Η πολύνεκρη φασιστική επίθεση στη Νορβηγία έφερε αναγκαστικά στο
προσκήνιο τα θέματα της ισλαμοφοβίας. Όσες προσπάθειες κι αν έγιναν για
να παρουσιαστεί ο δολοφόνος Μπρέιβικ σαν μοναχική διαταραγμένη
προσωπικότητα, η επιμονή του να αυτοπροβάλλεται ως σύγχρονος σταυροφόρος
που επιχειρεί να σώσει την χριστιανική Ευρώπη από την «εισβολή» του
ισλάμ ανάγκασε όλες τις πολιτικές δυνάμεις της «γηραιάς ηπείρου» να
τοποθετηθούν.
Το έγκλημά του ήταν τόσο φρικαλέο ώστε ακόμα και η ακροδεξιά
προσπάθησε να πάρει αποστάσεις, έστω κι αν τα αντανακλαστικά στελεχών
της σε πολλές χώρες (Γαλλία, Ιταλία, Αυστρία) ήταν να δηλώσουν ότι
«πολλά από αυτά που λέει ο Μπρέιβικ είναι σωστά». Όμως, το γεγονός ότι
κραυγαλέοι ρατσιστές αναγκάζονται να αναδιπλωθούν, δεν σημαίνει ότι
έπαψαν να υπηρετούν μια εκστρατεία που «δεν τολμάει να πει το όνομά
της».
Οι προσπάθειες να ζωγραφιστεί το ισλάμ με τα πιο μελανά χρώματα μιας
«σκοτεινής απειλής» δεν πρόκειται να σταματήσουν, γιατί υπηρετούν
πολλαπλές πολιτικές σκοπιμότητες – από τη συκοφάντηση των μουσουλμάνων
μεταναστών στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις μέχρι την κάλυψη των
ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στη Σομαλία, στην
Τσετσενία, στις επαρχίες των Ουιγούρων στην Κίνα, τώρα και στη Λιβύη.
Όσο ο Καντάφι προσπαθούσε να πείσει τη Δύση να προτιμήσει το καθεστώς
του απέναντι στους εξεγερμένους, μιλούσε για «ισλαμιστές τρομοκράτες»
που θα χτυπάνε την Ευρώπη από τη Λιβύη αν επικρατήσουν. Τώρα που ο
Καντάφι καταρρέει, είναι το ίδιο το ΝΑΤΟ που ανησυχεί για «ανεξέλεγκτα
ισλαμιστικά στοιχεία στη διάδοχη κατάσταση» και είναι βέβαιο ότι θα
χρησιμοποιήσει αυτό το πρόσχημα για να κλιμακώσει την επέμβασή του
περνώντας από την εναέρια στην επίγεια δράση.
Οι προπαγανδιστικές ανάγκες των ιμπεριαλιστικών πολέμων και του
ρατσισμού έχουν να αντλήσουν πυρομαχικά από μια παράδοση που πηγαίνει
πολύ πίσω. Οι προκαταλήψεις που ταυτίζουν το ισλάμ με τον σκοταδισμό και
την υπανάπτυξη έχουν ευρωπαϊκές ρίζες που απλώνονται πίσω στον 20ο και
τον 19ο αιώνα. Και αν μιλάμε για την Ελλάδα, η κυρίαρχη ιδεολογία πάντα
είχε σαν συστατικό της την αντιμετώπιση του «προαιώνιου εχθρού» από την
ανατολή.
Ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε στα αγγλικά την περασμένη χρονιά έρχεται
να βοηθήσει στην κατάρριψη αυτών των πλαστών στερεότυπων. Έχει τίτλο
«Ιχνηλάτες» (Pathfinders) και υπότιτλο «Ο Χρυσός Αιώνας των Αραβικών
Επιστημών». Ήδη ο υπότιτλος προκαλεί: υπήρξε άραγε ανάπτυξη των
επιστημών στον αραβικό κόσμο και μάλιστα τέτοια που να αξίζει να
ονομαστεί χρυσός αιώνας; Κι όμως, οι σελίδες του βιβλίου δεν αφήνουν
κανένα περιθώριο για αμφιβολία.
Ο συγγραφέας του βιβλίου, ο καθηγητής Θεωρητικής Φυσικής στο
Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ στην Αγγλία Jim Al-Khalili, εξηγεί εισαγωγικά ότι
δεν πιστεύει στο διαχωρισμό της επιστήμης σε χριστιανική, εβραϊκή ή
μουσουλμανική, ούτε σε ευρωπαϊκή ή ασιατική. Διάλεξε τον όρο «αραβική»
απλά για να υποδηλώσει ότι ερευνά την ανάπτυξη των επιστημών σε μια
συγκεκριμένη ιστορική περίοδο και περιοχή όπου η αραβική ήταν η γλώσσα
στην οποία έγραψαν οι άνθρωποι που υπηρέτησαν τις επιστήμες όταν ανθούσε
το ισλάμ από τις ακτές του Ατλαντικού μέχρι τα βάθη της Ασίας, περίπου
από το 750 μέχρι το 1250.
Με την έρευνά του αυτή, ο συγγραφέας μάς δίνει μια εμπεριστατωμένη
εικόνα για τη γέφυρα που αποτέλεσε η «ισλαμική Αναγέννηση» στην εξέλιξη
των επιστημών από τους αρχαίους ελληνιστικούς χρόνους στις σύγχρονες
επιστημονικές επαναστάσεις του Κοπέρνικου, του Γαλιλαίου και του
Νεύτωνα. Το βιβλίο λειτουργεί σαν ένας μεγεθυντικός φακός πάνω στις ήδη
γνωστές αναφορές στη συμβολή των λογίων του μουσουλμανικού κόσμου στη
μεσαιωνική εποχή.
Γράφει ο Ευτύχης Μπιτσάκης στο κλασικό του βιβλίο για την «Εξέλιξη
των Θεωριών της Φυσικής»:
«Επικρατεί η αντίληψη ότι ο χριστιανικός Μεσαίωνας ήταν μια εποχή
καθολικά σκοτεινή. Ειδικότερα, ότι Μεσαίωνας και επιστημονική πρόοδος
είναι έννοιες ασυμβίβαστες. Ότι, όπως γράφει ο Rene Taton, πιστεύεται
ότι το “ελληνικό θαύμα” λησμονήθηκε και ξεθαύτηκε από τους Ουμανιστές
της Αναγέννησης. Η άποψη αυτή, κατά τον γάλλο ιστορικό της επιστήμης,
αντιφάσκει με την πραγματική ιστορία.
Είναι γεγονός ότι μετά την κατάρρευση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
υπήρξε μια συνολική οπισθοδρόμηση και ειδικότερα στα γράμματα, στις
επιστήμες και στη φιλοσοφία. Όπως σημειώνει ο Th. Kuhn, μέχρι τον 7ο
αιώνα οι Ευρωπαίοι δεν είχαν πρόσβαση στην αρχαία ελληνική επιστήμη. Ο
Ευκλείδης ήταν γνωστός μόνο σε μια μη πλήρη λατινική μετάφραση από τον
Βοήθιο. Ο Πτολεμαίος ήταν εντελώς άγνωστος. Από το έργο του Αριστοτέλη
ήταν γνωστά μόνο λίγα έργα λογικής. Η επιστήμη είχε παραμεληθεί. Η
εκκλησία ήταν αρχικά εχθρική προς τις επιστήμες. Αλλά όταν στην Ευρώπη η
επιστήμη βρισκόταν στο ναδίρ, στο Ισλάμ πραγματοποιόταν μια μεγάλη
Αναγέννηση. Οι Άραβες ανασυγκρότησαν την αρχαία επιστήμη, μεταφράζοντας
αρχικά κείμενα ελλήνων από τα συριακά στα αραβικά. Οι ίδιοι προώθησαν τα
μαθηματικά, την αστρονομία, την οπτική, τη χημεία κλπ. Η χριστιανική
Ευρώπη γνώρισε την αρχαία επιστήμη από τους Άραβες, συνήθως από αραβικές
μεταφράσεις (το Αλμαγέστη [το κλασικό έργο του Πτολεμαίου] είναι
σύντμηση αραβικού τίτλου του 9ου αιώνα)». (σελ.178-9).
Το βιβλίο του Al-Khalili αφιερώνει ξεχωριστά κεφάλαια σε κάθε μια
πτυχή της μεγάλης εκείνης Αναγέννησης, αρχίζοντας από το κίνημα των
μεταφράσεων.
Το μεταφραστικό κίνημα
Η Βαγδάτη στον 8ο και 9ο αιώνα, κάτω από την ηγεσία των Αβασιδών
Χαλίφηδων Χαρούν αλ-Ρασίντ (μεταφράζεται σαν Ααρών ο Δίκαιος) και του
γιου του Αλ-Μαμούν, αναδύεται σαν μια τεράστια πόλη, η μεγαλύτερη της
εποχής με ένα εκατομμύριο κατοίκους, πρωτεύουσα μιας απέραντης
αυτοκρατορίας που αναπτύσσει το εμπόριο καθώς ενσωματώνει τους εμπόρους
στην άρχουσα τάξη και τους δίνει δυνατότητα να κινούνται από τον
Ατλαντικό μέχρι την Ινδία. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι ήταν δυνατό να
γράφεται μια επιταγή στη Βαγδάτη και να εξαργυρώνεται στα παράλια της
Βόρειας Αφρικής με κοινό νόμισμα το δινάριο.
Η ιστορικός Reay Tannahil στο βιβλίο της για τα τρόφιμα και τη
διατροφή αναφέρει:
«Σύντομα η Βαγδάτη εξελίχθηκε σε μεγάλη αποθήκη της εποχής της,
γεμάτη με τα προϊόντα της Ανατολής. Από τη Βαγδάτη ξεκινούσαν Άραβες και
Εβραίοι έμποροι και ταξίδευαν στην Κίνα για να φέρουν κανέλα και
rhubarb (απαραίτητο για την ιατρική), αλλά και στην Ινδία για καρύδες.
Άλλοι πήγαιναν στο Ισπαχάν για μέλι, κυδώνια, μήλα, σαφράν και αλάτι,
στη Μοσούλη για ορτύκια και στη Χαλουάν για ρόδια, σύκα και ξύδι.
Ορισμένα από αυτά τα προϊόντα προορίζονταν για να προωθηθούν και να
πουληθούν στην Ευρώπη. Άλλα ταξίδευαν μαζί με τους άραβες αξιωματούχους
στις αποικίες που διοικούσαν μέχρι την Ισπανία, όπου με τη βοήθεια ενός
νέου δικτύου καναλιών δημιουργούνταν συντριβάνια και κήποι κατ’ εικόνα
και ομοίωση της Μεσοποταμίας». («Food in History», Penguin Books,
1988,σελ.141).
Η συγκέντρωση πλούτου και στρατιωτικής δύναμης σε αυτό το κέντρο
συνδυάστηκε με την ανάγκη για συγκέντρωση του επιστημονικού πλούτου της
εποχής. Οι επικοινωνίες είχαν ανάγκη από γέφυρες, κανάλια, χάρτες (αλλά
και κεραμικά για τα κτίρια και ατσάλι για τα σπαθιά των πολεμιστών),
και, κατά προέκταση, από όλα τα μέχρι τότε επιτεύγματα της αστρονομίας,
της γεωμετρίας, της ιατρικής και όσων άλλων γνώσεων είχαν συσσωρευθεί.
Η Βαγδάτη αποκτάει τη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη από την εποχή της
ελληνιστικής Αλεξάνδρειας, τον Μπαίτ αλ-Χίκμα (Οίκο της Σοφίας), όπου
συγκεντρώνονται μεταφρασμένα στα αραβικά όλα τα έργα της ελληνικής
κληρονομιάς, αλλά και της περσικής και της ινδικής.
Ο Ραμπάν αλ-Ταμπαρί μεταφράζει την «Μεγίστη Σύνταξη» του Πτολεμαίου
που θα συνεχίσει την πορεία της στην ιστορία πλέον με το αραβικό της
όνομα ως «Αλμαγέστη». Ο Χουναίν ιμπν Ισάκ μεταφράζει Ιπποκράτη και
Γαληνό, ο Ταμπίτ ιμπν Κούρα Ευκλείδη, Αρχιμήδη και Απολλώνιο, ο Κούστα
ιμπν Λούκα Διόφαντο και Αρίσταρχο. Εκτός από τους διάσημους μεταφραστές,
το κίνημα απλώνεται σε πλήθος άλλους που ενισχύονται από τις χορηγίες
όχι μόνο του Χαλίφη και του Βεζύρη αλλά και των άλλων αξιωματούχων και
των πλουσίων εμπόρων. Οι πιο μεγάλοι μεταφραστές διαθέτουν ακολουθία από
αντιγραφείς που αναπαράγει τις μεταφράσεις σε αντίγραφα. Ο όγκος των
βιβλίων στον Οίκο της Σοφίας αλλά και στις ιδιωτικές βιβλιοθήκες των
αρχοντικών φτάνει σε πρωτοφανή επίπεδα.
Χαρακτηριστικό του κλίματος εκείνης της εποχής είναι το γεγονός ότι
ένας από τους άραβες ιστορικούς αναφέρει μια ιστορία που κυκλοφορούσε
για τον χαλίφη Al-Mamun ότι είδε στο όνειρό του τον Αριστοτέλη!
Χαλίφηδες που ονειρεύονται και εμπνέονται από τον Αριστοτέλη και
γίνονται αραβικοί θρύλοι, είναι σίγουρα μια εικόνα που αντιφάσκει με τα
κυρίαρχα στερεότυπα. Ο Al-Khalili δίνει στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου
του τον τίτλο «Ένα Όνειρο για τον Αριστοτέλη».
Έστω και αν η Βαγδάτη και ο Οίκος της Σοφίας καταστράφηκε μετά την
εισβολή των Μογγόλων το 1258, η παράδοση αυτή βρήκε τη συνέχειά της και
στον Οίκο της Σοφίας του Κάιρου και στις περίφημες βιβλιοθήκες της
Ανδαλουσίας, στην Κόρδοβα και στη Γρανάδα.
Όταν ο Al-Khalili γράφει για χιλιάδες βιβλία κυριολεκτεί. Ένας από
τους παράγοντες που συνέβαλαν σε εκείνη την άνθηση ήταν το πέρασμα της
γνώσης του χαρτιού από την Κίνα στους άραβες. Η πρώτη παραγωγή χαρτιού
στην αυτοκρατορία των Αβασιδών έγινε στη Σαμαρκάνδη, από κινέζους
αιχμάλωτους πολέμου μετά την ήττα της κινεζικής δυναστείας των Τανγκ από
τα μουσουλμανικά στρατεύματα το 751. Η παραγωγή χαρτιού άνθισε στη
Βαγδάτη την τελευταία δεκαετία του 8ου αιώνα και συνδυάστηκε με άνθηση
όλων των τεχνικών που απαιτεί η παραγωγή βιβλίων (μελάνια, κόλλες,
δέρματα, βιβλιοδεσία).
Εκτός από τις ιδέες, λοιπόν, το ισλάμ και ο αραβικός κόσμος αποτέλεσε
τη γέφυρα και για την πρώτη ύλη για τη διάδοσή τους. Σύμφωνα με τον
Henri-Jean Martin και το κλασικό του έργο «Η Έλευση του Βιβλίου»:
«η ανακάλυψη της τυπογραφίας θα ήταν αδύνατη χωρίς την ώθηση που
έδωσε το χαρτί, το οποίο έφτασε στην Ευρώπη από την Κίνα διαμέσου των
αράβων…
Τον 12ο αιώνα εμφανίστηκε στην Ιταλία ένα νέο είδος “περγαμηνής”, το
χαρτί, το οποίο έφεραν έμποροι που συναλλάσσονταν με αραβικές χώρες. …
Οι αξιωματούχοι της Γένοβας, όπου πρωτοεμφανίστηκε το χαρτί από την
αραβική Ισπανία, το χρησιμοποιούσαν για τους λογαριασμούς τους… Σύντομα,
ολόκληρα δέματα χαρτιού έφταναν στα ιταλικά λιμάνια». (Lucien Febvre
and Henri- Jean Martin, The Coming of the Book, Verso, 1990, σελ. 30).
Από το πλούσιο απόθεμα γνώσεων που συγκέντρωσαν τα κέντρα του
μεσαιωνικού ισλάμ άντλησε πλουσιοπάροχα το μεταφραστικό κίνημα από τα
αραβικά στα λατινικά που αναπτύχθηκε αιώνες αργότερα, στο Τολέδο του
12ου αιώνα. Ο επίσκοπος Ραυμόνδος του Τολέδο δημιούργησε ένα
μεταφραστικό κέντρο που άνθησε στα μέσα εκείνου του αιώνα. Αλλά η
Reconquista της αραβικής Ανδαλουσίας από τους χριστιανούς ηγεμόνες δεν
ήταν η μόνη πύλη εισόδου της αραβικής επιρροής στην Ευρώπη. Η Βενετία με
το εκτεταμένο εμπόριο της στην Ανατολή και η Σικελία σαν σταυροδρόμι
όπου τα εβραϊκά, τα αραβικά, τα λατινικά και τα ελληνικά συνυπήρχαν σαν
επίσημες γλώσσες κάτω από την ηγεμονία των Ρογήρων (πατέρα και γιού),
έπαιξαν αντίστοιχο ρόλο. Στα τέλη του 15ου αιώνα, γράφει ο Al-Khalili,
τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια ήταν εφοδιασμένα με λατινικές μεταφράσεις όλων
των σημαντικών αραβικών έργων.
Τα άλματα στην επιστήμη
Ωστόσο η σημασία της ισλαμικής Αναγέννησης δεν περιορίζεται στο ρόλο
της γέφυρας ανάμεσα στην αρχαιότητα και την ευρωπαϊκή Αναγέννηση, παρόλο
που αυτό από μόνο του θα ήταν τεράστιο. Όπως και σε άλλες στιγμές της
ιστορίας όπου συμπυκνώνονται πολλές αλλαγές και συσσωρεύονται γνώσεις
και εμπειρίες, σημειώθηκαν άλματα στην εξέλιξη της επιστημονικής γνώσης.
Το βιβλίο του Al-Khalili εντοπίζει αυτά τα άλματα και εξηγεί τη συμβολή
τους για τη συνέχεια σε πολλούς τομείς, αφιερώνοντας κεφάλαια στη
Χημεία, στα Μαθηματικά, στην Αστρονομία, στη Φιλοσοφία, στην Οπτική,
στην Ιατρική.
Ένας τρόπος για να γίνει κατανοητό αυτό είναι να δούμε πόσοι άραβες
απέκτησαν λατινικά ονόματα, γιατί τα έργα τους έγιναν απαραίτητα στην
επιστημονική βιβλιογραφία: Averroes (Ibn Rushd), Avicenna (Ibn Sina),
Alkindus (Al-Kindi), Geber the Alchemist (Jabir ibn Hayyan), Algorithmus
(ο πατέρας της άλγεβρας Al-Kwarizmi), Abulcasis (Abu al-Qasim
al-Zahrawi), Albatenius (al-Battani), Alfraganus (Al-Farghani) και
πολλοί άλλοι.
Προφανώς δεν μπορούμε στα πλαίσια αυτού του άρθρου να συνοψίσουμε
όλες αυτές τις τομές. Ας περιοριστούμε, λοιπόν, σε μερικά από τα πιο
σημαντικά παραδείγματα.
Η άλγεβρα χρωστάει το όνομα της στο βιβλίο του Al-Kwarizmi με τίτλο
al-Kitab al-Mukhtasar fi Hisab al-Jebr wal-Muqabala, που σημαίνει «Το
Εγχειρίδιο των Υπολογισμών με Αποκατάσταση και Εξισορρόπηση». Εκείνο το
al-Jebr από όλο αυτό το μακρυνάρι έμεινε στην ιστορία. Ο Al-Kwarizmi
ήταν από τους βασικούς λόγιους του Οίκου της Σοφίας στη Βαγδάτη στο
πρώτο μισό του 9ου αιώνα. Συνδύασε τις επιρροές από τον Ευκλείδη και από
την ινδική αριθμητική και κατάφερε να δώσει κανόνες (αλγόριθμους, από
το λατινικό όνομά του), για τη λύση αλγεβρικών εξισώσεων μέχρι το
δεύτερο βαθμό. Το βιβλίο του μεταφράστηκε στα λατινικά το 1145 και
βοήθησε στην εξέλιξη των σύγχρονων μαθηματικών. Ο Al-Khalili εξετάζει τη
σχέση του με τον Διόφαντο και με τον ινδό Brahmagupta και επιμένει ότι ο
τίτλος του πατέρα της άλγεβρας ανήκει στον Al-Kwarizmi.
Παράλληλα, ο Αl-Kwarizmi έπαιξε ρόλο στην καθιέρωση των ινδικών
ψηφίων για τους αριθμούς στον ισλαμικό κόσμο και από εκεί στην Ευρώπη.
Εκεί βρίσκονται οι ρίζες των αριθμών που χρησιμοποιούμε (1,2,3,4,…)
καθώς και η δυνατότητα να γράφουμε όχι μόνο μέχρι το 9 αλλά οποιοδήποτε
μέγεθος με τα ίδια ψηφία, όπως επίσης και η χρήση δεκαδικών ψηφίων.
Ένα δεύτερο σημαντικό παράδειγμα αφορά στην Αστρονομία. Τι πρόοδος
υπήρχε πριν ο Κοπέρνικος ανατρέψει την γεωκεντρική θεώρηση του
Πτολεμαίου με το ηλιοκεντρικό σύστημα; Ο ίδιος ο Κοπέρνικος είχε
μελετήσει την Αλμαγέστη του Πτολεμαίου στα λατινικά από την μετάφραση
που είχε κάνει από τα αραβικά ο Γεράρδος της Κρεμόνα, ένας από τους
πρωταγωνιστές του μεταφραστικού κινήματος της ευρωπαϊκής Αναγέννησης.
Είχε χρησιμοποιήσει επίσης την Επιτομή της Αλμαγέστης που είχαν
συγγράψει από κοινού ο Γκέοργκ Πόιερμπαχ και ο Ρεγκιομοντάνους. Από εκεί
έμαθε για τα έργα αράβων αστρονόμων όπως ο Τhabit ibn Qurra και ο
al-Battani και έκανε αναφορές σε αυτά στο περιβόητο σύγγραμμά του De
Revolutionibus. Σύμφωνα με τον Al-Khalili όμως, η πιο σημαντική επιρροή
στο έργο του Κοπέρνικου προέρχεται από τους αστρονόμους της λεγόμενης
Σχολής της Maragha.
H Maragha ήταν αστρονομικό παρατηρητήριο στα ανατολικά της Τεχεράνης,
όπου εργάστηκε ο Nasr al-Din al-Tusi από το 1259 και μετά. Εκτός από
την καταγραφή παρατηρήσεων με μεγαλύτερη ακρίβεια, αυτό που πρόσφερε ο
al-Tusi ήταν ένα μαθηματικό μοντέλο (το “ζεύγος Tusi”) με κίνηση ενός
μικρότερου κύκλου μέσα σε έναν μεγαλύτερο, χάρη στο οποίο μπορούσε να
απλοποιηθεί η προσπάθεια του Πτολεμαίου να ερμηνεύσει τις τροχιές στο
γεωκεντρικό μοντέλο του. Ο Κοπέρνικος χρησιμοποίησε ένα αντίστοιχο
μοντέλο με το «ζεύγος Tusi» στο δικό του ηλιοκεντρικό σύστημα.
Το βιβλίο του Al Khalili είναι γεμάτο με ιστορικές αναδρομές,
επιστημονικές συγκρίσεις και πίνακες και διαγράμματα από αραβικά
συγγράμματα που στοιχειοθετούν και ζωντανεύουν τα επιτεύγματα της
ισλαμικής Αναγέννησης. Τα πρώτα βήματα από την Αλχημεία στη Χημεία, ο
υπολογισμός του μήκους της περιφέρειας της γης με απίστευτη ακρίβεια, η
ανάπτυξη της ιατρικής έτσι ώστε επί περίπου πέντε αιώνες στη μεσαιωνική
ευρώπη τα βασικά ιατρικά συγγράμματα ήταν μεταφράσεις των έργων των
Al-Razi, Ibn Sina και Al-Zahrawi.
Το αδύνατο σημείο στο βιβλίο του Al-Khalili βρίσκεται στην προσπάθειά
του να απαντήσει στο ερώτημα γιατί η ισλαμική Αναγέννηση δεν είχε
συνέχεια όπως η ευρωπαϊκή που ακολούθησε. Στον τομέα αυτό περιορίζεται
να αντικρούσει τις αντιλήψεις που χρεώνουν την παρακμή σε εγγενή
σκοταδισμό του ισλάμ σαν θρησκεία, λες και η χριστιανική εκκλησία
πολέμησε λιγότερο την ανάδειξη των επιστημών όταν έκαιγε τον Τζιορντάνο
Μπρούνο στην πυρά και καταδίωκε τον Γαλιλαίο. Γιατί οι επιστημονικές
επαναστάσεις απογειώθηκαν στην ευρώπη παρά αυτές τις διώξεις, ενώ
αντίθετα παρήκμασαν στον αραβικό κόσμο;
Μαρξιστική προσέγγιση
Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα χρειάζεται μια μαρξιστική προσέγγιση
για τις ρίζες αλλά και τα όρια της ισλαμικής Αναγέννησης. Στην
προσπάθεια αυτή μπορούμε να βρούμε χρήσιμους προσανατολισμούς στο βιβλίο
του Κρις Χάρμαν «A People’s History of the World».
H επικράτηση των Αβασιδών δεν ήταν μια απλή αλλαγή δυναστείας σε μια
μεγάλη αυτοκρατορία. Ήταν καρπός εξέγερσης και υπάρχουν ιστορικοί που
φτάνουν στο σημείο να μιλούν για επανάσταση, ακόμη και για πρώιμη αστική
επανάσταση. Σίγουρα έφερε αλλαγές στη θέση των εμπόρων μέσα στην
άρχουσα τάξη και απελευθέρωσε μια αναπτυξιακή δυναμική που βοήθησε στην
ανάδειξη μεγάλων πόλεων και στη δημιουργία θεσμών όπως οι «Οίκοι της
Σοφίας». Αλλά αυτή η δυναμική ποτέ δεν έφτασε σε αλλαγές στον τρόπο
παραγωγής που να στηρίξουν την παραπέρα ανάπτυξη των επιστημονικών
επαναστάσεων.
Γράφει ο Χάρμαν:
«
Η ανάδειξη του ισλαμικού πολιτισμού τον 7ο και 8ο αιώνα
οφειλόταν στον τρόπο που αρχικά οι αραβικοί στρατοί και στη συνέχεια η
επανάσταση των Αβασιδών κατάφεραν να ενώσουν την περιοχή από τον
Ατλαντικό ωκεανό μέχρι τον Ινδό ποταμό με ένα δόγμα που καθιστούσε τον
έμπορο και τον βιοτέχνη εξίσου σημαντικό με τον γαιοκτήμονα και τον
στρατηγό. Αυτό ήταν που επέτρεψε σε προϊόντα, τεχνικά επιτεύγματα,
καλλιτεχνικές αναζητήσεις και επιστημονικές γνώσεις να κυκλοφορούν από
το ένα άκρο της Ευρασίας στο άλλο και να προστεθούν πραγματικές
κατακτήσεις πάνω στην κληρονομιά των αρχαίων αυτοκρατοριών της
Μεσοποταμίας, της Αιγύπτου, της Ελλάδας, της Ρώμης, της κλασικής Ινδίας
και της Κίνας εκείνης της εποχής. Αντίστοιχα, όμως, η παρακμή του
ισλαμικού πολιτισμού από τον 10ο αιώνα και μετά οφειλόταν στα όρια της
επανάστασης των Αβασιδών. Στην πραγματικότητα ήταν μισή επανάσταση.
Επέτρεψε στους εμπόρους και τους βιοτέχνες να ασκούν επιρροή πάνω στο
κράτος, αλλά όχι να πάρουν τον έλεγχό του.
Ισορροπώντας ανάμεσα στις τάξεις των πόλεων και στις μεγάλες
τάξεις των γεωκτημόνων, η κρατική μηχανή έγινε πανίσχυρη. Απορροφούσε
φόρους από όλες τις τάξεις, χάριζε απέραντα κτήματα στους στρατηγούς και
τους γραφειοκράτες της, ρουφούσε το πλεόνασμα που θα μπορούσε να είχε
αξιοποιηθεί για την ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης της κοινωνίας και
τελικά οδήγησε το μεγάλο πλήθος των καλλιεργητών της γης κάτω από τα
όρια επιβίωσης με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση της συνολικής παραγωγής. Αυτό
με τη σειρά του περιόρισε την αγορά για τους εμπόρους και τους
βιοτέχνες που δεν είχαν κίνητρα να περάσουν από τη μικρή παραγωγή σε
κάποιες πρώτες μορφές εργοστασιακής παραγωγής. Η τεχνολογική πρόοδος
σκόνταψε… Ο πολιτισμός ήταν περιορισμένος σε ένα σχετικά λεπτό στρώμα
του πληθυσμού και άρχισε να μαραίνεται καθώς οι οικονομικές συνθήκες που
τον συντηρούσαν χειροτέρεψαν. …
Ο ισλαμικός πολιτισμός, όπως και οι πολιτισμοί των περιόδων Τανγκ
και Σουνγκ στην Κίνα, ήταν σημαντικοί για να δημιουργήσουν τους σπόρους
μιας μελλοντικής ανάπτυξης. Αλλά το συντριπτικό βάρος του παλιού
εποικοδομήματος δεν επέτρεψε σε αυτούς τους σπόρους να ριζώσουν – παρά
μόνο όταν μεταφυτεύτηκαν σε μια πρωτόγονη περιοχή της Ευρώπης, όπου
τέτοιο εποικοδόμημα σχεδόν δεν υπήρχε» (σελ.134-5).
Η «πρωτόγονη» σε σύγκριση με τον ισλαμικό πολιτισμό μεσαιωνική Ευρώπη
προχώρησε να φτάσει και να ξεπεράσει τις κατακτήσεις των προηγούμενων
πολιτισμών. Αλλά αυτό δεν νομιμοποιεί όσους επιχειρούν να διαιωνίσουν
ισλαμοφοβικές προκαταλήψεις. Νομιμοποιεί μόνο τους επαναστάτες της
εργατικής τάξης που πιστεύουν ότι οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις θα
φέρουν νέα περάσματα σε ανώτερους πολιτισμούς, όπως η πορεία προς τις
αστικές επαναστάσεις ξεπέρασε τις κατακτήσεις του ισλαμικού πολιτισμού.
http://socialismfrombelow.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=280:i88&Itemid=1