http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=594204
Η
ιστορία που γράφει η Ελλη Παππά είναι δική της, πλαστογραφημένη,
κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της. Πρόσωπα και γεγονότα ελάχιστη σχέση
έχουν με την πραγματικότητα. Μόνο εμείς μπορούμε να διαβάσουμε κάτω από
τις αράδες της την αληθινή ιστορία της φυλακής επί των ημερών της,
γιατί τη ζήσαμε στο πετσί μας.
--
Δεν θα ασχολούμασταν με το βιβλίο της Έλλης Παππά, αν δεν συνέβαινε να αναφέρεται στο μεγαλύτερο μέρος του σε γεγονότα της δεκαετίας του 1950, μέσα στις φυλακές Αβέρωφ.
Η συγγραφέας του βιβλίου έχοντας δεσμεύσει το Μουσείο Μπενάκη να το εκδώσει έξι μήνες μετά τον θάνατό της, καταδικάζει τελεσίδικα αγωνιστές στον πιο ατιμωτικό θάνατο, εκείνο του χαφιέ. Σε κανέναν δεν θα υποχρεωθει να δώσει απάντηση, έχοντας αποκλειστικά εκείνη τον λόγο ή μάλλον τον μονόλογο μέσα από το βιβλίο της.
Η συγγραφέας παραχαράσσει την Ιστορία. Εμφανίζεται ως θύμα του σταλινισμού, που γνώρισε το μίσος όλων, τους κατατρεγμούς και την πολιτική εξόντωση, γιατί υπερασπίστηκε την αθωότητα του Πλουμπίδη, που ο Ζαχαριάδης έβγαλε “χαφιέ”. Γι' αυτό ισχυρίζεται πως την καθαίρεσε νωρίς η ηγεσία του ΚΚΕ, δίνοντάς της όμως ταυτόχρονα την εντολή να κρατήσει μυστικό αυτό το γεγονός και να “βοηθάει τα κορίτσια”, δηλαδή τα μέλη του Γραφείου στο οποίο ήταν γραμματέας. Εκείνη πειθάρχησε, χάρην της ενότητας του κόμματος.
Πώς να αντικρούσει κανείς τέτοιον εξωφρενισμό; Θα ήταν τουλάχιστον έλλειψη σοβαρότητας.
Απλώς υπενθυμίζουμε ότι αυτό ισχυρίζεται στο βιβλίο που έγραψε ύστερα από χρόνια, επιδιώκοντας να φορτώσει τις ευθύνες της σε άλλους, ενώ εκείνη εμφανίζεται ως ανεύθυνη, καθαιρεμένη μυστικά.
Στην πραγματικότητα, η Ελλη Παππά καθαιρέθηκε φανερά το 1957 ως σταλινική, για τα πεπραγμένα της μέσα στις φυλακές Αβέρωφ. Και ας υποστηρίζει πάλι στο βιβλίο ότι για άλλη μια φορά υπήρξε θύμα, διότι υπερασπίστηκε τον Πλουμπίδη.
Η ιστορία που γράφει η Ελλη Παππά είναι δική της, πλαστογραφημένη, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της. Πρόσωπα και γεγονότα ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματικότητα.
Μόνο εμείς μπορούμε να διαβάσουμε κάτω από τις αράδες της την αληθινή ιστορία της φυλακής επί των ημερών της, γιατί την ζήσαμε στο πετσί μας.
Και ας ξεκινήσουμε από την ίδια.
Ποια ήταν η Έλλη Παππά, όπως την γνωρίσαμε από την στιγμή που μπήκε στο προαύλιο της φυλακής στις 29 Ιουλίου 1951;
Ήταν η Έλλη Ιωαννίδου, μια μικρόσωμη τριαντάχρονη γυναίκα, σε προχωρημένη εγκυμοσύνη -γέννησε στις 23 Αυγούστου-, παντρεμένη με τον Ηλία Ιωαννίδη, στέλεχος του ΚΚΕ , που μετά την ήττα στον εμφύλιο βρισκόταν σε κάποια από τις τότε λαϊκές δημοκρατίες. Μεσαίο στέλεχος η ίδια, στον τομέα της διαφώτισης από τις αρχές του 1945, ήταν επικεφαλής ενός φροντιστηρίου που δίδασκε μαρξιστικά μαθήματα σε μεσαία και κατώτερα στελέχη.
Τίποτα από αυτά δεν ήταν τότε υπό αμφισβήτηση. Το αντίθετο μάλιστα. Επέμενε πολλές φορές να μας τα υπενθυμίζει φορτικά, ενοχλητικά. Αυτά βέβαια μόνο για μερικούς μήνες. Ύστερα θα τα ξεχάσει ολότελα και θα απαιτήσει από μας να κάνουμε το ίδιο, να τα σβήσουμε, όπως εξαφάνιζε ο Στάλιν κάποια πρόσωπα από τις φωτογραφίες.
Η Ελλη Παππά για πέντε περίπου μήνες, το 1950, υπήρξε σύνδεσμος ανάμεσα στον Μπελογιάννη και τον Πλουμπίδη που ήταν παράνομοι. Καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο, αλλά δεν εκτελέστηκε γιατί είχε μωρό παιδί.
Τον δεσμό της με τον Μπελογιάννη, που εμείς μάθαμε δύο ημέρες μετά την εκτέλεσή του, θα τον χρησιμοποιήσει χωρίς καθυστέρηση για την προβολή της, τους μύθους της και την ανέλιξή της, προκλητικά, προσβλητικά, ακόμα και για εκείνον.
Από τα μέσα του 1949, γραμματέας της Ομάδας της φυλακής ήταν η Καίτη Ζεύγου, τριανταπεντάχρονη τότε δασκάλα, παλιά αγωνίστρια καταδικασμένη δύο φορές σε θάνατο, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, μία από τις πέντε εθνοσυμβούλους - βουλευτίνες της κυβέρνησης της Ελεύθερης Ελλάδας, στην Κατοχή.
Τη θυμόμαστε με αγάπη. Μαζί της είχαμε πάρει μια ανάσα, αλλά τα καλά κρατούν λίγο.
Αργά, μεθοδικά, όπως περιγράφει από κεφάλαιο σε κεφάλαιο στο βιβλίο της, η Ελλη Παππά, με κτυπήματα κάτω από τη μέση, θα οδηγήσει την Ζεύγου στην απομόνωση, με την ρετσινιά του χαφιέ , όπως και τη Μαργαρίτα Κωτσάκη, παλιά κομμουνίστρια.
Λίγο καιρό μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη, η Έλλη Παππά διορίζεται, από την έξω οργάνωση, γραμματέας του Γραφείου της ομάδας των κρατουμένων.
Δική της απόφαση ήταν η οργάνωση επίσημου μνημόσυνου κάθε χρόνο, στην επέτειο της εκτέλεσης του Μπελογιάννη.
Και οι άλλοι νεκροί;
Στο τέλος του 1950, στη φυλακή, είμασταν 760 κρατούμενες, ανάμεσά μας 120 μελλοθάνατες και 30 παιδάκια μέχρι τριών χρονών.
Ποσοι ήταν οι νεκροί μας; 30 στον πόλεμο της Αλβανίας, 50 στην Κατοχή, 150 στον Εμφύλιο. Τι αναλογούσε σε όσες είχαν χάσει δικούς τους ανθρώπους; Από ένα μέχρι έντεκα θύματα. Τόσοι ήταν οι εκτελεσμένοι της Βασιλικής Κουσάντρα, που έμεινε ολομόναχη.
Και δεν ήταν η μόνη.
Ως γραμματέας του Γραφείου της ομάδας γυναικών, η Ελλη Παππά οργάνωσε άμιλλες, πλάνα κατά τα σοβιετικά πρότυπα, καθιέρωσε διακρίσεις , βραβεία Άλμπατρος (πουλί της καταιγίδας) όπως ονόμασε ο Ζαχαριάδης τον Μπελογιάννη. Η ίδια έγραψε στίχους που έγιναν τραγούδι και το τραγουδούσαν οι κρατούμενες.
Να και η τελευταία του στροφή :
“Κάθε βόλι το κάνουμε τραγούδι
κι απ' τη σκλαβιά μας βλασταίνει ο ανθός
της νιάς ζωής που στεριώνουν και θα χτίζουν
λεβέντρες που ζήσανε σαν Αλμπατρος”.
“Λεβέντρες” ήμασταν εμείς οι κρατούμενες, τέσσερα χρόνια μετά τη συντριπτική ήτττα, που κάναμε κάθε βόλι τραγούδι.
Όλα αυτά και άλλα πολλά ανεκδιήγητα, τα καυτηριάζει στο βιβλίο της και τα φορτώνει στα μέλη του Γραφείου της, τα οποία κατονομάζει και κατηγορεί δριμύτατα.
Στο βιβλίο κατακεραυνώνει τον σταλινισμό, που αλλοτριώνει τον άνθρωπο, σπιλώνει υπολήψεις, κατασκευάζει χαφιέδες, ενώ στην πράξη, όπως την ζήσαμε εμείς, τον εφάρμοζε με τις χειρότερες μεθόδους του.
Αναζητούσε παντού φραξιονίστριες, αντιηγετικές, ύποπτες, όργανα της ασφάλειας, οργανωμένα δίκτυα που δρούσαν μέσα στη φυλακή και έξω στις οργανώσεις, και σε ένα επισκεπτήριο ζήτησε από τον Βασίλη Ευφραιμίδη, βουλευτή της ΕΔΑ, κοινή δράση για τον εντοπισμό κάποιου κυκλώματος (σελ 131). Φυσικά εκείνος την αγνόησε και εκείνη τον μίσησε.
Στην ιστορία της, που χρόνια χτίζει πετραδάκι-πετραδάκι, αναποδογυρίζει γεγονότα, γράφει άσχετα παραμύθια, ρίχνει την ευθύνη της σε άλλους και ό,τι δεν μπορεί να βολέψει, το εξαφανίζει, όπως την συγκρατούμενή μας Γλυκερία Παγουλάτου, που δεν θα την συναντήσουμε πουθενά στις σελίδες του βιβλίου.
Της είχε αναθέσει να ανακαλύψει κάποιες ύποπτες για χαφιεδισμό και όταν η Γλυκερία τής δήλωσε ότι δεν βρήκε πουθενά ύποπτες και θα σταματήσει να ψάχνει, της επέβαλε την ποινή της σιωπής. Έτσι, εβδομάδες ολόκληρες κυκλοφορούσε μουγγή, συνοδεία δύο “μπάτσων” της επαγρύπνησης, ώσπου κόντεψε να χάσει και τη φωνή της και το μυαλό της.
Δεν θα συναντήσουμε ούτε τη Φαιναρέτη Κοκκόλη, να παίρνει μόνη της το φαγητό της, να τρώει μόνη της εκτός παρέας -στη φυλακή η παρέα σου είναι η οικογένειά σου- έρημη, αποσυνάγωγη.
Άφαντες και η Ντίνα, η Ελευθερία, η Ουρανία, η Κατίνα, η Ολυμπία και τόσες άλλες, θύματα όλες της χαφιεδολαγνείας και της μανίας της για πλήρη ισοπέδωση και υποταγή στο ιερατείο.
Εύλογα θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει: Όλα αυτά, οι κρατούμενες τα δεχόντουσαν βουβά, υποτακτικά και αδιαμαρτύρητα; Όχι βέβαια.
Υπήρχαν μάλιστα φορές που η φυλακή τραντάχτηκε συνθέμελα, αντιδρώντας στον παραλογισμό και την καταπίεση.
Αυτά τα ελάχιστα για την Ιστορία, που κανένας δεν έχει δικαίωμα να παραχαράζει.
Αθηνά Βασίλα Ματράγκα, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 10 χρόνια. Κατίνα Βασιλιά Σαπουντζή, καταδικασμένη πεντε φορές ισόβια, έμεινε στη φυλακή 9 χρόνια. Βαγγελιώ Γεωργαντά Φραντζεσκάκη, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 10 χρόνια. Αντιγόνη Δαμιανάκου, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 4 χρόνια. Ελένη Κυβέλου Καμουλάκου, καταδικασμένη 14 χρόνια, έμεινε στη φυλακή 7. Μαίρη Μπίκια Αρώνη, καταδικασμένη 20 χρόνια έμεινε στη φυλακή 11. Ουρανία Νιζαμίδου, καταδικασμένη σε ισόβια, έμεινε στη φυλακή 6,5 χρόνια. Ολυμπία Παπαδοπούλου Βασιλάκου, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 9 χρόνια. Αργυρώ Σεφερλή, καταδικασμένη σε 20 χρόνια, έμεινε στη φυλακή 6,5.
--
Δεν θα ασχολούμασταν με το βιβλίο της Έλλης Παππά, αν δεν συνέβαινε να αναφέρεται στο μεγαλύτερο μέρος του σε γεγονότα της δεκαετίας του 1950, μέσα στις φυλακές Αβέρωφ.
Η συγγραφέας του βιβλίου έχοντας δεσμεύσει το Μουσείο Μπενάκη να το εκδώσει έξι μήνες μετά τον θάνατό της, καταδικάζει τελεσίδικα αγωνιστές στον πιο ατιμωτικό θάνατο, εκείνο του χαφιέ. Σε κανέναν δεν θα υποχρεωθει να δώσει απάντηση, έχοντας αποκλειστικά εκείνη τον λόγο ή μάλλον τον μονόλογο μέσα από το βιβλίο της.
Η συγγραφέας παραχαράσσει την Ιστορία. Εμφανίζεται ως θύμα του σταλινισμού, που γνώρισε το μίσος όλων, τους κατατρεγμούς και την πολιτική εξόντωση, γιατί υπερασπίστηκε την αθωότητα του Πλουμπίδη, που ο Ζαχαριάδης έβγαλε “χαφιέ”. Γι' αυτό ισχυρίζεται πως την καθαίρεσε νωρίς η ηγεσία του ΚΚΕ, δίνοντάς της όμως ταυτόχρονα την εντολή να κρατήσει μυστικό αυτό το γεγονός και να “βοηθάει τα κορίτσια”, δηλαδή τα μέλη του Γραφείου στο οποίο ήταν γραμματέας. Εκείνη πειθάρχησε, χάρην της ενότητας του κόμματος.
Πώς να αντικρούσει κανείς τέτοιον εξωφρενισμό; Θα ήταν τουλάχιστον έλλειψη σοβαρότητας.
Απλώς υπενθυμίζουμε ότι αυτό ισχυρίζεται στο βιβλίο που έγραψε ύστερα από χρόνια, επιδιώκοντας να φορτώσει τις ευθύνες της σε άλλους, ενώ εκείνη εμφανίζεται ως ανεύθυνη, καθαιρεμένη μυστικά.
Στην πραγματικότητα, η Ελλη Παππά καθαιρέθηκε φανερά το 1957 ως σταλινική, για τα πεπραγμένα της μέσα στις φυλακές Αβέρωφ. Και ας υποστηρίζει πάλι στο βιβλίο ότι για άλλη μια φορά υπήρξε θύμα, διότι υπερασπίστηκε τον Πλουμπίδη.
Η ιστορία που γράφει η Ελλη Παππά είναι δική της, πλαστογραφημένη, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της. Πρόσωπα και γεγονότα ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματικότητα.
Μόνο εμείς μπορούμε να διαβάσουμε κάτω από τις αράδες της την αληθινή ιστορία της φυλακής επί των ημερών της, γιατί την ζήσαμε στο πετσί μας.
Και ας ξεκινήσουμε από την ίδια.
Ποια ήταν η Έλλη Παππά, όπως την γνωρίσαμε από την στιγμή που μπήκε στο προαύλιο της φυλακής στις 29 Ιουλίου 1951;
Ήταν η Έλλη Ιωαννίδου, μια μικρόσωμη τριαντάχρονη γυναίκα, σε προχωρημένη εγκυμοσύνη -γέννησε στις 23 Αυγούστου-, παντρεμένη με τον Ηλία Ιωαννίδη, στέλεχος του ΚΚΕ , που μετά την ήττα στον εμφύλιο βρισκόταν σε κάποια από τις τότε λαϊκές δημοκρατίες. Μεσαίο στέλεχος η ίδια, στον τομέα της διαφώτισης από τις αρχές του 1945, ήταν επικεφαλής ενός φροντιστηρίου που δίδασκε μαρξιστικά μαθήματα σε μεσαία και κατώτερα στελέχη.
Τίποτα από αυτά δεν ήταν τότε υπό αμφισβήτηση. Το αντίθετο μάλιστα. Επέμενε πολλές φορές να μας τα υπενθυμίζει φορτικά, ενοχλητικά. Αυτά βέβαια μόνο για μερικούς μήνες. Ύστερα θα τα ξεχάσει ολότελα και θα απαιτήσει από μας να κάνουμε το ίδιο, να τα σβήσουμε, όπως εξαφάνιζε ο Στάλιν κάποια πρόσωπα από τις φωτογραφίες.
Η Ελλη Παππά για πέντε περίπου μήνες, το 1950, υπήρξε σύνδεσμος ανάμεσα στον Μπελογιάννη και τον Πλουμπίδη που ήταν παράνομοι. Καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο, αλλά δεν εκτελέστηκε γιατί είχε μωρό παιδί.
Τον δεσμό της με τον Μπελογιάννη, που εμείς μάθαμε δύο ημέρες μετά την εκτέλεσή του, θα τον χρησιμοποιήσει χωρίς καθυστέρηση για την προβολή της, τους μύθους της και την ανέλιξή της, προκλητικά, προσβλητικά, ακόμα και για εκείνον.
Από τα μέσα του 1949, γραμματέας της Ομάδας της φυλακής ήταν η Καίτη Ζεύγου, τριανταπεντάχρονη τότε δασκάλα, παλιά αγωνίστρια καταδικασμένη δύο φορές σε θάνατο, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, μία από τις πέντε εθνοσυμβούλους - βουλευτίνες της κυβέρνησης της Ελεύθερης Ελλάδας, στην Κατοχή.
Τη θυμόμαστε με αγάπη. Μαζί της είχαμε πάρει μια ανάσα, αλλά τα καλά κρατούν λίγο.
Αργά, μεθοδικά, όπως περιγράφει από κεφάλαιο σε κεφάλαιο στο βιβλίο της, η Ελλη Παππά, με κτυπήματα κάτω από τη μέση, θα οδηγήσει την Ζεύγου στην απομόνωση, με την ρετσινιά του χαφιέ , όπως και τη Μαργαρίτα Κωτσάκη, παλιά κομμουνίστρια.
Λίγο καιρό μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη, η Έλλη Παππά διορίζεται, από την έξω οργάνωση, γραμματέας του Γραφείου της ομάδας των κρατουμένων.
Δική της απόφαση ήταν η οργάνωση επίσημου μνημόσυνου κάθε χρόνο, στην επέτειο της εκτέλεσης του Μπελογιάννη.
Και οι άλλοι νεκροί;
Στο τέλος του 1950, στη φυλακή, είμασταν 760 κρατούμενες, ανάμεσά μας 120 μελλοθάνατες και 30 παιδάκια μέχρι τριών χρονών.
Ποσοι ήταν οι νεκροί μας; 30 στον πόλεμο της Αλβανίας, 50 στην Κατοχή, 150 στον Εμφύλιο. Τι αναλογούσε σε όσες είχαν χάσει δικούς τους ανθρώπους; Από ένα μέχρι έντεκα θύματα. Τόσοι ήταν οι εκτελεσμένοι της Βασιλικής Κουσάντρα, που έμεινε ολομόναχη.
Και δεν ήταν η μόνη.
Ως γραμματέας του Γραφείου της ομάδας γυναικών, η Ελλη Παππά οργάνωσε άμιλλες, πλάνα κατά τα σοβιετικά πρότυπα, καθιέρωσε διακρίσεις , βραβεία Άλμπατρος (πουλί της καταιγίδας) όπως ονόμασε ο Ζαχαριάδης τον Μπελογιάννη. Η ίδια έγραψε στίχους που έγιναν τραγούδι και το τραγουδούσαν οι κρατούμενες.
Να και η τελευταία του στροφή :
“Κάθε βόλι το κάνουμε τραγούδι
κι απ' τη σκλαβιά μας βλασταίνει ο ανθός
της νιάς ζωής που στεριώνουν και θα χτίζουν
λεβέντρες που ζήσανε σαν Αλμπατρος”.
“Λεβέντρες” ήμασταν εμείς οι κρατούμενες, τέσσερα χρόνια μετά τη συντριπτική ήτττα, που κάναμε κάθε βόλι τραγούδι.
Όλα αυτά και άλλα πολλά ανεκδιήγητα, τα καυτηριάζει στο βιβλίο της και τα φορτώνει στα μέλη του Γραφείου της, τα οποία κατονομάζει και κατηγορεί δριμύτατα.
Στο βιβλίο κατακεραυνώνει τον σταλινισμό, που αλλοτριώνει τον άνθρωπο, σπιλώνει υπολήψεις, κατασκευάζει χαφιέδες, ενώ στην πράξη, όπως την ζήσαμε εμείς, τον εφάρμοζε με τις χειρότερες μεθόδους του.
Αναζητούσε παντού φραξιονίστριες, αντιηγετικές, ύποπτες, όργανα της ασφάλειας, οργανωμένα δίκτυα που δρούσαν μέσα στη φυλακή και έξω στις οργανώσεις, και σε ένα επισκεπτήριο ζήτησε από τον Βασίλη Ευφραιμίδη, βουλευτή της ΕΔΑ, κοινή δράση για τον εντοπισμό κάποιου κυκλώματος (σελ 131). Φυσικά εκείνος την αγνόησε και εκείνη τον μίσησε.
Στην ιστορία της, που χρόνια χτίζει πετραδάκι-πετραδάκι, αναποδογυρίζει γεγονότα, γράφει άσχετα παραμύθια, ρίχνει την ευθύνη της σε άλλους και ό,τι δεν μπορεί να βολέψει, το εξαφανίζει, όπως την συγκρατούμενή μας Γλυκερία Παγουλάτου, που δεν θα την συναντήσουμε πουθενά στις σελίδες του βιβλίου.
Της είχε αναθέσει να ανακαλύψει κάποιες ύποπτες για χαφιεδισμό και όταν η Γλυκερία τής δήλωσε ότι δεν βρήκε πουθενά ύποπτες και θα σταματήσει να ψάχνει, της επέβαλε την ποινή της σιωπής. Έτσι, εβδομάδες ολόκληρες κυκλοφορούσε μουγγή, συνοδεία δύο “μπάτσων” της επαγρύπνησης, ώσπου κόντεψε να χάσει και τη φωνή της και το μυαλό της.
Δεν θα συναντήσουμε ούτε τη Φαιναρέτη Κοκκόλη, να παίρνει μόνη της το φαγητό της, να τρώει μόνη της εκτός παρέας -στη φυλακή η παρέα σου είναι η οικογένειά σου- έρημη, αποσυνάγωγη.
Άφαντες και η Ντίνα, η Ελευθερία, η Ουρανία, η Κατίνα, η Ολυμπία και τόσες άλλες, θύματα όλες της χαφιεδολαγνείας και της μανίας της για πλήρη ισοπέδωση και υποταγή στο ιερατείο.
Εύλογα θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει: Όλα αυτά, οι κρατούμενες τα δεχόντουσαν βουβά, υποτακτικά και αδιαμαρτύρητα; Όχι βέβαια.
Υπήρχαν μάλιστα φορές που η φυλακή τραντάχτηκε συνθέμελα, αντιδρώντας στον παραλογισμό και την καταπίεση.
Αυτά τα ελάχιστα για την Ιστορία, που κανένας δεν έχει δικαίωμα να παραχαράζει.
Αθηνά Βασίλα Ματράγκα, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 10 χρόνια. Κατίνα Βασιλιά Σαπουντζή, καταδικασμένη πεντε φορές ισόβια, έμεινε στη φυλακή 9 χρόνια. Βαγγελιώ Γεωργαντά Φραντζεσκάκη, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 10 χρόνια. Αντιγόνη Δαμιανάκου, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 4 χρόνια. Ελένη Κυβέλου Καμουλάκου, καταδικασμένη 14 χρόνια, έμεινε στη φυλακή 7. Μαίρη Μπίκια Αρώνη, καταδικασμένη 20 χρόνια έμεινε στη φυλακή 11. Ουρανία Νιζαμίδου, καταδικασμένη σε ισόβια, έμεινε στη φυλακή 6,5 χρόνια. Ολυμπία Παπαδοπούλου Βασιλάκου, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 9 χρόνια. Αργυρώ Σεφερλή, καταδικασμένη σε 20 χρόνια, έμεινε στη φυλακή 6,5.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου