Η πρώτη συνάντησή μου με τον ποιητή
έγινε στο σπίτι του, στην Αγίου Μελετίου 10. Γνώρισα εκεί την αγαπημένη
αδελφή του Τζένια και την επίσης αγαπημένη του ανιψιά Ελγκα. 21
Απριλίου 1956.
Μαζί με τον πεζογράφο Βασίλη Μοσκόβη, καθηγητή στο Κολλέγιο
Αθηνών, μ' ένα υπέρβαρο Grunding είχαμε εγκαινιάσει μια σειρά
ηχογραφήσεων λογοτεχνών για μια ειδική συλλογή της Βιβλιοθήκης του
Κολλεγίου, στην οποία ήδη ήμουν από τέσσερα χρόνια βιβλιοθηκάριος.
Γνώρισα τον ποιητή πριν διαβάσω ποιήματά του... Μετά τις πρώτες
κουβέντες διάλεξε από τα «Ελληνικά Γράμματα» του 1929 ένα ποίημά του που
εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκε ότι τον αντιπροσώπευε καλύτερα. Είχε στον
νου του τα παιδιά - μαθητές που θα άκουγαν τη φωνή του στην τάξη κι
έγινε κι αυτός παιδί. Ηταν το «Ηθελα...» που παρέμενε εκτός συλλογής,
από τα λιγότερο γνωστά ποιήματά του και έξω από το κλίμα των «εξωτικών»
του:
Ηθελα πάντα νάμενα μικρό κι αγνό παιδί
που απ' το ψυχρό δωμάτιό του έξω ποτέ δε βγαίνει
και που, σκυφτό, παράξενα βιβλία φυλλομετρεί
κι απέναντί του το κοιτούν παλιάτσοι αραδιασμένοι.
Τελείωσε την ανάγνωση και σταμάτησε. Κοίταξε γύρω, την Ελγκα, και τους δυο-τρεις μαθητές που είχαν έρθει μαζί μας. Ανάμεσά τους ο Βαγγέλης Μπίστικας, που διακρίθηκε αργότερα ως δημοσιογράφος και για ένα διάστημα, στην περίοδο των αναταραχών τής εφ. «Η Καθημερινή» διευθυντής της. Συνέχισε διαβάζοντας άλλα ποιήματα, όχι με ιδιαίτερη άνεση. Διέκοπτε, ξανάρχιζε. Πρόσεχες πιο πολύ την αγωνία του και τη διάθεσή του να τα ηχογραφήσει, παρά μια κάποια δυσχέρειά του στην απαγγελία. Ηταν μια εμπειρία που δεν λησμονήθηκε. Συναντηθήκαμε πολλές φορές από τότε με διάφορες ευκαιρίες. Τελευταία, τυχαία στο παλαιοβιβλιοπωλείο του Νότη Καραβία. Ηταν προβληματισμένος, σκεπτικός κι ο νους του αλλού, κατάλαβα σε πολλά. Δεν ξεχνώ τούτο: «Δεν βλέπω την ώρα πότε θα μπαρκάρω, να σταθώ στα πόδια μου. Εδώ στη γη τρεκλίζω...»
Με την πείρα των δώδεκα βιβλιογραφιών μου που είχαν προηγηθεί, ακόμη μία επιχείρηση πάνω στα δημοσιεύματα του Καββαδία, δεν μπορούσε παρά να είναι πυρετώδης και αποδοτική σε ευρήματα.
Η συγκομιδή υπήρξε πλούσια και χρήσιμη για τους μέλλοντες ερευνητές και μελετητές του έργου του. Αποδείχτηκε γρήγορα γιατί αποτέλεσε εργαλείο προσέγγισης, πληροφόρησης και γνώσης. Τα στοιχεία της έκδοσης: Νίκος Καββαδίας. Η βιβλιογραφία 1928-1982. (Εκδοση: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, 1983, σελ. 144). Στο εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης έγραφα: «Η γνωριμία με το έργο ενός λογοτέχνη και των κειμένων του που έχουν γραφτεί γι' αυτόν, είναι θεμελιακή προϋπόθεση για τον μελετητή του. Η βιβλιογραφία, έργο συνήθως ειδικού ερευνητή, εξασφαλίζει την προϋπόθεση αυτή παρέχοντας στους μελετητές το αναγκαίο υλικό. Ταυτόχρονα, δίνει την πρώτη σχηματική εικόνα της πορείας του λογοτέχνη, τον βαθμό ανταπόκρισης του έργου του στο κοινό, τη διάρκεια και την ένταση της παρουσίας του στην πνευματική ζωή του τόπου του και την αντίδραση της κριτικής». Το υλικό που συνάχτηκε έφτασε στα 411 λήμματα, τα οποία κατανεμήθηκαν στις κατηγορίες που προέκυψαν. Συνοπτικά, ως εξής: (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις φορές δημοσίευσης κάθε είδους.)
Α. Οι εκδόσεις. Ποίηση: Μαραμπού, 9. Πούσι, 9. Μαραμπού και Πούσι μαζί, 10. Τραβέρσο, 7. Πεζογραφία: Βάρδια, 9. Β. Εργα δημοσιευμένα σε διάφορα έντυπα (εφημερίδες, περιοδικά). Ποιήματα: 30. Ανθολογημένα σε 28 ανθολογίες: 125. Πεζά: 9. Μεταφράσεις: 12 ποιήματα σε 4 ξένες εκδόσεις. Πεζά: 3. Εδώ πρέπει να αναφερθούν και δύο μεταφράσεις που απασχόλησαν τον ποιητή. Πρόκειται για «Το ταξίδι του γυρισμού» και άλλα μονόπρακτα, του Ευγένιου Ο'Νιλ, και για «Τα σπίτια της Φλάνδρας» του Φορντ Μάντοξ Φορντ. Κριτικές των έργων του σε βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά: 46. Διάφορα δημοσιεύματα για τον ποιητή και το έργο του σε εφημερίδες, περιοδικά και λήμματα σε εγκυκλοπαίδειες: 182. Οι δημοσιευμένες νεκρολογίες αριθμούνται σε 38. Σημειώνεται ότι πολλά από τα κείμενά του, αποσπασματικά και ποιήματα, όπως και δημοσιεύματα «περί», μεταφέρονται ανεξέλεγκτα στον επαρχιακό Τύπο, πράγμα που καθιστά την παρακολούθησή τους δύσκολη.
Μία μόνιμη αδυναμία εντοπισμού τους που αντιμετωπίζουν οι βιβλιογράφοι, η οποία μειώνει αριθμητικά το σύνολο των λημμάτων των συναγωγών τους. Στα παραπάνω στοιχεία ας προστεθούν και 15 ακόμη λήμματα που αναφέρονται σε ποιήματα εμπνευσμένα και συνήθως αφιερωμένα σε ποιήματα του Καββαδία ή στον ίδιο προσωπικά.
Οι στίχοι του έπληξαν τις χορδές των συνθετών. Ως το 1982 είχαν κυκλοφορήσει τρεις δίσκοι με μελοποιημένα ποιήματα από τον Ακη Λυμούρη, τον Γιάννη Σπανό και τον Τάσο Καρακατσάνη. Τα τελευταία χρόνια η φήμη του ποιητή έχει επαυξηθεί από τη δημιουργική επέμβαση νεότερων μουσουργών. Η γοητεία του εξωτικού που πέρασε στη νεοελληνική ποίηση ο Καββαδίας μεταγγίστηκε και στις νότες διακεκριμένων μεταγενέστερων συνθετών και σε έργα σοβαρής μορφής, εκτός από τις σποραδικές μελοποιήσεις ποιημάτων του.
Μια νέα βιβλιογραφική επιχείρηση βρίσκεται αυτή τη στιγμή υπό σύνθεση. Αναμένεται ότι θα αποδώσει αναλογικά με την προηγηθείσα έναν μεγάλο αριθμό λημμάτων σε περισσότερες κατανομές θεμάτων. Η βιβλιογραφία, σε όποια εναρμονισμένη με την εξέλιξη της τεχνολογίας μορφή, θα παραμένει πάντα ένας δείκτης παρουσίας στα γράμματα ενός λογοτέχνη κι ένας οδηγός αναζήτησης πληροφοριών για τους μελετητές και αξιολογητές του έργου του.
Ο Καββαδίας, θαυμαστής του Καβάφη
Η επιστολή της Ρίκας Σεγκοπούλου απευθύνεται στον Κύριον Νικόλαον Καββαδίαν, του οποίου την επιθυμία ικανοποίησε, όπως διαβάζουμε. Ο Καββαδίας αργότερα χάρισε την έκδοση -Κ.Π. Καβάφη Ποιήματα 1905-1915- και την επιστολή στον φίλο του, ζωγράφο Νίκο Νάκη (=Καρτσωνάκη), καθηγητή Τεχνικών στο Κολλέγιο Αθηνών, ως ευχαριστήρια ανταμοιβή για ένα πορτρέτο που του είχε κάνει. Χρόνια αργότερα, ο Νάκης, φίλος από τα χρόνια μας στο Κολλέγιο, εγώ ως βιβλιοθηκάριος, με αντάμειψε με τη σειρά του για μια σειρά φωτογραφιών πινάκων του που τράβηξα για τον κατάλογο μιας έκθεσης που ετοίμαζε, με το βιβλίο και την επιστολή Σεγκοπούλου μαζί. Το πορτρέτο του Καββαδία δεν θυμάμαι να το είδα. Την επιστολή την κρατώ πάντα στο αρχείο μου.
Η Αλεξανδρινή Τέχνη υπήρξε σημαντικό λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό της Αλεξάνδρειας (1926-1931). Η αξιόλογη δημοσιογράφος Ρίκα Αγαλλιανού, σύζυγος του Αλέκου Σεγκόπουλου, κληρονόμου τού Καβάφη, διετέλεσε διευθύντριά του τα τελευταία χρόνια της έκδοσής του. Πέθανε στην Αθήνα το 1956.
Ο Καββαδίας το 1931 ήταν 21 ετών, θαυμαστής του Καβάφη και ποιητής ήδη. Ηταν 18 ετών όταν δημοσίευσε το πρώτο ποίημά του Πόθος στο Περιοδικό της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας, στο τεύχος 114 (22.1.1928) με το ψευδώνυμο Πέτρος Βαλχάλας, που αποτελεί μια διασταύρωση του ονόματος του φίλου του Πέτρου Αποστολίδη, ο οποίος ήταν ήδη γνωστός ως Παύλος Νιρβάνας. Η Νιρβάνα και η Βαλχάλα είχαν συγκινήσει και τους δυο. Τέλος, ο Καββαδίας 12 ετών φέρεται να έχει κάνει το ξεκίνημά του στα γράμματα ως εκδότης του περιοδικού Σχολικός σάτυρος, χειρόγραφο πιθανολογούμενου περιεχομένου, το οποίο δεν είδα ποτέ και αγνοώ τη διάσωσή του. *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου