Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010
Ο δεύτερος τόμος της βιογραφίας του Τρότσκι από τον Τόνυ Κλιφ
Το ξίφος της επανάστασης
Φύλλο: 902
Λένα Βερδέ
Ο Τρότσκι μιλάει σε στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού στη Μόσχα το 1918
Κυκλοφόρησε στα ελληνικά ο δεύτερος τόμος της πολιτικής βιογραφίας του Λέον Τρότσκι γραμμένη από τον Τόνυ Κλιφ. Ο δεύτερος αυτός τόμος καλύπτει την περίοδο από τη νίκη της Ρώσικης Επανάστασης τον Οκτώβρη του 1917 μέχρι τα μέσα του 1923, τα πιο αποφασιστικά δηλαδή χρόνια για το μέλλον της εργατικής εξουσίας. Είναι η συνέχεια της εκδοτικής προσπάθειας από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο που ξεκίνησε με τον πρώτο τόμο «Προς τον Οκτώβρη» -αφορά στα χρόνια από τη γέννηση του Τρότσκι μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση -και θα ολοκληρωθεί με δύο ακόμα τόμους που φτάνουν μέχρι το θάνατο του Ρώσου επαναστάτη το 1940.
«Η ιστορία της προλεταριακής επανάστασης έχει δείξει πώς μπορεί κάποιος να αλλάξει την πένα του με ένα ξίφος. Ο Τρότσκι είναι ένας από τους λαμπρότερους συγγραφείς στο παγκόσμιο σοσιαλιστικό κίνημα. Όμως οι φιλολογικές του ικανότητες δεν τον εμπόδισαν να γίνει ο πρώτος επικεφαλής, ο πρώτος οργανωτής του πρώτου προλεταριακού στρατού. Η επανάσταση πήρε την πένα από το χέρι του καλύτερου συγγραφέα της και στη θέση της έβαλε ένα ξίφος...». Η περιγραφή που έκανε ο Καρλ Ράντεκ το 1923 σε άρθρο στην Πράβδα (στην εφημερίδα του μπολσεβίκικου κόμματος), δίκαια έδωσε στο δεύτερο τόμο της βιογραφίας του Τρότσκι από τον Τόνυ Κλιφ τον τίτλο της : «Το ξίφος της επανάστασης».
Ως πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης, ο Τρότσκι είχε καταφέρει μαζί με τον Λένιν να οργανώσει την κατάληψη της εξουσίας τον Οκτώβρη του 1917. Στα επόμενα χρόνια, από την ηγεσία του Κόκκινου Στρατού των Εργατών και των Αγροτών, έμελε να δημιουργήσει ένα πανίσχυρο στρατό που έφτασε τα 5 εκατομμύρια άνδρες και κατάφερε να κατατροπώσει όχι μόνο τις ντόπιες αντεπαναστατικές στρατιωτικές δυνάμεις των «Λευκών» αλλά και των 14 ξένων στρατών, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο ελληνικός, που ενώθηκαν με τους «λευκοφρουρούς» για να πνίξουν την επανάσταση. Ένα πολύ μεγάλο τμήμα του βιβλίου αφιερώνεται σε αυτό το επίτευγμα, παρέχοντας μας ταυτόχρονα γνώσεις για την, αν όχι «άγνωστη», τουλάχιστον «ελλιπή» ιστορία του ρωσικού εμφυλίου πολέμου που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πορεία της επανάστασης.
Οι νοσταλγοί του Τσάρου και οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν άργησαν να ξεκινήσουν τον πόλεμο ενάντια στα σοβιέτ. Ενα μόλις μήνα μετά τον Οκτώβρη του ΄17 ανέλαβαν δράση σε μια ιμπεριαλιστική επέμβαση που θα συνεχιζόταν μέχρι και το Νοέμβρη του 1920. «Ο Κόκκινος Στρατός πολέμησε σε μέτωπα με συνολική περίμετρο 8.000 χιλιομέτρων. Ο πόλεμος διεξήχθη με βαθιές διεισδύσεις των ΄λευκών΄ στρατιών, πότε από το ένα και πότε από το άλλο σημείο αυτής της περιμέτρου, που τις διαδέχονταν οι αντεπιθέσεις των ΄κόκκινων΄», περιγράφει ο Κλιφ.
Πώς κατάφεραν οι μπολσεβίκοι να χτίσουν ένα στρατό που νίκησε τόσο ισχυρές δυνάμεις, σε τόσα πολλά και διαφορετικά μέτωπα; Πώς κατάφερε ο Τρότσκι να φτιάξει ένα ανίκητο στρατό που, παρά την εργατική ραχοκοκαλιά του, τη συντριπτική του πλειοψηφία την αποτελούσαν επιστρατευμένοι αγρότες που ταλαντεύονταν σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου, από τη μια στήριζαν τους μπολσεβίκους ενάντια στους Λευκούς αλλά από την άλλη δυσανασχετούσαν με τους κομμουνιστές που επιτάσσανε το σιτάρι; Κι όταν μάλιστα αυτός ο στρατός έπρεπε να χτιστεί από το μηδέν και κάτω από την άμεση απειλή του εμφυλίου πολέμου, χωρίς καν να έχει στη διάθεσή του τα χρόνια ειρήνης που έχει ένας «κανονικός» στρατός για να εκπαιδευτεί και να εξοπλιστεί;
Εμφύλιος πόλεμος
Ο Τόνυ Κλιφ απαντά «ο πόλεμος αποτελεί συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο στον εμφύλιο πόλεμο. Η πολιτική κυριαρχεί στη στρατηγική, την τακτική, την οργάνωση. Αυτή ήταν η αρχή που τήρησε ο Τρότσκι σε όλη τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Αντιμετώπισε αυτόν τον πόλεμο ως αναπόσπαστο κομμάτι της επανάστασης, ως μια προέκταση της ταξικής πάλης, η οποία κορυφωνόταν με την εδραίωση της πολιτικής εξουσίας του προλεταριάτου». Με βάση αυτή την αρχή, ο Τρότσκι έδωσε προσοχή στο πνεύμα του Κόκκινου Στρατού ώστε οι άνδρες του να ξέρουν γιατί πολεμούν και να έχουν βαθιά πίστη στον σκοπό για τον οποίο πολεμούν, επέμεινε στην διεθνιστική οργάνωσή του, εξασφάλισε τον εργατικό και κομμουνιστικό πυρήνα του που έπαιζε αποφασιστικό ρόλο «στην ενθάρρυνση, έμπνευση και ατσάλωμα της πλειοψηφίας των μαχητών».
Ετσι η πειθαρχία του Κόκκινου Στρατού ήταν ποιοτικά διαφορετική από αυτή των καπιταλιστικών στρατών. Όπως ο ίδιος ο Τρότσκι είπε σε ομιλία του στο Συνέδριο των Σοβιέτ τον Ιούλη του 1918: «Δεν θέλουμε την παλιά πειθαρχία όπου ο κάθε αδαής αγρότης και εργάτης τοποθετούνταν στο σύνταγμα, το λόχο, τη διμοιρία του και ξεκινούσε, χωρίς να ρωτάει γιατί πάει να πολεμήσει, γιατί τον έσπρωχναν να χύσει το αίμα του...πρέπει να φτάσουμε σε μια κατάσταση όπου κάθε εργάτης και κάθε στρατιώτης θα αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως μια αυτοτελή προσωπικότητα άξια σεβασμού, αλλά που ταυτόχρονα θα αισθάνεται ότι αποτελεί κομμάτι της εργατικής τάξης της δημοκρατικής Ρωσίας, έτοιμος, χωρίς δισταγμό, να διακινδυνεύσει τη ζωή του για τη Ρώσικη Δημοκρατία των Σοβιέτ...».
Στην έμπνευση από τα επαναστατικά ιδανικά βάσισε ο Τρότσκι την πειθαρχία στον Κόκκινο Στρατό για να νικήσει τον πόλεμο. Την ίδια στιγμή, το πολεμικό του σχέδιο περιλάμβανε την αξιοποίηση της κληρονομιάς του καπιταλισμού, τις μηχανές και το προσωπικό, προς όφελος του Κόκκινου Στρατού. Η χρήση πρώην τσαρικών αξιωματικών με γνώση και εμπειρία στα στρατιωτικά θέματα, δικαιώθηκε από την έκβαση του πολέμου.
Ο Τρότσκι οδήγησε τον Κόκκινο Στρατό στη νίκη ταξιδεύοντας στα μέτωπα του πολέμου με ένα τρένο. «Κατά τη διάρκεια των πιο κοπιαστικών χρόνων της επανάστασης, η προσωπική μου ζωή ήταν αξεδιάλυτα δεμένη με τη ζωή εκείνου του τρένου», περιέγραψε ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του, «Από την άλλη, το τρένο ήταν αναπόσπαστα δεμένο με τη ζωή του Κόκκινου Στρατού. Το τρένο συνέδεε το μέτωπο με τη βάση, έλυνε επί τόπου επείγοντα προβλήματα, εκπαίδευε, έκανε εκκλήσεις, εφοδίαζε, επιβράβευε και τιμωρούσε... Επί δυόμισι χρόνια, με σύντομα διαλείμματα, έζησα σ΄ένα βαγόνι... [Το τρένο] είχε μετατραπεί σ΄έναν διοικητικό μηχανισμό... Στα τμήματα αυτού του μηχανισμού συμπεριλαμβάνονταν η γραμματεία, ένα τυπογραφείο, μια γεννήτρια, μια βιβλιοθήκη, ένα γκαράζ κι ένα λουτρό...»
Στα σύντομα διαλείμματα, ο Τρότσκι ακόνιζε το ξίφος του σε άλλες πτυχές της επαναστατικής πολιτικής. Τέτοια ήταν η ίδρυση της Τρίτης ή Κομμουνιστικής Διεθνούς, της Κομιντέρν, μιας διεθνούς οργάνωσης Κομμουνιστικών Κομμάτων με στόχο το άπλωμα της επανάστασης σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με τον Κλιφ «...η ρώσικη εργατική τάξη δε θα μπορούσε να κρατήσει την εξουσία χωρίς την άμεση κρατική βοήθεια του νικηφόρου ευρωπαϊκού προλεταριάτου. Ο Τρότσκι, ο Λένιν κι όλοι οι ηγέτες των μπολσεβίκων επαναλάμβαναν συνεχώς την ίδια αντίληψη - εκείνη την εποχή δεν περνούσε από κανενός το μυαλό η ιδέα ότι ο σοσιαλισμός μπορεί να χτιστεί σε μια μόνο χώρα».
Τα κεφάλαια του βιβλίου του Κλιφ που αφιερώνονται στην Κομιντέρν και το ρόλο του Τρότσκι στην δημιουργία και την καθοδήγησή της, προσθέτουν μία ακόμα εξήγηση γιατί ο Κόκκινος Στρατός κέρδισε τον πόλεμο. Η ίδρυση της Κομιντέρν -στηριγμένη στην πρόβλεψη των μπολσεβίκων «για τη δημιουργία μαζικών κομμουνιστικών κομμάτων μέσα από μεγάλους επαναστατικούς αγώνες» σε όλη την Ευρώπη- πρόσθεσε ένα ακόμα μεγάλο πονοκέφαλο στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και τις άρχουσες τάξεις τους που επιτέθηκαν στην σοβιετική εξουσία, αδυνατίζοντας τις γραμμές τους. Μέχρι το δεύτερο συνέδριό της το καλοκαίρι του 1920, η Τρίτη Διεθνής είχε μετατραπεί σε μια μαζική οργάνωση με την είσοδο στους κόλπους της πολλών μεγάλων Σοσιαλιστικών και Κομμουνιστικών Κομμάτων από χώρες που γνώρισαν μεγάλα επαναστατικά κύματα εκείνα τα χρόνια.
Οι διακηρύξεις, τα κείμενα και οι θέσεις που υιοθέτησε η Τρίτη Διεθνής, στην προσπάθειά της να καθοδηγήσει τα κομμουνιστικά κόμματα των άλλων χωρών να φτάσουν την εργατική τάξη στη νίκη, βασίζονται κατά κύριο λόγο στην νικηφόρα εμπειρία των μπολσεβίκων.
Τακτικές
Ένα μεγάλο, αν όχι το μεγαλύτερο, μέρος αυτής της εμπειρίας είναι γραμμένη στο χαρτί από τον Τρότσκι. Οχι μόνο η πρόσκληση για το ιδρυτικό συνέδριο της Διεθνούς που συνόψιζε τους επαναστατικούς σκοπούς και τακτικές της, αλλά και το πρώτο μανιφέστο με το οποίο έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο, οι «21 όροι» για την εισδοχή κομμάτων που υιοθετήθηκαν στο Δεύτερο συνέδριο, πολλές από τις «Θέσεις» που υιοθετήθηκαν στο Τρίτο και Τέταρτο συνέδριο.
Σήμερα, δεν υπάρχει κομμάτι της Αριστεράς που να μην ξαναγυρνά είτε στο ιδρυτικό μανιφέστο της Διεθνούς, είτε στους «21 όρους», είτε σε πολλές από τις διακηρύξεις που έβγαλε στα πρώτα χρόνια της ζωής της. Εκεί, ο κάθε αγωνιστής ανακαλύπτει τα πιο σημαντικά μαθήματα στρατηγικής και τακτικής για το κίνημα, όπως για την αναγκαιότητα οι κομμουνιστές να παλεύουν για μεταρρυθμίσεις παρόλο που δεν υπάρχει καμιά μόνιμη μεταρρυθμιστική λύση στα προβλήματα των εργατών, για τη σημασία του ενιαίου μετώπου στις μάχες, για το αν μια οικονομική κρίση ταυτίζεται αυτόματα με την επαναστατική κατάσταση ή αν αντίστοιχα η οικονομική βελτίωση ταυτίζεται με την πτώση των επαναστατικών προοπτικών, για τη στάση των επαναστατών στα συνδικάτα και μια σειρά άλλων επιλογών. Για να κατανοήσει, όμως, πώς γράφτηκαν αυτά τα κείμενα, από ποιους και μέσα από ποια διλήμματα, επιλογές και στόχους, ο δεύτερος τόμος του Κλιφ είναι πολύτιμος.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου