ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ μάς μεταφέρει στο Λονδίνο του 1700, μια
πόλη όπου, αν πιστέψουμε την περιγραφή του συγγραφέα, δεν ήταν τότε και
πολύ εύκολο να ζήσεις εκεί και να επιβιώσεις. Γι΄ αυτό ο κόσμος
επιδιδόταν σε κάθε λογής απάτες. Μία από τις πιο δημοφιλείς ήταν η
παραχάραξη των ασημένιων νομισμάτων και στη συνέχεια είχαμε τις απάτες
με τα χαρτονομίσματα, που για πρώτη φορά την ίδια εκείνη εποχή
εμφανίστηκαν ως ανταλλάξιμη οντότητα στον κόσμο. Ενας από τους
ικανότερους απατεώνες στον τομέα αυτόν είχε την κακή τύχη να συγκρουστεί
με τον Ισάακ Νεύτωνα. Ναι, εκείνον που διατύπωσε τους νόμους της
κίνησης, ασχολήθηκε με τις ιδιότητες του φωτός και με χίλια δυο άλλα
πράγματα και με τους παραχαράκτες. Διότι κάποια στιγμή διορίζεται
επιθεωρητής στο Νομισματοκοπείο του Λονδίνου και από τότε οι απατεώνες
γνωρίζουν στο πρόσωπό του έναν φανατικό αλλά και πολύ ικανό διώκτη. Ετσι
φθάσαμε ο κορυφαίος επιστήμονας της εποχής να συγκρουστεί με τον
κορυφαίο στις παραχαράξεις. Οταν αυτό το θέμα το πάρει στα χέρια του
ένας συγγραφέας όπως ο Τhomas Levenson, καθηγητής στο ΜΙΤ στο μάθημα
«Πώς γράφεις επιστημονικά δοκίμια και βιβλία με πλοκή», μπορεί να γίνει
όχι μόνο ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο αλλά και καλά τεκμηριωμένο.
Στην ελληνική έκδοση περίπου 50 σελίδες είναι μόνο οι παραπομπές και
σημειώσεις, ενώ ο αναγνώστης, πέρα από την εξέλιξη της ιστορίας ανάμεσα
στον Νεύτωνα και στον απατεώνα Τσάλονερ, έχει την ευκαιρία να πάρει
μια ιδέα για τη γέννηση των χαρτονομισμάτων, το πώς (από τότε) δομούσαν
οι τράπεζες ένα επισφαλές για την ανθρωπότητα χρηματοπιστωτικό σύστημα
για χατίρι του κέρδους, για το πόσο έξυπνα έγινε το Λονδίνο παγκόσμιο
κέντρο οικονομικών συναλλαγών,
αλλά και για την ασύλληπτη βαρβαρότητα
με την οποία αντιμετωπιζόταν κάθε παραβάτης του νόμου τότε. Οπως
γράφει ο Levenson, «οι περισσότεροι παραχαράκτες του Λονδίνου δεν είχαν
αντιληφθεί πόσο επικίνδυνος μπορούσε να αποδειχθεί ο νέος επιθεωρητής»,
δηλαδή ο Νεύτων. Και κάπου αλλού εξηγεί ότι «αυτός ο άνθρωπος
αντιλαμβανόταν το ανησυχητικό γεγονός πως η νέα επιστήμη στα λάθος
χέρια όχι απλά δεν προετοίμαζε τον άνθρωπο να έχει πίστη στη θεότητα
αλλά μπορούσε να υπονομεύει την πίστη τους». Το βιβλίο λοιπόν διαβάζεται αρκετά άνετα, ενώ οι σημειώσεις δίνουν τη δυνατότητα στον αναγνώστη να αποκτήσει και άλλες γνώσεις και να ανοιχτεί και σε πολλά άλλα sites. Στη σελίδα 177 υπάρχει μια σύγχυση με το όνομα του Τσαρλς Μόντοντ που αναφέρεται και ως Μορντό, ενώ ο αγγλικός τίτλος του βιβλίου «Νewton and the Counterfeiter- Τhe unknown detective career of the world΄s greatest scientist» («Ο Νεύτων και ο παραχαράκτης- Η άγνωστη καριέρα επιθεωρητού του μεγαλύτερου επιστήμονα του κόσμου») νομίζω ότι είναι πιο εύγλωττος από τον ελληνικό, αφού είναι πολύ πιθανόν να μην πάει το μυαλό σου ποιος είναι ο «μαθηματικός». Και μόνο μαθηματικός ήταν ο Νεύτων; Αλλωστε στην αγγλική έκδοση αναφέρεται ως scientist (επιστήμων).
algaldadas@yahoo.gr
Πρώτα ήταν το Βιετνάμ, τώρα είναι το Ιράκ. Τα
τραύματα στο σώμα της Αμερικής τα αξιοποιούν άριστα η λογοτεχνία και ο
κινηματογράφος που επιχειρούν να υπενθυμίζουν στους πολίτες πως έχει
υψηλό κόστος το ότι η χώρα τους είναι υπερδύναμη. Η Πατρίσια Κόρνγουελ
έρχεται, με τη σειρά της, να μιλήσει για τον «βρώμικο» πόλεμο στη Μέση
Ανατολή και να τον καταγγείλει, μαζί με τον εμπνευστή του, τον πρόεδρο
Τζορτζ Μπους τζούνιορ. Η ίδια υπενθυμίζει πως εκείνοι που πήγαν να
πολεμήσουν και να γίνουν ήρωες γυρίζουν στην πατρίδα μέσα σε ένα «φτηνό
φέρετρο» στην κοιλιά ενός μεταγωγικού αεροσκάφους. Ασφαλώς, το
μυθιστόρημά της Το βιβλίο των νεκρών δεν είναι πολιτικό.
Πρόθεσή της δεν είναι να αναλύσει την πολιτική κατάσταση, ούτε την
εξωτερική πολιτική, αλλά να προσφέρει αναγνωστική απόλαυση, έστω και αν
οι δολοφονίες, τα πτώματα, η βία κάθε λογής βρίσκονται σχεδόν σε κάθε
σελίδα του βιβλίου. Η ιστορία αρχίζει τον Απρίλιο του 2007 στη Ρώμη, σε
ένα διαμέρισμα κοντά στην Πιάτσα Ναβόνα, όπου ένας άντρας κρατάει όμηρο
μια κοπέλα, την τραβάει με κάμερα, της μιλάει για τα βασανιστήρια που
διέπραττε με άλλους στο Ιράκ, διευκρινίζοντας πως τα άξιζαν, αφού
εκείνοι, τα θύματα, τους ανάγκαζαν να γίνουν κάτι που δεν ήταν, δηλαδή
βασανιστές και φονιάδες. Στο τέλος τη σκοτώνει. Η δεκαεξάχρονη κοπέλα
λέγεται Ντριου Μάρτιν και είναι διάσημη τενίστρια. Ο δολοφόνος
αυτοαποκαλείται «Γουίλ Ράμπο», αλλά ενδεχομένως δεν είναι αυτό το
πραγματικό του όνομα.
Πιάτσα Ναβόνα
Η υπόθεση της δολοφονίας κάνει αίσθηση διεθνώς και η παθολόγος ιατροδικαστής Κέι Σκαρπέτα φτάνει στην Ιταλία για να την εξιχνιάσει, συνεργαζόμενη με τον Πόμα, λοχαγό των καραμπινιέρων, τον αποκαλούμενο και «Σέρλοκ Χολμς» της Ρώμης. Τη συνοδεύει ο ερωτικός της σύντροφος, ο ψυχολόγος ιατροδικαστής Μπέντον Γουέσλι. Ολοι αναρωτιούνται ποιο είναι το κίνητρο του εγκλήματος, δεδομένου ότι η νεκρή βρέθηκε γυμνή και εξευτελισμένη αλλά περιέργως όχι βιασμένη. Κάποιος λέει πως ο φόνος ίσως «έχει κάποιο θρησκευτικό νόημα» και άλλος εκτιμά πως «η θρησκεία δεν είναι το βασικό κίνητρο. Η σεξουαλική διέγερση είναι». Η συνέχεια δίνεται στο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, όπου επιστρέφουν η Σκαρπέτα και ο φίλος της. Εκεί, η ιατροδικαστής, συχνή επισκέπτρια του νεκροτομείου, στο οποίο τεμαχίζει ανθρώπινα σώματα για να ανακαλύψει τα μυστικά των φόνων που έκαναν άγνωστοι δράστες, συσκέπτεται με τους άμεσους συνεργάτες της, τη Ρόουζ, τη γραμματέα της, τον Μαρίνο, τον ερευνητή που παρακολουθεί υπόπτους, και τη Λούσι, την ανιψιά της. Η έρευνα για τον δολοφόνο φτάνει στη Μέριλιν Σελφ, διάσημη ψυχίατρο με δική της εκπομπή στην τηλεόραση, στον εργολάβο κηδειών Λούσιους Μέντικ και στη Σάντι, ερωτική σύντροφο του Μαρίνο. Η Σελφ δηλώνει πως στον υπολογιστή της έχει πάρει e-mail από κάποιον άγνωστο που υπογράφει ως «Ανθρωπος της άμμου», είχε υπηρετήσει στο Ιράκ, συμμετείχε σε βασανιστήρια και γνώριζε την Ντριου. Και ύστερα βρίσκεται το πτώμα ενός κακοποιημένου αγοριού πεταμένο σε βάλτο, οπότε η Σκαρπέτα κάνει αναλύσεις στο εργαστήριό της, ώστε μέσω του DΝΑ να ανακαλύψει τον ένοχο. Εκείνη τη στιγμή δεν είναι δυνατόν να φανταστεί πως κινδυνεύει και η ίδια και πως ο δράστης του φόνου, πιθανότατα άτομο με διαταραγμένο ψυχισμό, ίσως βρίσκεται στο κοντινό της περιβάλλον.
Κάθε σελίδα του βιβλίου είναι διαποτισμένη από λαγνεία, από σκέψεις για το σεξ, από διεγέρσεις, από βελτιωτικά της στύσης, όπως το βιάγκρα, από τεστοστερόνη, από ερωτικές προσφορές και απορρίψεις. Η Λούσι είναι λεσβία, ικανή να παρασύρει μια στρέιτ γυναίκα στο κρεβάτι της, η Σάντι είναι ερωτικά ακόρεστη. Επίσης, υπάρχουν αναφορές στον Φρόιντ. Λέει μια ηρωίδα: «Ολα περιστρέφονται γύρω από το σεξ. Η σεξουαλική επιθυμία ανάγεται στη βρεφική ηλικία. Τι είναι αυτό που παίρνουν και τα αρσενικά και τα θηλυκά βρέφη και αργότερα είναι απαγορευμένο για τα κορίτσια;- Δεν ξέρω.- Η πρόσβαση στο μητρικό στήθος». Ενας παντρεμένος ήρωας αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, καμία δεν μπορεί να του αντισταθεί, του προσφέρονται «σαν να είναι ο θεός Πρίαπος», ο δολοφόνος βλέπει συνεχώς σε DVD την ερωτική σκηνή μιας ταινίας σε ασανσέρ ανάμεσα στην Γκλεν Γκλόουζ και στον Μάικλ Ντάγκλας, μια ηρωίδα θυμάται τον πατέρα και τη μητέρα της να κάνουν έρωτα, ένας ήρωας κινηματογραφεί κρυφά γυναίκες τη νύχτα από το παράθυρό τους. Η Ντριου εκμυστηρεύεται μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα πως έχασε την παρθενιά της σε ηλικία 10 ετών από ποδήλατο, υπάρχει και μια σκηνή απόπειρας βιασμού. Το χειρότερο είναι πως ο δολοφόνος στο Ιράκ «έκανε έρωτα» με δωδεκάχρονο κορίτσι που ούρλιαζε, έκλαιγε και τον χτυπούσε, και εκείνος το σκότωσε, ενώ στο αποκορύφωμα μαθαίνουμε πως πάσχει από οιδιπόδειο σύμπλεγμα: θέλει να πηδήξει τη μητέρα του. Μολονότι από τα αστυνομικά μυθιστορήματα λείπουν οι συμβολισμοί, εδώ δεν αποκλείεται να υπάρχουν. Η μικρή χώρα με την «απέραντη καταστροφή» και τους «αμέτρητους θανάτους» πιθανώς υφίσταται βιασμούς από μια μεγαλύτερη που παίζει τον ρόλο του επιβήτορα.
Αντίβαρο στη βιαιότητα
Η Πατρίσια Κόρνγουελ (Μαϊάμι,1956) εργάστηκε ως αστυνομική ρεπόρτερ και ως αναλύτρια προγραμμάτων στο Ιατροδικαστικό Κέντρο της Βιρτζίνια,όπου ζει.Στις ΗΠΑ θεωρείται η πιο σημαντική γυναίκα συγγραφέας,ενώ είναι και η πιο ακριβοπληρωμένη.Εχει γράψει δεκαεννέα αστυνομικά μυθιστορήματα,στα περισσότερα από τα οποία πρωταγωνιστεί η ιταλικής καταγωγής ιατροδικαστής Κέι Σκαρπέτα.Επίσης,ίσως ως αντίβαρο στη βιαιότητα των μυθιστορημάτων της,έχει γράψει δύο βιβλία μαγειρικής και ένα παιδικό.Στα τελευταία έργα της διακρίνεται στροφή προς το κοινωνικοπολιτικό αστυνομικό είδος που θυμίζει το λεγόμενο «μεσογειακό αστυνομικό μυθιστόρημα».
Αν και υπήρξε οπαδός και χρηματοδότις των Ρεπουμπλικανών,δεν έχει καλή γνώμη για τον Μπους και τη διακυβέρνησή του.
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artid=365514&dt=07/11/2010#ixzz14g76iKTL
Πιάτσα Ναβόνα
Η υπόθεση της δολοφονίας κάνει αίσθηση διεθνώς και η παθολόγος ιατροδικαστής Κέι Σκαρπέτα φτάνει στην Ιταλία για να την εξιχνιάσει, συνεργαζόμενη με τον Πόμα, λοχαγό των καραμπινιέρων, τον αποκαλούμενο και «Σέρλοκ Χολμς» της Ρώμης. Τη συνοδεύει ο ερωτικός της σύντροφος, ο ψυχολόγος ιατροδικαστής Μπέντον Γουέσλι. Ολοι αναρωτιούνται ποιο είναι το κίνητρο του εγκλήματος, δεδομένου ότι η νεκρή βρέθηκε γυμνή και εξευτελισμένη αλλά περιέργως όχι βιασμένη. Κάποιος λέει πως ο φόνος ίσως «έχει κάποιο θρησκευτικό νόημα» και άλλος εκτιμά πως «η θρησκεία δεν είναι το βασικό κίνητρο. Η σεξουαλική διέγερση είναι». Η συνέχεια δίνεται στο Τσάρλεστον της Νότιας Καρολίνας, όπου επιστρέφουν η Σκαρπέτα και ο φίλος της. Εκεί, η ιατροδικαστής, συχνή επισκέπτρια του νεκροτομείου, στο οποίο τεμαχίζει ανθρώπινα σώματα για να ανακαλύψει τα μυστικά των φόνων που έκαναν άγνωστοι δράστες, συσκέπτεται με τους άμεσους συνεργάτες της, τη Ρόουζ, τη γραμματέα της, τον Μαρίνο, τον ερευνητή που παρακολουθεί υπόπτους, και τη Λούσι, την ανιψιά της. Η έρευνα για τον δολοφόνο φτάνει στη Μέριλιν Σελφ, διάσημη ψυχίατρο με δική της εκπομπή στην τηλεόραση, στον εργολάβο κηδειών Λούσιους Μέντικ και στη Σάντι, ερωτική σύντροφο του Μαρίνο. Η Σελφ δηλώνει πως στον υπολογιστή της έχει πάρει e-mail από κάποιον άγνωστο που υπογράφει ως «Ανθρωπος της άμμου», είχε υπηρετήσει στο Ιράκ, συμμετείχε σε βασανιστήρια και γνώριζε την Ντριου. Και ύστερα βρίσκεται το πτώμα ενός κακοποιημένου αγοριού πεταμένο σε βάλτο, οπότε η Σκαρπέτα κάνει αναλύσεις στο εργαστήριό της, ώστε μέσω του DΝΑ να ανακαλύψει τον ένοχο. Εκείνη τη στιγμή δεν είναι δυνατόν να φανταστεί πως κινδυνεύει και η ίδια και πως ο δράστης του φόνου, πιθανότατα άτομο με διαταραγμένο ψυχισμό, ίσως βρίσκεται στο κοντινό της περιβάλλον.
Κάθε σελίδα του βιβλίου είναι διαποτισμένη από λαγνεία, από σκέψεις για το σεξ, από διεγέρσεις, από βελτιωτικά της στύσης, όπως το βιάγκρα, από τεστοστερόνη, από ερωτικές προσφορές και απορρίψεις. Η Λούσι είναι λεσβία, ικανή να παρασύρει μια στρέιτ γυναίκα στο κρεβάτι της, η Σάντι είναι ερωτικά ακόρεστη. Επίσης, υπάρχουν αναφορές στον Φρόιντ. Λέει μια ηρωίδα: «Ολα περιστρέφονται γύρω από το σεξ. Η σεξουαλική επιθυμία ανάγεται στη βρεφική ηλικία. Τι είναι αυτό που παίρνουν και τα αρσενικά και τα θηλυκά βρέφη και αργότερα είναι απαγορευμένο για τα κορίτσια;- Δεν ξέρω.- Η πρόσβαση στο μητρικό στήθος». Ενας παντρεμένος ήρωας αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, καμία δεν μπορεί να του αντισταθεί, του προσφέρονται «σαν να είναι ο θεός Πρίαπος», ο δολοφόνος βλέπει συνεχώς σε DVD την ερωτική σκηνή μιας ταινίας σε ασανσέρ ανάμεσα στην Γκλεν Γκλόουζ και στον Μάικλ Ντάγκλας, μια ηρωίδα θυμάται τον πατέρα και τη μητέρα της να κάνουν έρωτα, ένας ήρωας κινηματογραφεί κρυφά γυναίκες τη νύχτα από το παράθυρό τους. Η Ντριου εκμυστηρεύεται μπροστά στην τηλεοπτική κάμερα πως έχασε την παρθενιά της σε ηλικία 10 ετών από ποδήλατο, υπάρχει και μια σκηνή απόπειρας βιασμού. Το χειρότερο είναι πως ο δολοφόνος στο Ιράκ «έκανε έρωτα» με δωδεκάχρονο κορίτσι που ούρλιαζε, έκλαιγε και τον χτυπούσε, και εκείνος το σκότωσε, ενώ στο αποκορύφωμα μαθαίνουμε πως πάσχει από οιδιπόδειο σύμπλεγμα: θέλει να πηδήξει τη μητέρα του. Μολονότι από τα αστυνομικά μυθιστορήματα λείπουν οι συμβολισμοί, εδώ δεν αποκλείεται να υπάρχουν. Η μικρή χώρα με την «απέραντη καταστροφή» και τους «αμέτρητους θανάτους» πιθανώς υφίσταται βιασμούς από μια μεγαλύτερη που παίζει τον ρόλο του επιβήτορα.
Αντίβαρο στη βιαιότητα
Η Πατρίσια Κόρνγουελ (Μαϊάμι,1956) εργάστηκε ως αστυνομική ρεπόρτερ και ως αναλύτρια προγραμμάτων στο Ιατροδικαστικό Κέντρο της Βιρτζίνια,όπου ζει.Στις ΗΠΑ θεωρείται η πιο σημαντική γυναίκα συγγραφέας,ενώ είναι και η πιο ακριβοπληρωμένη.Εχει γράψει δεκαεννέα αστυνομικά μυθιστορήματα,στα περισσότερα από τα οποία πρωταγωνιστεί η ιταλικής καταγωγής ιατροδικαστής Κέι Σκαρπέτα.Επίσης,ίσως ως αντίβαρο στη βιαιότητα των μυθιστορημάτων της,έχει γράψει δύο βιβλία μαγειρικής και ένα παιδικό.Στα τελευταία έργα της διακρίνεται στροφή προς το κοινωνικοπολιτικό αστυνομικό είδος που θυμίζει το λεγόμενο «μεσογειακό αστυνομικό μυθιστόρημα».
Αν και υπήρξε οπαδός και χρηματοδότις των Ρεπουμπλικανών,δεν έχει καλή γνώμη για τον Μπους και τη διακυβέρνησή του.
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artid=365514&dt=07/11/2010#ixzz14g76iKTL
Η Αλκη Ζέη αγαπάει την πατρίδα, τη
ζωή, τον έρωτα και τις αναμνήσεις της. Τα διηγήματα του τελευταίου
βιβλίου της με τίτλο Σπανιόλικα παπούτσια και άλλες ιστορίες είναι
κυρίως αυτοβιογραφικά. Κάποια από αυτά θα μπορούσαν να είναι ένα
πρωθύστερο λογοτεχνικό σημείωμα για την Αρραβωνιαστικιά του
Αχιλλέα, για να μάθουμε τι έγινε πριν από την κορύφωση του
προσωπικού της δράματος. Προτιμάει να πιάσει το νήμα από πολύ πίσω, από
τα πρώτα παιδικά της χρόνια, και να φθάσει στο σήμερα.
Η Αλκη Ζέη αρχίζει τις αναμνήσεις της από τα πολύ νεανικά, παιδικά της χρόνια. Ρίχνει κλεφτές νοσταλγικές ματιές, αναθυμάται τις τρέλες που έκανε με την αδελφή της, τα έξωμα φορεματάκια που έβαζε και για τα οποία τις κυνηγούσε ο μπαμπάς τους, την πρώτη «επανάστασή» τους που, αντί να πάνε να δουν την αντιπαθητική γιαγιά, προτίμησαν να πάνε βόλτα με το βαρκάκι κάποιου κυρίου Ξυνογλωσσάκη και άλλα πολλά. Είναι το πολύ παιδικό κομμάτι της ζωής γεμάτο τρυφερότητα, σκανδαλιά, πρώιμες απορίες, παιχνίδια και αγάπες με τον μπαμπά και τη μαμά.
Ενα άλλο κομμάτι των διηγημάτων της αφορά τη ζωή της ως νεαρής κοπέλας και τη γνωριμία της με τον μετέπειτα άντρα της, τον θεατρικό συγγραφέα Γιώργο Σεβαστίκογλου. Και
εδώ κυριαρχούν η ανεμελιά, η αθωότητα της
νιότης, η τσαχπινιά της νεαρής γυναίκας, η ζήλια και ο έρωτας. Με τον
Γιώργο Σεβαστίκογλου θα έρθει σε επαφή με μεγάλους καλλιτέχνες, αυτούς
που εμείς σήμερα αποκαλούμε «ιερά τέρατα», όπως ο Κάρολος Κουν, ο
Γιάννης Τσαρούχης, η Ελένη Χατζηαργύρη, ο Νίκος Γκάτσος κ.ά. Θα μπει
σε έναν άλλον κόσμο, αυτόν της τέχνης. Μιλάει βέβαια για μια τέχνη
φτωχή, η οποία γινόταν με ελάχιστα πράγματα και γι΄ αυτό είχε ένα
φωτοστέφανο που ακόμη και σήμερα λάμπει. Η Αλκη Ζέη αρχίζει τις αναμνήσεις της από τα πολύ νεανικά, παιδικά της χρόνια. Ρίχνει κλεφτές νοσταλγικές ματιές, αναθυμάται τις τρέλες που έκανε με την αδελφή της, τα έξωμα φορεματάκια που έβαζε και για τα οποία τις κυνηγούσε ο μπαμπάς τους, την πρώτη «επανάστασή» τους που, αντί να πάνε να δουν την αντιπαθητική γιαγιά, προτίμησαν να πάνε βόλτα με το βαρκάκι κάποιου κυρίου Ξυνογλωσσάκη και άλλα πολλά. Είναι το πολύ παιδικό κομμάτι της ζωής γεμάτο τρυφερότητα, σκανδαλιά, πρώιμες απορίες, παιχνίδια και αγάπες με τον μπαμπά και τη μαμά.
Ενα άλλο κομμάτι των διηγημάτων της αφορά τη ζωή της ως νεαρής κοπέλας και τη γνωριμία της με τον μετέπειτα άντρα της, τον θεατρικό συγγραφέα Γιώργο Σεβαστίκογλου. Και
Το βιβλίο όμως ξεκινάει με το σήμερα. Στο διήγημα με τον τίτλο «Οδός Λευκωσίας» η συγγραφέας, νιώθοντας ισχυρούς πόνους στη μέση, καταφεύγει σε έναν βελονιστή το θεραπευτήριο του οποίου είναι στην οδό Λευκωσίας, εκεί όπου για χρόνια έμενε η ίδια με την οικογένειά της, μέχρι που παντρεύτηκε και μετακόμισε λίγο πιο πάνω. Κάθε επίσκεψη στον βελονιστή, προσπερνώντας μαύρους παράνομους πωλητές και ξανθές κυρίες, είναι μια καταβύθιση στη νεανική ηλικία, στα χρόνια της Κατοχής, του Εμφυλίου και μετά, με τη συμμετοχή στην ΕΠΟΝ, τα πάρτι και τις καλλιτεχνικές παρέες. Αυτές και αν είναι γεμάτες με λαμπερά ονόματα: Βασίλης Ρώτας, Πέλος και Αλέκα Κατσέλη, Γιάννης Μαρής, Λέων Κουκούλας, Νίκος Καββαδίας, Διδώ Σωτηρίου αλλά και άλλα άτυχα ονόματα όπως ο εκτελεσμένος με τον Μπελογιάννη Δημήτρης Μπάτσης, η ταλαιπωρημένη πολλάκις Ελλη Παππά και άλλοι πολλοί. Μια ολόκληρη εποχή ανασταίνεται σε αυτό το εκτενές διήγημα.
Η Αλκη Ζέη δεν αναθυμάται τα περασμένα σήμερα τυχαία στην εποχή της κρίσης. Τα ανακαλεί και τα βάζει να λειτουργούν αντιστικτικά. Οι αξίες μιας εποχής σε σύγκριση με την εποχή μας, της έκπτωσης των αξιών. Η τέχνη των σκληρών χρόνων που δημιουργείτο υπόγεια με ελάχιστα μέσα σε σύγκριση με την εύκολη μιντιοκρατούμενη τέχνη. Οι παθιασμένοι καλλιτέχνες εναντίον των σημερινών lifestyle καλλιτεχνών. Μια πικρή ματιά που όσο κι αν απαλύνεται από τη νοσταλγία δεν παύει να είναι ένα επίκαιρο όσο και αιχμηρό σχόλιο στο σήμερα.
Λογοτεχνικό νυστέρι
Οι αυτοβιογραφίες είναι ένα είδος ελκυστικό όταν ο αυτοβιογραφούμενος έχει να πει σημαντικά πράγματα.Πόσω μάλλον όταν αυτή είναι η Αλκη Ζέη,η οποία έχει ζήσει μια σχεδόν μυθιστορηματική ζωή, περιπλανώμενη σε τρεις χώρες, κυνηγημένη, με παρέες που έγραψαν ιστορία και που επηρέασαν την πολιτιστική και την πολιτική ζωή του τόπου.Την Αλκη Ζέη τη γνωρίζαμε από χρόνια όταν διαβάζαμε το περίφημο «Καπλάνι της βιτρίνας»,τον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου»και το «Κοντά στις ράγες»,βιβλία που δεν άφησαν κανένα παιδί ασυγκίνητο.Την πραγματική ζωή της τη γνωρίσαμε πολύ αργότερα με το μυθιστόρημά της «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα».Εκεί έβαλε βαθιά το λογοτεχνικό νυστέρι στην προσωπική ζωή της και φανέρωσε μύχιες σκέψεις, που όμως αντικαθρέφτιζαν διαψευσμένες ελπίδες,ατομικές και συλλογικές προδοσίες,κατεδαφίσεις πριν από την ολική κατεδάφιση.Σημειωτέον ότι γράφτηκε πριν από την περεστρόικα και έκανε τεράστια αίσθηση στον κόσμο που σχετιζόταν με την Αριστερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου