Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Ιστορία: Ο φασισμός, ο πόλεμος και ο Τρότσκι - Πολύτιμα διδάγματα

7 Νοέμβρη 1919, ο Τρότσκι δίπλα στον Λένιν στη δεύτερη επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης.  
7 Νοέμβρη 1919, ο Τρότσκι δίπλα στον Λένιν στη δεύτερη επέτειο της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’30 η ανθρωπότητα έμοιαζε με τρένο χωρίς φρένα που κατευθυνόταν ολοταχώς στο γκρεμό. Το καπιταλιστικό σύστημα είχε μπει σε μια κρίση τόσο βαθιά που κανένα φάρμακο δεν μπορούσε να τη θεραπεύσει. Ακόμα και στην Αμερική του προέδρου Ρούζβελτ και του «Νιου Ντιλ» το 1937-38 οι άνεργοι έφταναν τα δώδεκα εκατομμύρια.
Στην Ευρώπη η σκιά του φασισμού απλωνόταν απειλητικά. Τα σύννεφα του πολέμου πύκνωναν. Τον Σεπτέμβρη του 1939 ο πόλεμος ξέσπασε όταν ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία και η Βρετανία μαζί με την Γαλλία τού κήρυξαν τον πόλεμο. Τι χαρακτήρα είχε αυτός ο πόλεμος;
Ο Λέον Τρότσκι επέμενε ότι θα ήταν ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος, όπως ο προηγούμενος. Από το 1934 κιόλας, έγραφε ότι:
«Ένας μοντέρνος πόλεμος ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις δεν σηματοδοτεί μια σύγκρουση ανάμεσα στη δημοκρατία και τον φασισμό, αλλά μια σύγκρουση ανάμεσα σε δυο ιμπεριαλισμούς για το ξαναμοίρασμα του κόσμου. Επίσης, ο πόλεμος θα αποκτήσει αναπόφευκτα ένα διεθνή χαρακτήρα και κράτη τόσο φασιστικά (μισο-φασιστικά, βοναπαρτιστικά κλπ) όσο και ‘δημοκρατικά’, θα βρεθούν και στα δυο στρατόπεδα».
Δεν χρειάζεται να πάμε μακριά για να διαπιστώσουμε πόσο δίκιο είχε ο Τρότσκι σε αυτή του τη θέση. Η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο τον Οκτώβρη του 1940 υπό την δικτατορία του Μεταξά που αντέγραφε την ιδεολογία και τα σύμβολα του φασισμού. Όσο για την δημοκρατία γενικότερα, δεν αφορούσε τις γιγάντιες αποικιακές αυτοκρατορίες της Γαλλίας, της Βρετανίας, ακόμα και των «μικρών δημοκρατιών» του Βελγίου και της Ολλανδίας. Στη Διακήρυξη της Τέταρτης Διεθνούς τον Μάη του 1940, έξι μήνες μετά το ξέσπασμα του πολέμου ο Τρότσκι έγραφε:
«Η Αγγλία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία, στηρίζονται στην υποδούλωση των αποικιακών λαών. Η δημοκρατία των ΗΠΑ στηρίζεται στο ξεζούμισμα του απέραντου πλούτου μιας ολόκληρης ηπείρου. Οι σκλάβοι εξαναγκάζονται να προσφέρουν αίμα και χρυσάφι έτσι ώστε οι αφέντες τους να διασφαλίσουν τη δυνατότητά τους να παραμείνουν δουλοκτήτες. Οι μικρές, χωρίς αποικίες, καπιταλιστικές δημοκρατίες, είναι δορυφόροι των μεγάλων δυνάμεων που τσιμπολογούν ένα μερτικό από τα αποικιακά κέρδη».
Τα παραπάνω δεν σήμαιναν ότι ο Τρότσκι αντιμετώπιζε αδιάφορα την απειλή του φασισμού, του Χίτλερ. Ήταν ο πρώτος που έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου στις αρχές της δεκαετίας του ’30 για την θανάσιμη απειλή του ναζισμού και για την ανάγκη ενός ενιαίου εργατικού μετώπου που θα την καταπολεμήσει. Εκείνη την εποχή, τόσο η σοσιαλδημοκρατία, όσο και τα σταλινικά Κομμουνιστικά Κόμματα υποτιμούσαν την απειλή του φασισμού. Όμως, ο Τρότσκι εξηγούσε ότι ο φασισμός ήταν γέννημα του καπιταλισμού και ότι οι «δημοκρατίες» τον υπέθαλψαν και τον ανέχθηκαν.
Η Γαλλία είχε αποφασίσει να κρατήσει την Γερμανία σε θέση αδυναμίας και κρίσης ήδη από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με την Συνθήκη των Βερσαλλιών και υπ’ αυτή την έννοια «ήταν η μαμή του εθνικοσοσιαλισμού». Η Βρετανία που δεν ήθελε την Γαλλία να πάρει το πάνω χέρι στην Ευρώπη στήριξε τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας από τον Χίτλερ. Στο ίδιο κείμενο του 1940 καυτηρίαζε τις: «δημοκρατικές κυβερνήσεις της Δύσης που αρχικά καλωσόρισαν τον Χίτλερ σαν σταυροφόρο κατά του Μπολσεβικισμού».
«Ο Γερμανός επιληπτικός με μια υπολογιστική μηχανή για κεφάλι δεν έπεσε από τον ουρανό ούτε ξεπήδησε από την κόλαση: δεν είναι τίποτα περισσότερο από την προσωποποίηση των καταστροφικών δυνάμεων του ιμπεριαλισμού… Οι χασάπηδες του Β’ ιμπεριαλιστικού πολέμου δεν θα καταφέρουν να μετατρέψουν τον Χίτλερ σε αποδιοπομπαίο τράγο για τα αμαρτήματά τους. Όλες οι άρχουσες τάξεις θα βρεθούν μπροστά στο δικαστήριο του προλεταριάτου. Ο Χίτλερ απλά θα καταλάβει την πρώτη θέση στο εδώλιο των εγκληματιών».
Ο Τρότσκι επέμενε ότι η πάλη ενάντια στον φασισμό και το σφαγείο του πολέμου μπορεί να γίνει αποτελεσματικά μόνο με την στρατηγική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Αυτό που έδωσε τις νίκες στον φασισμό του μεσοπολέμου κι έκανε τον πόλεμο αναπόφευκτο, ήταν η ήττα των εργατικών κινημάτων όπως στην Γαλλία το 1936-37 ή της Ισπανικής Επανάστασης τα ίδια χρόνια. Η ήττα ήρθε σαν αποτέλεσμα της πολιτικής των κομμάτων της αριστεράς που έλεγαν ότι οι εργάτες πρέπει να συμμαχήσουν με τους «δημοκρατικούς» αστούς ενάντια στον φασισμό.
Η ασυμβίβαστη στάση του Τρότσκι μέχρι σήμερα αποσπάει τις πιο βαριές κατηγορίες από όσους στην Αριστερά υποστηρίζουν ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν κατά βάση αντιφασιστικός και ότι το εργατικό κίνημα δεν μπορούσε παρά να ταχθεί με το στρατόπεδο των συμμάχων αφήνοντας για «μετά» την επαναστατική πολιτική. Ο Τρότσκι έθετε το ερώτημα:
«Για να δημιουργηθεί μια επαναστατική κατάσταση, λένε οι σοφιστές του σοσιαλπατριωτισμού, είναι αναγκαίο να ηττηθεί ο Χίτλερ. Για να ηττηθεί ο Χίτλερ, είναι αναγκαίο να υποστηρίξουμε τις ιμπεριαλιστικές δημοκρατίες. Όμως, αν το προλεταριάτο αποκηρύξει την ανεξάρτητη επαναστατική πολιτική του για να σώσει τις ‘δημοκρατίες’, τότε ποιος θα αξιοποιήσει την επαναστατική κατάσταση που θα εμφανιστεί λόγω της ήττας του Χίτλερ;»

Αδιέξοδο

Σ’ αυτό ακριβώς το αδιέξοδο έπεσε για παράδειγμα το ηρωικό κίνημα της Αντίστασης στην Ελλάδα υπό την ηγεσία του ΚΚΕ.
Ο Τρότσκι ποτέ δεν ήταν οπαδός μιας πολιτικής αφηρημένης προπαγάνδας των επαναστατικών αρχών έξω από τον τόπο και χρόνο. Βάσιζε την επαναστατική του προοπτική για τον πόλεμο σε μια πολύ ρεαλιστική εκτίμηση των αδιεξόδων που θα φτάσει η φασιστική κατοχή της Ευρώπης. Τον Ιούνη του ’40 σ’ ένα κείμενο με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Δεν αλλάζουμε την πορεία μας», εκτιμούσε:
«Στις ηττημένες χώρες η θέση των μαζών θα επιδεινωθεί αμέσως στο έπακρο. Στην κοινωνική καταπίεση προστίθεται η εθνική καταπίεση, που το κύριο βάρος της το σηκώνουν επίσης οι εργάτες. Απ’ όλες τις μορφές δικτατορίας η ολοκληρωτική δικτατορία ενός ξένου κατακτητή είναι η πιο ανυπόφορη. Είναι αδύνατο να βάλουν ένα φαντάρο με ένα τουφέκι πλάι σε κάθε Πολωνό, Νορβηγό, Δανό, Ολλανδό, Bέλγο, Γάλλο εργάτη και αγρότη. O εθνικοσοσιαλισμός δεν έχει καμιά συνταγή για να μετατρέψει τους ηττημένους λαούς από εχθρούς σε φίλους».
Υπάρχει και μια άλλη πτυχή της στάσης του Τρότσκι απέναντι στον αφηρημένο προπαγανδισμό. Σε μια σειρά συζητήσεων που είχε με αμερικάνους συντρόφους του από το SWP των ΗΠΑ τον Ιούνη του 1940, ο Τρότσκι πρότεινε μια ενεργητική, παρεμβατική πολιτική που θα πατούσε πάνω στο επίπεδο συνείδησης και οργάνωσης της αμερικάνικης εργατικής τάξης, στις αντιφασιστικές διαθέσεις της για να την αναπτύξει προς την επανάσταση. Ήταν, με άλλα λόγια, μια προσπάθεια διατύπωσης ενός μεταβατικού προγράμματος στις συνθήκες του πολέμου.
Το σημείο αφετηρίας του ήταν το γεγονός ότι: «Η στρατιωτικοποίηση βρίσκει πλατιά υποστήριξη ανάμεσα στους εργάτες. Διακατέχονται από ένα συναισθηματικό μίσος απέναντι στον Χίτλερ ανακατεμένο με μπερδεμένα ταξικά αισθήματα. Μισούν τους νικηφόρους ληστές. Η γραφειοκρατία το εκμεταλλεύεται και λέει, υποστηρίξτε τον ηττημένο γκάνγκστερ. Εμείς βγάζουμε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα… Πρέπει να αντιταχθούμε στην αποστολή ανεκπαίδευτων αγοριών στη μάχη. Τα συνδικάτα δεν πρέπει να προστατεύουν τους εργάτες μόνο σε εποχές ειρήνης, αλλά τώρα πρέπει να απαιτήσουν από το κράτος να μάθουν τη στρατιωτική τέχνη».
Ένα από τα σημεία του αντικαπιταλιστικού, μεταβατικού προγράμματος που πρόβαλε ο Τρότσκι σε διάφορες στιγμές την δεκαετία του ’30 ήταν για παράδειγμα η κρατικοποίηση εργοστασίων με εργατικό έλεγχο. Για τους επαναστάτες, ένα τέτοιο αίτημα απαντάει στις άμεσες ανάγκες των εργατών αλλά ταυτόχρονα προετοιμάζει το κίνημα για τη διεκδίκηση της εξουσίας, την ανατροπή των καπιταλιστών. Με την ίδια λογική, ο Τρότσκι πρότεινε: «Πρέπει να ιδρυθούν [στρατιωτικές] σχολές, με έξοδα του κράτους, αλλά κάτω από τον έλεγχο των συνδικάτων».
Σε ερώτηση μιας συντρόφισσας τι θα γίνει με το σύνθημα «ούτε ένα σεντ για τον πόλεμο», ο Τρότσκι έδινε την εξής απάντηση:
«Ας υποθέσουμε ότι έχουμε έναν γερουσιαστή. Θα καταθέσει ένα νομοσχέδιο για ίδρυση κέντρων στρατιωτικής εκπαίδευσης για τους εργάτες. Μπορεί να ζητήσει 500 εκατομμύρια δολάρια γι’ αυτόν τον σκοπό. Την ίδια στιγμή θα ψήφιζε κατά των πολεμικών πιστώσεων γιατί θα ελέγχονται από τους ταξικούς εχθρούς».
Σε ένα άλλο σημείο έκανε «πενηνταράκια» την επιχειρηματολογία που θα έπρεπε να χρησιμοποιούν οι επαναστάτες:
«Πρέπει να πούμε: ‘Ο Ρούζβελτ (ή ο Γουίλκι) λέει ότι είναι αναγκαίο να υπερασπίσουμε τη χώρα, καλώς! Μόνο που πρέπει να είναι η δική μας χώρα, όχι των Εξήντα Οικογενειών και της Γουόλ Στριτ. Ο στρατός πρέπει να βρίσκεται κάτω από τη δικιά μας διοίκηση, πρέπει να έχουμε τους δικούς μας αξιωματικούς, που θα είναι πιστοί σε μας’.
Το κόκκινο νήμα που διέτρεχε τις αναλύσεις του Τρότσκι όλη εκείνη την περίοδο είναι η ανυποχώρητη υπεράσπιση της αναγκαιότητας για μια ταξική, ανεξάρτητη πολιτική της εργατικής τάξης. Μιας πολιτικής που δεν θα έκανε το εργατικό κίνημα ουρά των «δημοκρατικών» ιμπεριαλιστών στο όνομα της πάλης ενάντια στο φασισμό αλλά θα πάλευε για την προοπτική του διεθνισμού και της σοσιαλιστικής επανάστασης. «Αν στον τωρινό πόλεμο η εργατική τάξη δέσει τη μοίρα της με τη μοίρα της ιμπεριαλιστικής δημοκρατίας, το μόνο που θα διασφαλίσει θα είναι μια νέα σειρά από ήττες», έγραφε ο Τρότσκι τον Ιούνη του 1940. Πολλές από τις προγνώσεις του Τρότσκι για τον μεταπολεμικό κόσμο μπορεί να αποδείχτηκαν λάθος αλλά αυτή επιβεβαιώθηκε όσον αφορά τη μοίρα των κινημάτων της Αντίστασης. Αυτό είναι το ένα «κρατούμενο» που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας σήμερα όταν συζητάμε για εκείνη την περίοδο.
Το δεύτερο, είναι το πνεύμα των συμβουλών που έδινε στους Αμερικάνους επαναστάτες, κόντρα στην παθητική ενατένιση του γεγονότων, για την ανάγκη να ξεκινάνε από το υπαρκτό κίνημα όχι από αυτό που θα ήθελαν να υπάρχει, με σκοπό την αλλαγή του. Κι αυτό είναι ένα πολύτιμο μάθημα για τους επαναστάτες του σήμερα.

Εργατική Αλληλεγγύη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου