Ένα μυθιστόρημα και πέντε άνθρωποι του κινηματογράφου απαντούν στο
ερώτημα.
Ο Τζέσε είναι ένας δεκαεξάχρονος που έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για το σχολείο. Οι βαθμοί του έχουν κάνει βουτιά και οι κοπάνες είναι καθημερινό φαινόμενο. Ο πατέρας του αποφασίζει να αντιμετωπίσει την κατάσταση με αντισυμβατικό τρόπο. Εξηγεί στον γιο του ότι μπορεί, αν θέλει, να παρατήσει το σχολείο. Δεν χρειάζεται να βρει δουλειά ούτε να πληρώνει νοίκι, μπορεί να κοιμάται ως το απόγευμα, αλλά θα πρέπει να παρακολουθεί τρεις ταινίες δικής του επιλογής κάθε εβδομάδα. Αυτή θα είναι η μόνη μόρφωση που θα έχει.
Ο γιος του δέχεται αυτή την προσφορά και επί τρία χρόνια παρακολουθεί με τον πατέρα του ποικίλες ταινίες, από το «Ρόμποκοπ» ως τον «Κλέφτη ποδηλάτων» και από τον «Εξορκιστή» ως το «Οκτώμισι». Συζητώντας για κάθε ταινία σιγά σιγά ο έφηβος μεταβάλλεται από παθητικό θεατή σε ενεργητικό παρατηρητή της ζωής στην οθόνη αλλά και στον κόσμο γύρω του και παίρνει αποφάσεις για τη δική του ζωή που εκπλήσσουν τον πατέρα του.
Αυτή την αληθινή προσωπική ιστορία αφηγείται ο καναδός συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου Ντέιβιντ Γκίλμουρ στο βιβλίο του «Η κινηματογραφική λέσχη» (Πατάκης, 2011) που κυκλοφορεί και στα ελληνικά. Ήταν, λέει σε συνέντευξή του (http://www.youtube.com/watch?v=ANmFtWSEDxY), μια περίοδος κατά την οποία έτυχε ο ίδιος να έχει αρκετό ελεύθερο χρόνο. Το συμβόλαιό του για μια εκπομπή στην τηλεόραση είχε λήξει χωρίς να ανανεωθεί και αυτό το ανησυχητικό επαγγελματικά γεγονός κατέληξε μια ευτυχής συγκυρία που του πρόσφερε τη δυνατότητα να περάσει χρόνο με τον γιο του σε μια ηλικία που οι έφηβοι αρχίζουν να κλείνουν τους γονείς τους έξω από τη ζωή τους.
Στην αφήγησή του παρακολουθούμε το χρονικό της ενηλικίωσης του Τζέσε - αλλά και του Ντέιβιντ ως γονιού - και της ωρίμασης της σχέσης τους περνώντας από τη μία ταινία στην άλλη. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει διάφορες ταινίες, χολυγουντιανές επιτυχίες, ανεξάρτητες παραγωγές, κλασικά φιλμ, ευρωπαϊκό κινηματογράφο σε έναν ανορθόδοξο, αλλά εντέλει αποτελεσματικό, τρόπο εκπαίδευσης.
Η απολαυστική αφήγηση του Γκίλμουρ μας δημιούργησε απορίες. Ποιες ταινίες θα πρότεινε ένας άλλος γονιός στον γιο του να δει, αν ο κινηματογράφος ήταν το μόνο μέσο μόρφωσής του; Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης, κριτικός κινηματογράφου του «Βήματος», ο Μιχάλης Κοκκώνης, θεωρητικός του κινηματογράφου, καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Λάκης Παπαστάθης, σκηνοθέτης και συγγραφέας, και η κινηματογραφόφιλη πεζογράφος Σώτη Τριανταφύλλου μας δίνουν ο καθένας τη δική τους επιλογή πέντε ταινιών:
Ο Τζέσε είναι ένας δεκαεξάχρονος που έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για το σχολείο. Οι βαθμοί του έχουν κάνει βουτιά και οι κοπάνες είναι καθημερινό φαινόμενο. Ο πατέρας του αποφασίζει να αντιμετωπίσει την κατάσταση με αντισυμβατικό τρόπο. Εξηγεί στον γιο του ότι μπορεί, αν θέλει, να παρατήσει το σχολείο. Δεν χρειάζεται να βρει δουλειά ούτε να πληρώνει νοίκι, μπορεί να κοιμάται ως το απόγευμα, αλλά θα πρέπει να παρακολουθεί τρεις ταινίες δικής του επιλογής κάθε εβδομάδα. Αυτή θα είναι η μόνη μόρφωση που θα έχει.
Ο γιος του δέχεται αυτή την προσφορά και επί τρία χρόνια παρακολουθεί με τον πατέρα του ποικίλες ταινίες, από το «Ρόμποκοπ» ως τον «Κλέφτη ποδηλάτων» και από τον «Εξορκιστή» ως το «Οκτώμισι». Συζητώντας για κάθε ταινία σιγά σιγά ο έφηβος μεταβάλλεται από παθητικό θεατή σε ενεργητικό παρατηρητή της ζωής στην οθόνη αλλά και στον κόσμο γύρω του και παίρνει αποφάσεις για τη δική του ζωή που εκπλήσσουν τον πατέρα του.
Αυτή την αληθινή προσωπική ιστορία αφηγείται ο καναδός συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου Ντέιβιντ Γκίλμουρ στο βιβλίο του «Η κινηματογραφική λέσχη» (Πατάκης, 2011) που κυκλοφορεί και στα ελληνικά. Ήταν, λέει σε συνέντευξή του (http://www.youtube.com/watch?v=ANmFtWSEDxY), μια περίοδος κατά την οποία έτυχε ο ίδιος να έχει αρκετό ελεύθερο χρόνο. Το συμβόλαιό του για μια εκπομπή στην τηλεόραση είχε λήξει χωρίς να ανανεωθεί και αυτό το ανησυχητικό επαγγελματικά γεγονός κατέληξε μια ευτυχής συγκυρία που του πρόσφερε τη δυνατότητα να περάσει χρόνο με τον γιο του σε μια ηλικία που οι έφηβοι αρχίζουν να κλείνουν τους γονείς τους έξω από τη ζωή τους.
Στην αφήγησή του παρακολουθούμε το χρονικό της ενηλικίωσης του Τζέσε - αλλά και του Ντέιβιντ ως γονιού - και της ωρίμασης της σχέσης τους περνώντας από τη μία ταινία στην άλλη. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει διάφορες ταινίες, χολυγουντιανές επιτυχίες, ανεξάρτητες παραγωγές, κλασικά φιλμ, ευρωπαϊκό κινηματογράφο σε έναν ανορθόδοξο, αλλά εντέλει αποτελεσματικό, τρόπο εκπαίδευσης.
Η απολαυστική αφήγηση του Γκίλμουρ μας δημιούργησε απορίες. Ποιες ταινίες θα πρότεινε ένας άλλος γονιός στον γιο του να δει, αν ο κινηματογράφος ήταν το μόνο μέσο μόρφωσής του; Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης, κριτικός κινηματογράφου του «Βήματος», ο Μιχάλης Κοκκώνης, θεωρητικός του κινηματογράφου, καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Λάκης Παπαστάθης, σκηνοθέτης και συγγραφέας, και η κινηματογραφόφιλη πεζογράφος Σώτη Τριανταφύλλου μας δίνουν ο καθένας τη δική τους επιλογή πέντε ταινιών:
Ο Γιάννης Ζουμπουλάκης προτείνει:
«Σύντομη συνάντηση» (Ντέιβιντ Λιν) : Γιατί είναι
από τις ωραιότερες ερωτικές ταινίες όλων των εποχών.
«Full Metal Jacket» (Στάνλεϊ Κιούμπρικ) : Γιατί είναι ένα
φροντιστήριο για το τι σημαίνει στρατός.
Rashomon (Ακίρα Κουροσάβα) : Γιατί ποτέ ένα γεγονός δεν είναι το
ίδιο για όσους το έχουν δει.
«Μοντέρνοι καιροί» (Τσάρλι Τσάπλιν) : Γιατί είναι η ζωή μας.
«Ο θίασος» (Θόδωρος Αγγελόπουλος) : Γιατί όταν η Ιστορία μπορεί να
ειπωθεί με ποιητικές εικόνες αποτυπώνεται καλύτερα.
Ο Μιχάλης Κοκκώνης προτείνει:
«Τα 400 χτυπήματα» (Φρανσουά Τριφό) : Και ο νεαρός
της ταινίας δεν τα πηγαίνει και τόσο καλά με τα μαθήματα, αλλά δείχνει
φαντασία, ευρηματικότητα και παίρνει πρωτοβουλίες.
«Happy Feet» (της Disney) : Για την αξία της φιλίας και την
καταδίκη του ρατσισμού.
«Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών» (Πίτερ Γουίαρ) : Γιατί η ταινία
εμπνέει το πάθος για ζωή και γνώση.
«Η ζωή είναι ωραία» (Ρομπέρτο Μπενίνι) : Για την αξία του χιούμορ
στη ζωή και τη σχέση πατέρα γιου.
«Σινεμά ο παράδεισος» (Τζιουζέπε Ταρνατόρε) : Μιας και πατέρας και
γιος θα γίνουν κινηματογραφόφιλοι, είναι must.
Ο Λάκης Παπαστάθης προτείνει:
«Ο Νανούκ του Βορρά «(Ρόμπερτ Φλάερτι) :
Ντοκιμαντέρ με μεγάλο ανθρωπολογικό ενδιαφέρον.
«Αταλάντη «(Ζαν Βιγκό) : Γιατί είναι από τα ποιητικότερα
αριστουργήματα του κινηματογράφου του τόσο πρόωρα χαμένου μεγάλου γάλλου
σκηνοθέτη.
«Μέρες οργής» (Καρλ Ντράγιερ) : Γιατί βοηθά τον σημερινό θεατή να
καταλάβει τι σημαίνει θρησκευτικός φανατισμός.
«Λόγος» (Καρλ Ντράγιερ) : Γιατί είναι ένα πολύ ενδιαφέρον δοκίμιο
για τη σχέση μας με την ανάσταση και την αθανασία.
«Μέχρι το πλοίο» (Αλέξης Δαμιανός) : Γιατί είναι μια κορυφαία
στιγμή του ευρωπαϊκού κινηματογράφου για τη δεκαετία του '60 που μας
διδάσκει ότι τέχνη χωρίς πάθος δεν γίνεται.
Η Σώτη Τριανταφύλλου προτείνει:
«Μαίρη Πόπινς» (Ρόμπερτ Στίβενσον) : Ενα μιούζικαλ
για τη χαρά της ζωής, για τη φαντασία στην καθημερινότητα, καθώς και
για τα όρια και τους κανόνες που χρειάζονται τα παιδιά για να μεγαλώσουν
και να γίνουν ευτυχισμένα.
«Φαντασία» (Τζ. Αλγκαρ, Σαμ Αρμστρονγκ) : Η κλασική μουσική μέσα
από κινούμενα σχέδια.
«Χάρτινο φεγγάρι» (Πίτερ Μπογκντάνοβιτς) : Μια περιπέτεια στην
Αμερική την εποχή της οικονομικής κρίσης.
«Αμελί» (Ζαν - Πιερ Ζενέ) : Μια ρομαντική ταινία για την καλοσύνη
προς τους άλλους με ηρωίδα μια νεαρή σερβιτόρα.
«Η ζωή είναι ωραία» (Ρομπέρτο Μπενίνι) : Μια ιστορία επιβίωσης σε
πολύ δύσκολες συνθήκες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου