Η μάχη του τέλους
Tης Ελισαβετ Kοτζια / ekotzia@yahoo. gr
Σύντομη αλλά ουσιαστική υπήρξε η διέλευση του Θεσσαλονικιού Τάσου Χατζητάτση από την ελληνική πεζογραφία, του συγγραφέα που εμφανίστηκε στα Γράμματα αργά -το 1997- και πέθανε πρόωρα -το 2008- σε ηλικία 63 ετών. Κι η βία (η εμπόλεμη, η πολιτική, η κοινωνική και η οικογενειακή) στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, ήταν τα θέματα που κυριάρχησαν στις τρεις συλλογές διηγημάτων και στα δύο μυθιστορήματα της ενδεκαετούς λογοτεχνικής παρουσίας του. Τα μότο της τελευταίας συλλογής «Ακροτελεύτιοι εσπερινοί» (Πόλις, σελ. 143) γραμμένης τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του μιλούν για την άδοξη, την απελπισμένη, την εναγώνια μάχη του τέλους. Είναι ο εμβληματικός στίχος του Φίλιπ Λάρκιν «Death is no different whined at than withstood» (που ατελώς διασκευασμένος λέει: «Είτε θρηνολογείς μπροστά του είτε του αντιστέκεσαι, ο θάνατος δεν αλλάζει όψη»). Και είναι η δυσκόλως αποκρυπτόμενη οργή του επίσης Θεσσαλονικιού Κλείτου Κύρου στους στίχους «Πιστεύω να το έχεις ήδη αντιληφθεί/ Το παιχνίδι του τέλους είναι στημένο/ Με τον ίδιο πάντα νικητή/ Γι' αυτό και παίζεται απελπισμένα/ Με νύχια και με δόντια».
Τα οκτώ διηγήματα του βιβλίου είναι από τα καλύτερα του συγγραφέα. Προσωπικά βιώματα και μνήμες, ανηλεώς αδυσώπητα ιστορικά γεγονότα, ανθρώπινες μορφές που παίζουν τη ζωή τους κορώνα - γράμματα. Υπάρχει κάτι σπαρακτικό στη γραφή αυτή: Το γεγονός ότι ο συγγραφέας που, δεν ξέρουμε για ποιο λόγο, παρέμεινε στο μεγαλύτερο μέρος του βίου του σιωπηλός, βρήκε στην τελευταία δεκαετία, κι ακόμα περισσότερο στην τελευταία διετία του, τη δική του φωνή. Δημιούργησε έναν κώδικα, συνέθεσε έναν ήχο, ανακάλυψε έναν τόνο με τον οποίο μπόρεσε άνετα να συνδιαλλαγεί με τους αναγνώστες του, να κουβεντιάσει μαζί τους, να περιγράψει τις τύχες των ηρώων του, να εξιστορήσει τους πόθους και τις διαψεύσεις τους, να αποκαλύψει την ανυπεράσπιστη φύση τους και να επιδείξει ταυτόχρονα την αιμοσταγή τους καρδιά. Η δοκιμασία της απώλειας μοιάζει έτσι για τον Χατζητάτση διπλή: Διότι μαζί με τη ζωή του θα χάσει και την νεοαποκτηθείσα πολύτιμη φωνή του. Κι ωστόσο δεν θρηνεί ούτε μεμψιμοιρεί. Δουλεύει μέχρι τέλους χρησιμοποιώντας και την τελευταία του ανάσα για να μιλήσει όσο το δυνατόν πιο συγκινημένα για την απίστευτη ανθρώπινη περιπέτεια, αποδεχόμενος όπως αποκαλύπτει ο επίτιτλος του τελευταίου διηγήματος «Σε caf? της Ναυαρίνου. (Οριστικά ημιτελές)» την ειρωνική διάθεση της τύχης. «Οριστικά ημιτελές». Και βέβαια το παιχνίδι του τέλους είναι αναμφισβήτητα στημένο.
Τα διηγήματα «Απολυμένη πέτρα», «Ενας καταδικασμένος σε θάνατο δραπέτευσε, ή Ο άνεμος πνέει όπου θέλει», «Κλαίνε οι πατεράδες στον Παράδεισο», «Κατίνα ή Κάθριν» και «Φράουλες», ο Τάσος Χατζητάτσης χαράσσει με απόλυτη οικονομία τις διαδρομές στις ζωές των ηρώων του. Το πραγματολογικό υλικό κάθε διηγήματος -ο αριθμός των χαρακτήρων, το χρονικό άνοιγμα της υπόθεσης, η πλοκή- θα μπορούσαν, αν αναπτύσσονταν, να αποτελέσουν ξεχωριστά μυθιστορήματα. Ηθελημένα, ωστόσο, ο συγγραφέας συμπιέζει τα πάντα έτσι ώστε να παραμείνουν αποτυπωμένα τα καθέκαστα του βίου σε πάρα πολύ γενικές γραμμές, γεγονός που προσφέρει στα κείμενά του ανυπολόγιστη υφολογική δύναμη. Οπως και τα δυο του μυθιστορήματα, έτσι και τα διηγήματα μοιάζουν με παρενθέσεις που ανοίγουν για να μην κλείσουν. Είναι κι αυτά γεμάτα με αποσπασματικά τμήματα από τροχιές που ξεκινούν άξαφνα για να σβήνουν εξίσου αναπάντεχα. Η ζωή των ανθρώπων σε αποσπασματική σύνοψη. Τι σημαίνει η επιλογή αυτή; Το απόλυτο και ταυτόχρονα το σχετικό της σημασίας των υποκειμένων. Μια ζωή που αξίζει να γίνει έπος, αλλά ένα έπος συρρικνωμένο, ημιτελές. Διότι καθείς και το έπος του. Ποιος όμως μπορεί να το διεκδικήσει από τους άλλους στα σοβαρά; Κι ακόμα διότι όπως τόσο σκληρά αναγκάστηκε να το αντιμετωπίσει ο συγγραφέας, ισχύει το «καιροί ου μενετοί».
Πριν από δώδεκα χρόνια, ο Τάσος Χατζητάτσης πρωτοεμφανίστηκε με το τομίδιο διηγημάτων «Εντεκα σικελικοί εσπερινοί» με ιστορίες που παρέπεμπαν στον ελληνικό Εμφύλιο, στις δύσκολες δεκαετίες του '50 και του '60 και στη δικτατορία των Συνταγματαρχών. Και η παρουσία του έγινε αμέσως αισθητή. Με τους «Ακροτελεύτιους εσπερινούς» ο κύκλος φαίνεται πως κλείνει. Το ίχνος, ωστόσο, που ο Τάσος Χατζητάτσης άφησε στην μεταδικτατορική πεζογραφία είναι ευδιάκριτο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου