτή τη διπλή πρόκληση, ο Μπιτσάκης επιχειρεί, όπως γράφει ο ίδιος από το πρώτο κεφάλαιο, «μια σκιαγραφία της ιστορικά μεταβαλλόμενης σχέσης» ανάμεσα στη θρησκεία, κύρια τη χριστιανική, και την επιστήμη.
Με την προσέγγιση αυτή, ο συγγραφέας βρίσκεται στο φόρτε του. Γνωστός ερευνητής της εξέλιξης των θεωριών της Φυσικής, ο Μπιτσάκης είναι σε θέση να παρουσιάσει την πορεία των συγκρούσεων, πολλές φορές βίαιων, ανάμεσα στα θρησκευτικά δόγματα και τις επιστημονικές επαναστάσεις που θεμελίωσαν τις σύγχρονες γνώσεις της ανθρωπότητας για τον κόσμο. Στις σελίδες του βιβλίου συναντάμε το μαρτύριο του Τζιορντάνο Μπρούνο που κάηκε στην πυρά στη Ρώμη ως αιρετικός, τους διωγμούς της Εκκλησίας κατά του Κοπέρνικου, του Κέπλερ και του Γαλιλαίου, την καταδίκη του γιατρού Μισέλ Σερβέ στην πυρά από τον Καλβίνο, τους ισχυρισμούς του Πάπα Βονιφάτιου Η΄ ότι με την ανατομία διακυβεύεται η ανάσταση των νεκρών.
Επιστήμη
Ωστόσο, ο Ευτύχης Μπιτσάκης δεν περιορίζεται εκεί. Προχωράει να αποκαλύψει τα όρια του επιστημονισμού και της αστικής γνωσιοθεωρίας γενικότερα. Διαπιστώνει ότι «η αστική φιλοσοφία ταλαντεύεται ανάμεσα σε έναν απλοϊκό υλισμό, σε έναν ακόμα πιο απλοϊκό εμπειρισμό και στις διάφορες μορφές ιδεαλισμού». Θυμίζει πόσο θεοσεβής ήταν και ο Νεύτωνας και ο Καρτέσιος. Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το «Φως» της επιστήμης δεν αρκεί για να «φωτίσει τα σκοτάδια». «Πάλη, λοιπόν, ενάντια στη θρησκεία» γράφει «σημαίνει πάλη ενάντια στον κόσμο που πνευματικό του άρωμα είναι η θρησκεία». Έτσι μας φέρνει στον Μαρξ και στον Ένγκελς και στην περιβόητη αντιμετώπιση ότι η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, το όπιο του λαού. Τελικά, αυτός που θα φωτίσει τα σκοτάδια είναι η πάλη της εργατικής τάξης για την ανατροπή του καπιταλισμού και την απελευθέρωσή της.
Οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες που στρατεύονται σε αυτήν την πάλη έχουν πολλά χρήσιμα στοιχεία να ανακαλύψουν και σε αυτό το βιβλίο του Ευτύχη Μπιτσάκη. Όπως και στο βιβλίο του για την εξέλιξη των θεωριών της Φυσικής, ο Μπιτσάκης επιμένει ότι η εξέλιξη των επιστημών δεν γίνεται στο κενό, επηρεάζεται από την κρατούσα ιδεολογία της εποχής και παράγει ιδεολογία, συμμετέχοντας στην αλλαγή της κοινωνίας όχι μόνο τεχνολογικά αλλά και στο επίπεδο των ιδεών.
Αυτή η προσέγγιση που τοποθετεί τις αλλαγές διαλεκτικά μέσα στην ιστορική εξέλιξη είναι πολύτιμη για όποιον θέλει να αλλάξει τον κόσμο. Ας αρκεστούμε σε ένα μόνο παράδειγμα. Γράφει ο Μπιτσάκης:
«Θεολόγοι, ιερωμένοι, φιλόσοφοι, φιλοσοφούντες φυσικοί δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν επί 80 χρόνια ότι στον μικρόκοσμο δεν ισχύει η αρχή της αιτιότητας και να συμπεραίνουν από αυτό ότι η φύση διαθέτει ελεύθερη βούληση. Άλλη μια λανθασμένη ερμηνεία της μικροφυσικής που καταλήγει στον χορηγό της ελεύθερης βούλησης. Μια από τις προϋποθέσεις αυτής της ανορθολογικής παρεκτροπής είναι ότι οι οπαδοί της «απροσδιοριστίας» ταυτίζουν την αρχή της αιτιότητας με τη μηχανιστική μορφή της. Άλλη μια περίπτωση όπου η στενότητα του μηχανικισμού καταλήγει στον θρησκευτικό ανορθολογισμό και στα διάφορα μυστήρια». Όλοι αυτοί χάνουν από τα μάτια τους «την υλιστική θέση για την ιστορική προτεραιότητα της ύλης και για το πνεύμα ως προϊόν της λειτουργίας της ύλης, η οποία έχει φτάσει σε εξαιρετικά πολύπλοκες μορφές οργάνωσης».
Για τη μαρξιστική αριστερά που έχει υποφέρει σκληρά από τις μηχανιστικές παρεκτροπές, αυτά είναι θεμελιώδη ξεκαθαρίσματα. Η «στενότητα του μηχανικισμού» στις θεωρίες του Κάουτσκι ή του Στάλιν για τις παραγωγικές δυνάμεις κατάληξαν σε ανορθολογισμούς όπως η αντιδραστική ουτοπία του υπεριμπεριαλισμού στη μια περίπτωση ή η προσωπολατρεία του πατερούλη στην άλλη. Για τους μαρξιστές που δεν θέλουν να καταλήξουν από την Πυρά στον Άμβωνα, αυτά είναι χρήσιμα διδάγματα.
Ο Ε. Μπιτσάκης θα παρουσιάσει το νέο του βιβλίο στο FLORAL στα Εξάρχεια, το Σάββατο 27/2 στις 7μμ
Από την Πυρά στον Άμβωνα
Φύλλο: 904
Πάνος Γκαργκάνας
Ποιός θα ρίξει φως στα σκοτάδια της Θρησκείας;
Το νέο βιβλίο του Ευτύχη Μπιτσάκη με τίτλο «Από την Πυρά στον Άμβωνα» έρχεται να βοηθήσει την Αριστερά να αντιμετωπίσει ένα διπλό πρόβλημα: όχι μόνο την επιστροφή της επιρροής των θρησκειών στις σύγχρονες κοινωνίες, αλλά και τις απόπειρες να αξιοποιηθούν επιστημονικές θεωρίες προς την κατεύθυνση της «δικαίωσης» της ύπαρξης Θεού - Δημιουργού. Πώς εξηγείται το γεγονός ότι ενώ έχουν περάσει πάνω από δυο αιώνες από τη Γαλλική Επανάσταση και το Διαφωτισμό, το φως της επιστήμης δεν έχει διαλύσει τα σκοτάδια των θρησκευτικών προκαταλήψεων; Όχι μόνο δεν τα έχει διαλύσει αλλά και έχουμε φαινόμενα όπου η εκκλησία επικαλείται θεωρίες όπως το big bang για να ενισχύσει το κύρος της;
Μπροστά σε αυτή τη διπλή πρόκληση, ο Μπιτσάκης επιχειρεί, όπως γράφει ο ίδιος από το πρώτο κεφάλαιο, «μια σκιαγραφία της ιστορικά μεταβαλλόμενης σχέσης» ανάμεσα στη θρησκεία, κύρια τη χριστιανική, και την επιστήμη.
Με την προσέγγιση αυτή, ο συγγραφέας βρίσκεται στο φόρτε του. Γνωστός ερευνητής της εξέλιξης των θεωριών της Φυσικής, ο Μπιτσάκης είναι σε θέση να παρουσιάσει την πορεία των συγκρούσεων, πολλές φορές βίαιων, ανάμεσα στα θρησκευτικά δόγματα και τις επιστημονικές επαναστάσεις που θεμελίωσαν τις σύγχρονες γνώσεις της ανθρωπότητας για τον κόσμο. Στις σελίδες του βιβλίου συναντάμε το μαρτύριο του Τζιορντάνο Μπρούνο που κάηκε στην πυρά στη Ρώμη ως αιρετικός, τους διωγμούς της Εκκλησίας κατά του Κοπέρνικου, του Κέπλερ και του Γαλιλαίου, την καταδίκη του γιατρού Μισέλ Σερβέ στην πυρά από τον Καλβίνο, τους ισχυρισμούς του Πάπα Βονιφάτιου Η΄ ότι με την ανατομία διακυβεύεται η ανάσταση των νεκρών.
Επιστήμη
Ωστόσο, ο Ευτύχης Μπιτσάκης δεν περιορίζεται εκεί. Προχωράει να αποκαλύψει τα όρια του επιστημονισμού και της αστικής γνωσιοθεωρίας γενικότερα. Διαπιστώνει ότι «η αστική φιλοσοφία ταλαντεύεται ανάμεσα σε έναν απλοϊκό υλισμό, σε έναν ακόμα πιο απλοϊκό εμπειρισμό και στις διάφορες μορφές ιδεαλισμού». Θυμίζει πόσο θεοσεβής ήταν και ο Νεύτωνας και ο Καρτέσιος. Και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το «Φως» της επιστήμης δεν αρκεί για να «φωτίσει τα σκοτάδια». «Πάλη, λοιπόν, ενάντια στη θρησκεία» γράφει «σημαίνει πάλη ενάντια στον κόσμο που πνευματικό του άρωμα είναι η θρησκεία». Έτσι μας φέρνει στον Μαρξ και στον Ένγκελς και στην περιβόητη αντιμετώπιση ότι η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεζόμενου πλάσματος, το όπιο του λαού. Τελικά, αυτός που θα φωτίσει τα σκοτάδια είναι η πάλη της εργατικής τάξης για την ανατροπή του καπιταλισμού και την απελευθέρωσή της.
Οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες που στρατεύονται σε αυτήν την πάλη έχουν πολλά χρήσιμα στοιχεία να ανακαλύψουν και σε αυτό το βιβλίο του Ευτύχη Μπιτσάκη. Όπως και στο βιβλίο του για την εξέλιξη των θεωριών της Φυσικής, ο Μπιτσάκης επιμένει ότι η εξέλιξη των επιστημών δεν γίνεται στο κενό, επηρεάζεται από την κρατούσα ιδεολογία της εποχής και παράγει ιδεολογία, συμμετέχοντας στην αλλαγή της κοινωνίας όχι μόνο τεχνολογικά αλλά και στο επίπεδο των ιδεών.
Αυτή η προσέγγιση που τοποθετεί τις αλλαγές διαλεκτικά μέσα στην ιστορική εξέλιξη είναι πολύτιμη για όποιον θέλει να αλλάξει τον κόσμο. Ας αρκεστούμε σε ένα μόνο παράδειγμα. Γράφει ο Μπιτσάκης:
«Θεολόγοι, ιερωμένοι, φιλόσοφοι, φιλοσοφούντες φυσικοί δεν κουράζονται να επαναλαμβάνουν επί 80 χρόνια ότι στον μικρόκοσμο δεν ισχύει η αρχή της αιτιότητας και να συμπεραίνουν από αυτό ότι η φύση διαθέτει ελεύθερη βούληση. Άλλη μια λανθασμένη ερμηνεία της μικροφυσικής που καταλήγει στον χορηγό της ελεύθερης βούλησης. Μια από τις προϋποθέσεις αυτής της ανορθολογικής παρεκτροπής είναι ότι οι οπαδοί της «απροσδιοριστίας» ταυτίζουν την αρχή της αιτιότητας με τη μηχανιστική μορφή της. Άλλη μια περίπτωση όπου η στενότητα του μηχανικισμού καταλήγει στον θρησκευτικό ανορθολογισμό και στα διάφορα μυστήρια». Όλοι αυτοί χάνουν από τα μάτια τους «την υλιστική θέση για την ιστορική προτεραιότητα της ύλης και για το πνεύμα ως προϊόν της λειτουργίας της ύλης, η οποία έχει φτάσει σε εξαιρετικά πολύπλοκες μορφές οργάνωσης».
Για τη μαρξιστική αριστερά που έχει υποφέρει σκληρά από τις μηχανιστικές παρεκτροπές, αυτά είναι θεμελιώδη ξεκαθαρίσματα. Η «στενότητα του μηχανικισμού» στις θεωρίες του Κάουτσκι ή του Στάλιν για τις παραγωγικές δυνάμεις κατάληξαν σε ανορθολογισμούς όπως η αντιδραστική ουτοπία του υπεριμπεριαλισμού στη μια περίπτωση ή η προσωπολατρεία του πατερούλη στην άλλη. Για τους μαρξιστές που δεν θέλουν να καταλήξουν από την Πυρά στον Άμβωνα, αυτά είναι χρήσιμα διδάγματα.
Ο Ε. Μπιτσάκης θα παρουσιάσει το νέο του βιβλίο στο FLORAL στα Εξάρχεια, το Σάββατο 27/2 στις 7μμ
Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2010
Συνέντευξη με τον Βασίλη Κολοβό
«Ο ηθοποιός δεν είναι παπαγάλος, είναι κοινωνικός λειτουργός»
Φύλλο: 903
εικόνα
«Τα μάτια τέσσερα», ξεγυμνώνουν τις τέσσερις εξουσίες του αστικού κράτους. Στην σημερινή συγκυρία της καπιταλιστικής κρίσης, και μετά τα γεγονότα του περσινού Δεκέμβρη, μια τόσο πολιτική παράσταση φαντάζει σαν σχόλιο των γεγονότων που ζούμε.
Ναι, πράγματι. Ωστόσο, οφείλουμε να πούμε πως πρόκειται για ένα σχεδόν προφητικό έργο αφού είναι γραμμένο πριν την περσινή δολοφονία του παιδιού που οδήγησε στα γεγονότα του Δεκέμβρη. Ο συγγραφέας είναι ένας προοδευτικός άνθρωπος που βάζει το ζήτημα, πως η νεολαία δεν είναι χαμένη, δεν αναλώνεται άσκοπα, αλλά αντιθέτως αντιστέκεται. Μια νεολαία που τελικά η ίδια η εξουσία την οδηγεί σε αδιέξοδα όπως γίνεται με την ηρωίδα του έργου. Είναι ένα καυστικό μήνυμα για την αστική τάξη και το πώς αντιμετωπίζει σήμερα τα παιδιά και την νεολαία που βρίσκεται σε αναταραχή.
Στην παράσταση ενσαρκώνεται τον παππού της κοπέλας, που παρά την διαφορά ηλικίας προσπαθεί να καταλάβει και να κατανοήσει την εγγονή του, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους χαρακτήρες που η εξουσία τους έχει πλήρως αλλοτριώσει.
Οφείλουμε εμείς οι μεγαλύτεροι να ακούμε τα παιδιά και τα εγγόνια μας. Δεν είμαστε στην εποχή που οι μεγαλύτεροι τα ξέρανε όλα. Τα παιδιά σήμερα έχουν γνώση, έχουν άποψη, έχουν θέση. Τα παιδιά σήμερα επαναστατούν, και εμείς πρέπει να είμαστε κοντά τους, να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε γιατί δρουν κατά αυτό τον τρόπο. Γιατί επαναστατούν; Χωρίς αφορισμούς. Να τα ακούμε με προσοχή, να βλέπουμε την διαφορετική φωνή. Ο ήρωας που παίζω είναι γύρω στα 70 και το παιδί είναι 20. Το ότι ο ήρωας ακούει ένα παιδί σε αυτή την ηλικία του δίνει μια σπάνια ωριμότητα. Προσπαθεί να ανοίξει τα αυτιά του και να ακούσει. Όταν τα παιδιά μας κατεβαίνουν στο δρόμο πρέπει να κατεβαίνουμε και εμείς.
Η καπιταλιστική κρίση οδηγεί σε μεγάλες κοινωνικές αντιστάσεις. Έχετε πολύχρονη παρουσία στο συνδικαλιστικό κίνημα. Οι εμπειρίες του παρελθόντος πόσο σημαντικές είναι για τις νεώτερες γενιές που μπαίνουν στο αγώνα για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Σήμερα ο καπιταλισμός βρίσκεται σε μια από τις πιο σοβαρές του κρίσεις. Και οι επιθέσεις στα δικαιώματα μας είναι μεγαλύτερες απ΄ ότι στο παρελθόν. Όμως, αυτό δεν μπορεί να περάσει έτσι. Ο άνθρωπος από την φύση του είναι ον που έχει δίψα για ζωή, που αγωνίζεται, που αντιστέκεται, όπως λέει και στην παράσταση ο παππούς. Δεν μπορούν να μας καθορίσουν τη ζωή μας ακόμα και αν το θέλουν. Και εμείς οι μεγαλύτεροι έχουμε υποχρέωση να αγωνιστούμε απέναντι σε αυτές τις επιθέσεις. Και για την δική μας τη ζωή, αλλά και για του διπλανού μας.
Τα «μάτια τέσσερα» είναι μια μικρή παράγωγή, σε ένα μικρό θέατρο, Όμως βλέπουμε πολύ σημαντικούς ηθοποιούς, με παρουσία στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο και στο θέατρο, να παίρνουν θέση σε μια τέτοια τόσο ξεκάθαρα πολιτική παράσταση. Ποιος είναι ο ρόλος των καλλιτεχνών στο σημερινό κοινωνικό γίγνεσθαι;
Θα σου πω για τους ηθοποιούς. Το 1917 ιδρύθηκε το πρώτο σωματείο επηρεασμένο από την Οκτωβριανή Επανάσταση. Στη διακήρυξη του -εκτός των δημοκρατικών δικαιωμάτων- πάλευε για βασικά αιτήματα καθημερινής φύσεως. Π.χ. να πληρώνει ο δήμος το κάρο για να θάβονται οι ηθοποιοί ή να παίρνει μια μέρα αργία η οικογένεια άμα πεθάνει ένας ηθοποιός ή να παίρνουν μια μέρα αργία όταν παντρεύονται. Πολύ βασικά αιτήματα σε μια εποχή που οι ηθοποιοί δούλευαν ασταμάτητα δυο και τρεις παραστάσεις την ημέρα, 7 ημέρες την εβδομάδα. Αυτή η διαδικασία, ο αγώνας για μια καλύτερη ζωή έχει καλλιεργηθεί στους ηθοποιούς μέχρι σήμερα. Αυτό έχει παραμείνει σαν παρακαταθήκη. Σήμερα οι ηθοποιοί είναι πολιτικοποιημένοι.
Πολλοί είναι και αυτοί που αντιστέκονται και θα αντιστέκονται γιατί έχουν συνείδηση του κοινωνικού ρόλου που ασκούν. Της κοινωνικής αποστολής που έχουν. Γιατί ο ηθοποιός δεν είναι παπαγάλος, είναι κοινωνικός λειτουργός. Άρα και σαν ηθοποιοί θα πρέπει να ελέγχουμε τους εαυτούς μας. Να ξέρουμε γιατί παίζουμε, γιατί είμαστε ηθοποιοί; Τι παίζουμε; Τι λέμε και πως απευθυνόμαστε στον κόσμο; Ποιό μήνυμα παρουσιάζουμε μέσα από την τέχνη μας; Γιατί δεν έχουμε δικαίωμα να αποπροσανατολίζουμε τον κόσμο από την κοινωνική πραγματικότητα. Και θα πρέπει να συμφωνήσουμε με αυτό που έλεγε ο Μπρεχτ. Ότι «η τέχνη πρέπει να φωτογραφίζει την ζωή». Η τέχνη θα πρέπει να δείχνει την ουσιαστική εικόνα της ζωής. Όχι εξιδανικευμένα, ρομαντικά και ωραιοποιημένα. Αλλά να ακουμπάει στα πραγματικά προβλήματα που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία.
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
Η πόλη της ζωής και του θανάτου
Νίκος Λούντος
Η κινέζικη ταινία «Η Πόλη της ζωής και του θανάτου» είναι ένα από τα φετινά αριστουργήματα. Θέμα της είναι η εισβολή του γιαπωνέζικου στρατού το 1937 στην τότε πρωτεύουσα της Κίνας, Νανκίνγκ. Χρειάζεται να είναι κανείς οπλισμένος με πολλές αντοχές για να μπει στην αίθουσα, γνωρίζοντας πως στην οθόνη αποτυπώνεται μία από τις μεγαλύτερες σφαγές του 20ου αιώνα. Οι κινέζικες πηγές κάνουν λόγο για δολοφονία 300 χιλιάδων αμάχων και για βιασμό 80 χιλιάδων γυναικών, ανάμεσά τους βρέφη. Η ταινία, χωρίς να κάνει «μάθημα», μετατρέπεται αντικειμενικά σε αντιπολεμικό μανιφέστο. Ο πόλεμος είναι πολύ πιο ωμός, βρόμικος από όσο παρουσιάζεται στα βιβλία της ιστορίας που εξιστορούν μάχες, νικητές, ηττημένους και καταμετρούν θύματα.
Ο σκηνοθέτης, Τσουάν Λου, δεν εστιάζει υπερβολικά σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Προσπαθεί να υπενθυμίζει συνεχώς την κλίμακα αυτής της σφαγής. Η κάμερα κάνει πανοραμικά περάσματα πάνω στους νεκρούς Κινέζους που οι σοροί τους μοιάζουν να σχηματίζουν σάρκινα τοπία. Κάθε βιασμός είναι ένα ξεχωριστό και μεγάλο έγκλημα, αλλά η διαδικασία εφόδου στα σπίτια από όπου αρπάχτηκαν για να βιαστούν όλες οι νεαρές γυναίκες ξεπερνάει σε φρίκη το άθροισμα των ξεχωριστών βιασμών. Ο φακός είναι πολλές φορές φλου, αυξάνοντας την αίσθηση ότι το μέγεθος του εγκλήματος δεν χωράει στα μάτια σου. Δεν μπορείς να εστιάσεις σε ξεχωριστά πρόσωπα.
Ομως, το σοκ δεν προέρχεται κυρίως από την όψη των θυμάτων. Οι δολοφονημένοι άμαχοι και οι βιασμένες γυναίκες διατηρούν την αξιοπρέπειά τους ως το τέλος. Δεν ισχύει το ίδιο όμως για τους θύτες. Ο σκηνοθέτης για να αντιμετωπίσει αυτό το ερώτημα χρησιμοποιεί ως κεντρικό ήρωα έναν Ιάπωνα λοχία, τον Καντοκάβα. Μοιάζει με άνθρωπος ανάμεσα σε χιλιάδες ζώα, φαίνεται να καταλαβαίνει τι συμβαίνει, τα μάτια του δεν μπορούν να ξεκολλήσουν από τη βαρβαρότητα γύρω του. Εσωτερικά ταλαιπωρείται, όμως η συμπεριφορά του δεν είναι διαφορετική από τους υπόλοπους. Ο σκηνοθέτης κατηγορήθηκε ότι εστιάζοντας στον Καντοκάβα δίνει συγχωροχάρτι στους Ιάπωνες στρατιώτες. Δεν είναι αλήθεια. Ο Καντοκάβα προσφέρει μια ελπίδα ότι ανάμεσα στον αυτοκρατορικό στρατό της Ιαπωνίας υπήρχαν και άλλοι σαν αυτόν που τουλάχιστον καταλάβαιναν. Ομως η στάση του επιβεβαιώνει ότι ο πόλεμος δεν είναι ζήτημα ατομικής επιλογής.
Φυσικά, η ταινία δεν έχει στόχο να απαντήσει στα ιστορικά ερωτήματα. Γιατί η Ιαπωνία, μια χώρα που ως τα μέσα του 19ου αιώνα βρισκόταν σε βαθύ φεουδαρχικό μεσαίωνα, εξαπέλυσε μια τέτοια ιμπεριαλιστική επιδρομή κατά της Κίνας; Γιατί η Κίνα βρέθηκε τόσο αδύναμη να αντιδράσει;
Οι απαντήσεις αυτές πάνε πολύ πιο πίσω από το 1937. Η Κίνα είχε κοπεί σε κομματάκια από τις Δυτικές δυνάμεις από πολύ νωρίς και οι ευρωπαϊκοί στρατοί ήταν αυτοί που την είχαν μετατρέψει σε μισο-αποικία. Η συνθήκη των Βερσαλιών στο τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου παρέδωσε ό,τι είχε αρπάξει η Γερμανία από την Κίνα στα χέρια της ανερχόμενης Ιαπωνίας. Και ο Στάλιν είχε καθοδηγήσει, στα τέλη της δεκαετίας του ΄20, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας να συμμαχήσει και να δώσει το πάνω χέρι στο εθνικιστικό Κόμμα Κουομιντάνγκ. Υποτίθεται το Κουομιντάνγκ θα παρείχε ασφάλεια απέναντι στις ξένες εισβολές. Ομως, οι εθνικιστές εγκατέλειψαν την Νανκίνγκ προτού καν πατήσουν το πόδι τους οι Γιαπωνέζοι. Τους ένοιαζε περισσότερο να καταστείλουν τον «εσωτερικό εχθρό». Οι Κινέζοι αντιστασιακοί και κομμουνιστές έμειναν να υπερασπίσουν μόνοι τους τις περιοχές τους.
Οσο κι αν συγκλονίζει η κινηματογραφική εικόνα, ας μην ξεχάσει κανείς παρακολουθώντας την ταινία, ότι αυτό που βλέπει δεν είναι απλώς μυθοπλασία, αλλά ένα μικρό μόνο μέρος από ένα μαζικό έγκλημα που συνέβη πραγματικά.
Η πόλη της ζωής και του θανάτου
Νίκος Λούντος
Η κινέζικη ταινία «Η Πόλη της ζωής και του θανάτου» είναι ένα από τα φετινά αριστουργήματα. Θέμα της είναι η εισβολή του γιαπωνέζικου στρατού το 1937 στην τότε πρωτεύουσα της Κίνας, Νανκίνγκ. Χρειάζεται να είναι κανείς οπλισμένος με πολλές αντοχές για να μπει στην αίθουσα, γνωρίζοντας πως στην οθόνη αποτυπώνεται μία από τις μεγαλύτερες σφαγές του 20ου αιώνα. Οι κινέζικες πηγές κάνουν λόγο για δολοφονία 300 χιλιάδων αμάχων και για βιασμό 80 χιλιάδων γυναικών, ανάμεσά τους βρέφη. Η ταινία, χωρίς να κάνει «μάθημα», μετατρέπεται αντικειμενικά σε αντιπολεμικό μανιφέστο. Ο πόλεμος είναι πολύ πιο ωμός, βρόμικος από όσο παρουσιάζεται στα βιβλία της ιστορίας που εξιστορούν μάχες, νικητές, ηττημένους και καταμετρούν θύματα.
Ο σκηνοθέτης, Τσουάν Λου, δεν εστιάζει υπερβολικά σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Προσπαθεί να υπενθυμίζει συνεχώς την κλίμακα αυτής της σφαγής. Η κάμερα κάνει πανοραμικά περάσματα πάνω στους νεκρούς Κινέζους που οι σοροί τους μοιάζουν να σχηματίζουν σάρκινα τοπία. Κάθε βιασμός είναι ένα ξεχωριστό και μεγάλο έγκλημα, αλλά η διαδικασία εφόδου στα σπίτια από όπου αρπάχτηκαν για να βιαστούν όλες οι νεαρές γυναίκες ξεπερνάει σε φρίκη το άθροισμα των ξεχωριστών βιασμών. Ο φακός είναι πολλές φορές φλου, αυξάνοντας την αίσθηση ότι το μέγεθος του εγκλήματος δεν χωράει στα μάτια σου. Δεν μπορείς να εστιάσεις σε ξεχωριστά πρόσωπα.
Ομως, το σοκ δεν προέρχεται κυρίως από την όψη των θυμάτων. Οι δολοφονημένοι άμαχοι και οι βιασμένες γυναίκες διατηρούν την αξιοπρέπειά τους ως το τέλος. Δεν ισχύει το ίδιο όμως για τους θύτες. Ο σκηνοθέτης για να αντιμετωπίσει αυτό το ερώτημα χρησιμοποιεί ως κεντρικό ήρωα έναν Ιάπωνα λοχία, τον Καντοκάβα. Μοιάζει με άνθρωπος ανάμεσα σε χιλιάδες ζώα, φαίνεται να καταλαβαίνει τι συμβαίνει, τα μάτια του δεν μπορούν να ξεκολλήσουν από τη βαρβαρότητα γύρω του. Εσωτερικά ταλαιπωρείται, όμως η συμπεριφορά του δεν είναι διαφορετική από τους υπόλοπους. Ο σκηνοθέτης κατηγορήθηκε ότι εστιάζοντας στον Καντοκάβα δίνει συγχωροχάρτι στους Ιάπωνες στρατιώτες. Δεν είναι αλήθεια. Ο Καντοκάβα προσφέρει μια ελπίδα ότι ανάμεσα στον αυτοκρατορικό στρατό της Ιαπωνίας υπήρχαν και άλλοι σαν αυτόν που τουλάχιστον καταλάβαιναν. Ομως η στάση του επιβεβαιώνει ότι ο πόλεμος δεν είναι ζήτημα ατομικής επιλογής.
Φυσικά, η ταινία δεν έχει στόχο να απαντήσει στα ιστορικά ερωτήματα. Γιατί η Ιαπωνία, μια χώρα που ως τα μέσα του 19ου αιώνα βρισκόταν σε βαθύ φεουδαρχικό μεσαίωνα, εξαπέλυσε μια τέτοια ιμπεριαλιστική επιδρομή κατά της Κίνας; Γιατί η Κίνα βρέθηκε τόσο αδύναμη να αντιδράσει;
Οι απαντήσεις αυτές πάνε πολύ πιο πίσω από το 1937. Η Κίνα είχε κοπεί σε κομματάκια από τις Δυτικές δυνάμεις από πολύ νωρίς και οι ευρωπαϊκοί στρατοί ήταν αυτοί που την είχαν μετατρέψει σε μισο-αποικία. Η συνθήκη των Βερσαλιών στο τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου παρέδωσε ό,τι είχε αρπάξει η Γερμανία από την Κίνα στα χέρια της ανερχόμενης Ιαπωνίας. Και ο Στάλιν είχε καθοδηγήσει, στα τέλη της δεκαετίας του ΄20, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας να συμμαχήσει και να δώσει το πάνω χέρι στο εθνικιστικό Κόμμα Κουομιντάνγκ. Υποτίθεται το Κουομιντάνγκ θα παρείχε ασφάλεια απέναντι στις ξένες εισβολές. Ομως, οι εθνικιστές εγκατέλειψαν την Νανκίνγκ προτού καν πατήσουν το πόδι τους οι Γιαπωνέζοι. Τους ένοιαζε περισσότερο να καταστείλουν τον «εσωτερικό εχθρό». Οι Κινέζοι αντιστασιακοί και κομμουνιστές έμειναν να υπερασπίσουν μόνοι τους τις περιοχές τους.
Οσο κι αν συγκλονίζει η κινηματογραφική εικόνα, ας μην ξεχάσει κανείς παρακολουθώντας την ταινία, ότι αυτό που βλέπει δεν είναι απλώς μυθοπλασία, αλλά ένα μικρό μόνο μέρος από ένα μαζικό έγκλημα που συνέβη πραγματικά.
Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010
Η Τέχνη και ο Τόπος: 52 σύγχρονοι Χανιώτες καλλιτέχνες
08 Φεβρουαρίου με 16 Απριλίου 2010
Ωράριο ΛειτουργίαςΤρίτη - Σάββατο:
Κυριακή:
Δευτέρα:
10:00-14:00 και 18:00-21:00
10:00-14:00
κλειστά
Είσοδος Δωρεάν
Κείμενα- Επιμέλεια Έκθεσης: Πέγκυ Κουνενάκη
Η Τέχνη και ο Τόπος: 52 Σύγχρονοι Χανιώτες Καλλιτέχνες είναι ο τίτλος της έκθεσης που θα εγκαινιαστεί τη Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου στη Δημοτική Πινακοθήκη των Χανίων. Συμμετέχουν πενήντα δύο γηγενείς εικαστικοί καλλιτέχνες, ζωγράφοι και γλύπτες, αριθμός μεγάλος αναλογικά με τους κατοίκους τούτης της πόλης. Υπάρχουν όμως. Πρόκειται για δρώντες καλλιτέχνες. Και δεν αναφερόμαστε στους ερασιτέχνες που είναι πολλοί και καλοί, ούτε στους ξένους, που την επέλεξαν ως δεύτερη πατρίδα, τόπο κατοικίας, πηγή έμπνευσης και δημιουργίας, οι οποίοι είναι επίσης πολλοί. Πολλοί απ' αυτούς τους καλλιτέχνες διδάσκουν «τεχνικά» στα σχολεία της, προετοιμάζοντας - με τον τρόπο τους- επόμενες γενιές δημιουργών. Κι αν κρίνει κανείς από τα επίσημα ή ανεπίσημα εργαστήρια, όπου σήμερα γίνονται μαθήματα σχεδίου ή ζωγραφικής, καταλαβαίνει, ότι οι εικαστικές τέχνες έχουν γερή βάση σε τούτη την πόλη, έστω κι αν το πρόσχημα της πρόσφατης Αρχιτεκτονικής Σχολής στο Πολυτεχνείο Κρήτης έχει στρέψει πολλούς μαθητές να την επιλέγουν ως μελλοντικό επαγγελματικό προσανατολισμό. Μ' αυτά τα δεδομένα, θα μπορούσε κάλλιστα η πόλη των Χανίων να θεωρηθεί ως μια από τις κοιτίδες της σύγχρονης ελληνικής τέχνης.
Κάθε καλλιτέχνης συμμετέχει στην έκθεση με δύο έργα, ώστε ο θεατής να έχει τη δυνατότητα να δει τις διαφορετικές όψεις του έργου του. Η έκθεση συνοδεύεται από μεγάλο κατάλογο, στον οποίο κάθε καλλιτέχνης καταλαμβάνει δύο σελίδες, όπου, εκτός από τα δύο έργα υπάρχει και κριτικό σημείωμα της επιμελήτριας για το σύνολο σχεδόν της δουλειάς του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το μακροσκελές εισαγωγικό σημείωμα της επιμελήτριας της έκθεσης Πέγκυ Κουνενάκη, μια εμπεριστατωμένη αναφορά στην καλλιτεχνική κίνηση και εικαστική παραγωγή στην πόλη των Χανίων, από τη μινωική εποχή έως και σήμερα. Η έρευνα, όπως είναι φυσικό, επικεντρώνεται στο τέλος του 19ου και σ' ολόκληρο τον 20ο αιώνα, ιστορική περίοδο που διαμόρφωσε τις συνθήκες για να υπάρξουν τόσοι πολλοί καλλιτέχνες στην πόλη.
Στον επίλογο του κειμένου της σημειώνει: «...Στα έργα των πενήντα δύο καλλιτεχνών αντανακλώνται οι ανησυχίες μιας σύγχρονης τέχνης που επιμένει κυρίως στη ζωγραφική, η οποία ως σταθερή αξία συνεχίζει να έλκει και να προκαλεί. Αντανακλώνται επίσης κι όλα τα προτερήματα ή τα ελαττώματα της σύγχρονης ελληνικής τέχνης, εκτός δύο ή τριών εξαιρέσεων. Δεν παύουν όμως όλα να είναι έργα ποιοτικά, ζωντανά και ευαίσθητα, που αποδεικνύουν και αναδεικνύουν την προσωπικότητα, τις αξίες και τις καλλιτεχνικές ιδιαιτερότητες όσων τα δημιούργησαν. Και το βασικότερο: δεν περιορίζονται στην εσωστρέφεια μιας εντοπιότητας. Γι' αυτό ίσως και μόνο το στοιχείο, η έκθεση αυτή έπρεπε να γίνει...».
ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΑΥΓΕΡΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΒΕΡΥΚΑΚΗ ΟΛΓΑ
ΒΛΑΒΟΓΙΛΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΒΛΑΖΑΚΗ ΣΟΦΙΑ
ΓΙΑΝΝΑΚΟΣ ΚΡΙΣ
ΓΙΑΝΝΑΚΟΣ ΣΤΗΒ
ΖΑΚΥΝΘΙΝΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
ΖΥΜΒΡΑΓΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
ΚΑΛΟΓΕΡΗΣ ΑΙΜΙΛΙΟΣ
ΚΑΛΟΥΜΕΝΟΣ ΘΟΔΩΡΗΣ
ΚΑΛΟΥΤΣΗΣ ΒΑΛΕΡΙΟΣ
ΚΑΝΑ ΕΙΡΗΝΗ
ΚΟΥΚΟΥΡΑΚΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ
ΚΟΥΝΑΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΚΟΥΝΑΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΚΑΤΖΟΥΡΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΚΑΤΣΙΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΚΕΛΑΪΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
ΚΕΛΑΪΔΗ ΜΑΡΙΑ
ΛΙΛΙΚΑΚΗΣ ΚΟΣΜΑΣ
ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ ΜΑΡΙΑ
ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Π.
ΜΠΑΓΑΚΗ ΕΛΕΝΗ
ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΛΑΜΠΡΙΝΗ
ΜΠΟΛΙΕΡΑΚΗ ΚΛΕΙΩ
ΜΠΟΛΙΕΡΑΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ
ΜΥΛΩΝΟΓΙΑΝΝΗ ΒΑΣΩ
ΝΤΑΓΑΔΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΝΤΟΥΚΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ
ΞΕΝΑΚΗΣ ΘΟΔΩΡΟΣ
ΞΕΝΑΚΗ ΠΑΓΩΝΑ
ΞΕΝΑΚΗΣ ΠΕΤΡΟΣ
ΠΑΛΛΗΚΑΡΗΣ EYTYXHΣ
ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΠΑΠΑΗΛΙΑΚΗΣ ΗΛΙΑΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΥΔΑΚΗΣ ΦΑΝΗΣ
ΠΑΠΑΤΖΑΝΑΚΗ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΠΑΤΣΟΥΡΑΚΗΣ ΕΥΤΥΧΗΣ
ΠΑΥΛΑΚΗΣ ΕΥ. ΑΝΤΩΝΗΣ
ΠΕΡΡΑΚΗ -ΞΕΝΑΚΗ ΑΓΛΑΪΑ
ΠΕΤΡΑΚΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ
ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ
ΡΕΪΣ - ΚΟΚΟΒΛΗ ΑΛΝΤΑ
ΣΙΝΟΥ ΑΝΝΑ
ΣΟΥΣΤΑ ΕΛΕΝΑ
ΤΖΕΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΤΣΟΥΠΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ ΜΑΝΟΥΣΟΣ
ΧΟΥΔΑΛΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων © 2009
Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων
Χάληδων 98-102, 73 131 Χανιά, Κρήτη
τηλ +30 28210 92294 & +30 28210 36190
fax +30 28210 92294
08 Φεβρουαρίου με 16 Απριλίου 2010
Ωράριο ΛειτουργίαςΤρίτη - Σάββατο:
Κυριακή:
Δευτέρα:
10:00-14:00 και 18:00-21:00
10:00-14:00
κλειστά
Είσοδος Δωρεάν
Κείμενα- Επιμέλεια Έκθεσης: Πέγκυ Κουνενάκη
Η Τέχνη και ο Τόπος: 52 Σύγχρονοι Χανιώτες Καλλιτέχνες είναι ο τίτλος της έκθεσης που θα εγκαινιαστεί τη Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου στη Δημοτική Πινακοθήκη των Χανίων. Συμμετέχουν πενήντα δύο γηγενείς εικαστικοί καλλιτέχνες, ζωγράφοι και γλύπτες, αριθμός μεγάλος αναλογικά με τους κατοίκους τούτης της πόλης. Υπάρχουν όμως. Πρόκειται για δρώντες καλλιτέχνες. Και δεν αναφερόμαστε στους ερασιτέχνες που είναι πολλοί και καλοί, ούτε στους ξένους, που την επέλεξαν ως δεύτερη πατρίδα, τόπο κατοικίας, πηγή έμπνευσης και δημιουργίας, οι οποίοι είναι επίσης πολλοί. Πολλοί απ' αυτούς τους καλλιτέχνες διδάσκουν «τεχνικά» στα σχολεία της, προετοιμάζοντας - με τον τρόπο τους- επόμενες γενιές δημιουργών. Κι αν κρίνει κανείς από τα επίσημα ή ανεπίσημα εργαστήρια, όπου σήμερα γίνονται μαθήματα σχεδίου ή ζωγραφικής, καταλαβαίνει, ότι οι εικαστικές τέχνες έχουν γερή βάση σε τούτη την πόλη, έστω κι αν το πρόσχημα της πρόσφατης Αρχιτεκτονικής Σχολής στο Πολυτεχνείο Κρήτης έχει στρέψει πολλούς μαθητές να την επιλέγουν ως μελλοντικό επαγγελματικό προσανατολισμό. Μ' αυτά τα δεδομένα, θα μπορούσε κάλλιστα η πόλη των Χανίων να θεωρηθεί ως μια από τις κοιτίδες της σύγχρονης ελληνικής τέχνης.
Κάθε καλλιτέχνης συμμετέχει στην έκθεση με δύο έργα, ώστε ο θεατής να έχει τη δυνατότητα να δει τις διαφορετικές όψεις του έργου του. Η έκθεση συνοδεύεται από μεγάλο κατάλογο, στον οποίο κάθε καλλιτέχνης καταλαμβάνει δύο σελίδες, όπου, εκτός από τα δύο έργα υπάρχει και κριτικό σημείωμα της επιμελήτριας για το σύνολο σχεδόν της δουλειάς του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το μακροσκελές εισαγωγικό σημείωμα της επιμελήτριας της έκθεσης Πέγκυ Κουνενάκη, μια εμπεριστατωμένη αναφορά στην καλλιτεχνική κίνηση και εικαστική παραγωγή στην πόλη των Χανίων, από τη μινωική εποχή έως και σήμερα. Η έρευνα, όπως είναι φυσικό, επικεντρώνεται στο τέλος του 19ου και σ' ολόκληρο τον 20ο αιώνα, ιστορική περίοδο που διαμόρφωσε τις συνθήκες για να υπάρξουν τόσοι πολλοί καλλιτέχνες στην πόλη.
Στον επίλογο του κειμένου της σημειώνει: «...Στα έργα των πενήντα δύο καλλιτεχνών αντανακλώνται οι ανησυχίες μιας σύγχρονης τέχνης που επιμένει κυρίως στη ζωγραφική, η οποία ως σταθερή αξία συνεχίζει να έλκει και να προκαλεί. Αντανακλώνται επίσης κι όλα τα προτερήματα ή τα ελαττώματα της σύγχρονης ελληνικής τέχνης, εκτός δύο ή τριών εξαιρέσεων. Δεν παύουν όμως όλα να είναι έργα ποιοτικά, ζωντανά και ευαίσθητα, που αποδεικνύουν και αναδεικνύουν την προσωπικότητα, τις αξίες και τις καλλιτεχνικές ιδιαιτερότητες όσων τα δημιούργησαν. Και το βασικότερο: δεν περιορίζονται στην εσωστρέφεια μιας εντοπιότητας. Γι' αυτό ίσως και μόνο το στοιχείο, η έκθεση αυτή έπρεπε να γίνει...».
ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΑΥΓΕΡΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΒΕΡΥΚΑΚΗ ΟΛΓΑ
ΒΛΑΒΟΓΙΛΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΒΛΑΖΑΚΗ ΣΟΦΙΑ
ΓΙΑΝΝΑΚΟΣ ΚΡΙΣ
ΓΙΑΝΝΑΚΟΣ ΣΤΗΒ
ΖΑΚΥΝΘΙΝΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
ΖΥΜΒΡΑΓΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
ΚΑΛΟΓΕΡΗΣ ΑΙΜΙΛΙΟΣ
ΚΑΛΟΥΜΕΝΟΣ ΘΟΔΩΡΗΣ
ΚΑΛΟΥΤΣΗΣ ΒΑΛΕΡΙΟΣ
ΚΑΝΑ ΕΙΡΗΝΗ
ΚΟΥΚΟΥΡΑΚΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ
ΚΟΥΝΑΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΚΟΥΝΑΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΚΑΤΖΟΥΡΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ
ΚΑΤΣΙΓΙΑΝΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΚΕΛΑΪΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
ΚΕΛΑΪΔΗ ΜΑΡΙΑ
ΛΙΛΙΚΑΚΗΣ ΚΟΣΜΑΣ
ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗ ΜΑΡΙΑ
ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Π.
ΜΠΑΓΑΚΗ ΕΛΕΝΗ
ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΛΑΜΠΡΙΝΗ
ΜΠΟΛΙΕΡΑΚΗ ΚΛΕΙΩ
ΜΠΟΛΙΕΡΑΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ
ΜΥΛΩΝΟΓΙΑΝΝΗ ΒΑΣΩ
ΝΤΑΓΑΔΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΝΤΟΥΚΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ
ΞΕΝΑΚΗΣ ΘΟΔΩΡΟΣ
ΞΕΝΑΚΗ ΠΑΓΩΝΑ
ΞΕΝΑΚΗΣ ΠΕΤΡΟΣ
ΠΑΛΛΗΚΑΡΗΣ EYTYXHΣ
ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΠΑΠΑΗΛΙΑΚΗΣ ΗΛΙΑΣ
ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΥΔΑΚΗΣ ΦΑΝΗΣ
ΠΑΠΑΤΖΑΝΑΚΗ ΑΝΤΩΝΙΑ
ΠΑΤΣΟΥΡΑΚΗΣ ΕΥΤΥΧΗΣ
ΠΑΥΛΑΚΗΣ ΕΥ. ΑΝΤΩΝΗΣ
ΠΕΡΡΑΚΗ -ΞΕΝΑΚΗ ΑΓΛΑΪΑ
ΠΕΤΡΑΚΗ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ
ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ
ΡΕΪΣ - ΚΟΚΟΒΛΗ ΑΛΝΤΑ
ΣΙΝΟΥ ΑΝΝΑ
ΣΟΥΣΤΑ ΕΛΕΝΑ
ΤΖΕΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΤΣΟΥΠΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗΣ ΜΑΝΟΥΣΟΣ
ΧΟΥΔΑΛΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ
Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων © 2009
Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων
Χάληδων 98-102, 73 131 Χανιά, Κρήτη
τηλ +30 28210 92294 & +30 28210 36190
fax +30 28210 92294
ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΖΙΝ (1922-2010)
Ακτιβιστής και ιστορικός της δικής μας Αμερικής
Φύλλο: 902
Νίκος Λούντος
Ο τίτλος που είχε διαλέξει ο Χάουαρντ Ζιν για την αυτοβιογραφία του εκφράζει με μεστό τρόπο τη ζωή και το έργο του: «Δεν μπορείς να είσαι ουδέτερος πάνω σε ένα τρένο που κινείται». Το τρένο της ιστορίας κινήθηκε έντονα από το 1922 ως το 2010 και ο Χάουαρντ Ζιν υπήρξε πάντα «προκατειλημμένος» στο πλευρό των καταπιεσμένων, ως ακτιβιστής και ως πανεπιστημιακός δάσκαλος.
Το έργο-σταθμός που μάς άφησε είναι «Η ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών», που παρότι γράφτηκε το 1980, κάνει συνεχείς επανεκδόσεις μέχρι σήμερα. Ο Ζιν αναποδογυρίζει την «ενδοξη» εθνική ιστορία από το βάθρο της και στη θέση της βάζει μια άλλη ιστορία που αξίζει σίγουρα περισσότερο σεβασμό, την ιστορία της αντίστασης. Μέσα σε αυτό το αποθησαύρισμα της «δικής μας Αμερικής» βρίσκει κανείς όχι μόνο τις κορυφώσεις του κινήματος, οι οποίες είναι σχετικά γνωστές, όπως τις καταλήψεις του ΄68, αλλά και πιο ξεχασμένες περιόδους. Τον σοσιαλιστή υποψήφιο, Ευγένιο Ντεμπς που πήρε ένα εκατομμύριο ψήφους το 1912 και το 1920, το διεθνιστικό εργατικό κίνημα των IWW, τους σκλάβους που κέρδισαν την απελευθέρωσή τους πολεμώντας στον εμφύλιο -και προδόθηκαν, τους φαντάρους που εκτελούσαν τους αξιωματικούς τους στο Βιετνάμ. Ποιος είναι ο πρόγονος αυτών των ανθρώπων; Ο Χριστόφορος Κολόμβος ή οι Ινδιάνοι που αντιστάθηκαν στην ευρωπαϊκή κατάκτηση; Ο Ζιν διαλέγει το δεύτερο στρατόπεδο και επιμένει ότι αυτή είναι η μόνη αφετηρία για να κάνεις σωστή ιστορία.
«Τα πάντα στην κουλτούρα μας προσπαθούν να μας πείσουν ότι όλοι έχουμε κοινά συμφέροντα. Υπάρχει αυτή η γλώσσα περί εθνικού συμφέροντος, εθνικής άμυνας, εθνικής ασφάλειας, η προσποίηση ότι έχουμε όλοι τα ίδια συμφέροντα και ότι άμυνα σημαίνει άμυνα για όλους», έλεγε σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό Socialist Review του Λονδίνου.
Στην πραγματικότητα, επισήμαινε: «Κάθε είδους ιστορία διαλέγει στρατόπεδο, με τη διαφορά ότι στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό δεν λέγεται ανοιχτά. Οι ιστορίες που προσποιούνται ότι είναι αντικειμενικές και ουδέτερες, και προσποιούνται ότι δεν παίρνουν θέση, φυσικά και παίρνουν θέση, διότι δεν θέτουν κανένα ζήτημα συνείδησης σχετικά με την κοινωνία. Πρόκειται για επίπεδη ιστορία που δεν προκαλεί κανέναν σε δράση και συνεπώς ενισχύει το κατεστημένο.
Αυτή ο παθητικός και πομπώδης ακαδημαϊσμός που διαλέγει στρατόπεδο αλλά δεν το παραδέχεται είναι αυτό που προσπαθώ να ξεπεράσω. Πιστεύω ότι ο ιστορικός είναι πολίτης, είναι άνθρωπος προτού γίνει ιστορικός. Για μένα το να είμαι ιστορικός αποτελεί μέσο προς ένα σκοπό.
Η ιστορία, από τη φύση της, είναι πάντα μια επιλογή μέσα από έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών του παρελθόντος. Το τι διαλέγεις από όλα αυτά τα στοιχεία για να παρουσιάσεις σε ένα βιβλίο ή σε μια διάλεξη φανερώνει ποια είναι η σκοπιά σου.
Κάνοντας επιλογή αναγκαστικά διαλέγεις στρατόπεδο. Επιλέγεις πράγματα που δεν προκαλούν και είναι ακίνδυνα ή ιστορικά γεγονότα που θα προκαλέσουν τη σκέψη και τη δράση;
Αυτή είναι μια απόφαση που συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να πάρω και το έκανα νωρίς στη συγγραφική και ακαδημαϊκή μου καριέρα «.
Ο Χάουαρντ Ζιν δεν έφτασε σε αυτά τα συμπεράσματα μέσα από την ακαδημαϊκή του καριέρα. Μάλιστα αυτή άργησε κάπως. Το πτυχίο του το πήρε στα 29 και το διδακτορικό του όταν ήταν 36 ετών. Είχαν προηγηθεί τα πιο σημαντικά μαθήματα της ζωής. Γιος εβραίων μεταναστών από την Ανατολική Ευρώπη, βιώνει την κρίση του ΄30 αλλά και την αντίσταση της εργατικής τάξης και της Αριστεράς. Μια από τις πρώτες του πολιτικές εμπειρίες, όπως εξιστορεί ο ίδιος, ήταν από τις εργατικές οικογένειες που πετιούνταν στο δρόμο από τις τράπεζες και τους ιδιοκτήτες και ομάδες κομμουνιστών έρχονταν συγκροτημένα για να ξαναβάλουν τα υπάρχοντά τους μέσα στο σπίτι.
Εμπειρία
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος συγκινεί αρχικά τον Χάουαρντ Ζιν. Στο κάτω κάτω ήταν υποτίθεται ένας πόλεμος ενάντια στο φασισμό. Κατατάσσεται εθελοντής και πιλοτάρει βομβαρδιστικό στην Ευρώπη. Η προσωπική του εμπειρία από τον πόλεμο θα καθορίσει τον Ζιν στην υπόλοιπη ζωή του. Από το Βιετνάμ ως το Ιράκ θα δώσει όλες του τις δυνάμεις σε ό,τι του ζητούσε το αντιπολεμικό κίνημα, έχοντας πάντα στο μυαλό του τη σημασία που έχουν οι ίδιοι οι φαντάροι και οι οικογένειές τους.
Ο Ζιν έγινε ακαδημαϊκός, αλλά «ήταν το μέσο και όχι ο σκοπός», λέει ο ίδιος. Ηταν το μέσο σίγουρα, γι΄αυτό ρισκάρησε να χάσει για πάντα τη θέση του, όταν το 1963 διώχθηκε επειδή τάχθηκε με το μέρος των φοιτητριών του που αντιστέκονταν στο ρατσισμό. Το κίνημα του 1968 βρίσκει τον Ζιν να είναι ήδη «παλιός». Κουβαλάει τις παιδικές και εφηβικές μνήμες από τα προπολεμικά χρόνια, αλλά και την εμπειρία του Κινήματος για τα Πολιτικά Δικαιώματα που είχε ξεκινήσει στο Αμερικάνικο Νότο από νωρίς. Είναι επίσης φορέας ιδεών και διαβασμάτων που καταλαβαίνει πως είναι αναγκαία για το νέο κίνημα. Αγαπημένο του ανάμεσα σε αυτά τα διαβάσματα ήταν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο των Μαρξ και Ενγκελς.
Στην Εισαγωγή του στο θεατρικό του έργο «Ο Μαρξ στο Σόχο» γράφει:
«Διάβασα πρώτη φορά το Μανιφέστο όταν ήμουν δεκαεφτά χρονών. Πρέπει να μου το είχε δώσει κάποιος από τους νεαρούς κομμουνιστές που ζούσαν στην εργατική γειτονιά μου. Το βιβλίο αυτό είχε βαθιά επίδραση πάνω μου, γιατί έμοιαζε να εξηγεί όλα όσα συνέβαιναν στη ζωή μου και στη ζωή των γονιών μου, αλλά και τις συνθήκες που επικρατούσαν γενικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1939.
Εβλεπα τον πατέρα μου, Εβραίο μετανάστη από την Αυστρία με απολυτήριο τετάρτης δημοτικού, να δουλεύει πολύ σκληρά. Κι όμως, μετά βίας κατάφερνε να συντηρεί τη γυναίκα και τα τέσσερα παιδιά του. Εβλεπα τη μητέρα μου να δουλεύει μέρα-νύχτα για να έχουμε φαΐ να φάμε και ρούχα να ντυθούμε, και για να μπορεί να μας φροντίζει όταν αρρωσταίναμε. Η ζωή τους ήταν ένας καθημερινός αγώνας επιβίωσης. Ηξερα επίσης ότι στην ίδια χώρα υπήρχαν άλλοι άνθρωποι που ήταν υπερβολικά πλούσιοι χωρίς να δουλεύουν τόσο σκληρά όσο οι γονείς μου. Το σύστημα δεν ήταν δίκαιο».
Το έργο του Χάουαρντ Ζιν παραμένει η βασική πηγή για όποιον θέλει να ανακαλύψει τη «δική μας Αμερική» και τεράστια έμπνευση για το τι σημαίνει μια ζωή στρατευμένος στην πλευρά της Αντίστασης.
Ακτιβιστής και ιστορικός της δικής μας Αμερικής
Φύλλο: 902
Νίκος Λούντος
Ο τίτλος που είχε διαλέξει ο Χάουαρντ Ζιν για την αυτοβιογραφία του εκφράζει με μεστό τρόπο τη ζωή και το έργο του: «Δεν μπορείς να είσαι ουδέτερος πάνω σε ένα τρένο που κινείται». Το τρένο της ιστορίας κινήθηκε έντονα από το 1922 ως το 2010 και ο Χάουαρντ Ζιν υπήρξε πάντα «προκατειλημμένος» στο πλευρό των καταπιεσμένων, ως ακτιβιστής και ως πανεπιστημιακός δάσκαλος.
Το έργο-σταθμός που μάς άφησε είναι «Η ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών», που παρότι γράφτηκε το 1980, κάνει συνεχείς επανεκδόσεις μέχρι σήμερα. Ο Ζιν αναποδογυρίζει την «ενδοξη» εθνική ιστορία από το βάθρο της και στη θέση της βάζει μια άλλη ιστορία που αξίζει σίγουρα περισσότερο σεβασμό, την ιστορία της αντίστασης. Μέσα σε αυτό το αποθησαύρισμα της «δικής μας Αμερικής» βρίσκει κανείς όχι μόνο τις κορυφώσεις του κινήματος, οι οποίες είναι σχετικά γνωστές, όπως τις καταλήψεις του ΄68, αλλά και πιο ξεχασμένες περιόδους. Τον σοσιαλιστή υποψήφιο, Ευγένιο Ντεμπς που πήρε ένα εκατομμύριο ψήφους το 1912 και το 1920, το διεθνιστικό εργατικό κίνημα των IWW, τους σκλάβους που κέρδισαν την απελευθέρωσή τους πολεμώντας στον εμφύλιο -και προδόθηκαν, τους φαντάρους που εκτελούσαν τους αξιωματικούς τους στο Βιετνάμ. Ποιος είναι ο πρόγονος αυτών των ανθρώπων; Ο Χριστόφορος Κολόμβος ή οι Ινδιάνοι που αντιστάθηκαν στην ευρωπαϊκή κατάκτηση; Ο Ζιν διαλέγει το δεύτερο στρατόπεδο και επιμένει ότι αυτή είναι η μόνη αφετηρία για να κάνεις σωστή ιστορία.
«Τα πάντα στην κουλτούρα μας προσπαθούν να μας πείσουν ότι όλοι έχουμε κοινά συμφέροντα. Υπάρχει αυτή η γλώσσα περί εθνικού συμφέροντος, εθνικής άμυνας, εθνικής ασφάλειας, η προσποίηση ότι έχουμε όλοι τα ίδια συμφέροντα και ότι άμυνα σημαίνει άμυνα για όλους», έλεγε σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό Socialist Review του Λονδίνου.
Στην πραγματικότητα, επισήμαινε: «Κάθε είδους ιστορία διαλέγει στρατόπεδο, με τη διαφορά ότι στις περισσότερες περιπτώσεις αυτό δεν λέγεται ανοιχτά. Οι ιστορίες που προσποιούνται ότι είναι αντικειμενικές και ουδέτερες, και προσποιούνται ότι δεν παίρνουν θέση, φυσικά και παίρνουν θέση, διότι δεν θέτουν κανένα ζήτημα συνείδησης σχετικά με την κοινωνία. Πρόκειται για επίπεδη ιστορία που δεν προκαλεί κανέναν σε δράση και συνεπώς ενισχύει το κατεστημένο.
Αυτή ο παθητικός και πομπώδης ακαδημαϊσμός που διαλέγει στρατόπεδο αλλά δεν το παραδέχεται είναι αυτό που προσπαθώ να ξεπεράσω. Πιστεύω ότι ο ιστορικός είναι πολίτης, είναι άνθρωπος προτού γίνει ιστορικός. Για μένα το να είμαι ιστορικός αποτελεί μέσο προς ένα σκοπό.
Η ιστορία, από τη φύση της, είναι πάντα μια επιλογή μέσα από έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών του παρελθόντος. Το τι διαλέγεις από όλα αυτά τα στοιχεία για να παρουσιάσεις σε ένα βιβλίο ή σε μια διάλεξη φανερώνει ποια είναι η σκοπιά σου.
Κάνοντας επιλογή αναγκαστικά διαλέγεις στρατόπεδο. Επιλέγεις πράγματα που δεν προκαλούν και είναι ακίνδυνα ή ιστορικά γεγονότα που θα προκαλέσουν τη σκέψη και τη δράση;
Αυτή είναι μια απόφαση που συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να πάρω και το έκανα νωρίς στη συγγραφική και ακαδημαϊκή μου καριέρα «.
Ο Χάουαρντ Ζιν δεν έφτασε σε αυτά τα συμπεράσματα μέσα από την ακαδημαϊκή του καριέρα. Μάλιστα αυτή άργησε κάπως. Το πτυχίο του το πήρε στα 29 και το διδακτορικό του όταν ήταν 36 ετών. Είχαν προηγηθεί τα πιο σημαντικά μαθήματα της ζωής. Γιος εβραίων μεταναστών από την Ανατολική Ευρώπη, βιώνει την κρίση του ΄30 αλλά και την αντίσταση της εργατικής τάξης και της Αριστεράς. Μια από τις πρώτες του πολιτικές εμπειρίες, όπως εξιστορεί ο ίδιος, ήταν από τις εργατικές οικογένειες που πετιούνταν στο δρόμο από τις τράπεζες και τους ιδιοκτήτες και ομάδες κομμουνιστών έρχονταν συγκροτημένα για να ξαναβάλουν τα υπάρχοντά τους μέσα στο σπίτι.
Εμπειρία
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος συγκινεί αρχικά τον Χάουαρντ Ζιν. Στο κάτω κάτω ήταν υποτίθεται ένας πόλεμος ενάντια στο φασισμό. Κατατάσσεται εθελοντής και πιλοτάρει βομβαρδιστικό στην Ευρώπη. Η προσωπική του εμπειρία από τον πόλεμο θα καθορίσει τον Ζιν στην υπόλοιπη ζωή του. Από το Βιετνάμ ως το Ιράκ θα δώσει όλες του τις δυνάμεις σε ό,τι του ζητούσε το αντιπολεμικό κίνημα, έχοντας πάντα στο μυαλό του τη σημασία που έχουν οι ίδιοι οι φαντάροι και οι οικογένειές τους.
Ο Ζιν έγινε ακαδημαϊκός, αλλά «ήταν το μέσο και όχι ο σκοπός», λέει ο ίδιος. Ηταν το μέσο σίγουρα, γι΄αυτό ρισκάρησε να χάσει για πάντα τη θέση του, όταν το 1963 διώχθηκε επειδή τάχθηκε με το μέρος των φοιτητριών του που αντιστέκονταν στο ρατσισμό. Το κίνημα του 1968 βρίσκει τον Ζιν να είναι ήδη «παλιός». Κουβαλάει τις παιδικές και εφηβικές μνήμες από τα προπολεμικά χρόνια, αλλά και την εμπειρία του Κινήματος για τα Πολιτικά Δικαιώματα που είχε ξεκινήσει στο Αμερικάνικο Νότο από νωρίς. Είναι επίσης φορέας ιδεών και διαβασμάτων που καταλαβαίνει πως είναι αναγκαία για το νέο κίνημα. Αγαπημένο του ανάμεσα σε αυτά τα διαβάσματα ήταν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο των Μαρξ και Ενγκελς.
Στην Εισαγωγή του στο θεατρικό του έργο «Ο Μαρξ στο Σόχο» γράφει:
«Διάβασα πρώτη φορά το Μανιφέστο όταν ήμουν δεκαεφτά χρονών. Πρέπει να μου το είχε δώσει κάποιος από τους νεαρούς κομμουνιστές που ζούσαν στην εργατική γειτονιά μου. Το βιβλίο αυτό είχε βαθιά επίδραση πάνω μου, γιατί έμοιαζε να εξηγεί όλα όσα συνέβαιναν στη ζωή μου και στη ζωή των γονιών μου, αλλά και τις συνθήκες που επικρατούσαν γενικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1939.
Εβλεπα τον πατέρα μου, Εβραίο μετανάστη από την Αυστρία με απολυτήριο τετάρτης δημοτικού, να δουλεύει πολύ σκληρά. Κι όμως, μετά βίας κατάφερνε να συντηρεί τη γυναίκα και τα τέσσερα παιδιά του. Εβλεπα τη μητέρα μου να δουλεύει μέρα-νύχτα για να έχουμε φαΐ να φάμε και ρούχα να ντυθούμε, και για να μπορεί να μας φροντίζει όταν αρρωσταίναμε. Η ζωή τους ήταν ένας καθημερινός αγώνας επιβίωσης. Ηξερα επίσης ότι στην ίδια χώρα υπήρχαν άλλοι άνθρωποι που ήταν υπερβολικά πλούσιοι χωρίς να δουλεύουν τόσο σκληρά όσο οι γονείς μου. Το σύστημα δεν ήταν δίκαιο».
Το έργο του Χάουαρντ Ζιν παραμένει η βασική πηγή για όποιον θέλει να ανακαλύψει τη «δική μας Αμερική» και τεράστια έμπνευση για το τι σημαίνει μια ζωή στρατευμένος στην πλευρά της Αντίστασης.
Ο δεύτερος τόμος της βιογραφίας του Τρότσκι από τον Τόνυ Κλιφ
Το ξίφος της επανάστασης
Φύλλο: 902
Λένα Βερδέ
Ο Τρότσκι μιλάει σε στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού στη Μόσχα το 1918
Κυκλοφόρησε στα ελληνικά ο δεύτερος τόμος της πολιτικής βιογραφίας του Λέον Τρότσκι γραμμένη από τον Τόνυ Κλιφ. Ο δεύτερος αυτός τόμος καλύπτει την περίοδο από τη νίκη της Ρώσικης Επανάστασης τον Οκτώβρη του 1917 μέχρι τα μέσα του 1923, τα πιο αποφασιστικά δηλαδή χρόνια για το μέλλον της εργατικής εξουσίας. Είναι η συνέχεια της εκδοτικής προσπάθειας από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο που ξεκίνησε με τον πρώτο τόμο «Προς τον Οκτώβρη» -αφορά στα χρόνια από τη γέννηση του Τρότσκι μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση -και θα ολοκληρωθεί με δύο ακόμα τόμους που φτάνουν μέχρι το θάνατο του Ρώσου επαναστάτη το 1940.
«Η ιστορία της προλεταριακής επανάστασης έχει δείξει πώς μπορεί κάποιος να αλλάξει την πένα του με ένα ξίφος. Ο Τρότσκι είναι ένας από τους λαμπρότερους συγγραφείς στο παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα. Όμως οι φιλολογικές του ικανότητες δεν τον εμπόδισαν να γίνει ο πρώτος επικεφαλής, ο πρώτος οργανωτής του πρώτου προλεταριακού στρατού. Η επανάσταση πήρε την πένα από το χέρι του καλύτερου συγγραφέα της και στη θέση της έβαλε ένα ξίφος...». Η περιγραφή που έκανε ο Καρλ Ράντεκ το 1923 σε άρθρο στην Πράβδα (στην εφημερίδα του μπολσεβίκικου κόμματος), δίκαια έδωσε στο δεύτερο τόμο της βιογραφίας του Τρότσκι από τον Τόνυ Κλιφ τον τίτλο της : «Το ξίφος της επανάστασης».
Ως πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης, ο Τρότσκι είχε καταφέρει μαζί με τον Λένιν να οργανώσει την κατάληψη της εξουσίας τον Οκτώβρη του 1917. Στα επόμενα χρόνια, από την ηγεσία του Κόκκινου Στρατού των Εργατών και των Αγροτών, έμελε να δημιουργήσει ένα πανίσχυρο στρατό που έφτασε τα 5 εκατομμύρια άνδρες και κατάφερε να κατατροπώσει όχι μόνο τις ντόπιες αντεπαναστατικές στρατιωτικές δυνάμεις των «Λευκών» αλλά και των 14 ξένων στρατών, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο ελληνικός, που ενώθηκαν με τους «λευκοφρουρούς» για να πνίξουν την επανάσταση. Ένα πολύ μεγάλο τμήμα του βιβλίου αφιερώνεται σε αυτό το επίτευγμα, παρέχοντας μας ταυτόχρονα γνώσεις για την, αν όχι «άγνωστη», τουλάχιστον «ελλιπή» ιστορία του ρωσικού εμφυλίου πολέμου που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία της επανάστασης.
Οι νοσταλγοί του Τσάρου και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν άργησαν να ξεκινήσουν τον πόλεμο ενάντια στα σοβιέτ. Ενα μόλις μήνα μετά τον Οκτώβρη του ΄17 ανέλαβαν δράση σε μια ιμπεριαλιστική επέμβαση που θα συνεχιζόταν μέχρι και το Νοέμβρη του 1920. «Ο Κόκκινος Στρατός πολέμησε σε μέτωπα με συνολική περίμετρο 8.000 χιλιομέτρων. Ο πόλεμος διεξήχθη με βαθιές διεισδύσεις των ΄λευκών΄ στρατιών, πότε από το ένα και πότε από το άλλο σημείο αυτής της περιμέτρου, που τις διαδέχονταν οι αντεπιθέσεις των ΄κόκκινων΄», περιγράφει ο Κλιφ.
Πώς κατάφεραν οι μπολσεβίκοι να χτίσουν ένα στρατό που νίκησε τόσο ισχυρές δυνάμεις, σε τόσα πολλά και διαφορετικά μέτωπα; Πώς κατάφερε ο Τρότσκι να φτιάξει ένα ανίκητο στρατό που, παρά την εργατική ραχοκοκαλιά του, τη συντριπτική του πλειοψηφία την αποτελούσαν επιστρατευμένοι αγρότες που ταλαντεύονταν σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου, από τη μια στήριζαν τους μπολσεβίκους ενάντια στους Λευκούς αλλά από την άλλη δυσανασχετούσαν με τους κομμουνιστές που επιτάσσανε το σιτάρι; Κι όταν μάλιστα αυτός ο στρατός έπρεπε να χτιστεί από το μηδέν και κάτω από την άμεση απειλή του εμφυλίου πολέμου, χωρίς καν να έχει στη διάθεσή του τα χρόνια ειρήνης που έχει ένας «κανονικός» στρατός για να εκπαιδευτεί και να εξοπλιστεί;
Εμφύλιος πόλεμος
Ο Τόνυ Κλιφ απαντά «ο πόλεμος αποτελεί συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο στον εμφύλιο πόλεμο. Η πολιτική κυριαρχεί στη στρατηγική, την τακτική, την οργάνωση. Αυτή ήταν η αρχή που τήρησε ο Τρότσκι σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Αντιμετώπισε αυτόν τον πόλεμο ως αναπόσπαστο κομμάτι της επανάστασης, ως μια προέκταση της ταξικής πάλης, η οποία κορυφωνόταν με την εδραίωση της πολιτικής εξουσίας του προλεταριάτου». Με βάση αυτή την αρχή, ο Τρότσκι έδωσε προσοχή στο πνεύμα του Κόκκινου Στρατού ώστε οι άνδρες του να ξέρουν γιατί πολεμούν και να έχουν βαθιά πίστη στον σκοπό για τον οποίο πολεμούν, επέμεινε στην διεθνιστική οργάνωσή του, εξασφάλισε τον εργατικό και κομμουνιστικό πυρήνα του που έπαιζε αποφασιστικό ρόλο «στην ενθάρρυνση, έμπνευση και ατσάλωμα της πλειοψηφίας των μαχητών».
Ετσι η πειθαρχία του Κόκκινου Στρατού ήταν ποιοτικά διαφορετική από αυτή των καπιταλιστικών στρατών. Όπως ο ίδιος ο Τρότσκι είπε σε ομιλία του στο Συνέδριο των Σοβιέτ τον Ιούλη του 1918: «Δεν θέλουμε την παλιά πειθαρχία όπου ο κάθε αδαής αγρότης και εργάτης τοποθετούνταν στο σύνταγμα, το λόχο, τη διμοιρία του και ξεκινούσε, χωρίς να ρωτάει γιατί πάει να πολεμήσει, γιατί τον έσπρωχναν να χύσει το αίμα του...πρέπει να φτάσουμε σε μια κατάσταση όπου κάθε εργάτης και κάθε στρατιώτης θα αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως μια αυτοτελή προσωπικότητα άξια σεβασμού, αλλά που ταυτόχρονα θα αισθάνεται ότι αποτελεί κομμάτι της εργατικής τάξης της δημοκρατικής Ρωσίας, έτοιμος, χωρίς δισταγμό, να διακινδυνεύσει τη ζωή του για τη Ρώσικη Δημοκρατία των Σοβιέτ...».
Στην έμπνευση από τα επαναστατικά ιδανικά βάσισε ο Τρότσκι την πειθαρχία στον Κόκκινο Στρατό για να νικήσει τον πόλεμο. Την ίδια στιγμή, το πολεμικό του σχέδιο περιλάμβανε την αξιοποίηση της κληρονομιάς του καπιταλισμού, τις μηχανές και το προσωπικό, προς όφελος του Κόκκινου Στρατού. Η χρήση πρώην τσαρικών αξιωματικών με γνώση και εμπειρία στα στρατιωτικά θέματα, δικαιώθηκε από την έκβαση του πολέμου.
Ο Τρότσκι οδήγησε τον Κόκκινο Στρατό στη νίκη ταξιδεύοντας στα μέτωπα του πολέμου με ένα τρένο. «Κατά τη διάρκεια των πιο κοπιαστικών χρόνων της επανάστασης, η προσωπική μου ζωή ήταν αξεδιάλυτα δεμένη με τη ζωή εκείνου του τρένου», περιέγραψε ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του, «Από την άλλη, το τρένο ήταν αναπόσπαστα δεμένο με τη ζωή του Κόκκινου Στρατού. Το τρένο συνέδεε το μέτωπο με τη βάση, έλυνε επί τόπου επείγοντα προβλήματα, εκπαίδευε, έκανε εκκλήσεις, εφοδίαζε, επιβράβευε και τιμωρούσε... Επί δυόμισι χρόνια, με σύντομα διαλείμματα, έζησα σ΄ένα βαγόνι... [Το τρένο] είχε μετατραπεί σ΄έναν διοικητικό μηχανισμό... Στα τμήματα αυτού του μηχανισμού συμπεριλαμβάνονταν η γραμματεία, ένα τυπογραφείο, μια γεννήτρια, μια βιβλιοθήκη, ένα γκαράζ κι ένα λουτρό...»
Στα σύντομα διαλείμματα, ο Τρότσκι ακόνιζε το ξίφος του σε άλλες πτυχές της επαναστατικής πολιτικής. Τέτοια ήταν η ίδρυση της Τρίτης ή Κομμουνιστικής Διεθνούς, της Κομιντέρν, μιας διεθνούς οργάνωσης Κομμουνιστικών Κομμάτων με στόχο το άπλωμα της επανάστασης σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με τον Κλιφ «...η ρώσικη εργατική τάξη δε θα μπορούσε να κρατήσει την εξουσία χωρίς την άμεση κρατική βοήθεια του νικηφόρου ευρωπαϊκού προλεταριάτου. Ο Τρότσκι, ο Λένιν κι όλοι οι ηγέτες των μπολσεβίκων επαναλάμβαναν συνεχώς την ίδια αντίληψη - εκείνη την εποχή δεν περνούσε από κανενός το μυαλό η ιδέα ότι ο σοσιαλισμός μπορεί να χτιστεί σε μια μόνο χώρα».
Τα κεφάλαια του βιβλίου του Κλιφ που αφιερώνονται στην Κομιντέρν και το ρόλο του Τρότσκι στην δημιουργία και την καθοδήγησή της, προσθέτουν μία ακόμα εξήγηση γιατί ο Κόκκινος Στρατός κέρδισε τον πόλεμο. Η ίδρυση της Κομιντέρν -στηριγμένη στην πρόβλεψη των μπολσεβίκων «για τη δημιουργία μαζικών κομμουνιστικών κομμάτων μέσα από μεγάλους επαναστατικούς αγώνες» σε όλη την Ευρώπη- πρόσθεσε ένα ακόμα μεγάλο πονοκέφαλο στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και τις άρχουσες τάξεις τους που επιτέθηκαν στην σοβιετική εξουσία, αδυνατίζοντας τις γραμμές τους. Μέχρι το δεύτερο συνέδριό της το καλοκαίρι του 1920, η Τρίτη Διεθνής είχε μετατραπεί σε μια μαζική οργάνωση με την είσοδο στους κόλπους της πολλών μεγάλων Σοσιαλιστικών και Κομμουνιστικών Κομμάτων από χώρες που γνώρισαν μεγάλα επαναστατικά κύματα εκείνα τα χρόνια.
Οι διακηρύξεις, τα κείμενα και οι θέσεις που υιοθέτησε η Τρίτη Διεθνής, στην προσπάθειά της να καθοδηγήσει τα κομμουνιστικά κόμματα των άλλων χωρών να φτάσουν την εργατική τάξη στη νίκη, βασίζονται κατά κύριο λόγο στην νικηφόρα εμπειρία των μπολσεβίκων.
Τακτικές
Ένα μεγάλο, αν όχι το μεγαλύτερο, μέρος αυτής της εμπειρίας είναι γραμμένη στο χαρτί από τον Τρότσκι. Οχι μόνο η πρόσκληση για το ιδρυτικό συνέδριο της Διεθνούς που συνόψιζε τους επαναστατικούς σκοπούς και τακτικές της, αλλά και το πρώτο μανιφέστο με το οποίο έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο, οι «21 όροι» για την εισδοχή κομμάτων που υιοθετήθηκαν στο Δεύτερο συνέδριο, πολλές από τις «Θέσεις» που υιοθετήθηκαν στο Τρίτο και Τέταρτο συνέδριο.
Σήμερα, δεν υπάρχει κομμάτι της Αριστεράς που να μην ξαναγυρνά είτε στο ιδρυτικό μανιφέστο της Διεθνούς, είτε στους «21 όρους», είτε σε πολλές από τις διακηρύξεις που έβγαλε στα πρώτα χρόνια της ζωής της. Εκεί, ο κάθε αγωνιστής ανακαλύπτει τα πιο σημαντικά μαθήματα στρατηγικής και τακτικής για το κίνημα, όπως για την αναγκαιότητα οι κομμουνιστές να παλεύουν για μεταρρυθμίσεις παρόλο που δεν υπάρχει καμιά μόνιμη μεταρρυθμιστική λύση στα προβλήματα των εργατών, για τη σημασία του ενιαίου μετώπου στις μάχες, για το αν μια οικονομική κρίση ταυτίζεται αυτόματα με την επαναστατική κατάσταση ή αν αντίστοιχα η οικονομική βελτίωση ταυτίζεται με την πτώση των επαναστατικών προοπτικών, για τη στάση των επαναστατών στα συνδικάτα και μια σειρά άλλων επιλογών. Για να κατανοήσει, όμως, πώς γράφτηκαν αυτά τα κείμενα, από ποιους και μέσα από ποια διλήμματα, επιλογές και στόχους, ο δεύτερος τόμος του Κλιφ είναι πολύτιμος.
ΘΕΑΤΡΟ
Β. Μαγιακόφσκι: «Σύννεφο με παντελόνια»
Φύλλο: 902
Κυριάκος Μπάνος
«Αν θέλετε - Μπορώ να γίνω μανιασμένη σάρκα - ή αν γουστάρετε ν΄ αλλάξω τόνο όπως ο ουρανός - Θα γίνω άψογα τρυφερός - Δεν είμαι άντρας εγώ, είμαι ένα σύννεφο με παντελόνια»
Ογδόντα χρόνια μετά τον θάνατο του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, η τραγική μορφή του μεγαλύτερου ρώσου φουτουριστή ποιητή, ενός από τους σημαντικότερους λογοτέχνες της Οκτωβριανής Επανάστασης, επιζητά μια απελπισμένη αναμέτρηση με το σήμερα.
Στο «Ιδού εγώ. Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι - Το Σύννεφο με τα παντελόνια», τη θεατρική παράσταση που ανεβάζει ο Τάκης Τζαμαριάς στο Θέατρο Επί Κολωνώ, επιτυγχάνεται μια δημιουργική σύνθεση της ζωής και του έργου του ποιητή, με μια ταυτόχρονη προσπάθεια να βρεθεί η νοηματική συνέχεια στο σήμερα.
«Το ερώτημα με το οποίο αναμετρηθήκαμε όλοι από την αρχή είναι: το πόσο αφορά ΄το σύννεφο με παντελόνια΄ ως αυτόνομο έργο αλλά και η μεγαλοφυής δουλειά του Μαγιακόφσκι στο σύνολό της, το σήμερα», λέει στην Ε.Α. ο Γεράσιμος Μιχελής που ενσαρκώνει τον Ρώσο ποιητή. «Οφείλω να σου πω, πως μετά από πολύμηνη δουλειά που έξω από τις υποκριτικές της δυσκολίες κρύβει και μια σημαντική προσπάθεια για την νοηματική κατανόηση του έργου του μεγάλου αυτού λογοτέχνη, είναι εκπληκτικό το πόσο σύγχρονο φαντάζει σήμερα το έργο του Μαγιακόφσκι».
Είναι ήδη 1915, δυο χρόνια πριν την επανάσταση όταν ο Μαγιακόφσκι δημοσιεύει το «Σύννεφο με Παντελόνια», μια δουλειά που έμελε να γίνει το σύμβολο των Ρώσων φουτουριστών. Μόλις 22 ετών ο ίδιος, προλογίζει το ποίημα, δίνοντας το λογοτεχνικό στίγμα μιας ολόκληρης εποχής. Απέναντι στην αστική τέχνη και τους θεσμούς της ο Μαγιακόφσκι αναφέρει επιγραμματικά: «Στα 4 μέρη του ποιήματος αντιστοιχούν 4 κραυγές: Κάτω ο έρωτάς σας! Κάτω η τέχνη σας! Κάτω το καθεστώς σας! Κάτω η θρησκεία σας!».
Είναι η πολιτική του ταυτότητα που καθορίζει την τέχνη του. Στο κελί της απομόνωσης για την ανατρεπτική του δράση (όντας μέλος του Μπολσεβίκικου κόμματος από το 1908) είναι που ξεκινάει στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα το μεγάλο λογοτεχνικό του ταξίδι. Η ανάπτυξη του ρώσικου φουτουρισμού βρίσκει τον Μαγιακόφσκι, μετά από μια 11μηνη φυλάκιση, στη σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας να προσπαθεί να εκφράσει ακόμα και «τον τελευταίο προλετάριο».
«Προσπαθήσαμε εξ΄ αρχής να κρατήσουμε την λογική της ΄τέχνης που περπατάει στο δρόμο΄, όπως έλεγε και ο ίδιος Μαγιακόφσκι. Έτσι, παρόλο που σε ένα πρώτο επίπεδο το ποίημα έχει την δυνατότητα να θεατροποιηθεί, εντούτοις αντιληφθήκαμε την δυσκολία να γίνει κατανοητό με μιας. Η ανάγνωση σου δίνει την δυνατότητα να επανέρχεσαι σε σημεία πιο δύσκολα και σύνθετα και να ξαναπερνάς, να ανανεώνεις την νοηματική γραμμή. Στο θέατρο δεν μπορεί να γίνει αυτό. Νιώσαμε λοιπόν όλοι οι συντελεστές την ανάγκη να μπούμε στο πνεύμα του ποιήματος, του ποιητή, του βίου του και του έργου του.
Με την βοήθεια του Ιερώνυμου Πολλάτου, μαζέψαμε τα έργα του Μαγιακόφσκι, ποίηση και πεζά, γράμματα και λόγους αλλά και πολλούς σύγχρονούς του καθώς και αναφορές για τον Μαγιακόφσκι από τον Ρίτσο (που τον μετάφρασε στα ελληνικά) αλλά και από την Κατερίνα Γώγου, ενώ χρησιμοποιήσαμε και κομμάτια που θεωρήσαμε πως εξέφραζαν απόψεις της εποχής τους όπως η ποίηση της Άννας Αχμάτοβα.
Εμπειρία
Τα δέσαμε μαζί και βγήκε αυτό το αποτέλεσμα, σαφώς ποιητικό και λυρικό (πώς αλλιώς θα γινόταν, άλλωστε) αλλά ταυτόχρονα χωρίς να χάνει την ιστοριογραφική του σημασία. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, με πολύ σεβασμό, προσπαθήσαμε και εμείς να ακολουθήσουμε τη διαδρομή του ποιητή. Κόντρα στο ρεύμα. Γοητευτήκαμε και τρελαθήκαμε μαζί του. Χάσαμε τον ύπνο μας και είπαμε αυτή την εμπειρία να την επικοινωνήσουμε με το κοινό.
Θέλουμε να θεωρούμε πως κάνουμε μια παράλληλη δράση με όλα αυτά τα παιδιά που βγήκαν στο δρόμο τον Δεκέμβρη. Σαν να συμπληρώνουμε την δράση που έκανε ο κόσμος π.χ. στο πάρκο των Εξαρχείων που απελευθέρωσαν μια έκταση, της έδωσαν άλλο νόημα, την χάρισαν στον κόσμο. Ελπίζουμε πως είμαστε και εμείς κομμάτι αυτής της διαδικασίας, πως προσθέτουμε ένα ακόμα λιθαράκι στην κατανόηση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας».
Το αποτέλεσμα είναι πραγματικά δυνατό. Με τον Γεράσιμο Μιχελή σε μια συγκλονιστική ερμηνευτική αφήγηση αλλά και όλους τους άλλους ηθοποιούς να τον συνοδεύουν με την ίδια ποιότητα. (η Τζούλη Σούμα στο ρόλο της Μπρικ, και της Αχμάτοβα, ο Δημήτρη Καραμπέτσης στο ρόλο του Οσιπ Μπρικ και του Πάστερνακ αλλά και οι Τάσος Σωτηράκης και Σοφία Παπαδοπούλου). Ο Τζαμαργιάς είτε με την βοήθεια των video της ομάδας Com.Odd.Or, είτε με την συνοδεία της πραγματικά επιβλητικής μουσικής (Π. Ανδριτσάκης - Τ. Σωτηράκης) είτε με την απόφαση να τοποθετήσει τον Μαγιακόφσκι ....δυο σκαλιά πιο πάνω, καταφέρνει να μεταφέρει στον θεατή τον ιδιόρρυθμο, εγωπαθή πολλές φορές, αλλά και προσηλωμένο στον σκοπό του επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, χαρακτήρα του Μαγιακόφσι. Του πιο παθιασμένου ποιητή της Οκτωβριανής Επανάστασης και ταυτόχρονα του πιο απελπισμένου ερωτευμένου, που η αυτοκτονία του στις 14 Απρίλη του 1930, θα έκανε τους Σταλινικούς να αναπνεύσουν με ανακούφιση, αλλά παράλληλα θα εκτόξευε τον μύθο του στο πάνθεον των τραγικότερων μορφών της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Θέατρο Επί Κολωνώ (Ναυπλίου 12 και Λένορμαν 94)
www.epikolono.gr Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή 21:00
Β. Μαγιακόφσκι: «Σύννεφο με παντελόνια»
Φύλλο: 902
Κυριάκος Μπάνος
«Αν θέλετε - Μπορώ να γίνω μανιασμένη σάρκα - ή αν γουστάρετε ν΄ αλλάξω τόνο όπως ο ουρανός - Θα γίνω άψογα τρυφερός - Δεν είμαι άντρας εγώ, είμαι ένα σύννεφο με παντελόνια»
Ογδόντα χρόνια μετά τον θάνατο του Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, η τραγική μορφή του μεγαλύτερου ρώσου φουτουριστή ποιητή, ενός από τους σημαντικότερους λογοτέχνες της Οκτωβριανής Επανάστασης, επιζητά μια απελπισμένη αναμέτρηση με το σήμερα.
Στο «Ιδού εγώ. Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι - Το Σύννεφο με τα παντελόνια», τη θεατρική παράσταση που ανεβάζει ο Τάκης Τζαμαριάς στο Θέατρο Επί Κολωνώ, επιτυγχάνεται μια δημιουργική σύνθεση της ζωής και του έργου του ποιητή, με μια ταυτόχρονη προσπάθεια να βρεθεί η νοηματική συνέχεια στο σήμερα.
«Το ερώτημα με το οποίο αναμετρηθήκαμε όλοι από την αρχή είναι: το πόσο αφορά ΄το σύννεφο με παντελόνια΄ ως αυτόνομο έργο αλλά και η μεγαλοφυής δουλειά του Μαγιακόφσκι στο σύνολό της, το σήμερα», λέει στην Ε.Α. ο Γεράσιμος Μιχελής που ενσαρκώνει τον Ρώσο ποιητή. «Οφείλω να σου πω, πως μετά από πολύμηνη δουλειά που έξω από τις υποκριτικές της δυσκολίες κρύβει και μια σημαντική προσπάθεια για την νοηματική κατανόηση του έργου του μεγάλου αυτού λογοτέχνη, είναι εκπληκτικό το πόσο σύγχρονο φαντάζει σήμερα το έργο του Μαγιακόφσκι».
Είναι ήδη 1915, δυο χρόνια πριν την επανάσταση όταν ο Μαγιακόφσκι δημοσιεύει το «Σύννεφο με Παντελόνια», μια δουλειά που έμελε να γίνει το σύμβολο των Ρώσων φουτουριστών. Μόλις 22 ετών ο ίδιος, προλογίζει το ποίημα, δίνοντας το λογοτεχνικό στίγμα μιας ολόκληρης εποχής. Απέναντι στην αστική τέχνη και τους θεσμούς της ο Μαγιακόφσκι αναφέρει επιγραμματικά: «Στα 4 μέρη του ποιήματος αντιστοιχούν 4 κραυγές: Κάτω ο έρωτάς σας! Κάτω η τέχνη σας! Κάτω το καθεστώς σας! Κάτω η θρησκεία σας!».
Είναι η πολιτική του ταυτότητα που καθορίζει την τέχνη του. Στο κελί της απομόνωσης για την ανατρεπτική του δράση (όντας μέλος του Μπολσεβίκικου κόμματος από το 1908) είναι που ξεκινάει στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ου αιώνα το μεγάλο λογοτεχνικό του ταξίδι. Η ανάπτυξη του ρώσικου φουτουρισμού βρίσκει τον Μαγιακόφσκι, μετά από μια 11μηνη φυλάκιση, στη σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας να προσπαθεί να εκφράσει ακόμα και «τον τελευταίο προλετάριο».
«Προσπαθήσαμε εξ΄ αρχής να κρατήσουμε την λογική της ΄τέχνης που περπατάει στο δρόμο΄, όπως έλεγε και ο ίδιος Μαγιακόφσκι. Έτσι, παρόλο που σε ένα πρώτο επίπεδο το ποίημα έχει την δυνατότητα να θεατροποιηθεί, εντούτοις αντιληφθήκαμε την δυσκολία να γίνει κατανοητό με μιας. Η ανάγνωση σου δίνει την δυνατότητα να επανέρχεσαι σε σημεία πιο δύσκολα και σύνθετα και να ξαναπερνάς, να ανανεώνεις την νοηματική γραμμή. Στο θέατρο δεν μπορεί να γίνει αυτό. Νιώσαμε λοιπόν όλοι οι συντελεστές την ανάγκη να μπούμε στο πνεύμα του ποιήματος, του ποιητή, του βίου του και του έργου του.
Με την βοήθεια του Ιερώνυμου Πολλάτου, μαζέψαμε τα έργα του Μαγιακόφσκι, ποίηση και πεζά, γράμματα και λόγους αλλά και πολλούς σύγχρονούς του καθώς και αναφορές για τον Μαγιακόφσκι από τον Ρίτσο (που τον μετάφρασε στα ελληνικά) αλλά και από την Κατερίνα Γώγου, ενώ χρησιμοποιήσαμε και κομμάτια που θεωρήσαμε πως εξέφραζαν απόψεις της εποχής τους όπως η ποίηση της Άννας Αχμάτοβα.
Εμπειρία
Τα δέσαμε μαζί και βγήκε αυτό το αποτέλεσμα, σαφώς ποιητικό και λυρικό (πώς αλλιώς θα γινόταν, άλλωστε) αλλά ταυτόχρονα χωρίς να χάνει την ιστοριογραφική του σημασία. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, με πολύ σεβασμό, προσπαθήσαμε και εμείς να ακολουθήσουμε τη διαδρομή του ποιητή. Κόντρα στο ρεύμα. Γοητευτήκαμε και τρελαθήκαμε μαζί του. Χάσαμε τον ύπνο μας και είπαμε αυτή την εμπειρία να την επικοινωνήσουμε με το κοινό.
Θέλουμε να θεωρούμε πως κάνουμε μια παράλληλη δράση με όλα αυτά τα παιδιά που βγήκαν στο δρόμο τον Δεκέμβρη. Σαν να συμπληρώνουμε την δράση που έκανε ο κόσμος π.χ. στο πάρκο των Εξαρχείων που απελευθέρωσαν μια έκταση, της έδωσαν άλλο νόημα, την χάρισαν στον κόσμο. Ελπίζουμε πως είμαστε και εμείς κομμάτι αυτής της διαδικασίας, πως προσθέτουμε ένα ακόμα λιθαράκι στην κατανόηση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας».
Το αποτέλεσμα είναι πραγματικά δυνατό. Με τον Γεράσιμο Μιχελή σε μια συγκλονιστική ερμηνευτική αφήγηση αλλά και όλους τους άλλους ηθοποιούς να τον συνοδεύουν με την ίδια ποιότητα. (η Τζούλη Σούμα στο ρόλο της Μπρικ, και της Αχμάτοβα, ο Δημήτρη Καραμπέτσης στο ρόλο του Οσιπ Μπρικ και του Πάστερνακ αλλά και οι Τάσος Σωτηράκης και Σοφία Παπαδοπούλου). Ο Τζαμαργιάς είτε με την βοήθεια των video της ομάδας Com.Odd.Or, είτε με την συνοδεία της πραγματικά επιβλητικής μουσικής (Π. Ανδριτσάκης - Τ. Σωτηράκης) είτε με την απόφαση να τοποθετήσει τον Μαγιακόφσκι ....δυο σκαλιά πιο πάνω, καταφέρνει να μεταφέρει στον θεατή τον ιδιόρρυθμο, εγωπαθή πολλές φορές, αλλά και προσηλωμένο στον σκοπό του επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, χαρακτήρα του Μαγιακόφσι. Του πιο παθιασμένου ποιητή της Οκτωβριανής Επανάστασης και ταυτόχρονα του πιο απελπισμένου ερωτευμένου, που η αυτοκτονία του στις 14 Απρίλη του 1930, θα έκανε τους Σταλινικούς να αναπνεύσουν με ανακούφιση, αλλά παράλληλα θα εκτόξευε τον μύθο του στο πάνθεον των τραγικότερων μορφών της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Θέατρο Επί Κολωνώ (Ναυπλίου 12 και Λένορμαν 94)
www.epikolono.gr Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή 21:00
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
«Ανίκητος»
Φύλλο: 902
Μανώλης Σπαθής
εικόνα
...είναι ο τίτλος της νέας ταινίας του Κλιντ Ίστγουντ με πρωταγωνιστή τον Μόργκαν Φρίμαν και είναι δανεισμένος από το ποίημα «Ιnvictus» («μη κατακτημένος» στα λατινικά), που ενέπνευσε τον Μαντέλα τα 27 χρόνια που ήταν φυλακισμένος. Αν και το τρέιλερ παραπέμπει σε άλλη μια αθλητική ταινία του συρμού, η πραγματικότητα είναι κάπως διαφορετική.
Ένα μόλις χρόνο μετά την εκλογή του Νέλσον Μαντέλα στην προεδρεία (1994), η Ν. Αφρική που ακόμα μαστίζεται από τα σύνδρομα της αποικιοκρατίας και του ρατσιστικού Απαρτχάιντ, πρόκειται να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ράγκμπι. Το ράγκμπι είναι το άθλημα των λευκών και ο μαύρος πληθυσμός μισεί ότι έχει να κάνει με αυτό: τα χρώματα της φανέλας, το όνομα της ομάδας ακόμα και τους παίκτες καθώς έχουν συνδεθεί με τις παραδόσεις των αποίκων.
Ο ντεφετισμός είναι βαθιά ριζωμένος στις καρδιές του μαύρου πληθυσμού με αποτέλεσμα οι μαύροι Νοτιοαφρικανοί να βρίσκονται στις κερκίδες μόνο και μόνο για να υποστηρίξουν την αντίπαλη ομάδα ενάντια στην ίδια τους την χώρα. Ακριβώς αυτήν την εικόνα είναι που ο Μαντέλα προσπαθεί να αλλάξει μέσα από την νέα του πολιτική καμπάνια. Βάζει φρένο στην ομοσπονδία του ράγκμπι, που πλέον ελέγχεται από μαύρους, όταν αυτή προσπαθεί να αντικαταστήσει το όνομα (Σπρίνγκμποκ) και τα σύμβολα της ομάδας.
Στις φτωχογειτονιές
Στην προσπάθεια να ανεβάσει την δημοτικότητα της ομάδας στέλνει τους σχεδόν αποκλειστικά λευκούς (όλοι εκτός από έναν) παίκτες της ομάδας τουρνέ στις φτωχογειτονιές της χώρας για να έρθουν σε επαφή με τα μαύρα παιδιά που παίζουν στις αλάνες.
Η προσπάθεια πετυχαίνει με δύο τρόπους, οι παίκτες ευαισθητοποιούνται απέναντι στα προβλήματα της μη προνομιούχας πλειοψηφίας, ενώ τα παιδιά λατρεύουν κυριολεκτικά τους παίκτες. Όταν έρχεται η ώρα του πρωταθλήματος η Σπρίνγκμποκ κερδίζει εξαιτίας του ανεβασμένου της ηθικού. Κατά την διάρκεια των αγώνων οι δρόμοι αδειάζουν και όλος ο κόσμος καθηλώνεται σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα. Την μέρα του τελικού ο λαός της Ν. Αφρικής, λευκοί και μαύροι πανηγυρίζουν μαζί και αυτό είναι το πρώτο βήμα επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων. Ήταν μια καλή προσπάθεια για να σπάσει ο κύκλος του μίσους μέσα από την οικοδόμηση ενός νέου εθνικισμού.
Από τεχνικής πλευράς η ταινία δεν είναι και ότι καλύτερο, έχοντας αρκετά προβλήματα στο μοντάζ, ενώ ο ρόλος του Μόργκαν Φρίμαν, που είναι σαν γεννημένος για να ενσαρκώσει τον Μαντέλα, υποβαθμίζεται σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με τον αρχηγό της ομάδας (Ματ Ντέιμον). Τέλος αν και η ταινία αποτελεί έναν ύμνο υπέρ της ειρηνικής συμβίωσης των δύο φυλών απέχει πολύ από το να σκιαγραφήσει την φυσιογνωμία του ηγέτη ANC, μιας και οι παραγωγοί του Χόλυγουντ ανοιχτά δηλώνουν ότι μια ταινία με πολιτική προσέγγιση στο Απαρτχάιντ δεν θα έκοβε πολλά εισιτήρια...
«Ανίκητος»
Φύλλο: 902
Μανώλης Σπαθής
εικόνα
...είναι ο τίτλος της νέας ταινίας του Κλιντ Ίστγουντ με πρωταγωνιστή τον Μόργκαν Φρίμαν και είναι δανεισμένος από το ποίημα «Ιnvictus» («μη κατακτημένος» στα λατινικά), που ενέπνευσε τον Μαντέλα τα 27 χρόνια που ήταν φυλακισμένος. Αν και το τρέιλερ παραπέμπει σε άλλη μια αθλητική ταινία του συρμού, η πραγματικότητα είναι κάπως διαφορετική.
Ένα μόλις χρόνο μετά την εκλογή του Νέλσον Μαντέλα στην προεδρεία (1994), η Ν. Αφρική που ακόμα μαστίζεται από τα σύνδρομα της αποικιοκρατίας και του ρατσιστικού Απαρτχάιντ, πρόκειται να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα ράγκμπι. Το ράγκμπι είναι το άθλημα των λευκών και ο μαύρος πληθυσμός μισεί ότι έχει να κάνει με αυτό: τα χρώματα της φανέλας, το όνομα της ομάδας ακόμα και τους παίκτες καθώς έχουν συνδεθεί με τις παραδόσεις των αποίκων.
Ο ντεφετισμός είναι βαθιά ριζωμένος στις καρδιές του μαύρου πληθυσμού με αποτέλεσμα οι μαύροι Νοτιοαφρικανοί να βρίσκονται στις κερκίδες μόνο και μόνο για να υποστηρίξουν την αντίπαλη ομάδα ενάντια στην ίδια τους την χώρα. Ακριβώς αυτήν την εικόνα είναι που ο Μαντέλα προσπαθεί να αλλάξει μέσα από την νέα του πολιτική καμπάνια. Βάζει φρένο στην ομοσπονδία του ράγκμπι, που πλέον ελέγχεται από μαύρους, όταν αυτή προσπαθεί να αντικαταστήσει το όνομα (Σπρίνγκμποκ) και τα σύμβολα της ομάδας.
Στις φτωχογειτονιές
Στην προσπάθεια να ανεβάσει την δημοτικότητα της ομάδας στέλνει τους σχεδόν αποκλειστικά λευκούς (όλοι εκτός από έναν) παίκτες της ομάδας τουρνέ στις φτωχογειτονιές της χώρας για να έρθουν σε επαφή με τα μαύρα παιδιά που παίζουν στις αλάνες.
Η προσπάθεια πετυχαίνει με δύο τρόπους, οι παίκτες ευαισθητοποιούνται απέναντι στα προβλήματα της μη προνομιούχας πλειοψηφίας, ενώ τα παιδιά λατρεύουν κυριολεκτικά τους παίκτες. Όταν έρχεται η ώρα του πρωταθλήματος η Σπρίνγκμποκ κερδίζει εξαιτίας του ανεβασμένου της ηθικού. Κατά την διάρκεια των αγώνων οι δρόμοι αδειάζουν και όλος ο κόσμος καθηλώνεται σε τηλεοράσεις και ραδιόφωνα. Την μέρα του τελικού ο λαός της Ν. Αφρικής, λευκοί και μαύροι πανηγυρίζουν μαζί και αυτό είναι το πρώτο βήμα επαναπροσέγγισης των δύο κοινοτήτων. Ήταν μια καλή προσπάθεια για να σπάσει ο κύκλος του μίσους μέσα από την οικοδόμηση ενός νέου εθνικισμού.
Από τεχνικής πλευράς η ταινία δεν είναι και ότι καλύτερο, έχοντας αρκετά προβλήματα στο μοντάζ, ενώ ο ρόλος του Μόργκαν Φρίμαν, που είναι σαν γεννημένος για να ενσαρκώσει τον Μαντέλα, υποβαθμίζεται σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με τον αρχηγό της ομάδας (Ματ Ντέιμον). Τέλος αν και η ταινία αποτελεί έναν ύμνο υπέρ της ειρηνικής συμβίωσης των δύο φυλών απέχει πολύ από το να σκιαγραφήσει την φυσιογνωμία του ηγέτη ANC, μιας και οι παραγωγοί του Χόλυγουντ ανοιχτά δηλώνουν ότι μια ταινία με πολιτική προσέγγιση στο Απαρτχάιντ δεν θα έκοβε πολλά εισιτήρια...
Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2010
ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΑ 86 ΤΟΥ Ο ΦΙΛOΣΟΦΟΣ ΚΩΣΤΑΣ ΑΞΕΛOΣ
Ο Έλληνας που ήρθε σε σύγκρουση με τον Σαρτρ
Του Μανώλη Πιμπλή
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010
«Θα συνεχίσουν να υπάρχουν συγκρούσεις ανάμεσα σε λαούς», προέβλεπε για το μέλλον μας ο Έλληνας διεθνούς αναγνώρισης στοχαστής Κώστας Αξελός. «Στις συγκρούσεις θα συνεχίσει να παίρνει μέρος αυτό που ακόμη αποκαλούμε θρησκεία»
Πέθανε στα 86 του ο διεθνούς φήμης Έλληνας στοχαστής Κώστας Αξελός, που συγκρούστηκε με τον Σαρτρ αλλά και τον σταλινισμό, και που ευαγγελίστηκε μια πλανητική σκέψη για την «εποχή της τεχνικής»
Σε μια δημόσια συζήτηση στο Παρίσι, το 1964, που οργάνωνε η Ένωση Κομμουνιστών Φοιτητών με θέμα την εξουσία της λογοτεχνίας, ο Ζαν Πολ Σαρτρ απαίτησε τη μη συμμετοχή του Κώστα Αξελού. Σε τέτοιο σημείο είχαν φτάσει οι σχέσεις τους, καθώς ο Έλληνας φιλόσοφος τολμούσε να τον αμφισβητεί ανοιχτά. Η απαίτηση του Σαρτρ δεν έμεινε αναπάντητη, αφού στη συζήτηση αρνήθηκε, κατόπιν του αποκλεισμού του Αξελού, να συμμετάσχει και ο Κλοντ Σιμόν, ο συγγραφέας που 21 χρόνια αργότερα θα τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Η μονομαχία του Σαρτρ με τον Κώστα Αξελό ήταν βαθιά ιδεολογική και φιλοσοφική. Ο Αξελός, τον οποίο έχασε χθες η ελληνική, η γαλλική και γενικότερα η ευρωπαϊκή σκέψη, καθώς έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 86 ετών στο Παρίσι όπου ζούσε, είχε ενταχθεί από νωρίς στην ομάδα του περιοδικού «Αrguments» (Επιχειρήματα) που ίδρυσαν οι Εντγκάρ Μορέν και Ζαν Ντιβινιό το 1956- η ίδρυση συνέπεσε, διόλου τυχαία, με τη σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία. Υπήρξε μάλιστα αρχισυντάκτης του περιοδικού για αρκετά χρόνια, συμμετέχοντας σε μια περιπέτεια που είχε ανοιχτούς ορίζοντες και ήθελε να επαναδιαπραγματευτεί τη μαρξιστική σκέψη.
Οι άνθρωποι του περιοδικού- ανάμεσά τους και ο Ρολάν Μπαρτ- παρά τις διαφορές τους, είχαν οι περισσότεροι ορισμένα βασικά κοινά στοιχεία: πήραν μέρος ενεργά στην αντίσταση κατά του ναζισμού, αλλά αποχώρησαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα, καθώς ήταν αντίθετοι με τη σταλινική του εκδοχή. Ο Σαρτρ εγκαλούσε τον Αξελό για εγκατάλειψη του κομμουνισμού και ο Αξελός τον Σαρτρ για μη πρωτότυπη σκέψη.
Ο Κώστας Αξελός- γεννημένος τον Ιούνιο του 1924 στην Αθήνα- κινήθηκε σε ένα ευρύ φάσμα φιλοσοφικής έρευνας, από τον Ηράκλειτο μέχρι τον Μαρξ και από τον Νίτσε μέχρι τον Χάιντεγκερ. Δίδαξε Φιλοσοφία στη Σορβόννη- όπου είχε κάνει και τις σπουδές του - από το 1962 μέχρι το 1973 και μετείχε ενεργά στις ιδεολογικές μεταπολεμικές ζυμώσεις. Είχε φτάσει στο Παρίσι στα τέλη του 1945, με το περίφημο πλοίο «Ματαρόα», στο οποίο- με πρωτοβουλία του διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Οκτάβιου Μερλιέ- είχαν βρει καταφύγιο διανοούμενοι, όπως οι Κορνήλιος Καστοριάδης, Νίκος Σβορώνος, Κώστας Παπαϊωάννου, Γιώργος Κανδύλης, Αριστομένης Προβελέγγιος, Μάνος Ζαχαρίας, Μέμος Μακρής κ.ά.
Έναν χρόνο πριν, στα Δεκεμβριανά, είχε συλληφθεί και ζήσει εικονική εκτέλεση στα κρατητήρια της Ασφάλειας, ενώ αργότερα θα αποδράσει από το στρατόπεδο όπου είχε φυλακιστεί, για να καταδικαστεί (ερήμην) σε θάνατο. Ήδη από το 1946, το ΚΚΕ- στο οποίο είχε ενταχθεί στα 17 του- ήταν γι΄ αυτόν παρελθόν. Σε συνέντευξή του το 2004, που δημοσίευσαν «ΤΑ ΝΕΑ», είχε χαρακτηρίσει τον εαυτό του «στοχαστή» περισσότερο, παρά «φιλόσοφο».
«Είναι λέξη μεγαλόηχη, ψευτοποιητική, αλλά αυτό είναι. Αυτός που σκέφτεται», είχε πει. Κεντρική θέση στο έργο του είχε η διαπραγμάτευση της τεχνολογικής διάστασης της σύγχρονης κοινωνίας, αρχίζοντας από το «Ο Μαρξ στοχαστής της τεχνικής- Από την αλλοτρίωση του ανθρώπου, στην κατάκτηση του κόσμου» (Καστανιώτης) που κυκλοφόρησε το 1961 (ήταν μία από τις δύο διδακτορικές του διατριβές), μέχρι το «Προς την πλανητική σκέψη» (Εστία) αλλά και πολλά ακόμη έργα.
«Ο πολιτισμός θα τεχνικοποιείται όλο και περισσότερο. Θα συνεχίσουν να υπάρχουν συγκρούσεις ανάμεσα σε λαούς. Και θα υπάρχουν και κάποιοι στοχαστές και ποιητές ως μετέωρα, μη οργανικά μέρη της ολότητας, αλλά φευγαλέα αποσπάσματά της», προέβλεπε στην ίδια συνέντευξη.
Ενώ για την ίδια τη φιλοσοφία δεν ήταν αισιόδοξος: «Φαίνεται ότι πνέει τα λοίσθια». Διότι «οι επιστήμες του ανθρώπου και της φύσης την έχουν εγκαταλείψει». Ως σημαντικότερους στοχαστές στην Ιστορία της ανθρωπότητας, ο Έλληνας φιλόσοφος- του οποίου το έργο μεταφράστηκε σε 16 γλώσσες- θεωρούσε τον Ηράκλειτο, τον Σοφοκλή, τον Σαίξπηρ, τον Έγελο, τον Μαρξ, τον Νίτσε, τον Χέλντερλιν, τον Ρεμπό, τον Χάιντεγκερ και τον Ντοστο- γιέφσκι...
Η κηδεία του θα γίνει την ερχόμενη Πέμπτη στις 14.30 στο νεκροταφείο του Μονπαρνάς, στο Παρίσι
ΙΝFΟ
Βιβλία του Κώστα Αξελού κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις της Εστίας (κυρίως), αλλά και τις Εκδόσεις Νεφέλη, Εξάντας, Καστανιώτης.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τη Νεφέλη τόμος με δύο ομιλίες του στη Θεσσαλονίκη το 2009, με αφορμή την αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα Φιλοσοφίας.
Με τον Χάιντεγκερ και τον Πικάσο
Ο Κώστας Αξελός έχει πει για τον μεγάλο Γερμανό φιλόσοφο Μάρτιν Χάιντεγκερ: «Τον συνάντησα πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1955, όταν ήρθε για λίγες μέρες στο Παρίσι.
Αργότερα συναντηθήκαμε αρκετές φορές στο σπίτι του στο Φράιμπουργκ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η περιοχή της πολιτικής του ξέφευγε.
Ήταν ταυτόχρονα ένας μεγάλος στοχαστής και ένας στενόμυαλος μικροαστός».
Και για τον Πικάσο:
«Συνάντησα τον Πικάσο το 1948 στο Βαλορί, στην Κυανή Ακτή, όπου έκανα ολιγοήμερες διακοπές. Πέρα από τη δουλειά του, που με καταγοήτευσε, με εντυπωσίασε πολύ και ο ίδιος.
Η σχέση μας ήταν πολύ καλή. Όταν τον άφησε η σύντροφός του, η Φρανσουάζ Ζιλό, εκείνη κι εγώ είχαμε μία ερωτική περιπέτεια».
Ο Έλληνας που ήρθε σε σύγκρουση με τον Σαρτρ
Του Μανώλη Πιμπλή
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010
«Θα συνεχίσουν να υπάρχουν συγκρούσεις ανάμεσα σε λαούς», προέβλεπε για το μέλλον μας ο Έλληνας διεθνούς αναγνώρισης στοχαστής Κώστας Αξελός. «Στις συγκρούσεις θα συνεχίσει να παίρνει μέρος αυτό που ακόμη αποκαλούμε θρησκεία»
Πέθανε στα 86 του ο διεθνούς φήμης Έλληνας στοχαστής Κώστας Αξελός, που συγκρούστηκε με τον Σαρτρ αλλά και τον σταλινισμό, και που ευαγγελίστηκε μια πλανητική σκέψη για την «εποχή της τεχνικής»
Σε μια δημόσια συζήτηση στο Παρίσι, το 1964, που οργάνωνε η Ένωση Κομμουνιστών Φοιτητών με θέμα την εξουσία της λογοτεχνίας, ο Ζαν Πολ Σαρτρ απαίτησε τη μη συμμετοχή του Κώστα Αξελού. Σε τέτοιο σημείο είχαν φτάσει οι σχέσεις τους, καθώς ο Έλληνας φιλόσοφος τολμούσε να τον αμφισβητεί ανοιχτά. Η απαίτηση του Σαρτρ δεν έμεινε αναπάντητη, αφού στη συζήτηση αρνήθηκε, κατόπιν του αποκλεισμού του Αξελού, να συμμετάσχει και ο Κλοντ Σιμόν, ο συγγραφέας που 21 χρόνια αργότερα θα τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Η μονομαχία του Σαρτρ με τον Κώστα Αξελό ήταν βαθιά ιδεολογική και φιλοσοφική. Ο Αξελός, τον οποίο έχασε χθες η ελληνική, η γαλλική και γενικότερα η ευρωπαϊκή σκέψη, καθώς έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 86 ετών στο Παρίσι όπου ζούσε, είχε ενταχθεί από νωρίς στην ομάδα του περιοδικού «Αrguments» (Επιχειρήματα) που ίδρυσαν οι Εντγκάρ Μορέν και Ζαν Ντιβινιό το 1956- η ίδρυση συνέπεσε, διόλου τυχαία, με τη σοβιετική επέμβαση στην Ουγγαρία. Υπήρξε μάλιστα αρχισυντάκτης του περιοδικού για αρκετά χρόνια, συμμετέχοντας σε μια περιπέτεια που είχε ανοιχτούς ορίζοντες και ήθελε να επαναδιαπραγματευτεί τη μαρξιστική σκέψη.
Οι άνθρωποι του περιοδικού- ανάμεσά τους και ο Ρολάν Μπαρτ- παρά τις διαφορές τους, είχαν οι περισσότεροι ορισμένα βασικά κοινά στοιχεία: πήραν μέρος ενεργά στην αντίσταση κατά του ναζισμού, αλλά αποχώρησαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα, καθώς ήταν αντίθετοι με τη σταλινική του εκδοχή. Ο Σαρτρ εγκαλούσε τον Αξελό για εγκατάλειψη του κομμουνισμού και ο Αξελός τον Σαρτρ για μη πρωτότυπη σκέψη.
Ο Κώστας Αξελός- γεννημένος τον Ιούνιο του 1924 στην Αθήνα- κινήθηκε σε ένα ευρύ φάσμα φιλοσοφικής έρευνας, από τον Ηράκλειτο μέχρι τον Μαρξ και από τον Νίτσε μέχρι τον Χάιντεγκερ. Δίδαξε Φιλοσοφία στη Σορβόννη- όπου είχε κάνει και τις σπουδές του - από το 1962 μέχρι το 1973 και μετείχε ενεργά στις ιδεολογικές μεταπολεμικές ζυμώσεις. Είχε φτάσει στο Παρίσι στα τέλη του 1945, με το περίφημο πλοίο «Ματαρόα», στο οποίο- με πρωτοβουλία του διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Οκτάβιου Μερλιέ- είχαν βρει καταφύγιο διανοούμενοι, όπως οι Κορνήλιος Καστοριάδης, Νίκος Σβορώνος, Κώστας Παπαϊωάννου, Γιώργος Κανδύλης, Αριστομένης Προβελέγγιος, Μάνος Ζαχαρίας, Μέμος Μακρής κ.ά.
Έναν χρόνο πριν, στα Δεκεμβριανά, είχε συλληφθεί και ζήσει εικονική εκτέλεση στα κρατητήρια της Ασφάλειας, ενώ αργότερα θα αποδράσει από το στρατόπεδο όπου είχε φυλακιστεί, για να καταδικαστεί (ερήμην) σε θάνατο. Ήδη από το 1946, το ΚΚΕ- στο οποίο είχε ενταχθεί στα 17 του- ήταν γι΄ αυτόν παρελθόν. Σε συνέντευξή του το 2004, που δημοσίευσαν «ΤΑ ΝΕΑ», είχε χαρακτηρίσει τον εαυτό του «στοχαστή» περισσότερο, παρά «φιλόσοφο».
«Είναι λέξη μεγαλόηχη, ψευτοποιητική, αλλά αυτό είναι. Αυτός που σκέφτεται», είχε πει. Κεντρική θέση στο έργο του είχε η διαπραγμάτευση της τεχνολογικής διάστασης της σύγχρονης κοινωνίας, αρχίζοντας από το «Ο Μαρξ στοχαστής της τεχνικής- Από την αλλοτρίωση του ανθρώπου, στην κατάκτηση του κόσμου» (Καστανιώτης) που κυκλοφόρησε το 1961 (ήταν μία από τις δύο διδακτορικές του διατριβές), μέχρι το «Προς την πλανητική σκέψη» (Εστία) αλλά και πολλά ακόμη έργα.
«Ο πολιτισμός θα τεχνικοποιείται όλο και περισσότερο. Θα συνεχίσουν να υπάρχουν συγκρούσεις ανάμεσα σε λαούς. Και θα υπάρχουν και κάποιοι στοχαστές και ποιητές ως μετέωρα, μη οργανικά μέρη της ολότητας, αλλά φευγαλέα αποσπάσματά της», προέβλεπε στην ίδια συνέντευξη.
Ενώ για την ίδια τη φιλοσοφία δεν ήταν αισιόδοξος: «Φαίνεται ότι πνέει τα λοίσθια». Διότι «οι επιστήμες του ανθρώπου και της φύσης την έχουν εγκαταλείψει». Ως σημαντικότερους στοχαστές στην Ιστορία της ανθρωπότητας, ο Έλληνας φιλόσοφος- του οποίου το έργο μεταφράστηκε σε 16 γλώσσες- θεωρούσε τον Ηράκλειτο, τον Σοφοκλή, τον Σαίξπηρ, τον Έγελο, τον Μαρξ, τον Νίτσε, τον Χέλντερλιν, τον Ρεμπό, τον Χάιντεγκερ και τον Ντοστο- γιέφσκι...
Η κηδεία του θα γίνει την ερχόμενη Πέμπτη στις 14.30 στο νεκροταφείο του Μονπαρνάς, στο Παρίσι
ΙΝFΟ
Βιβλία του Κώστα Αξελού κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις της Εστίας (κυρίως), αλλά και τις Εκδόσεις Νεφέλη, Εξάντας, Καστανιώτης.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τη Νεφέλη τόμος με δύο ομιλίες του στη Θεσσαλονίκη το 2009, με αφορμή την αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα Φιλοσοφίας.
Με τον Χάιντεγκερ και τον Πικάσο
Ο Κώστας Αξελός έχει πει για τον μεγάλο Γερμανό φιλόσοφο Μάρτιν Χάιντεγκερ: «Τον συνάντησα πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1955, όταν ήρθε για λίγες μέρες στο Παρίσι.
Αργότερα συναντηθήκαμε αρκετές φορές στο σπίτι του στο Φράιμπουργκ. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η περιοχή της πολιτικής του ξέφευγε.
Ήταν ταυτόχρονα ένας μεγάλος στοχαστής και ένας στενόμυαλος μικροαστός».
Και για τον Πικάσο:
«Συνάντησα τον Πικάσο το 1948 στο Βαλορί, στην Κυανή Ακτή, όπου έκανα ολιγοήμερες διακοπές. Πέρα από τη δουλειά του, που με καταγοήτευσε, με εντυπωσίασε πολύ και ο ίδιος.
Η σχέση μας ήταν πολύ καλή. Όταν τον άφησε η σύντροφός του, η Φρανσουάζ Ζιλό, εκείνη κι εγώ είχαμε μία ερωτική περιπέτεια».
Κλασικά έργα σε νέες εκδόσεις
Κρημνιώτη Π.
Ημερομηνία δημοσίευσης: 26/01/2010
Νέες εκδόσεις κλασικών έργων, που το καθένα στον τομέα του σηματοδότησε νέα δεδομένα ή που απλώς στην αναμέτρησή του με το χρόνο κατόρθωσε να βγει αλώβητο, επανέρχονται στα ράφια των βιβλιοπωλείων προσφέροντας τη δυνατότητα επανάγνωσης υπό το πρίσμα νέων μεταφράσεων εγγύτερων στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στις μέρες μας. Λίγο η οικονομική κρίση που οδηγεί τους εκδότες στην ασφάλεια των κλασικών, λίγο οι παλιές μεταφράσεις που δυσχεραίνουν την επικοινωνία με τα κείμενα και πολύ περισσότερο η ανάγκη ενός έμπειρου αναγνώστη να επανέλθει στα κλασικά έργα έφεραν το τελευταίο διάστημα στα ράφια των βιβλιοπωλείων μια σειρά νέων μεταφράσεων σε έργα που σφράγισαν την εποχής του και εξακολουθούν να διατηρούν το ειδικό τους βάρος και στη δική μας.
Ο Δον Κιχώτης του Θερβάντες, το έργο που έβαλε το θεμέλιο λίθο για τη δημιουργία του μυθιστορήματος πραγματοποιώντας το μεγάλο βήμα που οδήγησε τη μυθοπλασία από τις ιπποτικές, ερωτικές ιστορίες του Μεσαίωνα στη δημιουργία πολυεπίπεδων συνθέσεων, επανέρχεται στο προσκήνιο σε μετάφραση Μελίνας Παναγιωτίδου. Η καινούργια έκδοση του "Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα, μέρος Ι. Ο ευφάνταστος ιδαλγός Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα", του πρώτου μεγάλου σύγχρονου μυθιστορήματος, επαναθέτει, με σημερινές γλωσικές συνθήκες, τη διπλή ανθρώπινη φύση, έτσι όπως την πραγματεύτηκε ο Θερβάντες μέσα από το αχώριστο δίδυμο του ονειροπόλου Δον Κιχώτε και του αφοσιωμένου υποκόμου του Σάντσο Πάντσα. Απ' αυτό το παιχνίδι ανάμεσα στη λογική και τη φαντασία, που είτε μπλέκονται είτε αντιμάχονται η μία την άλλη, αλλά συνυπάρχουν στο ανθρώπινο οικοδόμημα, ο Θερβάντες κατόρθωσε να αλλάξει την εξέλιξη της μυθοπλασίας και να θέσει τον 17ο αιώνα την απαρχή του μυθιστορήματος έτσι όπως λίγο ως πολύ το γνωρίζουμε σήμερα. (Εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 784, τιμή: 25 €).
Ακόμη ένα έργο που σημάδεψε τον 20ό αιώνα, από τα σημαντικότερα της αγγλικής λογοτεχνίας και αναμφισβήτητα το κορυφαίο του Λόρενς Ντάρελ, το "Αλεξανδρινό Κουαρτέτο" επανεκδόθηκε στην καινούργια μετάφραση της Μαριάννας Παπουτσοπούλου. Τζαστίν, Μπαλτάζαρ, Μαουντόλιβ και Κλέα. Τέσσερα πρόσωπα, τέσσερις διαφορετικές οπτικές ηρώων και η πολιτική και ερωτική διασύνδεσή τους σε μια τετραλογία στην οποία ξεχωρίζουν η μαεστρία του Ντάρελ στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων αλλά και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει την Αλεξάνδρεια. Στη νέα του έκδοση το "Αλεξανδρινό Κουαρτέτο" κυκλοφορεί σε ενιαίο τόμο. (Εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 1.000, τιμή: 32 €).
Με τον δικό του τρόπο "Το Δεύτερο Φύλλο" της Σιμόν ντε Μποβουάρ σημάδεψε τον 20ό αιώνα καθώς έβγαλε από την κλειδαρότρυπα τη γυναίκα και την τοποθέτησε στις πραγματικές διαστάσεις ενός προσκηνίου στο οποίο επρόκειτο πλέον να διαδραματίσει ρόλο πρωταγωνιστικό. Εξήντα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του (1949) το "Δεύτερο Φύλλο" που το φεμινιστικό κίνημα έκανε ευαγγέλιό του, αλλά το Βατικανό καταχώρησε αμέσως στη "μαύρη λίστα" του, επανεκδίδεται και στην καινούργια ελληνική του μετάφραση από την Τζένη Κωνσταντίνου. Είτε ως ορόσημο της Ιστορίας του γυναικείου κινήματος είτε ως έργο μιας οξυδερκούς διανοούμενης του 20ού αιώνα, το "Δεύτερο Φύλλο" προσφέρεται προς επανάγνωση σε μια εποχή που πολλοί από τους υπό διαπραγμάτευση όρους στην εποχή του επανέρχονται στο προσκήνιο. (Εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 992, τιμή: 44 €).
Κρημνιώτη Π.
Ημερομηνία δημοσίευσης: 26/01/2010
Νέες εκδόσεις κλασικών έργων, που το καθένα στον τομέα του σηματοδότησε νέα δεδομένα ή που απλώς στην αναμέτρησή του με το χρόνο κατόρθωσε να βγει αλώβητο, επανέρχονται στα ράφια των βιβλιοπωλείων προσφέροντας τη δυνατότητα επανάγνωσης υπό το πρίσμα νέων μεταφράσεων εγγύτερων στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στις μέρες μας. Λίγο η οικονομική κρίση που οδηγεί τους εκδότες στην ασφάλεια των κλασικών, λίγο οι παλιές μεταφράσεις που δυσχεραίνουν την επικοινωνία με τα κείμενα και πολύ περισσότερο η ανάγκη ενός έμπειρου αναγνώστη να επανέλθει στα κλασικά έργα έφεραν το τελευταίο διάστημα στα ράφια των βιβλιοπωλείων μια σειρά νέων μεταφράσεων σε έργα που σφράγισαν την εποχής του και εξακολουθούν να διατηρούν το ειδικό τους βάρος και στη δική μας.
Ο Δον Κιχώτης του Θερβάντες, το έργο που έβαλε το θεμέλιο λίθο για τη δημιουργία του μυθιστορήματος πραγματοποιώντας το μεγάλο βήμα που οδήγησε τη μυθοπλασία από τις ιπποτικές, ερωτικές ιστορίες του Μεσαίωνα στη δημιουργία πολυεπίπεδων συνθέσεων, επανέρχεται στο προσκήνιο σε μετάφραση Μελίνας Παναγιωτίδου. Η καινούργια έκδοση του "Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα, μέρος Ι. Ο ευφάνταστος ιδαλγός Δον Κιχότε ντε λα Μάντσα", του πρώτου μεγάλου σύγχρονου μυθιστορήματος, επαναθέτει, με σημερινές γλωσικές συνθήκες, τη διπλή ανθρώπινη φύση, έτσι όπως την πραγματεύτηκε ο Θερβάντες μέσα από το αχώριστο δίδυμο του ονειροπόλου Δον Κιχώτε και του αφοσιωμένου υποκόμου του Σάντσο Πάντσα. Απ' αυτό το παιχνίδι ανάμεσα στη λογική και τη φαντασία, που είτε μπλέκονται είτε αντιμάχονται η μία την άλλη, αλλά συνυπάρχουν στο ανθρώπινο οικοδόμημα, ο Θερβάντες κατόρθωσε να αλλάξει την εξέλιξη της μυθοπλασίας και να θέσει τον 17ο αιώνα την απαρχή του μυθιστορήματος έτσι όπως λίγο ως πολύ το γνωρίζουμε σήμερα. (Εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 784, τιμή: 25 €).
Ακόμη ένα έργο που σημάδεψε τον 20ό αιώνα, από τα σημαντικότερα της αγγλικής λογοτεχνίας και αναμφισβήτητα το κορυφαίο του Λόρενς Ντάρελ, το "Αλεξανδρινό Κουαρτέτο" επανεκδόθηκε στην καινούργια μετάφραση της Μαριάννας Παπουτσοπούλου. Τζαστίν, Μπαλτάζαρ, Μαουντόλιβ και Κλέα. Τέσσερα πρόσωπα, τέσσερις διαφορετικές οπτικές ηρώων και η πολιτική και ερωτική διασύνδεσή τους σε μια τετραλογία στην οποία ξεχωρίζουν η μαεστρία του Ντάρελ στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων αλλά και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει την Αλεξάνδρεια. Στη νέα του έκδοση το "Αλεξανδρινό Κουαρτέτο" κυκλοφορεί σε ενιαίο τόμο. (Εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 1.000, τιμή: 32 €).
Με τον δικό του τρόπο "Το Δεύτερο Φύλλο" της Σιμόν ντε Μποβουάρ σημάδεψε τον 20ό αιώνα καθώς έβγαλε από την κλειδαρότρυπα τη γυναίκα και την τοποθέτησε στις πραγματικές διαστάσεις ενός προσκηνίου στο οποίο επρόκειτο πλέον να διαδραματίσει ρόλο πρωταγωνιστικό. Εξήντα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του (1949) το "Δεύτερο Φύλλο" που το φεμινιστικό κίνημα έκανε ευαγγέλιό του, αλλά το Βατικανό καταχώρησε αμέσως στη "μαύρη λίστα" του, επανεκδίδεται και στην καινούργια ελληνική του μετάφραση από την Τζένη Κωνσταντίνου. Είτε ως ορόσημο της Ιστορίας του γυναικείου κινήματος είτε ως έργο μιας οξυδερκούς διανοούμενης του 20ού αιώνα, το "Δεύτερο Φύλλο" προσφέρεται προς επανάγνωση σε μια εποχή που πολλοί από τους υπό διαπραγμάτευση όρους στην εποχή του επανέρχονται στο προσκήνιο. (Εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 992, τιμή: 44 €).
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)