Από τον Αριστοφάνη ως τον Μαρκήσιο ντε Σαντ και από τον Χένρι Μίλερ ως τη χυμώδη ηρωίδα κόμικς Ντρούνα
«Θέλω οι άντρες και οι γυναίκες να είναι σε θέση να σκέφτονται το σεξ ολοκληρωμένα, ειλικρινά και υγιώς. Ακόμη και αν δεν μπορούμε να ενεργούμε σεξουαλικά κατά τρόπο που να μας ικανοποιεί πλήρως, ας σκεφτόμαστε τουλάχιστον σεξουαλικά ολοκληρωμένα και σαφώς. Εχουμε μεγάλη ανάγκη να πράττουμε σύμφωνα με τις σκέψεις μας και να σκεφτόμαστε σύμφωνα με τις πράξεις μας. Και αυτό είναι το αληθινό μήνυμα αυτού του βιβλίου» έγραφε στην εισαγωγή της ιδιωτικής, αλογόκριτης έκδοσης του «Εραστή της Λαίδης Τσάτερλυ» ο Ντ. Χ. Λόρενς . Πρόκειται για το βιβλίο που αποτέλεσε για χιλιάδες νεαρούς οι οποίοι το διάβασαν κρυφά την πρώτη σεξουαλική τους αγωγή, απαγορεύτηκε πολλές φορές, κατασχέθηκε, ρίχτηκε στην πυρά αλλά αν και έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας από τότε που γράφτηκε, εξακολουθεί να θεωρείται το best της ερωτικής λογοτεχνίας.
Από την εποχή του Ομήρου ως τον Ντε Σαντ και τις ηρωίδες των κόμικς σαν την Ντρούνα οι ερωτικές περιγραφές, σοφτ ή σκληρές, αποτελούσαν πάντα τα στοιχεία συζήτησης, έθεταν πάντα το ερώτημα της νομιμοποίησής τους ως λογοτεχνίας ή μη- λογοτεχνίας. Οι δυτικές κοινωνίες χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να ξεπεράσουν το πρόβλημα του σεξ ως θεματικού στοιχείου ικανού να προκαλεί αισθητική απόλαυση όσο και ένα λογοτεχνικό βιβλίο μιας άλλης θεματολογίας.
Τον 17ο και τον 18ο αιώνα τα κοινωνικά συστήματα από τη μια έδωσαν ελευθερίες στο άτομο, από την άλλη απαγόρευσαν κάποιες από αυτές αφού προσπάθησαν να ελέγξουν το σύστημα της αφροδίσιας ζωής με δέσμες απαγορεύσεων βάζοντας κανόνες για το τι είναι θεμιτή και τι αθέμιτη σεξουαλικότητα, τι ορίζεται πορνεία, ποιου είδους ερωτικές συνευρέσεις απαγορεύονται κ.λπ. Η λογοτεχνία είναι ίσως η μόνη δύναμη που προσπάθησε να ανατρέψει αυτούς τους κανόνες φέρνοντας στο φως το «απαγορευμένο».
Στη Γαλλία εμφανίζεται στη γραπτή παράδοση, γύρω στα 1477, ο τύπος «libertinien» που σηματοδοτούσε τους ελευθέριους του πνεύματος κάτω από τον οποίον θα στεγαστούν σειρά έργων ερωτισμού και ελευθερίων ηθών και θα δώσουν ήρωες σαν τον Δον Ζουάν, τον οποίο θα σκιαγραφήσει ο Μολιέρος στα 1665. Στη συνέχεια, τον 17ο και τον 18ο αιώνα, κάτω από το πνεύμα των νέων φιλοσοφικών ιδεών των εγκυκλοπαιδι στών και του Διαφωτισμού θα ξεπηδήσει μια πλειάδα έργων της ερωτικής λογοτεχνίας, όπως ο Λακλό («Επικίνδυνες σχέσεις») και ο κορυφαίος Ντε Σαντ.
Στην Αγγλία τα πρώτα ερωτογραφήματα τα βρίσκουμε στους «Μύθους του Καντέρμπουρι» του Τσόσερ όπου «Η Σύζυγος στο Μπαθ» διακηρύσσει χαρούμενα το ακόρεστο των ερωτικών της πόθων. Τον 17ο αιώνα η ερωτική λογοτεχνία θα βρεθεί στο απόγειό της. Ενδεικτικά κάποιοι τίτλοι «Η δίκη του Λόρδου Οντλι για συνενοχή στον βιασμό της λαίδης του» ή «Οι συναρπαστικές και αισθησιακές απολαύσεις οι οποίες αντλούνται από την συντριβή και ταπείνωση του πνεύματος μιας όμορφης και σεμνής νέας κυρίας».
Ο Ντάνιελ Ντεφόε, ο αυστηρός ηθικολόγος, συγγραφέας θρησκευτικών και πολιτικών φυλλαδίων τον 17ο αιώνα, πολύ γνωστός για τον «Ροβινσώνα Κρούσο», θα γράψει το έργο του «Μόλι Φλάντερς», του οποίου ο ακριβής τίτλος είναι «Τα ευτυχήματα και οι ατυχίες της διάσημης Μόλι Φλάντερς, η οποία γεννήθηκε στο Νιουγκέιτ και κατά τη διάρκεια ενός βίου συνεχούς ποικιλίας, για εξήντα χρόνια, εκτός της παιδικής ηλικίας της, υπήρξε επί δώδεκα χρόνια εταίρα, πέντε φορές σύζυγος (μία εκ των οποίων του αδελφού της), επί δώδεκα χρόνια κλέφτρα, επί οκτώ χρόνια εξόριστη κατάδικος στη Βιρτζίνια, τελικά πλούτισε, έζησε τίμια και μετανοούσα»!
Τα όρια μεταξύ πορνογραφίας και ερωτικής τέχνης συγχέονται και στις άλλες τέχνες, στα κόμικς, στον κινηματογράφο, στα εικαστικά. Υπάρχει όμως πάντα κάτι ανεξήγητο που κάνει κάποια έργα από αυτά να είναι τέχνη και κάποια απλή πορνογραφία.
Ο Μπατάιγ, κλασικός θεωρητικός του ερωτισμού, τον συνδέει με τη θρησκεία και τον θάνατο. Η θυσία που επικαλείται η θρησκεία είναι για τον Μπατάιγ η πράξη που ενώνει τη σεξουαλικότητα με το ιερό. «Τόσο στη θυσία όσο και στη σεξουαλική αποχαλίνωση αίρεται το θεμελιώδες ταμπού ολόκληρου του πολιτισμού, το ταμπού του φόνου, και το ατομικό ον πεθαίνει ως τέτοιο, προκειμένου να επανενωθεί με την ακατάβλητη πλημμυρίδα της ζωής, που είναι ο κόσμος, η φύση, το Είναι».
Οι απόψεις του Μπατάιγ ανακαλούν εκείνες του Ντε Σαντ ο οποίος καλούσε τους αναγνώστες του να εντρυφήσουν στα πάθη τους, «πάθη για τα οποία σας φοβερίζουν οι πεζοί ηθικολόγοι, πάθη που δεν είναι, ωστόσο, παρά τα μέσα που χρησιμοποιεί η φύση για να οδηγήσει τον άνθρωπο προς τους σκοπούς που του προδιαγράφει» για να καταλήξει «δώστε αυτί μονάχα σ΄ αυτές τις γλυκές παρορμήσεις, γιατί μόνο η δική τους φωνή μπορεί να σας οδηγήσει στην ευτυχία».
Οι αρχές καταδίκασαν τα έργα του. Το 1800 φυλακίστηκε χωρίς δίκη. Δύο χρόνια μετά, με σύμφωνη γνώμη της οικογένειάς του, οδηγήθηκε σε άσυλο φρενοβλαβών. Το 1811 το Υπουργικό Συμβούλιο με πρόεδρο τον Ναπολέοντα αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησής του. Πέθανε στο Ασυλο Σαρεντόν, το 1814.
Το 1923, στην Αβάνα της Κούβας, παντρεύτηκε τον Χιου Γκάιλερ, ένας γάμος που διήρκεσε περισσότερο από 50 χρόνια, αν και η Νιν το 1947, 44 χρόνων, γνώρισε τον κατά 16 χρόνια νεότερό της ηθοποιό Ρούπερτ Πόουλ, τον οποίο παντρεύτηκε το 1955, χωρίς όμως να χωρίσει από τον πρώτο της σύζυγο.
«Θέλω οι άντρες και οι γυναίκες να είναι σε θέση να σκέφτονται το σεξ ολοκληρωμένα, ειλικρινά και υγιώς. Ακόμη και αν δεν μπορούμε να ενεργούμε σεξουαλικά κατά τρόπο που να μας ικανοποιεί πλήρως, ας σκεφτόμαστε τουλάχιστον σεξουαλικά ολοκληρωμένα και σαφώς. Εχουμε μεγάλη ανάγκη να πράττουμε σύμφωνα με τις σκέψεις μας και να σκεφτόμαστε σύμφωνα με τις πράξεις μας. Και αυτό είναι το αληθινό μήνυμα αυτού του βιβλίου» έγραφε στην εισαγωγή της ιδιωτικής, αλογόκριτης έκδοσης του «Εραστή της Λαίδης Τσάτερλυ» ο Ντ. Χ. Λόρενς . Πρόκειται για το βιβλίο που αποτέλεσε για χιλιάδες νεαρούς οι οποίοι το διάβασαν κρυφά την πρώτη σεξουαλική τους αγωγή, απαγορεύτηκε πολλές φορές, κατασχέθηκε, ρίχτηκε στην πυρά αλλά αν και έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας από τότε που γράφτηκε, εξακολουθεί να θεωρείται το best της ερωτικής λογοτεχνίας.
Από την εποχή του Ομήρου ως τον Ντε Σαντ και τις ηρωίδες των κόμικς σαν την Ντρούνα οι ερωτικές περιγραφές, σοφτ ή σκληρές, αποτελούσαν πάντα τα στοιχεία συζήτησης, έθεταν πάντα το ερώτημα της νομιμοποίησής τους ως λογοτεχνίας ή μη- λογοτεχνίας. Οι δυτικές κοινωνίες χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να ξεπεράσουν το πρόβλημα του σεξ ως θεματικού στοιχείου ικανού να προκαλεί αισθητική απόλαυση όσο και ένα λογοτεχνικό βιβλίο μιας άλλης θεματολογίας.
Τον 17ο και τον 18ο αιώνα τα κοινωνικά συστήματα από τη μια έδωσαν ελευθερίες στο άτομο, από την άλλη απαγόρευσαν κάποιες από αυτές αφού προσπάθησαν να ελέγξουν το σύστημα της αφροδίσιας ζωής με δέσμες απαγορεύσεων βάζοντας κανόνες για το τι είναι θεμιτή και τι αθέμιτη σεξουαλικότητα, τι ορίζεται πορνεία, ποιου είδους ερωτικές συνευρέσεις απαγορεύονται κ.λπ. Η λογοτεχνία είναι ίσως η μόνη δύναμη που προσπάθησε να ανατρέψει αυτούς τους κανόνες φέρνοντας στο φως το «απαγορευμένο».
Οταν η απαγόρευση δημιουργούσε παρεκτροπές
Από τον Αριστοφάνη, το «Δάφνις και Χλόη», τα σκωπτικά
μεσαιωνικά τραγούδια, το «Ασμα Ασμάτων, «Το μυρωμένο λιβάδι όπου
διασκεδάζουν οι Αισθήσεις» (που γράφτηκε το πρώτο μισό του 15ου αιώνα
στην Τυνησία, κατά παραγγελία του σουλτάνου Αμπού Φαρίς ) από τον Αμπού Αμπνταλάχ Μουχάμαντ Αλ Ναφζάουι ως τον «Τροπικό του Καρκίνου» του Χένρι Μίλερ, τη «Φιλοσοφία στο μπουντουάρ» του Ντε Σαντ, την «Ιστορία του ματιού» του Ζορζ Μπατάιγ , «Τα ερωτικά» της Αναΐς Νιν, τις «Ερωτικές ιστορίες καθημερινής τρέλας» του Τσαρλς Μπουκόφσκι και τα ερωτικά κόμικς του Μίλο Μανάρα η ερωτική λογοτεχνία συνιστά ξεχωριστό είδος με αριστουργήματα, λιγότερο καλά και άλλα μέτρια λογοτεχνικά έργα. Στη Γαλλία εμφανίζεται στη γραπτή παράδοση, γύρω στα 1477, ο τύπος «libertinien» που σηματοδοτούσε τους ελευθέριους του πνεύματος κάτω από τον οποίον θα στεγαστούν σειρά έργων ερωτισμού και ελευθερίων ηθών και θα δώσουν ήρωες σαν τον Δον Ζουάν, τον οποίο θα σκιαγραφήσει ο Μολιέρος στα 1665. Στη συνέχεια, τον 17ο και τον 18ο αιώνα, κάτω από το πνεύμα των νέων φιλοσοφικών ιδεών των εγκυκλοπαιδι στών και του Διαφωτισμού θα ξεπηδήσει μια πλειάδα έργων της ερωτικής λογοτεχνίας, όπως ο Λακλό («Επικίνδυνες σχέσεις») και ο κορυφαίος Ντε Σαντ.
Στην Αγγλία τα πρώτα ερωτογραφήματα τα βρίσκουμε στους «Μύθους του Καντέρμπουρι» του Τσόσερ όπου «Η Σύζυγος στο Μπαθ» διακηρύσσει χαρούμενα το ακόρεστο των ερωτικών της πόθων. Τον 17ο αιώνα η ερωτική λογοτεχνία θα βρεθεί στο απόγειό της. Ενδεικτικά κάποιοι τίτλοι «Η δίκη του Λόρδου Οντλι για συνενοχή στον βιασμό της λαίδης του» ή «Οι συναρπαστικές και αισθησιακές απολαύσεις οι οποίες αντλούνται από την συντριβή και ταπείνωση του πνεύματος μιας όμορφης και σεμνής νέας κυρίας».
Ο Ντάνιελ Ντεφόε, ο αυστηρός ηθικολόγος, συγγραφέας θρησκευτικών και πολιτικών φυλλαδίων τον 17ο αιώνα, πολύ γνωστός για τον «Ροβινσώνα Κρούσο», θα γράψει το έργο του «Μόλι Φλάντερς», του οποίου ο ακριβής τίτλος είναι «Τα ευτυχήματα και οι ατυχίες της διάσημης Μόλι Φλάντερς, η οποία γεννήθηκε στο Νιουγκέιτ και κατά τη διάρκεια ενός βίου συνεχούς ποικιλίας, για εξήντα χρόνια, εκτός της παιδικής ηλικίας της, υπήρξε επί δώδεκα χρόνια εταίρα, πέντε φορές σύζυγος (μία εκ των οποίων του αδελφού της), επί δώδεκα χρόνια κλέφτρα, επί οκτώ χρόνια εξόριστη κατάδικος στη Βιρτζίνια, τελικά πλούτισε, έζησε τίμια και μετανοούσα»!
Τα όρια της πορνογραφίας
Τα όρια μεταξύ ερωτισμού και πορνογραφίας πολλές φορές συγχέονται.
Πολλοί αποπειράθηκαν να δώσουν ορισμούς. Ο νομπελίστας συγγραφέας Μάριο Βάργκας Λιόσα έχει
πει ότι «το όριο ανάμεσα στον ερωτισμό και την πορνογραφία μπορεί να
προσδιοριστεί μόνο με όρους αισθητικής. Κάθε λογοτεχνικό έργο, που
αναφέρεται στη σεξουαλική απόλαυση και το οποίο προσεγγίζει έναν
προκαθορισμένο βαθμό αισθητικής, μπορεί να χαρακτηριστεί ερωτική
λογοτεχνία. Αν δεν καταφέρνει να ξεπεράσει το όριο αυτό, τότε
πρόκειται για πορνογράφημα. Αν το υλικό είναι σημαντικότερο από την
έκφραση, τότε το κείμενο μπορεί να είναι κάποιο πόνημα ιατρικό ή
κοινωνιολογικό, αλλά δεν θα έχει λογοτεχνική αξία. O ερωτισμός είναι ο
εμπλουτισμός της ερωτικής πράξης και όσων τον περιβάλλουν μέσα από
την κουλτούρα και την αισθητική μορφή. Το ερωτικό προικίζει τη
σεξουαλική πράξη με στολίδια, με μια θεατρικότητα, τα οποίαχωρίς να
διαλύουν την απόλαυση- του δίνουν μια αισθητική διάσταση». Τα όρια μεταξύ πορνογραφίας και ερωτικής τέχνης συγχέονται και στις άλλες τέχνες, στα κόμικς, στον κινηματογράφο, στα εικαστικά. Υπάρχει όμως πάντα κάτι ανεξήγητο που κάνει κάποια έργα από αυτά να είναι τέχνη και κάποια απλή πορνογραφία.
Ο Μπατάιγ, κλασικός θεωρητικός του ερωτισμού, τον συνδέει με τη θρησκεία και τον θάνατο. Η θυσία που επικαλείται η θρησκεία είναι για τον Μπατάιγ η πράξη που ενώνει τη σεξουαλικότητα με το ιερό. «Τόσο στη θυσία όσο και στη σεξουαλική αποχαλίνωση αίρεται το θεμελιώδες ταμπού ολόκληρου του πολιτισμού, το ταμπού του φόνου, και το ατομικό ον πεθαίνει ως τέτοιο, προκειμένου να επανενωθεί με την ακατάβλητη πλημμυρίδα της ζωής, που είναι ο κόσμος, η φύση, το Είναι».
Οι απόψεις του Μπατάιγ ανακαλούν εκείνες του Ντε Σαντ ο οποίος καλούσε τους αναγνώστες του να εντρυφήσουν στα πάθη τους, «πάθη για τα οποία σας φοβερίζουν οι πεζοί ηθικολόγοι, πάθη που δεν είναι, ωστόσο, παρά τα μέσα που χρησιμοποιεί η φύση για να οδηγήσει τον άνθρωπο προς τους σκοπούς που του προδιαγράφει» για να καταλήξει «δώστε αυτί μονάχα σ΄ αυτές τις γλυκές παρορμήσεις, γιατί μόνο η δική τους φωνή μπορεί να σας οδηγήσει στην ευτυχία».
Τέσσερα εμβληματικά έργα
«ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ ΤΡΕΛΑΣ»
του Τσαρλς Μπουκόφσκι
Κυκλοφόρησαν το 1972 και περιέχουν όπως και τα υπόλοιπα βιβλία του
πολλές προσωπικές ιστορίες γεμάτες αλκοόλ και ερωτισμό. Ο προσεκτικός
αναγνώστης θα βρει πίσω από τις ιστορίες τον κοινωνικό καμβά της
Αμερικής των ανθρώπων που ζουν στο περιθώριο, αλλά και τις εμμονές των
υπολοίπων που νομίζουν ότι ζουν σε μια «κανονική κοινωνία». Ο Χένρι
Τσαρλς Μπουκόφσκι, γεννημένος στη Γερμανία αλλά μεγαλωμένος στις ΗΠΑ,
περιπλανήθηκε, άλλαξε δουλειές, στις περισσότερες των οποίων απέτυχε,
ώσπου να βρει τον συγγραφικό του οίστρο. Από το 1960 έγραφε την
εβδομαδιαία στήλη «Νotes of a Dirty old Μan» («Σημειώσεις ενός
πορνόγερου») στην περιθωριακή εφημερίδα «Οpen City».Το 1970 ο εκδότης
του Τζον Μάρτιν τού πρόσφερε 100 δολάρια την εβδομάδα εφ΄ όρου ζωής
προκειμένου να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη συγγραφή. Πέθανε από
λευχαιμία τον Μάρτιο του 1994, στο αγαπημένο του Λος Αντζελες.
«Ο ΤΡΟΠΙΚΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ»
του Χένρι Μίλερ
Ο Μίλερ εκδίδει τον «Τροπικό» το 1934 αφού έχει εγκαταλείψει τις ΗΠΑ
και έχει περιπλανηθεί ως αλήτης στο θρυλικό Παρίσι του Μεσοπολέμου.Το
βιβλίο του θα επαινεθεί από τον Λόρενς Ντάρελ, τον Μπλεζ Σαντράρ, τον
σερ Χέρμπερτ Ριντ, ακόμη και από τον πουριτανό Τ. Σ. Ελιοτ, αλλά θα
απαγορευτεί μαζί με τα άλλα δύο της τριλογίας του («Μαύρη άνοιξη»,
«Τροπικός του Αιγόκερω») ως πορνογραφικά στις ΗΠΑ και δεν κυκλοφόρησαν
παρά τη δεκαετία του 1960, ύστερα από δίκες.Το 1941 εξέδωσε το έργο
του «Ο κολοσσός του Μαρουσιού» το οποίο εμπνεύστηκε από τη γνωριμία
του με τον Κατσίμπαλη, σε ταξίδι του στην Ελλάδα το 1939. Το 1942
μετακόμισε στην Καλιφόρνια όπου και πέθανε στις 7 Ιουνίου 1980.
«Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟ ΜΠΟΥΝΤΟΥΑΡ»
του Μαρκήσιου Ντε Σαντ
Ο ακόλαστος και δεινός φιλόσοφος Ντολμανσέ μυεί στον ανατρεπτικό
«σαδικό» κόσμο την αριστοκρατική παρθένα Ευγενία, φέροντας στην
επιφάνεια τα αλληλοσυγκρουόμενα στοιχεία του ασυνείδητου, προξενώντας
απαγορεύσεις και ταραχή στα καθεστώτα σε όλη τη διάρκεια του 20ού
αιώνα. Το βιβλίο γράφτηκε το 1795, παράλληλα με άλλα έργα, ανάμεσά
τους η περίφημη «Ζυστίν» σε νέα εκδοχή. Οι αρχές καταδίκασαν τα έργα του. Το 1800 φυλακίστηκε χωρίς δίκη. Δύο χρόνια μετά, με σύμφωνη γνώμη της οικογένειάς του, οδηγήθηκε σε άσυλο φρενοβλαβών. Το 1811 το Υπουργικό Συμβούλιο με πρόεδρο τον Ναπολέοντα αποφάσισε τη συνέχιση της κράτησής του. Πέθανε στο Ασυλο Σαρεντόν, το 1814.
«ΤΑ ΕΡΩΤΙΚΑ»
της Αναΐς Νιν
Η θηλυκή πλευρά του Χένρι Μίλερ, οι δυο τους εξάλλου είχαν ερωτική
σχέση που κράτησε είκοσι περίπου χρόνια. Η Νιν είναι ίσως η μόνη
γυναίκα συγγραφέας που ύμνησε απόλυτα τη σεξουαλικότητα και τον
αισθησιασμό. Το έργο της έμεινε στην ιστορία της αμερικανικής
λογοτεχνίας ως η γυναικεία γραφή που προκάλεσε, που εξύμνησε τη
γυναικεία σεξουαλικότητα, που διεκδίκησε αυτό που για τους άνδρες ήδη
θεωρείτο κατακτημένο: την απόλαυση στον έρωτα. Εξάλλου το πιστοποίησε
και με την προσωπική της ζωή αφού έζησε δίγαμη για χρόνια. Το 1923, στην Αβάνα της Κούβας, παντρεύτηκε τον Χιου Γκάιλερ, ένας γάμος που διήρκεσε περισσότερο από 50 χρόνια, αν και η Νιν το 1947, 44 χρόνων, γνώρισε τον κατά 16 χρόνια νεότερό της ηθοποιό Ρούπερτ Πόουλ, τον οποίο παντρεύτηκε το 1955, χωρίς όμως να χωρίσει από τον πρώτο της σύζυγο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου