«Η Χαλκίδα... Σε τόσους κατοίκους δε γνωρίζαμε ούτε καν το διαλεχτό πεζόγράφο και ποιητή Σκαρίμπα, που το πάθος της συναισθηματικής του ψυχής κατακαίει κάθε εφήμερο, που συντηρεί τον άνθρωπο στην καθημερινότητα...»
-- Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Το μυθιστόρημα της κυρίας Ερσης
Η ΜΝΕΙΑ περί Σκαρίμπα από τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη γίνεται αρκετά νωρίς, ήδη από το 1952. Η επακολουθήσασα πρώτη συνάντηση των ιερών αυτών τεράτων της λογοτεχνίας μας, υπήρξε αντάξια και των δύο: ο Σκαρίμπας οδήγησε τον Πεντζίκη σε μια ψαροταβέρνα, προκειμένου ο τελευταίος να απολαύσει φρέσκα ψάρια («τις ενάλιες λαχτάρες» του, όπως συχνά τα αναφέρει), τα οποία και ουδέποτε κατέφθασαν, επειδή ο Σκαρίμπας ουδέποτε τα παρήγγειλε πραγματικά, καίτοι πηγαινοερχόταν άπειρες φορές στην κουζίνα του καταστήματος - μια αναμονή πολλών ωρών που είχε καταντήσει ράκος τον, αρκετά λιχούδη Πεντζίκη, ενώ κατά την άδοξη επιστροφή τους προς τη Χαλκίδα, ο Σκαρίμπας άρχισε καθ’ οδόν τα καραγκιοζιλίκια του, πέφτοντας ανάσκελα στο δρόμο και υποδυόμενος τον πάσχοντα από κολικούς εντέρου...
ΥΠΟΓΕΙΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Ο Πεντζίκης, ο οποίος διηγόταν με απόλαυση όλο αυτό το κάζο, έτρεφε βαθύτατη εκτίμηση για τον Σκαρίμπα. Παρά το χάος που χωρίζει τη συγγραφική αντίληψη, αλλά και τη γραφή του Πεντζίκη από εκείνη του Σκαρίμπα, υπόγειες διαδρομές μας οδηγούν από τον έναν στον άλλον. Και είναι φυσικό, αφού και οι δύο υπήρξαν ανατροπείς του κατεστημένου λόγου και της καθεστηκυΐας περί την πεζογραφία αντιλήψεως, εξαρθρωτές του μύθου, με χιούμορ και καμώματα σατανικά, στο έπακρον αληθινοί: γυμνοί. Σε μια εποχή, όπου η πόζα και η υστεροβουλία αποτελούσαν τον θεμέλιο λίθο της φήμης και της υστεροφημίας, εκείνοι εξέθεταν εαυτούς χωρίς έλεος. Και οι δύο ενέσκηψαν πρώιμα και πρόωρα στον ελληνικό χώρο, περίπου απρόσκλητοι, και (αγνοηθέντες επιδεικτικά) παρέμειναν ουσιαστικά αποσυνάγωγοι. Δεν τους προσεφέρθη ούτε η εντάφια, χρυσή προσωπίδα: ούτε ο ένας ούτε ο άλλος μνημονεύονται έστω (όχι ως λήμμα, αλλά ως λέξεις-άπαξ!) ακόμη και στην τελευταία έκδοση (1985) της ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.
Ενα ακόμη πεδίο, όπου συναντώνται ο Πεντζίκης με τον Σκαρίμπα, είναι οι μεταμορφώσεις των ηρώων. Στο βιβλίο π.χ. του Πεντζίκη «Το μυθιστόρημα της κυρίας Ερσης», το οποίο εξεδόθη μεν το 1966, πρόκειται όμως για έργο γραμμένο ήδη από το 1952, ο κύριος Ρουίτ Χόρας (ο οποίος τυγχάνει και εξαδάκτυλος!) εμφανίζεται στην κυρία Ερση υπό διπλή μεταμόρφωση: ως αρχαιολόγος Καλλιάδης και ως μαέστρος Δημήτρης Μητρόπουλος - ενώ γεωπόνος ο κ. Θόδωρος διέρχεται κι’ αυτός από τις σελίδες του βιβλίου...
Στον Σκαρίμπα το σταθερό στοιχείο του αντικονφορμισμού του είναι η αλληλοδιολίσθηση των ηρώων. Στο «Μαριάμπα» (1935) ο (γεωπόνος) ήρωας αλληλοϋποκαθίσταται με κάποιον Γιάννη Πιττακό - ενώ ο πανταχού παρών ιατρός εξαδάκτυλος θα διενεργήσει και τη νεκροψία του ενός των συμβαλλομένων...
ΑΝΑΤΡΕΠΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Ακρως ιδιάζουσα και ακραία (και, δυστυχώς, όχι και μοναδική), η περίπτωση Σκαρίμπα επαναφέρει επί τάπητος το σκοτεινό πρόβλημα της, ηθελημένης και μη, συγχύσεως των αξιών, που καταταλαιπωρεί μονίμως τα γράμματά μας και που, επί των ημερών μας, λαμβάνει πλέον διαστάσεις πολλαπλής συναλλαγής. Ποιητής, διηγηματογράφος, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, καραγκιοζοπαίχτης και χαρτονομουτροκατασκευαστής (ενδεχομένως δε, και ιστοριογράφος), ο Γιάννης Σκαρίμπας με το παράξενο, αλλόκοτο και ανατρεπτικό του έργο -έργο που το στηρίζει, το υπηρετεί και το προωθεί μια γλώσσα πλουσιότατη, άκρως καταλυτική και εν ταυτώ υπόδειγμα (για το πώς, δηλαδή, μπορεί κανείς να υπερβαίνει τα όρια, χωρίς να τα παραβαίνει), μια γλώσσα που επέχει θέσιν χρυσής γέφυρας μεταξύ του δημοτικού τραγουδιού και της καθαρεύουσας- αυτός ακριβώς ο Σκαρίμπας θα αρχίσει να γίνεται γνωστός και να διαβάζεται όταν έχει πια γεράσει και τα ποικίλα μέσα μαζικής παραπληροφόρησης τον έχουν σύρει στα χωράφια εκείνα ακριβώς, όπου βολεύονται φυλλάδες και αστοιχείωτα ξόανα - δηλαδή, όταν έχουν καταφέρει να θεωρείται κι ο Σκαρίμπας γραφικός. Αλλωστε ας μην το ξεχνάμε, η γραφικότητα και η ηθογραφία αποτέλεσαν, επί μακράν σειράν ετών, το επίσημο άλλοθι της νεοελληνικής, φιλολογικής ή όχι, κριτικής.
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ
Η γλώσσα συνιστά μια από τις ουσιαστικότερες διαφορές μεταξύ Σκαρίμπα και Πεντζίκη. Αδέσμευτη, ελεύθερη, ενιαία - αλλά και ατημέλητη, κάπως σε δεύτερη (στον Πεντζίκη) μοίρα, καθίσταται στον Σκαρίμπα το φοβερό του εργαλείο. Διαβάζοντας μόνο τα ποιήματά του, αντιλαμβανόμαστε πόσο βαθύς γνώστης της ελληνικής υπήρξε: τι παράδοση και τι φορτίο κουβαλούσε, πόσο τον συνείχαν η μουσικότητα και ο ρυθμός. Του ήταν εύκολο, επομένως, να πειραματίζεται με τη σύνταξη, με τις μετοχές, με την έκθλιψη, τους παρατονισμούς, κ.λπ. Ο Σκαρίμπας, αξίζει να το υπογραμμίσουμε, ανέλαβε υπό τη γραφίδα του ένα κούφιο και αμελητέο σημείο στίξε-ως, την παύλα, και το ανέδειξε σε μείζον σημείο του γραπτού μας λόγου!
Ούτε ο Πεντζίκης ούτε ο Σκαρίμπας μπορούσαν να δημιουργήσουν σχολή ή να αφήσουν μαθητές: υπήρξαν και οι δύο τόσο τελεσίδικα μοναδικοί! Αναλογιζόμενος, όμως, αυτά ακριβώς τα απροσδόκητα και καταλυτικά παιχνίδια με τη γλώσσα του Σκαρίμπα, αρέσκομαι να θεωρώ (ίσως και προς προσωπική παραμυθία) τον πεζογράφο Νόσο Θεοφίλου ως τον μοναδικόν επίγονο του τελευταίου.
Η πατρότητα φράσεων του Θεοφίλου, όπως: «Εγώ την περίμενα κρυμμένος μισόγυμνος ανάμεσα σε φύλλα συκής...», «Και γυρνώντας ευρύχωρα, μιλήστε μου αμοιβαίως, της είπε...», «Να ξεχειλίζουν τα στήθη τους -ομογάλακτα-...», «Απούσιαζα ήδη εκτός εαυτού...» κ.ο.κ., δεν ανήκει ουσιαστικά στον Σκαρίμπα - και ας μην γράφτηκαν ποτέ από αυτόν;
Σημείωση «Επτά Ημερών»: Το κείμενο τον Ηλία X. Παπαδημητρακόπουλου πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ναυτική Πνευματική Καλλιέργεια», τεύχος 45ο, Μάιος - Ιούνιος 1994.
https://anemourion.blogspot.gr/2017/08/blog-post_94.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου