Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ κρίνει αυτούς που κυβέρνησαν τη χώρα του, από τις απαρχές της ως το 1980 που δολοφονήθηκε ο προκάτοχος του Μουμπάρακ, o Ανουάρ Σαντάτ
Αν ζούσε σήμερα ο Ναγκίμπ Μαχφούζ, ο σημαντικότερος πεζογράφος της Αιγύπτου, θα συμπλήρωνε τα 100 του χρόνια. Και αν μπορούσε να γράψει, ασφαλώς και θα έλεγε όσα θα περίμενε κανείς από έναν συγγραφέα ο οποίος αγαπούσε τη χώρα του και τον λαό της με πάθος και δεν δίστασε σε μεγάλη ηλικία να μιλήσει χωρίς περιστροφές για μείζονα θέματα που απασχολούσαν την κοινωνία της Αιγύπτου, αλλά και τον αραβικό κόσμο και το Ισλάμ γενικότερα. Ο Μαχφούζ πέθανε πριν από πέντε χρόνια και δεν πρόλαβε να δει τα τέκνα της χώρας του να διαδηλώνουν κατά χιλιάδες και την Αίγυπτο να βυθίζεται στο χάος.Ο πρόεδρος της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ συμπληρώνει τρεις ολόκληρες δεκαετίες στην εξουσία. Το καθεστώς του είναι βουτηγμένο στη διαφθορά και στη βία, μια ψευδεπίγραφη δημοκρατία, μια «δημοκρατία ζητιάνων», όπως την είχε αποκαλέσει ο δημοσιογράφος Ρόμπερτ Κάπλαν, με 30.000 πολιτικούς κρατουμένους.
Μόνη εγγύηση ο λαός
Η έκδοση στα ελληνικά πριν από μερικές ημέρες του «μυθιστορήματος» Ενώπιον του θρόνου του Μαχφούζ, την περίοδο των μεγάλων ταραχών που προκαλούν παγκόσμια ανησυχία, είναι ασφαλώς συμπτωματική. Το βιβλίο άλλωστε κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα αραβικά το 1983. Το περιεχόμενό του ωστόσο αποκτά αλληγορική σημασία εξαιτίας των ταραχών. Ο Μαχφούζ εδώ κρίνει τους ηγέτες που σημάδεψαν την ιστορία της Αιγύπτου από τις απαρχές της ως το 1980 που δολοφονήθηκε ο προκάτοχος του Μουμπάρακ, ο Ανουάρ Σαντάτ. Και το κάνει χρησιμοποιώντας ένα παλαιό αλλά δραστικό εύρημα: τους «περνάει» από δίκη. Ενώ όμως οι πολιτικοί ηγέτες κρίνονται ή «δικάζονται» από την Ιστορία, τη θέση της τώρα παίρνουν οι δύο αρχαίες αιγυπτιακές θεότητες: η Ισις και ο Οσιρις.
Ο Μαχφούζ επιλέγει μερικούς από τους σημαντικότερους ηγέτες στην ιστορία της Αιγύπτου, οι οποίοι περνούν από μια φανταστική αίθουσα Δικαιοσύνης όπου «απολογούνται» για τα πεπραγμένα τους και απαντούν ό ένας στις ερωτήσεις του άλλου. Ο συγγραφέας επομένως μεταμορφώνει την πολιτική αρθρογραφία και την κριτική σε αφήγηση. Οσα θέλει να πει τα βάζει στο στόμα των χαρακτήρων του. Ο Νάσερ, λ.χ., επαινείται για τα επιτεύγματά του (να απαλλάξει τη χώρα από την αποικιοκρατία και να ανεβάσει το βιοτικό επίπεδο του λαού), αλλά ο φαραώ Μήνης, που θεωρείται ιδρυτής της Αιγύπτου, τον κατηγορεί για το πραξικόπημα, τις ολοκληρωτικές μεθόδους του, τις διώξεις και την παρακμή στην οποία οδήγησε την Αίγυπτο. Ο Νάσερ με τη σειρά του κατηγορεί τον Σαντάτ ότι πρόδωσε τη χώρα συνάπτοντας ειρήνη με το Ισραήλ, καθώς και ότι «υπονόμευσε και διαστρέβλωσε τη μνήμη του». Και εδώ ο Μαχφούζ βάζει στο στόμα του Σαντάτ μια φράση πολύ χαρακτηριστική όσον αφορά το πώς ερμηνεύεται η Ιστορία και η εμπειρία στον κόσμο της Μέσης Ανατολής: «Χρειαζόμαστε δύο ζωές για να αποκτήσουμε πραγματική σοφία».
Σε συνέντευξή του το στο περιοδικό «Ρaris Review» το 1992 ο συγγραφέας υποστήριξε ότι η κοινωνία έχει το δικαίωμα να υπερασπίζεται τον εαυτό της, αλλά και το κάθε άτομο έχει επίσης το δικαίωμα να υπερασπίζεται τον δικό του. Οι ηγέτες όμως κρίνονται από τις συνέπειες των πράξεών τους. Στην ίδια συνέντευξη ο Μαχφούζ είχε πει για τον Μουμπάρακ ότι ο ίδιος ήταν δημοκράτης, αλλά το σύνταγμά του ήταν αντιδημοκρατικό.
Ποιος όμως είναι ο ιδεώδης ηγέτης; Οπως προκύπτει από το τελευταίο κεφάλαιο του Ενώπιον του θρόνου, είναι αυτός που πετυχαίνει την ενότητα γης και λαού, σαν τον φαραώ Μήνη. Εκείνος που πιστεύει στην επιστήμη, όπως ο Ιμχοτέπ, υπουργός του βασιλιά Τοσόρθου. Οποιος πιστεύει στη σοφία και στη λογοτεχνία, σαν τον σοφό Πτα Χοπέτ. Αυτός που πιστεύει στην ισχύ, σαν τον Τούθμωσι Γ΄. Εκείνος που θέλει να έχει «μια κυβέρνηση από τον λαό για τον λαό». Αλλά και ο λάτρης της κοινωνικής δικαιοσύνης, όπως ο Νάσερ. Και της ειρήνης, σαν τον Σαντάτ. Ηγέτης όμως που να διαθέτει όμως όλες τις παραπάνω ικανότητες δεν έχει εμφανιστεί στην Ιστορία. Γι΄ αυτό η μόνη εγγύηση είναι ο λαός, όταν φυσικά διαθέτει «σοφία και δύναμη».
Τα παραπάνω στα αφτιά ενός Δυτικού μπορεί να ακούγονται απλοϊκά. Δεν είναι εν τούτοις ούτε απλοϊκά ούτε αυτονόητα για έναν λαό και μια χώρα όπου το κατά κεφαλήν εισόδημα δεν ξεπερνά τις 2.700 δολάρια.
Δεν πήγε ποτέ στη Μέκκα
Στην κηδεία του Ναγκίμπ Μαχφούζ το 2006 οι κάτοικοι του Καΐρου σε ατμόσφαιρα υψηλής συναισθηματικής φόρτισης τον αποχαιρέτησαν με τη μελοδραματική φράση«αντίο, Σαίξπηρ των Αράβων». Κατανοητό. Ηταν ο μόνος συγγραφέας του αραβικού κόσμου που αξιώθηκε το 1988 το σημαντικότερο παγκοσμίως λογοτεχνικό βραβείο: το Νομπέλ.
Επιπλέον, εξέφραζε όχι μόνο την περηφάνια αλλά και την ανάγκη ενότητας ενός ολόκληρου λαού.
Τριάντα τέσσερα μυθιστορήματα, 350 διηγήματα, πλήθος κινηματογραφικά σενάρια, καθώς και άρθρα στην κορυφαία εφημερίδα της χώρας, την «Αλ Αχράμ», όπου δημοσιεύθηκαν σε συνέχειες και αρκετά μυθιστορήματά του, συνιστούν ένα έργο εντυπωσιακό σε έκταση και ποιότητα.
Η ζωή του συγγραφέα Μαχφούζ δεν ήταν απαλλαγμένη από περιπέτειες. Το 1978 υποστήριξε τον Σαντάτ και τη συμφωνία ειρήνευσης με το Ισραήλ.Το 1989 καταδίκασε τη φετφά του αγιατολάχ Χομεϊνί (τον οποίο αποκάλεσε «τρομοκράτη»)
εναντίον του Σάλμαν Ρούσντι, με την οποία ο πολιτικός και θρησκευτικός ηγέτης του Ιράν ζητούσε τον θάνατο του Ρούσντι για «βλασφημία» εξαιτίας του βιβλίου του Σατανικοί στίχοι. Ταυτοχρόνως όμως είπε ότι όντως το βιβλίο ήταν προσβλητικό, αλλά κανένας δεν είχε το δικαίωμα να απαγορεύει σε έναν συγγραφέα να λέει τις απόψεις του.
Οι ισλαμιστές τού τα κρατούσαν μαζεμένα.Το 1994 έξω από το σπίτι του ένας από αυτούς τον μαχαίρωσε στον λαιμό. Εκτοτε δυσκολευόταν να κρατήσει το μολύβι και να γράψει.
Ο Μαχφούζ δεν επισκέφθηκε ποτέ τη Μέκκα. Οταν τον ρώτησαν δώδεκα χρόνια προτού πεθάνει αν σκόπευε να την επισκεφθεί, απάντησε: «Οχι. Απεχθάνομαι την κοσμοσυρροή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου