γράφει ο Νεκτάριος Δαργάκης
Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου «Η
εργατική τάξη σήμερα».
Ο Λέανδρος Μπόλαρης, πατώντας πάνω στους κλασικούς του Μαρξισμού
και εφοδιασμένος με τα πιο φρέσκα στοιχεία σε σχέση με την κατάσταση και
το μέγεθος της εργατικής τάξης, υποστηρίζει ότι οι βασικές θέσεις των
Μαρξ-Ένγκελς σε σχέση με το επαναστατικό υποκείμενο για την αλλαγή της
κοινωνίας είναι πιο επίκαιρες από ποτέ. Δίνει συνοπτικές απαντήσεις στις
θεωρίες που υποστηρίζουν είτε ότι η εργατική τάξη δεν υπάρχει πια, είτε
ότι έχει συρρικνωθεί σε βαθμό που δεν μπορεί να παίξει τον ιστορικό της
ρόλο και προκαλεί ερεθίσματα για περισσότερο διάβασμα και δράση.
To βιβλίο μπαίνει αμέσως στα βαθιά αφού στο πρώτο κεφάλαιο απαντάει στο ερώτημα τι είναι τάξη. Στα σχολικά βιβλία η έννοια της τάξης είναι εξαφανισμένη. Στους χώρους των Πανεπιστημίων η πιο διαδεδομένη άποψη για το πώς ορίζει κανείς την τάξη έρχεται μέσα από μια «πολυπαραγοντική» προσέγγιση. Στην Κοινωνιολογία, για παράδειγμα, ο Μαξ Βέμπερ είναι ο διανοούμενος που έχει συνδέσει το όνομα του με αυτήν την οπτική.
Όμως, αυτή η ανάλυση οδηγεί τελικά σε ταυτολογίες του είδους «είσαι ό, τι δηλώσεις». Ο Λ. Μπόλαρης θυμίζει ότι η έννοια της τάξης είναι αντικειμενική. Η εργατική τάξη υπάρχει πρώτα ως τάξη «καθ’ εαυτή», είναι δημιούργημα του καπιταλισμού για να μπορέσει στη συνέχεια να υπάρξει και ως τάξη «για τον εαυτό της», δηλαδή με συνείδηση για τη θέση της και τα συμφέροντα της.
Αυτό που καθορίζει σε ποια τάξη ανήκει μια ομάδα ανθρώπων είναι η σχέση με τα μέσα παραγωγής, όπως συνέβαινε σε όλες τις εκμεταλλευτικές κοινωνίες και ισχύει ιδιαίτερα για τον καπιταλισμό. Αυτό ισχύει τόσο για τους εργάτες, όσο και για τους καπιταλιστές.
Οι καταπιεστικές σχέσεις έχουν τις ρίζες τους στις σχέσεις εκμετάλλευσης. Στην πορεία της διαμόρφωσης των ανθρώπινων κοινωνιών διαμορφώθηκαν ταξικές, εκμεταλλευτικές κοινωνίες στις οποίες η άρχουσα τάξη αποσπά το «υπερπροιόν», ό,τι δηλαδή «περισσεύει» από τα αναγκαία για την επιβίωση της κοινωνίας με τον έλεγχο των πηγών του πλούτου, τα μέσα παραγωγής. Για να μπορέσει να επιβιώσει το κεφάλαιο παράγει στην ουσία κεφάλαιο και το κάνει αυτό μόνο αν παράγει υπεραξία. Την υπεραξία την παράγει η εργατική τάξη με τη δουλειά της.
Όμως, τα συμφέροντα των εργατών και της κυρίαρχης τάξης σε καμία περίπτωση δεν συμπίπτουν. Αντίθετα, η σύγκρουση μεταξύ τους έρχεται αντικειμενικά. Οι καπιταλιστές κατέχουν τα μέσα παραγωγής και οι εργάτες μόνο την εργατική τους δύναμη. Για να επιβιώσουν οι καπιταλιστές στον ανταγωνισμό μεταξύ τους χρειάζεται να αυξήσουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Για να το κάνουν αυτό προσπαθούν να τη διαιρέσουν με το ρατσισμό, τον εθνικισμό και άλλες μορφές διακρίσεων. Για αυτό και η εργατική τάξη έχει αντικειμενικό συμφέρον να ταχθεί ενάντια σε κάθε είδους προσπάθεια διαίρεσης της και να παλέψει συλλογικά.
Άλλωστε, αυτό είναι ένα ακόμα βασικό της χαρακτηριστικό. Τη συλλογικότητα την επιβάλλει αντικειμενικά το κεφάλαιο συγκεντρώνοντας την εργατική τάξη σε μεγάλα εργοστάσια και χώρους δουλειάς. Είναι μια τάξη που εργάζεται συλλογικά και παλεύει συλλογικά. Δεν έχει άλλη επιλογή.
Αυτή η διαπίστωση δεν ισχύει για τις άλλες καταπιεσμένες τάξεις της κοινωνίας. Οι αγρότες, για παράδειγμα, έχουν στο ενεργητικό τους μεγάλα επαναστατικά ξεσπάσματα όπου κατάφερναν να κερδίσουν αναδασμό της γης, αλλά στη συνέχεια γατζώνονταν ο καθένας στο κτήμα του. Ο εργάτης δεν μπορεί να πάρει ένα κομμάτι της επιχείρησης και να το διαχειριστεί μόνος του ως αφεντικό.
Αυτό έχει αποδείξει και η ιστορική εμπειρία. Κάθε φορά που οι εργατικοί αγώνες φτάνουν στο επίπεδο της εξέγερσης γεννιούνται μορφές και όργανα συλλογικού ελέγχου της οικονομίας και ολόκληρης της κοινωνίας, όπως τα σοβιέτ στη Ρωσία.
Η εργατική τάξη είναι η τεράστια πλειοψηφία και παλεύει για το συμφέρον της τεράστιας πλειοψηφίας. Ο ιστορικός της ορίζοντας είναι η πλήρης κατάργηση όλων των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής, του καπιταλιστικού εποικοδομήματος που τις προστατεύει και τελικά η κατάργηση όλων των τάξεων, δηλαδή και του εαυτού της.
Μήπως αυτά όμως ίσχυαν τον καιρό του Μαρξ, ενώ σήμερα η εργατική τάξη έχει συρρικνωθεί; Η εικόνα που δίνει ο Λ. Μπόλαρης μέσα από συγκεκριμένα στοιχεία είναι ακριβώς η αντίθετη. Η εργατική τάξη είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη στιγμή στην ιστορία. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 υπήρχαν 700 εκατομμύρια εργάτες και μαζί με τα εξαρτώμενα μέλη των οικογενειών τους και τους συνταξιούχους έφταναν το 1,5 με 2 δισεκατομμύρια. Μύθος είναι και η υποτιθέμενη εξαφάνιση της βιομηχανικής εργατικής τάξης. Παρουσιάζεται μία ελαφρά πτώση της (υπάρχουν συγκεκριμένα νούμερα στο βιβλίο), αλλά αυτό οφείλεται στις πιέσεις της κρίσης. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι λιγότεροι βιομηχανικοί εργάτες παράγουν περισσότερη αξία και υπεραξία, έχει αυξηθεί η παραγωγικότητα τους. Δίπλα σε αυτούς τους εργάτες υπάρχουν δεκάδες εκατομμύρια που δουλεύουν στον τομέα των υπηρεσιών.
Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση. Τα τελευταία 20 χρόνια έχουν προστεθεί ένα εκατομμύριο στη «στρατιά της μισθωτής εργασίας», ενώ στη βιομηχανία δουλεύουν 562 χιλιάδες εργάτες. Οι γυναίκες εργάτριες και οι μετανάστες είναι από τα πιο ζωντανά κομμάτια της τάξης παρά τα εκάστοτε στερεότυπα, όπως ότι το αντιπροσωπευτικό δείγμα της τάξης είναι «ένας άνδρας, στα σαράντα, Έλληνας οικογενειάρχης».
Στη συνέχεια το βιβλίο πιάνει το «καυτό» θέμα των εργαζόμενων στις υπηρεσίες όπου πραγματικά υπάρχει μια μεγάλη αύξηση. Η βασική παρατήρηση που υπάρχει είναι ότι στην εργατική τάξη έχουν προστεθεί μεγάλα κομμάτια που μπορεί να μην παράγουν άμεσα υπεραξία για τους καπιταλιστές, αλλά δουλειά τους είναι η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Αυτά τα κομμάτια δεν υπήρχαν την περίοδο που έγραφε ο Μαρξ πχ οι εργαζόμενοι στις κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά σήμερα υπάρχει μια διαδικασία «προλεταριοποίησης» στρωμάτων τα οποία όταν εμφανίστηκαν δεν ανήκαν στην εργατική τάξη.
Σε αυτό το κομμάτι του βιβλίου ο Λ. Μπόλαρης εξηγεί πως είναι φτιαγμένες οι μεγάλες, «γραφειοκρατικά» οργανωμένες μονάδες στο σύγχρονο καπιταλισμό. Στην κορυφή υπάρχουν οι ανώτεροι διοικητές και μάνατζερ που διαμορφώνουν την πολιτική και ανήκουν στην αστική τάξη (χρησιμοποιεί τον όρο «πολιτικοί καπιταλιστές»), οι μεσαίοι που την εφαρμόζουν και ανήκουν στη «νέα μεσαία τάξη» (όρος που πρώτος εισήγαγε ο Άλεξ Καλλίνικος), αλλά δεν αποτελούν μια ενιαία τάξη και μια μάζα εργαζόμενων που εκτελούν κάποια ρουτινιάρικη δουλειά, υπόκεινται στον έλεγχο των δυο παραπάνω ομάδων και ανήκουν αντικειμενικά στην εργατική τάξη.
Έπειτα, αναλύει το φαινόμενο των «οιονεί μισθωτών» που στην πραγματικότητα είναι κομμάτι της εργατικής τάξης, όπως ισχύει για πολλούς μηχανικούς, δημοσιογράφους κ.α.
Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου αντιμετωπίζει τις θεωρίες που έχουν «αποχαιρετίσει» την εργατική τάξη ως το επαναστατικό υποκείμενο λόγω του «κατακερματισμού» της.
Όσοι συμμερίζονται αυτήν την άποψη είτε ξεκινούν από την ύπαρξη της «εργατικής αριστοκρατίας», είτε από το ρεύμα της «εργατικής αυτονομίας» φτάνουν στο ίδιο συμπέρασμα από δύο λάθος αφετηρίες: είτε προβιβάζουν τα μεσοστρώματα, είτε τα υποβιβάζουν σε «νεόπτωχους» σε σχέση με την εργατική τάξη.
Σε αυτό το κεφάλαιο υπάρχουν οι εξηγήσεις σε σχέση με τη θέση της αριστεράς (ιδιαίτερα του ΚΚΕ) σε σχέση με την εργατική αριστοκρατία και η κατάρριψη των μύθων σχετικά με το «πρεκαριάτο» που είναι η τελευταία προσπάθεια να προσδιοριστεί το νέο επαναστατικό υποκείμενο από τη μεριά της αυτονομίας. Τελευταία και σημαντική παρατήρηση του βιβλίου είναι ότι η ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας «δεν έχει να κάνει με τη μεταμόρφωση του κόσμου της εργασίας», αλλά με τις πιέσεις της κρίσης. Άλλωστε, οι συμβασιούχοι που είναι κλασικό κομμάτι που δουλεύουν με αυτές τις σχέσεις έχουν αποδείξει ότι χρησιμοποιούν τα παραδοσιακά εργαλεία της οργανωμένης εργατικής τάξης, τις απεργίες και τις καταλήψεις, ενώ προσπαθούν να φτιάξουν νέα σωματεία.
Όλα τα κείμενα διέπονται από την βαθιά πίστη και ανάλυση της βασικής ιδέας των επαναστατών μαρξιστών ότι «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας». Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή, «ο Μαρξ και ο Ένγκελς, στις σελίδες του Κομμουνιστικού Μανιφέστου παρομοίαζαν το σχετικά νεαρό τότε σύστημα του καπιταλισμού με μαθητευόμενο μάγο, που είχε απελευθερώσει δυνάμεις τις οποίες δεν μπορούσε να ελέγξει. Σήμερα, ο «μάγος» έχει γεράσει και τα ξόρκια του απειλούν την ανθρωπότητα με ανυπολόγιστες καταστροφές».
Η μόνη δύναμη που μπορεί να σταματήσει αυτή την πορεία είναι η εργατική τάξη. Το βιβλίο αυτό είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για τους πρωταγωνιστές της εργατικής αντίστασης στην κυβέρνηση, τα Μνημόνια και την τρόικα και συνολικά στη μάχη για την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.
http://ergatiki.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=2330:i970&Itemid=62
To βιβλίο μπαίνει αμέσως στα βαθιά αφού στο πρώτο κεφάλαιο απαντάει στο ερώτημα τι είναι τάξη. Στα σχολικά βιβλία η έννοια της τάξης είναι εξαφανισμένη. Στους χώρους των Πανεπιστημίων η πιο διαδεδομένη άποψη για το πώς ορίζει κανείς την τάξη έρχεται μέσα από μια «πολυπαραγοντική» προσέγγιση. Στην Κοινωνιολογία, για παράδειγμα, ο Μαξ Βέμπερ είναι ο διανοούμενος που έχει συνδέσει το όνομα του με αυτήν την οπτική.
Όμως, αυτή η ανάλυση οδηγεί τελικά σε ταυτολογίες του είδους «είσαι ό, τι δηλώσεις». Ο Λ. Μπόλαρης θυμίζει ότι η έννοια της τάξης είναι αντικειμενική. Η εργατική τάξη υπάρχει πρώτα ως τάξη «καθ’ εαυτή», είναι δημιούργημα του καπιταλισμού για να μπορέσει στη συνέχεια να υπάρξει και ως τάξη «για τον εαυτό της», δηλαδή με συνείδηση για τη θέση της και τα συμφέροντα της.
Αυτό που καθορίζει σε ποια τάξη ανήκει μια ομάδα ανθρώπων είναι η σχέση με τα μέσα παραγωγής, όπως συνέβαινε σε όλες τις εκμεταλλευτικές κοινωνίες και ισχύει ιδιαίτερα για τον καπιταλισμό. Αυτό ισχύει τόσο για τους εργάτες, όσο και για τους καπιταλιστές.
Οι καταπιεστικές σχέσεις έχουν τις ρίζες τους στις σχέσεις εκμετάλλευσης. Στην πορεία της διαμόρφωσης των ανθρώπινων κοινωνιών διαμορφώθηκαν ταξικές, εκμεταλλευτικές κοινωνίες στις οποίες η άρχουσα τάξη αποσπά το «υπερπροιόν», ό,τι δηλαδή «περισσεύει» από τα αναγκαία για την επιβίωση της κοινωνίας με τον έλεγχο των πηγών του πλούτου, τα μέσα παραγωγής. Για να μπορέσει να επιβιώσει το κεφάλαιο παράγει στην ουσία κεφάλαιο και το κάνει αυτό μόνο αν παράγει υπεραξία. Την υπεραξία την παράγει η εργατική τάξη με τη δουλειά της.
Υπεραξία
Στη συνέχεια, το βιβλίο υποστηρίζει την βασική θέση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου ότι «μόνο το προλεταριάτο είναι πραγματικά επαναστατική τάξη». Χωρίς την εργατική τάξη δεν υπάρχει κεφάλαιο. Οι εργάτες βρίσκονται στην καρδιά της παραγωγής, του μηχανισμού που παράγει τα κέρδη των καπιταλιστών. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «σε κάθε φάση εξέλιξης του συστήματος, η «ζωντανή εργασία», η δουλειά του συλλογικού εργάτη είναι ο αναγκαίος παράγοντας για να δημιουργηθεί η αξία των προϊόντων και να παραχθεί η υπεραξία που είναι η βάση του κέρδους των καπιταλιστών».Όμως, τα συμφέροντα των εργατών και της κυρίαρχης τάξης σε καμία περίπτωση δεν συμπίπτουν. Αντίθετα, η σύγκρουση μεταξύ τους έρχεται αντικειμενικά. Οι καπιταλιστές κατέχουν τα μέσα παραγωγής και οι εργάτες μόνο την εργατική τους δύναμη. Για να επιβιώσουν οι καπιταλιστές στον ανταγωνισμό μεταξύ τους χρειάζεται να αυξήσουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης. Για να το κάνουν αυτό προσπαθούν να τη διαιρέσουν με το ρατσισμό, τον εθνικισμό και άλλες μορφές διακρίσεων. Για αυτό και η εργατική τάξη έχει αντικειμενικό συμφέρον να ταχθεί ενάντια σε κάθε είδους προσπάθεια διαίρεσης της και να παλέψει συλλογικά.
Άλλωστε, αυτό είναι ένα ακόμα βασικό της χαρακτηριστικό. Τη συλλογικότητα την επιβάλλει αντικειμενικά το κεφάλαιο συγκεντρώνοντας την εργατική τάξη σε μεγάλα εργοστάσια και χώρους δουλειάς. Είναι μια τάξη που εργάζεται συλλογικά και παλεύει συλλογικά. Δεν έχει άλλη επιλογή.
Αυτή η διαπίστωση δεν ισχύει για τις άλλες καταπιεσμένες τάξεις της κοινωνίας. Οι αγρότες, για παράδειγμα, έχουν στο ενεργητικό τους μεγάλα επαναστατικά ξεσπάσματα όπου κατάφερναν να κερδίσουν αναδασμό της γης, αλλά στη συνέχεια γατζώνονταν ο καθένας στο κτήμα του. Ο εργάτης δεν μπορεί να πάρει ένα κομμάτι της επιχείρησης και να το διαχειριστεί μόνος του ως αφεντικό.
Αυτό έχει αποδείξει και η ιστορική εμπειρία. Κάθε φορά που οι εργατικοί αγώνες φτάνουν στο επίπεδο της εξέγερσης γεννιούνται μορφές και όργανα συλλογικού ελέγχου της οικονομίας και ολόκληρης της κοινωνίας, όπως τα σοβιέτ στη Ρωσία.
Η εργατική τάξη είναι η τεράστια πλειοψηφία και παλεύει για το συμφέρον της τεράστιας πλειοψηφίας. Ο ιστορικός της ορίζοντας είναι η πλήρης κατάργηση όλων των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής, του καπιταλιστικού εποικοδομήματος που τις προστατεύει και τελικά η κατάργηση όλων των τάξεων, δηλαδή και του εαυτού της.
Μήπως αυτά όμως ίσχυαν τον καιρό του Μαρξ, ενώ σήμερα η εργατική τάξη έχει συρρικνωθεί; Η εικόνα που δίνει ο Λ. Μπόλαρης μέσα από συγκεκριμένα στοιχεία είναι ακριβώς η αντίθετη. Η εργατική τάξη είναι μεγαλύτερη από κάθε άλλη στιγμή στην ιστορία. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 υπήρχαν 700 εκατομμύρια εργάτες και μαζί με τα εξαρτώμενα μέλη των οικογενειών τους και τους συνταξιούχους έφταναν το 1,5 με 2 δισεκατομμύρια. Μύθος είναι και η υποτιθέμενη εξαφάνιση της βιομηχανικής εργατικής τάξης. Παρουσιάζεται μία ελαφρά πτώση της (υπάρχουν συγκεκριμένα νούμερα στο βιβλίο), αλλά αυτό οφείλεται στις πιέσεις της κρίσης. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι λιγότεροι βιομηχανικοί εργάτες παράγουν περισσότερη αξία και υπεραξία, έχει αυξηθεί η παραγωγικότητα τους. Δίπλα σε αυτούς τους εργάτες υπάρχουν δεκάδες εκατομμύρια που δουλεύουν στον τομέα των υπηρεσιών.
Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση. Τα τελευταία 20 χρόνια έχουν προστεθεί ένα εκατομμύριο στη «στρατιά της μισθωτής εργασίας», ενώ στη βιομηχανία δουλεύουν 562 χιλιάδες εργάτες. Οι γυναίκες εργάτριες και οι μετανάστες είναι από τα πιο ζωντανά κομμάτια της τάξης παρά τα εκάστοτε στερεότυπα, όπως ότι το αντιπροσωπευτικό δείγμα της τάξης είναι «ένας άνδρας, στα σαράντα, Έλληνας οικογενειάρχης».
Στη συνέχεια το βιβλίο πιάνει το «καυτό» θέμα των εργαζόμενων στις υπηρεσίες όπου πραγματικά υπάρχει μια μεγάλη αύξηση. Η βασική παρατήρηση που υπάρχει είναι ότι στην εργατική τάξη έχουν προστεθεί μεγάλα κομμάτια που μπορεί να μην παράγουν άμεσα υπεραξία για τους καπιταλιστές, αλλά δουλειά τους είναι η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Αυτά τα κομμάτια δεν υπήρχαν την περίοδο που έγραφε ο Μαρξ πχ οι εργαζόμενοι στις κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά σήμερα υπάρχει μια διαδικασία «προλεταριοποίησης» στρωμάτων τα οποία όταν εμφανίστηκαν δεν ανήκαν στην εργατική τάξη.
Σε αυτό το κομμάτι του βιβλίου ο Λ. Μπόλαρης εξηγεί πως είναι φτιαγμένες οι μεγάλες, «γραφειοκρατικά» οργανωμένες μονάδες στο σύγχρονο καπιταλισμό. Στην κορυφή υπάρχουν οι ανώτεροι διοικητές και μάνατζερ που διαμορφώνουν την πολιτική και ανήκουν στην αστική τάξη (χρησιμοποιεί τον όρο «πολιτικοί καπιταλιστές»), οι μεσαίοι που την εφαρμόζουν και ανήκουν στη «νέα μεσαία τάξη» (όρος που πρώτος εισήγαγε ο Άλεξ Καλλίνικος), αλλά δεν αποτελούν μια ενιαία τάξη και μια μάζα εργαζόμενων που εκτελούν κάποια ρουτινιάρικη δουλειά, υπόκεινται στον έλεγχο των δυο παραπάνω ομάδων και ανήκουν αντικειμενικά στην εργατική τάξη.
Έπειτα, αναλύει το φαινόμενο των «οιονεί μισθωτών» που στην πραγματικότητα είναι κομμάτι της εργατικής τάξης, όπως ισχύει για πολλούς μηχανικούς, δημοσιογράφους κ.α.
«Συλλογικός εργάτης»
Στο επόμενο κομμάτι αυτού του κεφαλαίου αντιμετωπίζει τις θεωρίες του Νίκου Πουλαντζά, εντοπίζει τρία βασικά προβλήματα στη θεωρία του και τονίζει ότι εξακολουθεί να ισχύει η έννοια του «συλλογικού εργάτη», όπως την είχε χρησιμοποιήσει ο Μαρξ.Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου αντιμετωπίζει τις θεωρίες που έχουν «αποχαιρετίσει» την εργατική τάξη ως το επαναστατικό υποκείμενο λόγω του «κατακερματισμού» της.
Όσοι συμμερίζονται αυτήν την άποψη είτε ξεκινούν από την ύπαρξη της «εργατικής αριστοκρατίας», είτε από το ρεύμα της «εργατικής αυτονομίας» φτάνουν στο ίδιο συμπέρασμα από δύο λάθος αφετηρίες: είτε προβιβάζουν τα μεσοστρώματα, είτε τα υποβιβάζουν σε «νεόπτωχους» σε σχέση με την εργατική τάξη.
Σε αυτό το κεφάλαιο υπάρχουν οι εξηγήσεις σε σχέση με τη θέση της αριστεράς (ιδιαίτερα του ΚΚΕ) σε σχέση με την εργατική αριστοκρατία και η κατάρριψη των μύθων σχετικά με το «πρεκαριάτο» που είναι η τελευταία προσπάθεια να προσδιοριστεί το νέο επαναστατικό υποκείμενο από τη μεριά της αυτονομίας. Τελευταία και σημαντική παρατήρηση του βιβλίου είναι ότι η ελαστικοποίηση των σχέσεων εργασίας «δεν έχει να κάνει με τη μεταμόρφωση του κόσμου της εργασίας», αλλά με τις πιέσεις της κρίσης. Άλλωστε, οι συμβασιούχοι που είναι κλασικό κομμάτι που δουλεύουν με αυτές τις σχέσεις έχουν αποδείξει ότι χρησιμοποιούν τα παραδοσιακά εργαλεία της οργανωμένης εργατικής τάξης, τις απεργίες και τις καταλήψεις, ενώ προσπαθούν να φτιάξουν νέα σωματεία.
Όλα τα κείμενα διέπονται από την βαθιά πίστη και ανάλυση της βασικής ιδέας των επαναστατών μαρξιστών ότι «η απελευθέρωση της εργατικής τάξης είναι έργο της ίδιας». Όπως αναφέρεται στην εισαγωγή, «ο Μαρξ και ο Ένγκελς, στις σελίδες του Κομμουνιστικού Μανιφέστου παρομοίαζαν το σχετικά νεαρό τότε σύστημα του καπιταλισμού με μαθητευόμενο μάγο, που είχε απελευθερώσει δυνάμεις τις οποίες δεν μπορούσε να ελέγξει. Σήμερα, ο «μάγος» έχει γεράσει και τα ξόρκια του απειλούν την ανθρωπότητα με ανυπολόγιστες καταστροφές».
Η μόνη δύναμη που μπορεί να σταματήσει αυτή την πορεία είναι η εργατική τάξη. Το βιβλίο αυτό είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για τους πρωταγωνιστές της εργατικής αντίστασης στην κυβέρνηση, τα Μνημόνια και την τρόικα και συνολικά στη μάχη για την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας.
http://ergatiki.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=2330:i970&Itemid=62
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου