Ο τίτλος της ταινίας του σκηνοθέτη Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν
(«Σύννεφα του Μάη», «Μακριά», «Κλίματα Αγάπης», «Τρεις Πίθηκοι»), είναι
όπως σωστά μαντέψατε εμπνευσμένος από το κλασικό πια φιλμ του Σέρτζιο
Λεόνε «Κάποτε στην Δύση» (1968). Προήλθε από μια ατάκα που είπε ένας από
τους οδηγούς στην εξέλιξη της πραγματικής ιστορίας.
Με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής του φετινού Φεστιβάλ των
Καννών στις βαλίτσες της, αποτελεί την επίσημη πρόταση της Τουρκίας για
το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας του 2012. Αλλά η αξία της ή ο λόγος για να
πάει κάποιος να την δει δεν είναι μόνο οι διακρίσεις που έχει αποσπάσει.
Είναι ότι πρόκειται για μία καταπληκτική ταινία, που πραγματικά σε
καθηλώνει με όλα αυτά που δείχνει και λέει, ενώ δεν παύει ούτε στιγμή να
είναι απλή, απλούστατη στην τελική μορφή της. Η δύναμη της απλότητας
λοιπόν, της αμεσότητας, αλλά και της κινηματογραφικής μαγείας, αρμονικά
συνταιριασμένα στην μεγάλη οθόνη, προερχόμενα από τα βάθη της Ανατολίας.Πολύπλοκη λοιπόν, στην απλότητα της (κι εκεί ακριβώς έγκειται η επιτυχία της), η ταινία αναφέρεται σε πάρα πολλά θέματα. Από την σκιαγράφηση του χαρακτήρα των πρωταγωνιστών και των ιστοριών τους, μέχρι την περιγραφή της ίδιας της Τουρκίας ως χώρας του σήμερα. Ακόμα κι αν κάποιος γνωρίζει μόνο την γεωγραφική της θέση, το ότι είναι μεγάλη σε έκταση και πληθυσμό και ότι είναι μουσουλμανική στο θρήσκευμα, μπορεί από την ίδια την ταινία να ενημερωθεί για όλα τα υπόλοιπα.
Μέσα από την εξέλιξη μιας συνηθισμένης ιστορίας, όπου μια ομάδα ανθρώπων αναζητεί ένα πτώμα στα κοντινά περίχωρα της Άγκυρας, μαθαίνουμε από την παρουσίαση των ίδιων των χαρακτήρων και των καταστάσεων που βιώνουνε κατά την εξέλιξη της έρευνας, την πραγματική εικόνα της σημερινής Τουρκίας. Γιατί, όπως και στις περισσότερες περιπτώσεις πέρα από τις ειδήσεις, έτσι και εδώ, πίσω από το προβεβλημένο μοντέλο της οικονομικής ανάπτυξης και της ανερχόμενης περιφερειακής δύναμης που διεκδικεί αυξημένο γεωπολιτικό ρόλο, μοντέλο που εκφράζεται μέσω των προσφιλών την εποχή αυτή για την ιδιωτική τηλεόραση τουρκικών σαπουνόπερων τύπου «Εζέλ», υπάρχει και η πραγματική. Αυτή των αληθινών ανθρώπων και όχι των καταναλωτικών τους ειδώλων.
Πίσω από τη βιτρίνα
Της «Ανατολίας» σε κάθε γωνιά της χώρας και όχι μόνο των καλών προαστίων της Κωνσταντινούπολης. Γιατί πίσω από την «βιτρίνα» υπάρχει δυστυχώς και ο πρόσφατος σεισμός στην επαρχία Βαν. Ή ο πόλεμος, με τις μεγαλύτερες από το 2008 επιχειρήσεις των τουρκικών δυνάμεων στο βόρειο Ιράκ να διεξάγονται αυτή τη στιγμή.Σε καμία περίπτωση όμως δεν μιλάμε για μια ταινία ντοκιμαντέρ. Αν και ο άξονας της ιστορίας βασίζεται σε αληθινό περιστατικό όπου ο συν-σεναριογράφος Ερτζάν Κεσάλ έζησε ως γιατρός, η ταινία ανήκει στην κατηγορία της μυθοπλασίας. Μια έρευνα στην οποία συμμετέχουν δώδεκα άνθρωποι, εκπροσωπώντας όλη την ταξική και μορφωτική διαστρωμάτωση της τουρκικής κοινωνίας. Από τον εισαγγελέα και τον γιατρό, μέχρι τους αστυνομικούς και τους εργάτες. Δώδεκα προσωπικές αφηγήσεις με φόντο μια αστυνομικής πλοκής ιστορία, διαδραματιζόμενη στα καταπληκτικά τοπία της περιοχής, που αποδίδονται ολοζώντανα μέσα από την πολύ καλή φωτογραφία, καθ’ όλη την διάρκεια της ταινίας.
Μιας ταινίας που όλα μέσα της έχουν κάτι να πουν. Από την εικόνα, μέχρι την τελευταία ατάκα ή το καταπληκτικό χιούμορ που χωρίς εξάρσεις, «σπάει κόκκαλα» ενώ αποτελεί κι αυτό οργανικό της κομμάτι.
Το «κόλλημα» παραδείγματος χάριν, του λοχία της στρατο-χωροφυλακής που τους συνοδεύει, για το αν το πτώμα τελικά βρέθηκε στα όρια προς βορρά και ανήκει στην επαρχία Κιζίλτσουλου, η προς νότο και άρα ανήκει στην περιοχή Σαρίτσογλου…
Το «Κάποτε στην Ανατολία» έχει λοιπόν, την ικανότητα να μιλάει ταυτόχρονα σε πολλά επίπεδα, συμπυκνωμένα, επιβάλλοντας τους δικούς του ρυθμούς χωρίς όμως σε καμία περίπτωση να κουράζει. Σε κερδίζει με την απλότητά του, στην οποία σημαντικότατο μερίδιο ευθύνης έχουν και όλοι ανεξαιρέτως οι ηθοποιοί, είτε πρωταγωνιστούν είτε όχι, απλά με το να «μην υπάρχουν»!
Δηλαδή δεν φαίνεται πουθενά ο ηθοποιός που υποδύεται τον ρόλο. Φαίνεται ο ίδιος ο ρόλος. Όχι κάποιος που υποδύεται τον αστυνομικό, τον οδηγό, τον εισαγγελέα, αλλά ο ίδιος ο αστυνομικός, ο οδηγός, ο εισαγγελέας. Σαν το παράδειγμα του αξέχαστου ηθοποιού Μάσιμο Τροΐζι που είχε ενσαρκώσει τον ταχυδρόμο του ποιητή Νερούδα στην ταινία «Il Postino» το 1994.
Info: Η ταινία προβάλλεται από την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου, στους κινηματογράφους Άστυ στην Κοραή και Νιρβάνα στην Αλεξάνδρας.
http://ergatiki.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=3305:i992&Itemid=11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου